04/04/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η ελληνική Δεξιά

      Pin It

Του Πέτρου Θ. Πιζάνια*

 

Ως ιστορικός δεν πιστεύω στη ρήση του Κ. Μαρξ ότι «η ιστορία δεν κάνει τίποτε», παρά μόνο πως «η παράδοση όλων των νεκρών γενεών βαραίνει σαν βραχνάς στο μυαλό των ζωντανών» του ίδιου. Στη σημερινή κυβέρνηση, αυτή την εν εξελίξει ώσμωση των υπολειμμάτων του ΠΑΣΟΚ με την πολιτική παράδοση της Ν.Δ., η Ιστορία όντως βαραίνει στο μυαλό των κυβερνητικών. Προκύπτει με ευχέρεια από το γεγονός ότι αγνοούν τη χώρα και την πλειονότητα των πολιτών και σκέφτονται μόνο σχέδια για τη διάσωσή τους περιφρονώντας εκατομμύρια ανέργους, φτωχούς και τόσους άλλους. Προς αυτούς δεν ετοιμάζεται ο Α. Σαμαράς να μοιράσει κατοστάρικα από το πλεόνασμα που ανέχθηκε η κ. Μέρκελ μέσω της τρόικας, ώστε να τους πάρει την ψήφο μήπως σωθεί αυτός και η γερμανική επικυριαρχία στη χώρα την οποία ο ίδιος εκτελεί; Η Ν.Δ. έχει μια πολύ κακή ιστορία στην υπεράσπιση της εθνικής και της λαϊκής κυριαρχίας. Πρόκειται για μια ιστορική κληρονομιά διάχυτη σήμερα ακόμη στη Ν.Δ., και μάλιστα διαγκωνίζεται με τη Χρυσή Αυγή για την έκφραση της παλαιάς χουντικής, φιλοβασιλικής και παρακρατικής διάστασής της. Ας δούμε τις πολύ αδρές γραμμές αυτής της ιστορίας.

 

Μεταξύ 1936 και 1974 η Δεξιά -είτε συνεργαζόμενη με τους ναζί, είτε με τους Aγγλους, είτε ως εξάρτημα των αμερικανικών κυβερνήσεων από τον εμφύλιο πόλεμο έως το 1974- θεμελίωνε ιδεολογικά τις πολιτικές της επιλογές στο όνομα της σωτηρίας του ελληνικού έθνους και του λεγόμενου ελληνοχριστιανικού πολιτισμού από τους εχθρούς, δηλαδή τον εσωτερικό και τον διεθνή κομμουνισμό. Ωστόσο, η σωτηρία συνεπαγόταν την εγκαθίδρυση σχέσεων υποτέλειας σε μια μεγάλη δύναμη, η οποία στήριζε εσωτερικά τη Δεξιά. Για να το θέσω από μια θεμελιώδη οπτική, μεταξύ 1945 και 1967 η λαϊκή κυριαρχία των πολιτών γινόταν ανεκτή στον βαθμό που συμφωνούσε με τα γεωστρατηγικά σχέδια των αμερικανικών κυβερνήσεων και εφόσον η πλειοψηφία των πολιτών δεχόταν την εσωτερική διακυβέρνηση της ελληνικής Δεξιάς. Αν η λαϊκή ετυμηγορία δεν κάλυπτε αυτές τις δύο προϋποθέσεις, διορθωνόταν με λεόντειους εκλογικούς νόμους, αλλά και εκλογική νοθεία. Και όταν αυτά έπαψαν να επαρκούν, η λαϊκή κυριαρχία καταλύθηκε ευθέως με πραξικόπημα το 1967. Αυτή ήταν σε γενικές γραμμές η πολιτική πρακτική της ελληνικής Δεξιάς έως το 1974, και συνδυαζόταν με κάτι σαν πολιτική σκέψη του είδους επαρχιακού τοπικού κομματάρχη και στηριζόταν, πλάι στον έλεγχο του κράτους, σε ένα εκτεταμένο παρακράτος.

 

Η εθνική κυριαρχία και η απρόσκοπτη έκφραση της λαϊκής βούλησης αποκαταστάθηκαν από το 1974, διαδοχικά από τον Κ. Καραμανλή και τον Α. Παπανδρέου. Ωστόσο, με την πτώση της Χούντας την ίδια χρονιά, η ελληνική Δεξιά ως Νέα Δημοκρατία πλέον, και με την επιλογή του Κ. Καραμανλή να περιορίσει την κάθαρση του κράτους στους πρωταίτιους του πραξικοπήματος, επέτρεψε σε όλους τους παλαιούς συνεργάτες των ναζί και του παρακράτους και μετέπειτα φιλοχουντικούς, να παραμείνουν στη Ν.Δ. λευκασμένοι από το παρελθόν τους. Ετσι, ενώ ο ίδιος ο ηγέτης της Δεξιάς Κ. Καραμανλής συνέβαλε στην επανίδρυση της Ελληνικής Δημοκρατίας, άφησε το ίδιο το κόμμα του και τους στενούς οπαδούς του να διατηρήσουν το παλαιό ιδεολογικό πνεύμα. Εκείνο το πνεύμα που τους έκανε να πάλλονται από συγκίνηση όταν μιλούσαν για την «Ελλάδα και το μεγαλείο της», ενώ την ίδια στιγμή λειτουργούσαν ως διαχειριστές της αμερικανικής επικυριαρχίας στη χώρα.

 

Η ιδεολογία αυτή, μετά από χρόνια, εκδηλώθηκε ξανά το 1991-92 με αφορμή τη γιουγκοσλαβική κρίση με κυβέρνηση της Ν.Δ. Ο πολύ σθεναρός όταν επρόκειτο για την πώληση μιας τσιμεντοβιομηχανίας πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, δεν μπόρεσε να ελέγξει τον τότε υπουργό των Εξωτερικών και σημερινό πρωθυπουργό Α. Σαμαρά που είχε ξεσπαθώσει εθνικιστικά και ακραία δημαγωγικά, με αφορμή το μικτό όνομα που θα λάμβανε η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Ετσι, επανεμφανίστηκε η παλαιά εθνικιστική Δεξιά που άρχισε να εκφράζει ο Α. Σαμαράς, ο οποίος, με τις ενέργειές του για το όνομα της ΠΓΔΜ, τορπίλισε την ευκαιρία να μετεξελιχθεί η Ελλάδα σε μικρή περιφερειακή δύναμη σταθεροποίησης, όπως προέβλεπε το πολιτικό και χρηματοδοτικό πακέτο (Πινέιρο) των τότε Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ή μήπως αυτό ήταν το επιδιωκόμενο;

 

Το πέλαγος του καιροσκοπισμού και του κυνισμού που ξεχείλιζε την πολιτική παράδοση της ελληνικής Δεξιάς είχε τέτοιο βάθος, ώστε οι δεξιοί να μη διστάζουν να καταλύουν την κυριαρχία της χώρας τους υπέρ μιας ξένης μεγάλης δύναμης, την ίδια στιγμή που εκτελούσαν και εξόριζαν τους αριστερούς ως αντεθνικούς. Και αυτή η παράδοση επανακυριάρχησε στη Ν.Δ με τη θεαματική στροφή που έκαναν ο πρωθυπουργός και η Ν.Δ. μέσω της πρωθυπουργικής πλατφόρμας του κ. Παπαδήμου από την αντιμνημονιακή στάση, σε σωματοφύλακες της γερμανικής πολιτικής επικυριαρχίας στην Ελλάδα.

 

Εντέλει, εάν κανείς θέλει να αντιληφθεί τι σημαίνει κατάλυση της πολιτικής κυριαρχίας ας ξεκινήσει από τα απλά. Για παράδειγμα, η σημερινή κυβέρνηση δέχεται πως δεν θα αποφασίζει ούτε καν για τον αριθμό των δόσεων για την καταβολή των χρεών των Ελλήνων στην εφορία, ούτε το είδος του γάλακτος που θα πίνουμε ή πού θα πωλούνται οι ασπιρίνες. Απώλεια πολιτικής κυριαρχίας σημαίνει ότι οι πολίτες ψηφίζουν ένα κόμμα, αυτό σχηματίζει κυβέρνηση, αλλά ακολούθως ασκεί μια εσωτερική πολιτική που την υπαγορεύουν η γερμανική κυβέρνηση και οι σύμμαχοί της μέσω των ευρωπαϊκών θεσμών. Η πολιτική αυτή είναι σχεδιασμένη έτσι ώστε να ικανοποιεί τα συμφέροντα των γερμανικών πολιτικών και οικονομικών ελίτ και δευτερευόντως άλλων ευρωπαϊκών. Η μερική ή ολική καταστροφή του 60-70% των σχετικά και απόλυτα αδύναμων Ελλήνων περιλαμβάνεται στην πολιτική αυτή ως αποδεκτή αν όχι αυτονόητη παράμετρος, τόσο για τις γερμανικές ελίτ όσο και για τα δύο κυβερνητικά κόμματα, ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ.

 

……………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

* Καθηγητής Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας, Τμήμα Ιστορίας, Ιόνιο Πανεπιστήμιο

 

Scroll to top