Pin It

ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ 

 

Επιμέλεια: Μισέλ Φάις 

 

«Στην περίπτωσή μου θέλω τον αναγνώστη συν-συγγραφέα: να γράψουμε μαζί το βιβλίο. Είναι αισθητική επιλογή αυτή. Μέσα μου εκδηλώνεται από μια αφόρητη πλήξη που αισθάνομαι, αν δω στο κείμενό μου πράγματα αυτονόητα. Ενα αίσθημα που δεν θέλω να νιώσει κι ο αναγνώστης από τα βιβλία μου».

 

Αυτό το μικρό απόσπασμα από μια συνομιλία μου με τον Αλέξανδρο Κοτζιά («Εντευκτήριο», 16.9.91) συμπυκνώνει την επίμονη εκφραστική αγωνία του σπουδαίου μεταπολεμικού μας πεζογράφου. Παράλληλα, το αίσθημα της διαρκούς εμπλοκής αναγνώστη/συγγραφέα αλλά και της πλήξης ―με τη διττή σημασία― του δημιουργού καταγράφει, όχι μόνο το μέγεθος της αποστροφής του για τη γραφή που κολακεύει τον αναγνώστη ή παραχωρεί έδαφος στη λογοτεχνία της δημαγωγίας, αλλά και για τη δογματική ή εφησυχασμένη πρόσληψη της ιστορικής εμπειρίας. Ολες αυτές οι μέριμνες αποτυπώνονται σε μυθιστορήματα και νουβέλες, επινοώντας ανάγλυφους «αρνητικούς» ήρωες, προκαλώντας επώδυνες αντιφατικές αλήθειες συλλογικής μοίρας, κατασκευάζοντας περίτεχνες γλωσσικές συγκρούσεις.

 

Οι σημερινές, κατά μία αυξημένες, αφιερωματικές σελίδες στον αλησμόνητο Αλέξανδρο Κοτζιά, απαρτίζονται από τα κείμενα των ομιλιών (σε ευσύνοπτη μορφή) της εκδήλωσης μνήμης που πραγματοποιήθηκε προχθές (24 Ιανουαρίου) από το Megaron Plus και τις εκδόσεις Κέδρος, υπό τον τίτλο «Είκοσι χρόνια χωρίς τον Αλέξανδρο Κοτζιά (1926-1992)».

 

Η συγγραφέας Μάρω Δούκα, η αναπληρώτρια καθηγήτρια στο ΑΠΘ Βενετία Αποστολίδου, ο επίκουρος καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Γιάννης Παπαθεοδώρου, η λέκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Μαρία Ρώτα και ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Ηλίας Μαγκλίνης φιλοτεχνούν το πρόσωπο και το έργο μιας απαιτητικής πεζογραφικής φωνής που μεταμορφώνει, εν τέλει, την πολιτική αναζήτηση σε υπαρξιακή ενδοσκόπηση και λυτρωτική αφηγηματική περιπέτεια.

 

Το Ανοιχτό Βιβλίο ευχαριστεί από καρδιάς την Ελισάβετ και τον Παναγιώτη Κοτζιά για την ευγενική παραχώρηση άγνωστου φωτογραφικού υλικού που κοσμεί το ξεχωριστό αυτό αφιέρωμα.

 

.………………………………………………………………………………………………………………………………………..

 

Ο νεαρός Αλέξανδρος Κοτζιάς

 

Της Μάρως Δούκα 

 

Εποχή που η ηττημένη Αριστερά, 1953, έχει αρχίσει να αναδεικνύεται νικήτρια στον στίβο της άγραφης ηθικής, ο Αλέξανδρος Κοτζιάς, είκοσι επτά μόλις χρόνων, με το πρώτο του βιβλίο «Πολιορκία» τολμά να στρέψει τη ματιά του προς τους κατάπτυστους, όπως στιγματίστηκαν ανεξίτηλα, συνεργάτες των Γερμανών και να τους αναδείξει σε αντίπαλο δέος μιας εμπόλεμης, μανιχαϊκού πάθους, αναμέτρησης, που θα χαρακτηριζόταν αργότερα ως η σκοτεινή μήτρα του εμφύλιου σπαραγμού.

 

***

 

Αθήνα. 1943. Γερμανική Κατοχή. Σε μια συνοικία. Πρώτη φράση του βιβλίου: «Βγήκανε πάλι οι νοικοκυράδες και σφουγγίζαν απ' τους τοίχους τα μεγάλα κόκκινα γράμματα».

 

Κεντρικός ήρωας ο Μηνάς Παπαθανάσης. Από τα δεκαεπτά του εθελοντής μακεδονομάχος, στη Μικρά Ασία αργότερα, σκοτώνοντας «μεμέτια», τυχοδιώκτης έπειτα, θα παντρευτεί με συνοικέσιο μετά, η προίκα της γυναίκας του και η θέση που θα του εξασφαλίσει στη Χωροφυλακή ο πεθερός του θα του προσπορίσουν μιαν αξιοπρεπή ζωή. Υπερήφανος για την πορεία του, χωρίς συνειδησιακά ρήγματα. Ωστόσο ο μηχανισμός για την αντίστροφη μέτρηση έχει ήδη μπει σε κίνηση.

 

Εθελοντής και τώρα, διώκτης των «μπολσεβίκων», αθροίζει τα παράσημά του συλλαμβάνοντας με την ομάδα του, και για λογαριασμό των Γερμανών, αριστερούς συμπολίτες. Επικηρυγμένος από την OΠΛΑ: «Θάνατος στον προδότη Παπαθανάση», γράφει εκείνο το σύνθημα με τα κόκκινα γράμματα στους τοίχους της γειτονιάς του.

 

Ανέφερα ήδη ότι το μυθιστόρημα αυτό είναι εμβληματικό, όχι μόνο γιατί αποτυπώνει, μέσα από την οπτική των πρωταγωνιστών του, την εμφύλια, εν τη γενέσει της, τρομοκρατία, αλλά και γιατί εμπεριέχει δυναμικά όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που θα αποτελούσαν τα ανθεκτικά υλικά της πεζογραφίας του Κοτζιά: γλώσσα νευρώδη, άμεσα εξαρτημένη από το ήθος των ηρώων του, εσωτερικούς μονολόγους τροφοδοτούμενους από τον ψυχισμό τους, και πάνω απ' όλα χαρακτήρες ολοζώντανους και γι' αυτό ικανούς να ανακινήσουν την αντιπάθειά μας, οδηγώντας μας σταδιακά, κι εδώ έγκειται η δεξιοτεχνία του Κοτζιά, στην κατανόηση όχι μόνο της σχετικότητας του καλού και κακού, αλλά και στη διαπίστωση ότι ένα ελάχιστο, πέρα από ιδεολογίες, αρκεί, για να μας οδηγήσει σταδιακά στη φρίκη της εκτροπής.

 

Από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, η τριτοπρόσωπη αφήγηση του οξυδερκούς ψυχογράφου, αλλά όχι παντογνώστη Θεού, συγγραφέα παρατηρητή, με όχημα λειτουργικούς διαλόγους, καθώς φωτίζει αλλιώς την κάθε στιγμή στην υπηρεσία πάντα της πλοκής, μέσα από τους υπαινιγμούς και τα μυστικά των ατόμων της ομάδας, με τη μια ιστορία να συμπλέκεται δραματουργικά με την άλλη, αναδεικνύει, φιλοτεχνημένη με τα πιο ατόφια υλικά, την τοιχογραφία της εποχής. Και όμως ο ισχυρός, ο αδέκαστος ρεαλισμός του νεαρού Κοτζιά δεν είναι λίγες οι φορές που έρχεται να μονιάσει με την αλληγορία και το παράλογο, με το, έξω και πέρα από την ανθρωπογεωγραφία του μυθιστορηματικού σύμπαντος, Τραγικό.

 

Κι όπως τα γεγονότα διαδέχονται το ένα το άλλο, για την ανεπανόρθωτα ραγισμένη συνείδηση του Παπαθανάση, η αποκάλυψη ότι ακόμη και ο γείτονας γιατρός, που κάποτε τον είχε σώσει από αρρώστια -γι' αυτό και του χάρισε, σαν ήρθε η ώρα, τη ζωή— χρησιμοποιεί το σπίτι του σαν γιάφκα, τι άλλο θα μπορούσε να υποδηλώνει εκτός από την αμφισβήτηση της λογικής που σε θέλει να συνεργάζεσαι με τον κατακτητή-εχθρό, επειδή ο κατακτητής-εχθρός είναι απηνής διώκτης του εμφύλιου ιδεολογικού αντιπάλου σου; Κι εδώ, κατά τη δική μου ανάγνωση, στην εκ των έσω άλωση, έρχεται να φωλιάσει ανομολόγητη, και γι' αυτό διαβρωτική, η αγωνία και συνακόλουθα ο κλονισμός του Παπαθανάση. Η υποδόρια συναίσθηση του ηθικού εκπεσμού και του ανεπίτρεπτου, όσο κι αν καταπραΰνεται από την επίκληση της δόξας ενός Κολοκοτρώνη, ενός ήρωα δηλαδή άλλων εποχών, όταν ο αγώνας για την πατρίδα είχε, φαινομενικά τουλάχιστον, έναν και μοναδικό εχθρό, «τα μεμέτια», επιτείνει τη σύγχυση, όπου η ναρκισσιστική απόλαυση της βίας υποχωρεί απέναντι στον τρόμο, έναν τρόμο που μόνον αυτοκαταστροφικά πλέον θα μπορούσε να εκτονώσει…

 

***

Με την πεποίθηση ότι ένα βιβλίο που κατάφερε να συνομιλήσει τολμηρά με μιαν εποχή παραμένει πάντα επίκαιρο, έχω την αίσθηση ότι ο νεαρός τότε Αλέξανδρος Κοτζιάς άγγιξε με τα ίδια του χέρια, χωρίς να καεί, το ρευστό, πύρινο μάγμα εκείνης της εποχής. Μάγμα που όταν πια κρύωσε, αν και σκληρό και πετρώδες, πλάστηκε και ξαναπλάστηκε απ' τον ίδιο για να μας παραδώσει, από βιβλίο σε βιβλίο και από αναζήτηση σε αναζήτηση, αλλά πάντα με τις ίδιες εμμονές, όπως ταιριάζει σ' έναν κορυφαίο συγγραφέα, αποφλοιωμένη την πεμπτουσία της ανθρώπινης ψυχής και ολόγλυφη την αθέατη πλευρά της νεοελληνικής παθολογίας.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Scroll to top