- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

«Δεν θα είχα κανένα πρόβλημα να αναλάβουν τα κρίσιμα υπουργεία οι Ευρωπαίοι»

12/01/14 ART,ΘΕΜΑΤΑ,ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ-ART

Αιρετικός στην τέχνη του, κοσμοπολίτης στη ζωή και τη δουλειά του, τολμηρός στις πολιτικές του επισημάνσεις, ανεβάζει σε λίγες μέρες στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών τον «Φάουστ» του Γκέτε με τον Ακύλλα Καραζήση

 

Της Εφης Μαρίνου

 

[1]

 

 

 

 

 

 

 

 

 

«Αχ… Σπούδασα φιλοσοφία, ιατρική, νομική και δυστυχώς θεολογία, με επιμέλεια μοναδική. Και να ’μαι τώρα, παρά τον ζήλο, μωρός σαν της οξιάς το ξύλο»… Μ’ αυτό το «αχ» του Φάουστ ξεκινά ο 19ος αιώνας… Είναι η στιγμή που ο ήρωας του Γκέτε καταλαβαίνει πως ό,τι αναζητεί δεν βρίσκεται στη γνώση. Στρέφεται στην εμπειρία που του υπόσχεται ο διάβολος. Και του πουλάει την ψυχή του.

 

[2]Ο «Φάουστ» ανεβαίνει στις 17 Ιανουαρίου στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού, με πρωταγωνιστή τον Ακύλλα Καραζήση. Ο σκηνοθέτης μάς μιλάει γι’ αυτό το μοναδικό στην ιστορία της λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας κείμενο, για τον ανύπαρκτο ελληνικό πολιτισμό και την ανάγκη να κάνουμε επιτέλους «reassert» στα πάντα. «Ενώ αρχικά ο Φάουστ σνομπάρει τις προκλήσεις του Μεφιστοφελή, όταν εκείνος του λέει πως “ό,τι κι αν κάνει, συγκίνηση στο στήθος του δεν κατοικεί”, κάτι αλλάζει. Είναι η κρίσιμη φράση που διατρέχει νοηματικά όλο το έργο. Ο “Φάουστ”, που γραφόταν επί εξήντα χρόνια, είναι η ίδια η ανθρώπινη κατάσταση.

 

»Περιλαμβάνει ένα εύρος κειμένων που σαν ιστός αράχνης αγκαλιάζει όλη την ιστορική, κοινωνική και ποιητική πραγματικότητα. Μοιάζει με ανεμότρατα που σαρώνει στο διάβα της τα πάντα: από το ρεπορτάζ μέχρι την ποίηση και τον ρομαντισμό. Υπόψη ότι ο διάλογος Θεού-Μεφιστοφελή στον Γκέτε είναι ο ίδιος με εκείνον στην Π. Διαθήκη όταν ο διάβολος ζητά από τον Θεό να του επιτρέψει να δοκιμάσει μέχρις εσχάτων τον πιστό και φιλήσυχο Ιώβ. Στη θέση του βρίσκεται τώρα ένα ανήσυχο πνεύμα, ο Φάουστ».

 

• Η Μαργαρίτα πώς εμφανίζεται στην παράσταση;

 

«Η εμφάνισή της είναι μια έκπληξη, όπως και του Μεφιστοφελή – αντιμετωπίζουμε την εκκωφαντική απουσία του με πολλές μεταμορφώσεις στον αισθητό κόσμο, μερικές φορές τον εκπροσωπεί και κάποιος. Η Μαργαρίτα είναι πρόσωπο ιστορικό. Επί χρόνια ίσχυε ένας τρομακτικός νόμος για τα κορίτσια που είχαν εξωσυζυγική σχέση κι ακόμα χειρότερα είχαν αποκτήσει παιδί. Επρεπε η αμαρτία τους να κοινοποιηθεί από άμβωνος στην εκκλησία, ενώ εκείνες στέκονταν στα πίσω καθίσματα. Τότε λοιπόν χιλιάδες γυναίκες σκότωναν τα νεογέννητα μωρά τους. Ο Γκέτε και ο πατέρας του έδωσαν μάχη για να αρθεί αυτός ο αποτρόπαιος νόμος. Μάλιστα ο συνεργάτης μου στη δραματουργία Armin Kerber έφερε τα πρακτικά της δίκης της Μαργαρίτας και θα παρουσιάσουμε θραύσματά τους. Επιχειρούμε μια επίσκεψη στην “οδύσσεια” του δυτικού πνεύματος και η θεατρικότητα προκύπτει μέσα από από αυτή την προσέγγιση. Με απλά ρούχα και λιτό σκηνικό. Χωρίς τον Ακύλλα Καραζήση δεν θα μπορούσα να το κάνω. Σ’ ένα τέτοιο μεγάλο λογοτεχνικό και φιλοσοφικό κείμενο χρειάζεσαι τον κατάλληλο άνθρωπο για να συνεργαστείς».

 

• Σας απογοήτευσε η κριτική του γαλλικού Τύπου για τη «Φαίδρα» του Ρακίνα που σκηνοθετήσατε πέρσι στην Κομεντί Φρανσέζ;

 

«Ηταν αναμενόμενο να ενοχληθούν κάποιοι, ειδικά στη συντηρητική “Μοντ”. Αλλά αμέσως μετά δημοσιεύτηκαν οι θετικές κριτικές στη “Λιμπερασιόν”. Δεν είναι εύκολο στους Γάλλους να αποδεχτούν μικρόφωνα στον Ρακίνα. Η παράσταση ήταν κλασική με μια λοξή ματιά. Αλλά το θέατρο ήταν κάθε βράδυ γεμάτο. Την άνοιξη θα ξαναπαιχτεί. Ηταν μια πολύ ωραία εμπειρία. Συνεργάστηκα με εξαιρετικούς ανθρώπους, τους οποίους θέλω πολύ να ξανασυναντήσω».

 

• Είστε ένας από τους τρεις Ελληνες σκηνοθέτες που δουλεύουν στο εξωτερικό…

 

«Ετσι κι αλλιώς κάνω θέατρο για να “ταξιδεύω” εσωτερικά. Κι αυτό διευρύνεται όταν αλλάζεις τόπους. Για να δεις καθαρά πρέπει να στρέψεις το κεφάλι αλλού και μετά να επιστρέψεις. Τα ταξίδια προσφέρουν την ευκαιρία να συγκρίνεις τρόπους, αισθήματα, πολιτισμούς. Σαν να ζεις τη ζωή σου βαθύτερα. Θα έλεγα ότι με κινεί μια ζωτική περιέργεια. Και σαφέστατα έχεις οικονομικές απολαβές. Μια άλλη πολυτέλεια είναι η απρόσκοπτη προσήλωση στο αντικείμενο. Εκεί με απασχολεί μόνο ένα πράγμα. Στην Ελλάδα πρέπει να αντιμετωπίσω ένα τσουνάμι, από λογαριασμούς μέχρι καλλιτεχνικά ζητήματα. Μπορώ να διακρίνω μια άτυπη, εσωτερική αδελφότητα που συνδέει κάποιους Ελληνες και ξένους ηθοποιούς που αγαπώ και θα ήθελα πολύ να τους ενώσω κάποτε σε μια δουλειά. Το επόμενο ταξίδι μου, πάντως, είναι συναρπαστικό: το 2015 η Νέκυια, η λ ραψωδία της “Οδύσσειας”, στην Ιαπωνία με το θέατρο Νο».

 

• Δεν σας λείπει το δικό σας θέατρο, το «Θησείο»;

 

«Δεν μου αρέσει να βιδώνομαι κάπου. Υπάρχουν πράγματα που δεν μπορούν να γίνουν στο δικό μου θέατρο αλλά εγώ θέλω να τα κάνω. Ετσι παίρνω μια απόσταση από τον χώρο για να μπορώ να τον ξαναδώ. Το “Θησείο” είναι τόπος λατρευτός, η βάση μου, με κυρίαρχο το εργαστηριακό αίσθημα. Το μόνο που με αγχώνει είναι η κατάσταση που επικρατεί στον πολιτισμό».

 

• Τι εννοείτε;

 

«Δεν υπάρχει πια υπουργείο Πολιτισμού, κυριολεκτώ. Πρέπει να μετονομαστεί σε υπουργείο Δυσμενούς Μετάθεσης. Εκεί στέλνουν τα κόμματα κάποιους για να τους δώσουν τέλος πάντων κατιτίς… Και είναι κυρίως άνθρωποι θλιβερά άσχετοι. Το μόνο που παπαγαλίζουν είναι βερμπαλιστικά κλισέ, ατάκες κενού περιεχομένου του είδους “ο πολιτισμός είναι μεγάλο κεφάλαιο”… Δεν νοιάζονται ποιος διευθύνει αυτό το πόστο αφού το θεωρούν περιττό… Το θέμα είναι πολύ σοβαρό, απλώς συνηθίσαμε και η διαπίστωση δεν προκαλεί πια φρίκη. Δυστυχώς μέσα στην κακοδαιμονία της κρίσης δεν σταθήκαμε λίγο τυχεροί. Η τρόικα, αν θεωρήσουμε ότι επιχειρεί αναγκαστικά μια προσπάθεια δημοσιονομικού συμμαζέματος, εδώ δεν επεμβαίνει. Δηλαδή η ελπίδα της μη επιστροφής στην τερατώδη γραφειοκρατία, που έφερε ώς εδώ τη χώρα, στον πολιτισμό δεν υπάρχει».

 

• Ισως γιατί επικρατεί η πλάνη ότι οι τέχνες φέρουν την ιδιότυπη πολυτέλεια να είναι αυθύπαρκτες…

 

«Θυμάμαι συζητήσεις τις καλές εποχές -τότε που δέναμε τα σκυλιά με τα λουκάνικα- για το αν χρειάζεται γενικώς η τέχνη… Οτι οι καλλιτέχνες δημιουργούν εκ του μη όντος, άρα δεν χρειάζονται χρήματα. Σχέδια για “άυλο πολιτισμό” κι άλλες τέτοιες ιδεαλιστικές και μεταφυσικές αρλούμπες. Δεν έριξαν μια ματιά στην ιστορία του πολιτισμού, ούτε από την πλευρά του φιλελευθερισμού αλλά ούτε και του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, που ήταν αιχμή του δόρατος. Ομολογώ ότι μόνο ο Βουλγαράκης έκανε τέσσερα-πέντε χρήσιμα πράγματα. Πέρα από κρίσιμες επιλογές στο Φεστιβάλ και το Εθνικό Θέατρο, ίδρυσε το ΕΚΕΘΕΧ, που όσο λειτούργησε προσπάθησε να δημιουργήσει θύλακες. Αν βελτιωνόταν και συνέχιζε την πορεία του, το υπουργείο δεν θα είχε την εικόνα on-off σε κάθε αλλαγή κυβέρνησης. Δεν θα σταματούσαν τα πάντα για να έρθει ο νέος υπουργός, να ενημερωθεί και φτου κι απ’ την αρχή. Για να κάνει τι; Να κάθεται άπραγος στον θώκο. Δεν είναι απαραίτητο να γνωρίζει τα πάντα ο υπουργός. Αρκεί να έχει την ευφυΐα να ακούει, να αφουγκράζεται, να σκέφτεται γύρω από πολύ σοβαρά εθνικά πράγματα».

 

• Τι υποκαθιστά τη μαύρη τρύπα του πολιτισμού;

 

«Η αναρχική ελληνική δημιουργία. Αυτά τα πυροτεχνήματα από ζωντανά παλλόμενα κύτταρα, που όμως θα έπρεπε να ενσωματωθούν σε μια πολιτισμική πολιτική ώστε να αναζωογονηθούν, να συνδεθούν σ’ ένα σύστημα γενικότερης λειτουργίας. Για μένα πολιτισμός σημαίνει ανάπτυξη. Υπάρχουν χώρες με ισχυρό πολιτιστικό τουρισμό κι ας μην έχουν προϊόν υψηλού επιπέδου. Αυτό όμως προϋποθέτει πολιτιστική διαχείριση. Εδώ τρομάξαμε να κρατήσουμε στο Φεστιβάλ έναν άνθρωπο σαν τον Γ. Λούκο. Και ακούσαμε τον ανεκδιήγητο Τζαβάρα να νίπτει τα χείρας του λέγοντας “εγώ είδα φως και μπήκα”. Σκέψου ότι μέχρι και ο Λιάπης πέρασε απ’ αυτό το πολύπαθο υπουργείο»…

 

• Φαντάζομαι ότι απολαμβάνετε το καθεστώς εργασίας στη Στέγη;

 

«Για μένα οι σοβαροί πολιτιστικοί φορείς είναι το Ελληνικό Φεστιβάλ και η Στέγη. Η δραστηριότητά της είναι επιπέδου Εθνικού Θεάτρου. Τον χειμώνα συμπληρώνει το Φεστιβάλ με εξαιρετικής ποιότητας παραγωγές, ελληνικές και ξένες. Γεμίζει ένα τεράστιο εθνικό κενό. Ολοι οι εργαζόμενοι δουλεύουν σοβαρά, με αφοσίωση, φροντίδα, σεβασμό. Νομίζεις ότι αλλάζεις χώρα όταν περνάς το κατώφλι της. Είμαι περήφανος που υπάρχει αυτός ο θύλακας πολιτισμού στην Αθήνα. Και ευτυχώς που δεν εξαρτάται από το κράτος».

 

• Δεν αποτελεί χρέος της πολιτείας να μεριμνά καλύτερα από τον ιδιώτη;

 

«Φυσικά. Να συνεργάζεται και να συναγωνίζεται με τη Στέγη. Αλλά δεν τους αφορά. Κι αυτό είναι επικίνδυνο. Γιατί ο πολίτης, που έχει πληγεί τόσο σήμερα, αντιλαμβάνεται τον πολιτισμό ως πολυτέλεια, άρα κάθε κονδύλι ως σπατάλη. Δεν συνυπολογίζει το όφελος, ότι η τέχνη μετασχηματίζει τη μιζέρια, σου ανοίγει την ψυχή, το μυαλό, σου δίνει δύναμη αντίστασης καθημερινής».

 

• Πώς εξηγείτε που μέσα στην κρίση το θέατρο βρίσκεται σε κατάσταση συνεχούς παραγωγής;

 

«Είναι ένα μανιφέστο υπάρξεως. Στους ανθρώπους της τέχνης λειτουργεί ένα εσωτερικό κριτήριο που τους ωθεί να παλεύουν για το καλύτερο, ακόμα και στις λεπτομέρειες. Είναι σαν να περνούν “έξω” από την κρίση, να εξουδετερώνουν δηλαδή την ψυχική διάβρωση που έφερε η απώλεια της χαράς, της δημιουργίας που δίνει η εργασία. Βλέπω την αγωνία των τεχνικών στον “Φάουστ” να βρουν κάτι. Πώς θα πεταχτεί μια καρέκλα στον αέρα μόνη της. Ε λοιπόν τέτοιες συμπεριφορές δεν συναντάς σε αντίστοιχους δημόσιους οργανισμούς, όπως στο Εθνικό».

 

• Η προσήλωση στη δουλειά εκτοπίζει το συναίσθημα οργής για τα πολιτικά σκάνδαλα που αποκαλύπτονται συνεχώς;

 

«Οργίζομαι, αλλά προσπαθώ να συγκρατούμαι. Ακούω ότι αν πέσει η τιμή του πετρελαίου, οι πλούσιοι θα αρχίσουν να θερμαίνουν τις πισίνες τους και αναρωτιέμαι πώς συνέλαβε αυτό το “επιχείρημα” ο υπουργός Οικονομικών… Πρέπει να γίνει επανεκκίνηση. Ενα μανιφέστο άρνησης όλων. Στο μηδέν. Προσωπικά δεν έχω κανένα πρόβλημα να περάσει η διακυβέρνηση της χώρας, τουλάχιστον τα κρίσιμα υπουργεία, στην Ευρώπη. Δεν θέλω να βλέπω κανέναν από όλους αυτούς που αποφασίζουν ξανά για την τύχη μας. Η τεράστια ανηθικότητα της πολιτικής, οι απάτες, η καταλήστευση και κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος είναι ένα ατελείωτο γαϊτανάκι. Μαθαίνουμε ελάχιστα και από σπόντα».

 

• Τι μπορεί να κάνει ο πολίτης;

 

«Ατομικές “Οκτωβριανές” επαναστάσεις. Ο καθένας στον τομέα του να διεκδικεί σεβασμό για τον εαυτό του και για τον άλλον. Οι ιδεολογίες έχουν πεθάνει. Ο “υπαρκτός” σοσιαλισμός κατέστρεψε τα τελευταία προπύργια πολιτικής ουτοπίας. Μας απέμεινε η εξατομικευμένη ευθύνη, μήπως γίνει και συλλογική συνείδηση. Προσωπικά φέρομαι με τον τρόπο που θα ήθελα να μου φέρονται. Διεκδικώ τον σεβασμό, την ευγένεια, τη συνεννόηση. Θυμάμαι μια ιστορία που μου διηγήθηκε Ελληνας φορτηγατζής στη Γερμανία. Οδηγούσε στην εθνική οδό και αφηρημένος πέταξε ένα πακέτο από το παράθυρο. Μετά από αρκετά χιλιόμετρα τον σταμάτησαν και τον ανάγκασαν να επιστρέψει για να πετάξει το σκουπίδι εκεί που έπρεπε. Τέτοια πράγματα οφείλει να ελέγχει το πολιτικό σύστημα, η ίδια η δημοκρατία. Να σε υποχρεώσει να δείξεις σεβασμό».

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

 

Το άθλιο αλισβερίσι του συνδικαλισμού

 

• Διδάσκετε στο Πανεπιστήμιο στη Θεσσαλονίκη. Πώς βλέπετε τους νέους;

 

«Βιώνουν την απόλυτα ψευδή ελευθεριότητα καταργώντας τις συνθήκες. Ομως χωρίς όρια, κι αυτό το διδάσκει η τέχνη πολύ καθαρά, δεν πας πουθενά. Δεν κινείσαι, κάνεις κύκλους στο ίδιο σημείο. Μόνο με περιορισμούς οδηγείσαι στην ελευθερία. Στη χώρα μας έχουν καταργηθεί όλων των ειδών οι συνθήκες. Η ευθύνη της Αριστεράς είναι μεγάλη. Μετέφερε τόσα χρόνια στις κυβερνήσεις τη βαθιά μετεμφυλιακή ενοχή και εκείνες έπεφταν στην παγίδα για να την εξαργυρώσουν. Υποχωρούσαν σε τυφλές διεκδικήσεις, με αποτέλεσμα ο συνδικαλισμός να γίνει επάγγελμα με μισθούς, εφάπαξ, δεν ξέρω μήπως χορηγούνταν και συντάξεις… Κι ύστερα θεωρητικοποιούν ιδεολογικά αυτό το αίσχος λέγοντας: “Δεν πειράζει, λεφτά του καπιταλισμού είναι”. Ενα άθλιο αλισβερίσι που διέβρωσε όλο το πολιτικό φάσμα».

 

…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

 

* INFO: Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών (λ. Συγγρού 107 – τηλ.: 2130178000) «Φάουστ» του Γκέτε. Μετάφραση: Πέτρος Μάρκαρης. Δραματουργία: Armin Kerber. Μουσική: Δημήτρης Καμαρωτός. Φωτισμοί: Γιάννης Δρακουλαράκος. Χώρος: Κένι Μακλέλαν. Παίζουν: Ακύλλας Καραζήσης, Θεοδώρα Τζήμου, Εύη Σαουλίδου, Ηλέκτρα Νικολούζου, Ελενα Τοπαλίδου, Φοίβος Ριμένας, Νικόλας Χανακούλας, Δάφνη Ιωακειμίδου-Πατακιά, Σμαρώ Γαϊτανίδου.

 

[email protected]

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=165105