14/10/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ο Μιχάλης Κωνσταντάτος, σκηνοθέτης τού «Luton», που παίζεται ήδη στις αίθουσες

«Κανείς δεν είναι αθώος, η βία πάντα υπήρχε μέσα μας»

Γύρισε μια ταινία που δεν χαϊδεύει, δεν καταγγέλλει, δεν φωνάζει. Κι ας θίγει το πιο αβανταδόρικο θέμα της εποχής, τη Χρυσή Αυγή. Ο πρωτο-εμφανιζόμενος ταλαντούχος δημιουργός μάς εξηγεί πού βρήκε τόση ψυχραιμία και απόσταση. Και γιατί, ακόμα και σε μια χώρα χωρίς προσανατολισμό, εξακολουθεί να πιστεύει ότι μπορούμε να διαμορφώσουμε τα.
      Pin It

μιχαλης κωνσταντατος "LUTON"Γύρισε μια ταινία που δεν χαϊδεύει, δεν καταγγέλλει, δεν φωνάζει. Κι ας θίγει το πιο αβανταδόρικο θέμα της εποχής, τη Χρυσή Αυγή. Ο πρωτο-εμφανιζόμενος ταλαντούχος δημιουργός μάς εξηγεί πού βρήκε τόση ψυχραιμία και απόσταση. Και γιατί, ακόμα και σε μια χώρα χωρίς προσανατολισμό, εξακολουθεί να πιστεύει ότι μπορούμε να διαμορφώσουμε τα πράγματα

 

Της Βένας Γεωργακοπούλου

 

χρηστος σαπουντζηςΤο υποπτευόμαστε, αλλά το επιβεβαιώσαμε και μέσα σε μια σκοτεινή αίθουσα. Ο Μιχάλης Κωνσταντάτος είναι από τα πολύ ιδιαίτερα κινηματογραφικά ταλέντα, που δεν συμβιβάζονται, δεν κάνουν πίσω, δεν ακούνε κανέναν και τραβάνε τον δρόμο τους. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το «Luton», η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους που παίζεται ήδη στις αίθουσες, ξεκίνησε την καριέρα της από το Σαν Σεμπαστιάν και σε λίγες μέρες (18 και 20 Οκτωβρίου) θα συμμετάσχει στο διαγωνιστικό τμήμα First Feature Competition του Φεστιβάλ του Λονδίνου.

 

Δεν είναι απλή υπόθεση το «Luton» κι ας καταλαβαίνεις βγαίνοντας από την αίθουσα ότι σαφώς το θέμα του είναι η βία που έχει διαχυθεί στην κοινωνία μας και μολύνει και τους πιο απρόβλεπτους ανθρώπους. Εναν αποχαυνωμένο μικροαστό με οικογένεια, μια γιάπισσα δικηγόρο με ταγεράκι και φιλοδοξίες, και έναν προνομιούχο έφηβο εύπορης οικογένειας. Παρακολουθούμε επί ώρα τις τρεις παράλληλες ιστορίες τους, μαγνητιζόμαστε από το τέλμα τους και ξαφνικά όλα ανατρέπονται. Η οθόνη μετατρέπεται σε πεδίο μάχης, αίματος και ξυλοδαρμών. Ολα αυτά χωρίς καμία διάθεση εντυπωσιασμού.

 

• Εκανες μια ψυχρή, χαμηλών τόνων ταινία για ένα πολύ σκληρό θέμα. Γιατί;

 

«Γιατί από τις πολλές φωνές και την οχλαγωγία δεν σου μένει και τίποτα. Eίναι δίκαιο βέβαια που φωνάζουμε. Αλλά πρέπει να πάρουμε μια απόσταση και να δούμε τα πράγματα λίγο πιο ήσυχα».

 

• Εχεις πει σε συνέντευξή σου στο «Metropolis» ότι όλοι μαζί τη φτιάξαμε αυτή τη βίαιη κοινωνία.

 

«Δεν είναι αυτονόητο; Είναι χαζό να κινείσαι μέσα στα πράγματα, να έχεις σχέσεις, να δουλεύεις και να νομίζεις ότι δεν διαμορφώνεις και εσύ τον κοινωνικό ιστό».

 

• Δηλαδή δεν υπάρχουν αθώοι σήμερα στην Ελλάδα; Κάποιοι θα το 'λεγαν ισοπεδωτικό αυτό.

 

«Πού τους βλέπεις τους αθώους; Εγώ πουθενά. Γι' αυτό νομίζω ότι είναι βασικό ο καθένας μας να βγαίνει και να λέει ποια είναι η θέση του. Μια πληγή της ελληνικής οικογένειας, που μεταφέρθηκε και στην κοινωνία, είναι γενικά το να μη μιλάμε, να κρατάμε κρυφά πράγματα για να διατηρούμε τις ισορροπίες. Αυτό έχει ισοπεδώσει τα πάντα, όχι η ταινία μου».

 

• Γιατί διάλεξες τη βία και όχι ένα άλλο θέμα; Πιστεύεις ότι είναι βασικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας;

 

«Είναι βασικό πρόβλημα της ανθρωπότητας, της ύπαρξής μας της ίδιας. Και δεν ειναι τωρινό, πάντα υπήρχε. Το σενάριο γράφτηκε πριν από 4 χρόνια και η ταινία γυρίστηκε πριν ξεκινήσει καν η κρίση. Απλά τώρα η ταινία μου επιβεβαιώνεται έντονα από την πραγματικότητα. Κάποτε δεν το βλέπαμε καθαρά λόγω της επιφάνειας που είχαμε φτιάξει με την ευημερία και την αλματώδη ανάπτυξη της Ελλάδας. Γι' αυτό πιστεύω πολύ την ταινία μου. Δεν λέει κάτι καινούργιο, αλλά έρχεται να το πει με μια ήσυχη δύναμη, με ηρεμία και ψυχραιμία. Αυτό προσπάθησα τουλάχιστον. Γιατί όταν ανακατεύεσαι με τη βία, όσο δουλεύεις το θέμα σου είναι φυσικό να περνάς και από το στάδιο της οργής. Αλλά μια από τις δουλειές που έπρεπε να κάνω ήταν να μείνω ψύχραιμος απέναντι στο θέμα μου».

 

• Τους τρεις ήρωές σου σχεδόν τους καταλάβαινα, έβλεπα την πίεση, τη μοναξιά, το ανικανοποίητο. Σαν να μας έβαζες μια πεπονόφλουδα.

 

«Μα και εγώ τους καταλαβαίνω, αλλιώς πώς θα μπορούσα να τους αναπτύξω; Δεν με ενδιέφερε να τους καταγγείλω, αλλά να δείξω ένα πράγμα που με απασχολεί πολύ, που μιλάω γι' αυτό στους φίλους μου. Και ήθελα να μιλήσω και ανοιχτά».

 

• Εχεις φίλους που είναι υπέρ της βίας; Μάθαμε πια να τη χωρίζουμε σε καλή και κακή. Είναι κακό να σκοτώνουμε Πακιστανούς μετανάστες, αλλά επαναστατικό να καίμε το «Αττικόν», πιστεύοντας ότι «πόλη που καίγεται, λουλούδι που ανθίζει».

 

«Δεν υπάρχει καλή και κακή βία. Η βία είναι βία. Με όποιον τρόπο κι αν ασκείται. Για μένα η πόλη που ανθεί είναι η οργωμένη πόλη. Οπως ακριβώς και το χωράφι. Το καμένο δεν ανθίζει. Πρέπει να φροντίζεις και να κρατάς φρέσκο το χώμα του».

 

• Δεν σκέφτηκες να βάλεις σαφείς αναφορές στην κρίση;

 

«Ημουν εντελώς αντίθετος στο να μπει η κρίση στην ταινία. Είχα όμως την ευτυχία οι τρεις βασικοί άνθρωποι που με κατάλαβαν από την αρχή, να με αφήσουν εν λευκώ να κάνω αυτό που θέλω. Ηταν ο Γιώργος Τσούργιαννης, ο Χρήστος Κωνσταντακόπουλος της Faliro Productions και η Ειρήνη Σουγανίδου της Feelgood».

 

• Αυτό το υπόγειο αίσθημα φόβου ότι κάτι κακό θα συμβεί, γιατί το κράτησες τόσο πολύ; Δεν φοβήθηκες ότι θα χάσεις κάπου τον θεατή;

 

«Εγω δεν φοβήθηκα, άλλοι φοβήθηκαν. Κατ' αρχάς δεν μπορείς να έχεις όλους τους θεατές. Φυσικά και με ενδιαφέρει να έχω μαζί μου όσο το δυνατόν περισσότερους, αλλά με ενδιαφέρει να βάλω κάπως και το λιθαράκι μου στο να εκπαιδεύσω το κοινό και όχι να κάνω ένα αναμάσημα πραγμάτων. Γι' αυτό και αποφάσισα, ενώ δεν είναι του χαρακτήρα μου, να δίνω συνεντεύξεις. Δεν μπορώ να κάνω μια δύσκολη ταινία και να κάτσω σπίτι μου. Θα βγω έξω να καλέσω τον κόσμο να τη δει. Αλλωστε δεν είναι δύσκολη, λίγη υπομονή θέλει. Και κανείς δεν έχει πια υπομονή».

 

• Η Χρυσή Αυγή σε απασχολεί; Νιώθω σαν να ξαναζώ καταστάσεις χουντας.

 

«Εννοείται, αλλά δεν μου κάνει καμία εντύπωση. Η Ιστορία έχει δείξει ότι όλες οι κοινωνίες που βρίσκονται, όπως εμείς, σε βαθιά κρίση αναπτύσσουν τέτοια φαινόμενα. Και εμείς είχαμε έναν επιπλέον επιβαρυντικό παράγοντα. Είμαστε πολύ συνηθισμένοι στο παρακράτος, στην παραοικονομία, σε όλα τα «παρά». Κι αν οι χρυσαυγίτες σού θυμίζουν τους χαφιέδες της χούντας, η ίδια η κυβέρνηση δεν σου θυμίζει χούντα; Το πώς μεταχειρίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, το ότι δεν λαμβάνουν υπόψη τους τον πολίτη;»

 

• Η χούντα δεν εκλέγεται και σε βάζει και φυλακή αν τη βρίσεις δημόσια…

 

«Γι' αυτό λέω ότι έχουμε ευθύνη όλοι μας. Γιατί έχουμε μια χούντα, που την εκλέξαμε. Αλλάξαμε τον τρόπο που ανέλαβε την εξουσία. Λες και έχει γίνει μια αόρατη συμφωνία: «Να σε ψηφίσω να υπάρχεις, αλλά εσύ δεν θα με βάζεις μέσα». Εχουμε χάσει τον προσανατολισμό μας γενικά. Αυτό είναι που κάνει δύσκολη και την απάντηση στην κλασική ερώτηση «βλέπετε φως στο βάθος;» Πρώτα πρέπει να βρεθεί μια πυξίδα και μετά θα κοιτάξουμε για το φως».

 

• Η δική σου πυξίδα είναι μόνο η δουλειά σου;

 

«Είναι να μπορώ κάθε μέρα, όσο γίνεται, να τα ξαναβρίσκω με τον εαυτό μου, να τον ξανατοποθετώ σε ένα σημείο που να μπορεί να παίρνει αποφάσεις και να σκέφτεται καθαρά. Μετά προσπαθώ να ξαναχτίζω τις σχέσεις μου με τους φίλους μου, με τη δουλειά μου. Κάθε μέρα».

 

• Τι σημαίνει, τελικά, «Luton»; Είναι η Μόσχα των «τριών αδελφών» του Τσέχοφ; Η «Πόλις» του Καβάφη;

 

«Για μένα είναι πολύ συγκεκριμένα πράγματα, μέσες άκρες αυτά που λες. Αλλά είναι και ένας ειρωνικός τίτλος… Δεν θέλω να πω περισσότερα. Ο κάθε θεατής θα δώσει και τη δική του ερμηνεία».

 

• Από τους τρεις ήρωές σου θα ξεφύγει τουλάχιστον από τη βία ο νεαρός;

 

«Δεν θέλω να απαντήσω. Αλλά είναι στο χέρι του. Το πιστεύω. Είναι στο χέρι μας να διαμορφώσουμε πράγματα και καταστάσεις. Το πρόβλημα είναι πόσο είσαι διατεθειμένος να επενδύσεις τον χρόνο και τον κόπο σου. Γιατί ό,τι και να κάνεις, θέλει θυσίες. Ναι, είναι πιο δύσκολο σήμερα από ποτέ. Αλλα και τότε που ήταν εύκολα τα πράγματα τι κάναμε; Τώρα έχω την αίσθηση ότι ο κόσμος ψάχνεται περισσότερο. Στην τέχνη, ας πούμε. Τρέχει, βλέπει, ανακαλύπτει. Παλιά υπήρχαν πράγματα που κανείς δεν ήθελε να δει. Γιατί να τα δει, αφού είχε χρήματα, έβγαινε, έκανε; Μόνο όσοι φώναζαν, ξεχώριζαν. Τις ήσυχες, ψύχραιμες φωνές τις προσπερνάγαμε».

 

• Τι θα γίνει με αυτό το weird greek cinema; Ολες οι ταινίες, ακόμα και η δική σου, που καμιά σχέση δεν έχει, συγκρίνονται με το σινεμά του Λάνθιμου ή της Τσαγκάρη.

 

«Εχει γίνει μια εύκολη και άδικη ταμπέλα. Είναι γελοίο να βάζεις μια ολόκληρη γενιά σε ένα κουτάκι. Ο Λάνθιμος δημιουργεί έναν δικό του, συγκροτημένο κόσμο και τον υπερασπίζεται πλήρως. Γιατί να πρέπει ξαφνικά να είναι ένα weird σινεμα; Ασε που όταν το βαφτίζεις έτσι, είναι σαν να του καταλογίζεις κάτι. Νομίζω ότι δεν πρέπει πια να ασχολούμαστε μ' αυτόν τον όρο. Και οι δημοσιογράφοι που τον αναπαράγουν συνεχεια, ας το σταματήσουν. Να τοποθετούμαστε πάνω στις ίδιες τις ταινίες και όχι στη σχέση τους με κάτι άλλο».

 

[email protected]

 

Scroll to top