- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Γκέι ή στρέιτ, όλοι τα ίδια αισθήματα έχουμε

25/09/13 ART,ΘΕΜΑΤΑ,ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ-ART

Μια ερωτική ιστορία ανάμεσα σε έναν Γερμανό κι έναν Ελληνα δίνει την ευκαιρία στον κινηματο­γραφιστή που ζει στο Βερολίνο να μιλήσει για το χαοτικό σύμπαν της αγάπης. Γύρισε την ταινία του με πολύ λίγα χρήματα που συγκέντρωσε στο ίντερνετ

 

«Δεν έχω αισθανθεί να με υποτιμούν οι Γερμανοί ως Ελληνα, ούτε να με αντιμετωπίζουν σαν πολίτη δεύτερης κατηγορίας. Ο ρατσισμός γι’ αυτούς είναι λεπτό θέμα, που δεν το αγγίζουν. Υπάρχουν νεοναζί, ωστόσο τους έχουν πετάξει έξω από τις κεντρικές περιοχές του Βερολίνου. Ηταν μια πρωτοβουλία των πολιτών. Το βρίσκω υπέροχο που μπορούν να συντονίζονται»

 

Της Βασιλικής Τζεβελέκου

 

κρις φορνι γιαννης κολιος [1] [2]Η ερωτική σχέση ανάμεσα σ’ έναν Ελληνα κι ένα Γερμανό που ζουν στο Βερολίνο βρίσκεται στο επίκεντρο της ταινίας «India Blues» του Γιώργου Μαρκάκη. Το κοινό του φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας» αποδείχθηκε για άλλη μια φορά ενημερωμένο. Η προβολή της χθες το βράδυ στον «Δαναό» ήταν sold out. Ετσι, εξασφαλίστηκε άλλη μια προβολή για αύριο, στις 8.00, στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος.

 

Η ταινία του Ελληνα κινηματογραφιστή, που ζει τα τελευταία τέσσερα χρόνια στο Βερολίνο, είναι ανεξάρτητη και γυρίστηκε με γερμανικά χρήματα. Ενισχύθηκε, μάλιστα, από ανώνυμους θεατές που πίστεψαν σ’ αυτήν όταν αναρτήθηκε στο αγγλικό site «Indiegogo» και ζητούσε ενίσχυση. Είναι το ίδιο στο οποίο κατέφυγε και η Μαρίνα Αμπράμοβιτς για το δικό της project, την ίδρυση του μουσείου της στη Νέα Υόρκη, ζητώντας 600.000 δολάρια… τα οποία φυσικά συγκέντρωσε.

 

«Εμείς ζητούσαμε 5.000 δολάρια και τελικά μας ενίσχυσαν με 2.000, το οποίο θεωρούμε επιτυχία», μας είπε χαμογελώντας ο σκηνοθέτης. Η ταινία έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο European Film Market του Φεστιβάλ Βερολίνου και στη συνέχεια, στο αντίστοιχο τμήμα των Κανών. Προς το παρόν δεν έχει εξασφαλίσει διανομή στην Ελλάδα.

 

Ο σκηνοθέτης, με θητεία στον χώρο της διαφήμισης και του κινηματογράφου (έχει γυρίσει τρεις μικρού μήκους ταινίες), έφυγε πριν από 8 χρόνια. Μετά την παραμονή του σε Νέα Υόρκη και Βαρκελώνη, έφτασε στο Βερολίνο και «ρίζωσε». «Το Βερολίνο δεν είναι Γερμανία, είναι ένας τόπος όπου διαμένουν καλλιτέχνες απ’ όλον τον κόσμο και αυτό δίνει έδαφος να δημιουργήσεις και να κάνεις ανεξάρτητα projects. Αυτή τη στιγμή μπορείς να βρεις ανθρώπους να σε βοηθήσουν. Επίσης η ατμόσφαιρα της πόλης σε εμπνέει να αντλήσεις θέματα. Υπάρχει ησυχία, μια ιδανική κατάσταση να αφουγκραστείς στιγμές».

 

Στην ταινία του πραγματεύεται τη σχέση δύο διαφορετικών ανδρών, όπως αυτή περνάει μέσα από οκτώ συναισθηματικές καταστάσεις που βιώνουν: πόνο, πόθο, ευτυχία, ζήλια, έλξη, γαλήνη, αγάπη και θυμό. Σημαντικές και ασήμαντες στιγμές της κοινής τους πορείας δίνουν το έναυσμα για την εξερεύνηση του χαοτικού σύμπαντος της αγάπης.

 

«Οι Γερμανοί δεν έχουν μάθει να εκφράζουν τα συναισθήματά τους κι αυτό περνάει στην ταινία. Χωρίς να εστιάζω στην κουλτούρα των δύο λαών, βλέπεις τις διαφορές. Είναι προφανές ποιος έχει έρθει κοντά σε ποιον. Ο Γερμανός νομίζει ότι έχει έρθει κοντά στον σύντροφό του, αλλά για τα δικά του δεδομένα. Οι Γερμανοί κουβαλάνε το ενοχικό τους παρελθόν, που έχει τις ρίζες του στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι ένας λαός τραυματισμένος κι όλο αυτό βγαίνει στις προσωπικές τους σχέσεις».

 

Ελάχιστοι διάλογοι

 

Τι τον ώθησε να δείξει τη σχέση ανάμεσα σε δύο άντρες; «Το βρήκα πιο ενδιαφέρον για το ευρύ κοινό, καθώς υπάρχει ένας μύθος για τις σχέσεις των γκέι. Δεν τη χαρακτηρίζω, όμως, ταινία για γκέι, αλλά για τα συναισθήματα και τις σχέσεις που είναι ίδια για όλους τους ανθρώπους». Γυρισμένη με ελάχιστους διαλόγους και πολλούς αυτοσχεδιασμούς, δεν ακολουθεί την κλασική αφηγηματική δομή (αρχή, μέση, τέλος), αλλά οδηγεί τον θεατή κατευθείαν στην πηγή των συναισθημάτων. «Δεν με ενδιέφερε να πω μια ιστορία με την κλασική μορφή αλλά να εστιάσω στις στιγμές του κάθε συναισθήματος. Γίνεται ένα mix up κι ο θεατής βάζει τα κομμάτια στη σειρά. Η σχέση έρχεται σε δεύτερο επίπεδο, δεν ήθελα να μείνω σε ένα “story telling”».

 

Ο ίδιος έχει αισθανθεί ξένος στο Βερολίνο, έχει βιώσει ρατσισμό από τους Γερμανούς; «Δεν έχω βρεθεί σε διένεξη ούτε αισθάνθηκα κάποιο ρατσισμό, ιδιαίτερα όταν εδώ η κατάσταση ήταν τεταμένη κι έβριζαν τους Γερμανούς», απαντά. «Εχουν μια τεκμηριωμένη άποψη σε σχέση με την κρίση. Η πολιτική άποψη είναι ότι αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα βρίσκεται σε σωστή κατεύθυνση, αλλά στην κοινωνία υπάρχουν πολλές διαφορετικές απόψεις. Δεν έχω αισθανθεί να με υποτιμούν ως Ελληνα ούτε να με αντιμετωπίζουν σαν πολίτη δεύτερης κατηγορίας. Ο ρατσισμός γι’ αυτούς είναι λεπτό θέμα που δεν το αγγίζουν. Υπάρχουν νεοναζί, ωστόσο τους έχουν πετάξει έξω από τις κεντρικές περιοχές του Βερολίνου. Ηταν μια πρωτοβουλία των πολιτών. Το βρίσκω υπέροχο που μπορούν να συντονίζονται».

 

Η φυγή μου, πολιτική πράξη

 

Οσο για την αύξηση των ναζιστών στην Ελλάδα, λέει ο Γιώργος Μαρκάκης: «Είμαι σοκαρισμένος. Οταν έφτασα στην Αθήνα είχε συμβεί η δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Το χειρότερο είναι ότι, μέχρι τώρα τουλάχιστον, δεν υπάρχει αντίδραση από τους κυβερνώντες. Δεν βλέπω να παίρνουν μέτρα. Αντίθετα, υπάρχει φοβερή καταστολή και καμία αντίδραση κι όταν αυτές υπάρξουν θάβονται γρήγορα. Γι’ αυτό κι έφυγα από την Ελλάδα. Η πράξη μου ήταν πολιτική».

 

Οι επιτυχίες των Ελλήνων κινηματογραφιστών; «Είναι φανταστικό, είναι ήρωες, δεν το συζητάω», λέει. «Γίνονται ταινίες χωρίς υποστήριξη, βγαίνουν στο εξωτερικό, παίρνουν βραβεία κι αυτό είναι προσωπική επιτυχία των δημιουργών. Του Λάνθιμου, του Αβρανά και των άλλων. Ξέρω καλά αυτούς και τον μόχθο που καταβάλλουν να γυρίσουν τις ταινίες τους. Τελευταία το ΕΚΚ είναι ανύπαρκτο. Δεν πιστεύω, όμως, στο Greek Wave, αλλά σε ένα διαφορετικό σινεμά που κάνουν οι νέοι δημιουργοί. Εχει μεγάλη σημασία να στηριχτεί και να υπάρξει ένα ολοκληρωμένο ΕΚΚ».

 

Ηδη δουλεύει την επόμενη ταινία του. Το θέμα της είναι κοινωνικό, το σενάριο έγραψε ο Γιώργος Κακανάκης, παραγωγός είναι ο Κρίστοφερ Κόρλεσεν. Αυτή τη φορά θα έχει την ενίσχυση του Κέντρου Κινηματογράφου της Γερμανίας, αλλά και ελληνικά κεφάλαια.

 

[email protected]

 

Ιnfo: Στο «India Blues» ακούγονται γερμανικά και αγγλικά και τους πρωταγωνιστικούς ρόλους ερμηνεύουν ο Κρις Φόρνι και ο Γιάννης Κολιός.

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=119926