Pin It

Του Γιάννη Ξανθούλη

 

… «Θέλω ρούμπα να χορεύω, με τον νου να ταξιδεύω… να πηγαίνω σε άλλα μέρη…» έλεγε ένα παλιό ασματίδιο και το θυμήθηκα τώρα εκτός ρούμπας κι έξω από οποιαδήποτε χορογραφία. Απλά «θέλω με τον νου να ταξιδεύω» κι όταν υπάρχει δυνατότητα το ταξίδι να αποκτά σάρκα. Μεταξύ ρούμπας λοιπόν και αμηχανίας αποφάσισα να γράφω ένα βιβλίο χωρίς τέλος, πλην του δικού μου. Δηλαδή να επανέρχομαι με πρόσθετες, ας πούμε, προσωπικές ημερολογιακές σελίδες που θα συνοδεύουν εκείνες που προηγήθηκαν. Κάτι σαν ιαματική απόδραση. Το 2008 κυκλοφόρησε ένα βιβλίο μου (ενταγμένο σε μια ξεχωριστή σειρά των εκδόσεων «Μεταίχμιο») «Κωνσταντινούπολη των ασεβών μου φόβων». Κανονική αυτοβιογραφική περιήγηση σε μια πόλη (…την Πόλη) που εδώ και αρκετά χρόνια απολαμβάνω να την ανακαλύπτω μεθοδικά. Δηλαδή περπατώντας, μιλώντας τούρκικα και γενικά ανιχνεύοντας το φαινομενικά επουσιώδες. Το πρώτο βιβλίο, με εξώφυλλο «τελάκηδες» ενός χαμάμ (φωτογραφία του Νίκου Πηλού) είχε ήδη διαγράψει την τροχιά του όταν μου γεννήθηκε η επιθυμία να συνεχίσω να γράφω με λοξή, πάλι, παρατήρηση το ίδιο θέμα: Την Κωνσταντινούπολη και την περιρρέουσα ασέβειά της σε κάθε λογική «τουριστική» εκδοχή της. Ενα είδος ερωτικού σαμποτάζ αφού ο έρωτας για την Πόλη δεν νομίζω να τελειώσει πριν τον θάνατό μου.

 

Ετσι μπήκα στη νέα διαδικασία της συνέχειας κι έτσι έφυγε το τελευταίο καλοκαίρι. Στα μέσα του Νοέμβρη η «Κωνσταντινούπολη των ασεβών μου φόβων» με το πρώτο και το δεύτερο μέρος θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις «ΔΙΟΠΤΡΑ». Μάλιστα, γράφοντας μ΄ έπιασε ύστερα από απραξία δεκαετιών, ο ζωγραφικός μου οίστρος και πρόσθεσα (σαν επιπλέον ημερολόγιο εργασίας) κι ένα 16σέλιδο με ζωγραφιές σχετικές με το θέμα. Το εξώφυλλο τώρα είναι μισό φωτογραφία και μισό ζωγραφιά, εμπνευσμένο από την ταινία «Uzak» (Μακριά) του Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν (2002). Κι επειδή στα δάχτυλα έχω ακόμη μελάνια, να ένα μικρό απόσπασμα από τη νεόκοπη συνέχεια των «ασεβών μου φόβων».

 

«Εξαλλος ο τόσο διαφορετικός δόκτορας Φερχάν από αυτόν που με »ξεναγούσε» το 2008, δεν έβαζε χαλινάρι στη γλώσσα του, λες και έπρεπε να κατηχηθώ για την πολιτική της Τουρκίας όπως την αντιλαμβανόταν ο ίδιος. Οχι ότι είχε και τόσο άδικο αλλά με ενοχλούσε ο στριγκός τόνος της φωνής του.

 

»Φυσικά θέλετε να με ρωτήσετε γιατί δεν βγήκα στο Ταξίμ να καταπιώ δακρυγόνα όπως οι άλλοι».

 

»Δεν θα σας ρωτήσω…»

 

»Να με ρωτήσετε. Δικαιούστε να με ρωτήσετε αλλά προτιμώ να σας απαντήσω πρώτα. Γιατί έχω την ελεεινότερη άποψη για επαναστάσεις και ξεσηκώματα εφόσον δεν πέφτει μαχαίρι. Χωρίς μαχαίρι και ζεστό αίμα τζάμπα λόγια, κύριε, που όλο ξεχνώ το όνομά σας… Ναι, ναι, μη μου σηκώνετε εμένα το φρύδι σας… γιατί εγώ είμαι Τούρκος πιο κοντά ηλικιακά στους Τούρκους που τους φοβόταν η Αναγέννηση, ο Διαφωτισμός και το κακό συναπάντημά σας…»

 

»Μα τι λέτε…» τόλμησα να πω.

 

»Είμαι Τούρ-κος» αναφώνησε με μια παρωδία σι μπε μολ στις τεντωμένες φωνητικές του χορδές.

 

Επειτα σα να κατάλαβε πως ήμουν έτοιμος να βάλω τα γέλια… φρόντισε να ξεκαρδιστεί ο ίδιος.

 

»Ελπίζω να μην τρομάξατε αλλά, ναι, είμαι Τούρκος ενώ εσείς, το ξέρω από μακρινά ρωμέικα σόγια μου, γίνεστε »τούρκοι» κατ' ευφημισμό. Λοιπόν, πάει τέλειωσε. Να καταλάβετε πως αυτή τη στιγμή ζείτε σε έναν αναδρομικό μεσαίωνα κολλημένο στην Ευρώπη, δηλαδή αν εσείς η Ελλάς είστε όντως Ευρώπη. Για τους βούλγαρους αρνούμαι να συζητήσω… Θα σας προσφέρω τσάι και βυσσινάδα… Επιτρέψτε μου».

 

Εκανε μια ιπποτική υπόκλιση κι εξαφανίστηκε σε ένα θεοσκότεινο διάδρομο περισσότερο σκοτεινό από το σαλόνι που το φώτιζαν φώτα στο χρώμα του χαλκού. Ο δόκτορ Φερχάν ξέχασε για την επόμενη μιάμιση ώρα τον υστερικό εαυτό του κι άρχισε να μου εξηγεί πόσο εκούσιος και συνειδητός είναι ο εγκλεισμός του στο σπίτι του Μπεσίκτας.

 

Ο Ερντογάν πηγαινοερχόταν βέβαια στην κουβέντα ανάμεσα στα άλλα παράδοξα που τον απασχολούσαν και μου τα εκμυστηρευόταν περίπου ως κρατικά επτασφράγιστα μυστικά.

 

»Μμμ… κατάλαβα. Συνεχίζετε να εφευρίσκετε αφορμές. Αλλαξαν τρομακτικά τα πράγματα στην Πόλη από το 2008. Το μόνο βέβαιο είναι πως και τότε και τώρα είμαστε κανονικό αστυνομικό κράτος με κάθε είδους υπέρβαση… Ομως να που γίναμε ο πιο δημοφιλής τουριστικός προορισμός. Είμαστε φτηνοί και καλοί όπως το… masturbasyon δηλαδή το Οτούζ μπιρ».

 

Ξαναγέλασε κι έτρεξε να μου φέρει και δεύτερο τσάι. Στο δεύτερο τσάι ήμασταν πιο χαλαρωμένοι, αν και δεν έχανε ευκαιρία να ελεεινολογήσει την κυβέρνηση που με άλλοθι τους παραδείσους των »ντιντάρ» του Ισλάμ και ποιος ξέρει τι »πάρε-δώσε» (αλισβερίς) με θεάρεστες εργολαβίες είχε καλοδεχτεί τα πλοκάμια ενός πολύπλοκου θρησκευτικού σταρ…

 

Του ονομαστού Φατουλάχ Γκιουλέν! Κάτι είχα ακούσει για τον ηλικιωμένο αρχηγό της θρησκευτικής σέχτας των Νουρ (Νουρ θα πει… φως) που διαθέτει τεράστια περιουσία -χωμένος σε Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, Εκπαίδευση και Εταιρίες- μεγάλο δίκτυο στελεχών που βρίσκονται εν δυνάμει στην Τουρκία και σε άλλες χώρες ενώ η αφεντιά του ζει στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ. Από κει συντονίζει τη δράση του και στην ουσία κανείς με ακρίβεια δεν μπορεί να πει τι επιδιώκει.

 

»Σκεφτείτε, πως κάνει ερμηνείες στις σούρες του Κορανίου μέσω Αμερικής… Δεν είναι τρελό; Ενας γεροαμερικανός Τούρκος να επηρεάζει τη ζωή μας και την πολιτική; Και μόνο που το σκέφτομαι».

 

Είχε πια σκοτεινιάσει εντελώς. Ο οικοδεσπότης άναψε κάποιες λάμπες με βάσεις μεγάλα ασημένια παλιά κηροπήγια. Το σαλόνι έδειξε πιο άδειο από πριν.

 

»…Δεν κρατώ πολλά πράγματα. Σχεδόν πέταξα τα πάντα από το ένδοξο παρελθόν της οικογένειάς μου. Τελευταία ξαπόστειλα ένα πιάνο με ουρά και καμιά τριανταριά ποντικούς εντός του με ακόμη μεγαλύτερες ουρές. Πέντε φορές ήρθαν για να απολυμάνουν. Τώρα απόμεινε αυτό το χαλί μπροστά μας… Δεν είναι όμορφο;».

 

Ηταν όμορφο και τεράστιο που κυριαρχούσαν το γκρι-παστέλ, το πράσινο του αμύγδαλου και το σκοτωμένο ροδί…

 

»Σκοτωμένα χρώματα…» με πρόλαβε ο Φερχάν. »Και πώς να μην είναι σκοτωμένα αφού πάνω του ακριβώς στο μέσον του σκότωσαν δύο αδέρφια αξιωματικούς»».

 

Και τα λοιπά… και τα λοιπά. Υγεία να έχουμε.

 

Scroll to top