- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Πεζογραφία σε πρώτο πρόσωπο

21/09/14 ART,ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ,ΘΕΜΑΤΑ

Του Μισέλ Φάις

 

Επιλέγοντας 14 τίτλους από τη φθινοπωρινή σοδειά των εκδοτών, το Ανοιχτό Βιβλίο σάς παρουσιάζει ένα πολυφωνικό πεζογραφικό ψηφιδωτό από μυθιστορήματα, νουβέλες και συλλογές διηγημάτων. Γραφές ανοιχτές στα συλλογικά πάθη, στην κοινωνική σάτιρα ή παρωδία, στην αστική περιπλάνηση ή στο μυητικό ταξίδι, στην υπαρξιακή καταβύθιση, με αυτοβιογραφικό προσωπείο ή όχι, με πλάγιες ιστορικές ή πολιτικές ανησυχίες.

 

Παλαιότεροι και νεότεροι συγγραφείς (το αφιέρωμα στους πρωτοεμφανιζόμενους θα ακολουθήσει το επόμενο Σάββατο, στις 27 Σεπτεμβρίου) συστήνονται μέσα από τα υπό έκδοση βιβλία τους, φανερώνοντας λεπτομέρειες από την περιπέτεια της γραφής, πριν αυτά παραδοθούν στη βάσανο της κριτικής ή το αναγνωστικό γούστο.

 

Το άγχος και το πείσμα εκδοτών και βιβλιοπωλών (καθώς το τοπίο της βιβλιαγοράς μόνο ανησυχία και ρευστότητα προκαλεί), η αδημονία των συγγραφέων για την τύχη των νέων τους βιβλίων, αλλά και οι προσδοκίες των αναγνωστών συνθέτουν ένα εκρηκτικό μείγμα ― αυτό ακριβώς είναι το άρωμα των νέων πεζογραφικών βιβλίων…

 

……………………………………………

 

ΤΑΤΙΑΝΑ ΑΒΕΡΩΦ

«Δέκα ζωές σε μία»

Μυθιστόρημα

Εκδόσεις Μεταίχμιο

 

Το βιβλίο αυτό, το πέμπτο κατά σειρά μυθιστόρημά μου, έχει ως θέμα τη ζωή του πατέρα μου, Ευάγγελου Αβέρωφ-Τοσίτσα, και με παίδεψε συγγραφικά όσο κανένα άλλο. Πήρε πάνω από δέκα χρόνια να ωριμάσει στο μυαλό μου και άλλα πέντε −σχεδόν έξι− για να γραφτεί. Ηξερα από την αρχή πως ήθελα να γράψω ένα βιβλίο που να μην είναι ούτε ακριβώς βιογραφία, ούτε ακριβώς μυθιστόρημα, ούτε ακριβώς προσωπική μαρτυρία ή αναμνήσεις μιας κόρης, αλλά κάπου ανάμεσα και όλα αυτά μαζί. Ηθελα να μιλήσω για την ανθρώπινη διάσταση, τις αδυναμίες, τα πάθη, τις μικρότητες, που συνυπάρχουν με το μέγεθος του ανθρώπου και του έργου του. Και να το κάνω αυτό με έναν τρόπο τόσο αληθινό ώστε να συγκροτούν όλα μαζί ένα αναπόφευκτο Ολον, που δεν είναι άλλο από την ομορφιά της ανθρώπινης περιπέτειας. Στόχος βαρύγδουπος μού ακούγεται τώρα, αλλά ένα ήταν το σίγουρο στο μυαλό μου (και η βασικότερη δυσκολία συγγραφικά), ότι δεν ήθελα να κάνω έκπτωση ούτε στη μυθιστορηματική ζωντάνια που φέρνει και την αναγνωστική απόλαυση, ούτε όμως και στην ακρίβεια και την πληρότητα της ιστορικής απόδοσης. Επιπλέον, ο Πατέρας είναι πάντα ένα δύσκολο θέμα − πώς να σκάψεις βαθιά, πώς να μιλήσεις για έναν δημόσιο άντρα που τυχαίνει να είναι ο πατέρας σου;

 

Τελικά προέκυψε το «Δέκα ζωές σε μία», ένα μυθιστόρημα με δύο διαφορετικές αφηγηματικές φωνές: Από τη μια, η δική μου, της κόρης και συγγραφέως που θυμάται, απορεί και συνομιλεί με τον μύθο που περιγράφει. Και από την άλλη, η μυθιστορηματική φωνή –η κυριότερη-, μια τριτοπρόσωπη δηλαδή αφήγηση που παρακολουθεί από κοντά τον μικρό Λόλη (έτσι τον φώναζαν παλιά οι δικοί του) από τη στιγμή της γέννησής του το 1908 ώς τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και τις αρχές του Εμφυλίου.

 

……………………………………………

 

ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

«Κοντά στην κοιλιά»

Νουβέλα

Εκδόσεις Πατάκη

 

Πρόκειται κυρίως για κοινωνική σάτιρα. Προηγείται η σάτιρα του γράφοντος ως πολίτη. Το αφήγημα ξεκινά με την κωμική πλευρά της λεγόμενης κρίσης. Αλλά ας πούμε ότι μερικές φορές τα σοβαρά πράγματα λέγονται καλύτερα με αστείο τρόπο. Η κρίση οδηγεί σε μια ουτοπία που επίσης σκιαγραφείται με ευτράπελο τρόπο. Τη σκυτάλη παίρνει η δημοκρατία του καφέ και την εγχειρίζει… Αλλά ας μην τα πούμε κι όλα, το βιβλίο είναι μικρό.

 

……………………………………………

 

ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΣ

«Το δέντρο του Ιούδα»

Μυθιστόρημα

Εκδόσεις Κίχλη

 

Νήματα από παντού πλέχτηκαν για να γεννηθεί το Δέντρο του Ιούδα. Πρώτα απ’ όλα, είναι η αγάπη μου για το Πωγώνι στα ελληνοαλβανικά σύνορα, όπου περνώ τουλάχιστον τρεις μήνες κάθε χρόνο – η αγάπη μου για τη βουνίσια ερημιά του, για τα χρώματά του. Και η εικόνα των κουτσουπιών που, ρόδινες, την άνοιξη, πιτσιλίζουν τις πλαγιές, μου ’δωσε την ιδέα του τίτλου. Για εμάς, το δέντρο όπου κρεμάστηκε ο Ιούδας είναι η συκιά, μα για τους Αγγλους είναι η κουτσουπιά, και στην ιστορία μου είναι κεντρικές οι ιδέες της φιλίας και της προδοσίας. Η ραχοκοκαλιά τούτης της ιστορίας είναι «αστυνομική» – ο ήρωάς μου, ο Ηλίας, στα πενήντα τρία του παλιννοστεί ηττημένος στο χωριό του, το Δελβινάκι, έχοντας χάσει δουλειά κι οικογένεια, κι άθελά του γίνεται μάρτυρας σ’ ένα περιστατικό που ίσως δίνει απαντήσεις για το ποιος διέπραξε, έξω από το χωριό, τον αποτρόπαιο φόνο μιας Αλβανής πόρνης. Αρπάζεται από την εξιχνίαση του εγκλήματος, μη έχοντας από πού αλλού να πιαστεί, κι ακολουθεί το ένα στοιχείο μετά το άλλο. Στη γραφή, θέλησα να απαλλαγώ από λογής λογής λογοτεχνικά φτιασίδια, για να φτάσω με τις λέξεις ώς την ψυχή του τόπου και των ανθρώπων του, μα επίσης θέλησα να διαφυλάξω ατόφια την ποίηση τούτης της ψυχής, να τη διαφυλάξω στο ήθος του λόγου, στο βάθος και στη λιτότητα που θα ’χαν οι λέξεις μου. Θέλησα, πάνω απ’ όλα, να γράψω μια ιστορία που κι εγώ, γράφοντάς την, θα περίμενα με αγωνία να δω ποιο θα ’ταν το τέλος της.

 

……………………………………………

 

ΝΙΚΟΣ ΜΑΝΤΗΣ

«Πέτρα, ψαλίδι, χαρτί»

Μυθιστόρημα

Εκδόσεις Καστανιώτη

 

Εχω ήδη τρία πεζογραφικά βιβλία στο ενεργητικό μου (συν μια ποιητική συλλογή παλιότερα, από τις Ροές, με το κανονικό μου όνομα), οπότε θα ’πρεπε σιγά σιγά να νιώθω «παλιός», κατά τα στρατιωτικά ειωθότα, λιγότερο εκτεθειμένος στην αγωνία της προσωπικής διακινδύνευσης (που με έκανε άλλωστε να υιοθετήσω και ψευδώνυμο, σχεδόν εξ αρχής). Ωστόσο, απ’ ό,τι φαίνεται (όπως συμβαίνει με το τρακ, για τους θεατρικούς ηθοποιούς), αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ.

 

Στην περίπτωση του βιβλίου αυτού έχω μια παραπάνω έγνοια. Οι ήρωες, οι καταστάσεις είναι όλα και όλοι μασκαρεμένοι, επινοημένοι αλλά και εντελώς υπαρκτοί, κάποιους τους ξέρω και τους αναγνωρίζω, αν όχι στον δρόμο της πόλης, σίγουρα στον πιο μυστικό δρόμο της μνήμης και του βιώματός μου. Η αγωνία να μην προδώσω και -δευτερευόντως- να μην προδοθώ μεγαλώνει. Πρώτη φορά αγγίζω με το δέρμα της τέχνης μου καυτές επιφάνειες, άγριες, τσιμεντένιες κι αφόρητες: τη φτώχεια, την εξάρτηση, το ζωτικό ψέμα, την αλητεία, το ταξικό μίσος και τη λαγνεία της πολιτικής (ναι, έτσι ακριβώς). Για πρώτη φορά προσπάθησα να αρμέξω την μπαναλιτέ της ζωής που ζούμε και να τη ρίξω στον φτωχό μύλο των μέσων μου, να δω τι θα γίνει. Τέρμα τα λυρικά βιολιά και η μουσική δωματίου, τώρα είπα να ρίξω μια ξερή φωνή, μπας και ο ήχος βγει καλύτερος. «Θέλω να τα πω, σα να παραμιλώ», όπως λέει κι ο Ακης Πάνου στο μότο του βιβλίου.

 

Κι αν φάω και καμιά σφαλιάρα, έφαγα. Το θέμα είναι να μη φοβάσαι.

 

…………………………………………..

 

ΜΑΡΙΑ ΜΗΤΣΟΡΑ

«Από τη μέση και κάτω»

Διηγήματα

Εκδόσεις Πατάκη

 

Καθώς περνάνε τα χρόνια κι η ιδεολογική ραχοκοκκαλιά του κόσμου αδυνατίζει, σπάνια ξεχωρίζω σημαντικά καινούργια μυθιστορήματα. Τα διηγήματα όμως έχουν τη χάρη της γρήγορης ανάπτυξης, της ταχείας ανάφλεξης. Δεν ξέρω πώς ακριβώς συνέβη, πίνοντας ατέλειωτους καφέδες, δουλεύοντας από το πρωί ώς το βράδυ, να γράψω μέσα σε τρεις μήνες αυτό το βιβλίο με τα δεκαπέντε διηγήματα. Ισως ένας απατηλός συναγερμός υγείας και συγχρόνως η πρόταση να με μεταφράσουν σ’ ένα μεγάλο αμερικάνικο πανεπιστήμιο μού δημιούργησαν την αίσθηση ότι η ζωή χτυπάει πιο δυνατά την πόρτα μου…

 

Από τη συνάντηση με ένα πανέμορφο σκυλί στα Εξάρχεια ξεπήδησε ο «Δ(ή)μος και ο φόβος», ένα όραμα διαπλανητικής ηθικής και δικαιοσύνης. Από τα ταξίδια μου στη Λατινική Αμερική, η «Ζενάιντα Τζουνόνα», που το τραγούδι της χαρίζει την ελευθερία επιλογής. Η επίμονη παρουσία ενός μεγαλόσωμου αδέσποτου σκύλου, στην είσοδο της πολυκατοικίας, μου ενέπνευσε το «Καφέ σκυλί τον Νοέμβρη», τη λάμψη της ερωτικής έμμονης ιδέας. Τα «Κρυφά ρήματα» κυριολεκτικά αναδύθηκαν από τους γκρεμισμένους τοίχους μιας εκκλησίας χωρίς εικόνες, στο μυαλό μου εκκλησάκι του χειμώνα. Κι ο χειμώνας είναι που κρίνει τι θα ζήσει την άνοιξη. Στο «Σουζάνι και το σκούτερ», μια τυχαία συνάντηση είναι και πάλι μοιραία για τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας. Από νυχτερινές επιδρομές στην Ομόνοια βγήκε «Η εκδοχή της Περσεφόνης» και μια κάτοψη του Κάτω Κόσμου, όπου την κρατάνε αιχμάλωτη οι απαγωγείς της. Στο «Τέλος της ύλης» η ερωτική επιθυμία συγκρούεται με μια ευχή ανυπαρξίας. Η εισβολή μιας γυναίκας στο σπίτι του συγγραφέα καταδικάζει το μυθιστόρημά του να μείνει ημιτελές «Από τη μέση και κάτω».

 

Ευτυχώς το βιβλίο τελείωσε καθώς έφτανε το καλοκαίρι και ορκίζομαι ότι, σε μια έρημη παραλία, είδα πάνω σε ένα βότσαλο το αποτύπωμα της πρώτης χορευτικής φιγούρας του «Γάτου που δεν ξέρει χορό», αφού τον μεταμόρφωσε ο έρωτας της Μαργαρίτας.

 

……………………………………………

 

ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΟΔΙΝΟΣ

Τελευταία έξοδος: Στυμφαλία

Μυθιστόρημα

Εκδόσεις Εστία

 

Ηθελα να γράψω μια μυθιστορία της κρίσης, ένα βιβλίο με πρωταγωνίστρια (και όχι με φόντο ή πλαίσιο) την κρίση. Ηθελα να σκιαγραφήσω μια δυστοπία που να παλινδρομεί μεταξύ ακραίου κυνισμού και έντονης τρυφερότητας, έναν καθρέφτη ολωνών μας, θεωρουμένων ως υπαιτίων για ό,τι συνέβη τα τελευταία χρόνια, χωρίς φτιασίδια και απόδοση ευθυνών «κάπου αλλού».

 

Τοποθέτησα την ιστορία σε κάποιο χειμώνα στο κοντινό μέλλον. Ενας μεσήλικας, υποψήφιος αυτόχειρας, παλινδρομεί τις νύχτες μεταξύ Αθήνας και Κορίνθου. Με την οικογένειά του διαλυμένη και χωρίς κοινωνικά στηρίγματα, διασχίζει ένα ζοφερό νυχτερινό τοπίο καταστροφής, συγκρούσεων και εκπτώχευσης, ανασκάπτοντας τα ερείπια της προσωπικής του ιστορίας – συνυφασμένα με την κατεδάφιση της χώρας. Καθοδόν επανερμηνεύει την πραγματικότητα, αναζητεί τις ρίζες της χρεοκοπίας του στα χρόνια της άκοπης ευημερίας, συνθέτει το δημόσιο και το ιδιωτικό προκειμένου να ανιχνεύσει την ατομική και συλλογική αυτοκτονία, αιτιολογεί την απόφασή του ως υπέρτατο ανθρώπινο δικαίωμα όταν όλα γύρω καταρρέουν. Ωσπου η κάθαρση προσφέρεται από όπου λιγότερο θα την περίμενε.

 

Με μαύρο χιούμορ αντλημένο από το άφθονο υλικό της πολιτισμικής, οικολογικής και κοινωνικής παρακμής, το βιβλίο αυτό θέλησα να διαθέτει την οικονομία και την καυστικότητα του συνθήματος. Προέκυψε, πιστεύω, ένα υβρίδιο: χρονικό της κρίσης, δοκίμιο για την αποσάθρωση των εθνικών μύθων, σχόλιο για το αίτημα της ευτυχίας – εντέλει ένα πολιτικό αφήγημα.

 

……………………………………………

 

ΓΙΩΡΓΟΣ- ΙΚΑΡΟΣ ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ

«Αγάπη / Love»

Μυθιστόρημα

Εκδόσεις Εστία

 

«Θα ζήσουμε τη δική μας τρέλα. Κι όχι την τρέλα των άλλων». Αυτό λέει η Ελλη Ιωάννα Φραντζάκη, η ηρωίδα του μυθιστορήματος Αγάπη / Love (εκδ. Εστία). Αυτό λέει και τσουγκρίζει το ποτήρι του αγαπημένου της, του Δαβίδ Φοίβου Βαλλάση. Ενώ μαίνεται η κρίση –κρίση αξιών, κρίση που οδήγησε στον κατακερματισμό νοημάτων και σημασιών– ένα ζευγάρι αποφασίζει να ζήσει μόνον με τον έρωτα και την τέχνη. Αλλο δεν κάνουν από το να καταπιάνονται με τα πώς και τα γιατί της κρίσης, αλλά χωρίς να μιλάνε καν γι’ αυτήν. Ούτε λέξη. Ούτε κιχ.

 

Η Φραντζάκη γράφει ένα βιβλίο για τη μαζική παράκρουση, τον ναζισμό και την ατομική παράνοια, τη δολοφονία του Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι. Ο Βαλλάσης, αφού έχει παρατήσει τα πάντα, έχει πουλήσει ό,τι έχει και δεν έχει, χρηματοδοτεί τις μελέτες της Φραντζάκη. Της ετοιμάζει με επιμέλεια το ούζο της, κάθε βραδάκι την ίδια ώρα. Της ανάβει τα απανωτά τσιγάρα της. Κάνουν έρωτα. Σ’ ένα σπίτι στον λόφο. Γύρω τους, ατίθασες πανέμορφες γάτες. Το μυθιστόρημα Αγάπη / Love είναι το δεύτερο μέρος της Τριλογίας του Χάους, πρώτο μέρος της οποίας είναι ο Διασυρμός. Εδώ, προτάσσεται ένας τρόπος ζωής για δύο που μολοντούτο (θέλει να) αποτελεί οδοδείκτη, πρόταση, πυξίδα, για πολλούς. Για όσους επιμένουν σε μια λυρική θέαση και βίωση των πραγμάτων της ζωής. Μουσική, έρωτας, σκάκι, ούζο, ευγένεια, αγάπη: το αρνητικό της κρίσης, η άρνηση της άρνησης, ένα κεράκι που καίει στο μεταλλικό δάσος της μεγαλούπολης. Η μετάβαση από την οδύνη στην ηδονή περνάει από το άδολο παιχνίδι της Αγάπης.

 

……………………………………………

 

ΕΥΓΕΝΙΑ ΜΠΟΓΙΑΝΟΥ

«Ακόμα φεύγει»

Μυθιστόρημα

Εκδόσεις Πόλις

 

Το «Ακόμα φεύγει» άρχισε να γράφεται αμέσως μετά το τέλος της «Κλειστής πόρτας», του προηγούμενου βιβλίου μου. Οι ήρωες είναι κι εδώ το ίδιο καθημερινοί, άνθρωποι της τρέχουσας οικειότητας, το ίδιο αποσυνάγωγοι, με τις εμμονές, τα πάθη και τους φόβους τους. Επιχείρησα να διατυπώσω τις διασταυρούμενες τροχιές τριών ανθρώπων –με συχνή εναλλαγή της οπτικής γωνίας και του αφηγηματικού χρόνου– που η ζωή τους, λίγο ώς πολύ, έχει καθοριστεί από τις επιλογές και την πορεία ενός τέταρτου, μιας παρουσίας-απουσίας, που ίσως να είναι και ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου τελικά. Κομμάτια σε πρώτο πρόσωπο –καθώς θέλω να δώσω αμεσότητα στις φωνές των δύο ηρώων– διαδέχονται τα μέρη της τριτοπρόσωπης αποστασιοποιημένης αφήγησης: της πεισματικής αναζήτησης της ηρωίδας σε ένα ταξίδι επιστροφής και κατάβασης στα μονοπάτια της μνήμης, καθώς παλεύει με τις σκληρές ερωτήσεις που σπαράσσουν τον βίο της. Η πληγή όμως είναι πηγή, καθώς έλεγε ο Πεντζίκης.

 

Η πλοκή μοιράζεται σε δύο τόπους: στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Αυτό όμως δεν έχει τελικά σημασία, καθώς τόπος είναι πάντα ο ίδιος ο άνθρωπος, οι ιστορίες του, οι διαψεύσεις του παρόντος, ο χρόνος που περνά και παίρνει, το παρελθόν από το οποίο αδυνατεί να αποδράσει.

 

Το πιεστικό περιβάλλον των ημερών είναι το φόντο της κεντρικής αφήγησης, καθώς και τα δεύτερα πρόσωπα, που προσπάθησα να φωτίσω διακριτικά αλλά με σαφήνεια, τοποθετούνται σε αυτό.

 

Ενα ζήτημα που με απασχόλησε ήταν το κλείσιμο του μυθιστορήματος. Δεν ξέρω αν η τελική επιλογή με δικαιώνει, αλλά πιστεύω πως στο σημείο που τελειώνει το «Ακόμα φεύγει» θα μπορούσε να ξεκινήσει η γραφή ενός νέου βιβλίου.

 

……………………………………………

ΧΡΗΣΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ

«Το καλό θα 'ρθει από τη θάλασσα»

Διηγήματα

Εκδόσεις Πόλις

 

Το «Καλό θα 'ρθει από τη θάλασσα» είναι το πρώτο μέρος μιας τριλογίας διηγημάτων που διαδραματίζονται σ’ ένα νησί του Αιγαίου. Τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν είναι, κατά κύριο λόγο, εσωτερικοί μετανάστες — άνθρωποι, δηλαδή, που τα τελευταία χρόνια εγκατέλειψαν αναγκαστικά την Αθήνα ή άλλες μεγάλες πόλεις και εγκαταστάθηκαν στο νησί, πασχίζοντας να κάνουν μια νέα αρχή στη ζωή τους. Στην προσπάθειά τους αυτή θα βρεθούν αντιμέτωποι με τους ντόπιους κατοίκους, που υποδέχονται με διόλου φιλόξενα αισθήματα τους «ξενομπάτες», θα θέσουν σε δοκιμασία τις μεταξύ τους σχέσεις, ενώ θα κληθούν να αναμετρηθούν όχι μόνο με τα φαντάσματα του παρελθόντος, αλλά και με τον φόβο και την αγωνία για το μέλλον.

 

Ξεκίνησα να γράφω το βιβλίο πριν από τέσσερα χρόνια. Προσπάθησα να δουλέψω με επιμονή και πίστη. Πίστη στον μύθο που αφηγούμαι και, κυρίως, στα πρόσωπα που ενσαρκώνουν τον μύθο. Πίστη σε μια λογοτεχνία που δεν ανακαλύπτει το νόημα, αλλά το δημιουργεί. Πίστη σε μια λογοτεχνία που εξακολουθεί να απορεί, να συμπάσχει, να αντικρίζει κατάματα την τραγικότητα, το μυστήριο και τις αντιφάσεις της σύγχρονης ζωής. Πίστη σε μια λογοτεχνία εξωστρεφή, που αποκηρύσσει την αυταρέσκεια, τη ρηχότητα και τον κομφορμισμό, που συναρμόζει την αμεσότητα με τον στοχασμό, που αποφεύγει τις εύκολες απαντήσεις σε δύσκολα ερωτήματα. Πίστη σε μια λογοτεχνία που αντιλαμβάνεται ότι αυτό που ονομάζουμε ελληνικότητα δεν είναι προνόμιο, καθήκον ή κατάρα, αλλά μια ιδιαίτερη εκδοχή της ανθρώπινης κατάστασης. Και, τέλος, πίστη σε μια λογοτεχνία που δεν διεκδικεί απλώς τον ρόλο του σεισμογράφου ή του σεισμολόγου, αλλά θέλει να γίνει η ίδια ο σεισμός.

 

……………………………………………

 

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΕΤΣΕΤΙΔΗΣ

«Επί τέσσερα»

Διηγήματα

Εκδόσεις Εστία

 

Το να γράψεις ένα βιβλίο σου είναι ενασχόληση εργώδης, επίπονη ενίοτε κατά την αναζήτηση του κατάλληλου τρόπου επιλογής της γλώσσας, αλλά πολλαπλώς ευχάριστη και δημιουργική.

 

Το να μιλήσεις όμως για το βιβλίο σου παρουσιάζοντάς το είναι έργο άχαρο, ακόμη και αν έχεις παρακάμψει τον σκόπελο της αυτοπροβολής.

 

Τίτλος: «Επί τέσσερα». Περιέχονται είκοσι πέντε διηγήματα σε τέσσερις ενότητες. Στην πρώτη από αυτές επιμένω στα θέματα τα αντλημένα από τις δύσκολες καταστάσεις των δεκαετιών του ’40 και του ’50, γιατί έχω την αίσθηση ότι ούτε η Κατοχή ούτε ο Εμφύλιος εξέλιπαν από την ελληνική πραγματικότητα ώς τα σήμερα.

 

Δεν αρνούμαι τη συμπάθειά μου στην οργανική μορφή του λογοτεχνικού κειμένου, χωρίς να αποκλείω πάσα άλλη. Δεν βρίσκω καμιά διαφορά μεταξύ πρωτοπρόσωπης και τριτοπρόσωπης αφηγηματικής γραφής – ένα διήγημα δημοσιευμένο σε λογοτεχνικό περιοδικό σε πρώτο πρόσωπο στο βιβλίο αυτό δημοσιεύεται σε τρίτο. Ακόμη, δεν βρίσκω άσχημο το να δημιουργεί ο συγγραφέας ένα διήγημα με θέμα κατά παραγγελία, όταν το προεξάρχον στοιχείο είναι πλέον η τεχνική, η μορφή με την οποία θα παρουσιάσει το θέμα αυτό. Υπάρχουν και δυο-τρία τέτοια διηγήματα στο «Επί τέσσερα».

 

Ο υποφαινόμενος γράφω και αφήνω τον αφηγητή μου να διηγείται. Αν τα όνειρα, οι φαντασίες, οι εφιάλτες μας είναι βιώματα, τότε πρόκειται για κείμενα βιωματικής γραφής.

 

Ακόμη, στο βιβλίο υπάρχουν και «σχέδια του συγγραφέα», τα οποία όμως παρασάγγες απέχουν από τις εικόνες που υπήρχαν στον νου μου ως ερεθίσματα.

 

Μα δεν με συγκίνησε η κρίση; Μου άρκεσε η ακροτελεύτια φράση του διηγήματος «Αλλιώτικος πόλεμος»: Και τώρα, σε αλλιώτικο πόλεμο μας έβαλαν.

 

……………………………………………

 

ΝΙΚΟΣ ΠΛΙΑΓΚΟΣ

«Ο άσος στο μανίκι»

Μυθιστόρημα

Εκδόσεις Κέδρος

 

Μια ιστορία βγαλμένη απευθείας από τη μαθητεία του τζόγου κρύβει πάντα τον κίνδυνο να σε παρασύρει στο ίδιο παιχνίδι από το οποίο υποτίθεται πως προσπαθεί να σε αποτρέψει.

 

Ομως για ποιο παιχνίδι μιλάμε ακριβώς; Για τη ρουλέτα; Για το μπλακ-τζακ; Για τον έρωτα; Οι ήρωες του βιβλίου, παγιδευμένοι σε μια παράνομη λέσχη των Αθηνών, υφαίνουν σκοτεινούς ιστούς, κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους, προδίδουν και προδίδονται μέχρι τελικής πτώσης.

 

Μιλάμε μήπως για το παιχνίδι της παραπλάνησης; Θέλοντας κι εγώ με τη σειρά μου να παραμείνω πιστός στους κανόνες του παιχνιδιού, πληρώνω τους ήρωες με το ίδιο νόμισμα: έντρομοι διαπιστώνουν πως πρωταγωνιστούν σε άλλο μυθιστόρημα από εκείνο που νόμιζαν. Με πρόσχημα μια πλοκή νουάρ αποχρώσεων, βρήκα την ευκαιρία να χωρέσω στις σελίδες κάτι από την Ελλάδα των τελευταίων ετών, τη φθορά, τη ροπή στο σκοτάδι…

 

Αλλωστε ευθύς εξαρχής το «παιχνίδι» για εμένα ήταν: πως γράφεις ένα μυθιστόρημα για την κατάσταση των πραγμάτων αποφεύγοντας τον πολυφορεμένο προσδιορισμό «λογοτεχνία της κρίσης»; Πώς απευθύνεις τον λόγο σε μια γενιά που κουβαλάει πάνω της τη ρετσινιά του «απολιτίκ»;

 

Μα φυσικά παραπλανώντας.

 

Μια περιπέτεια λοιπόν για τον έρωτα και το χρήμα ή ίσως ένα «πολιτικό μυθιστόρημα εν κρυπτώ» κι απομένει τώρα στον αναγνώστη να αποφασίσει από μόνος του για ποιο παιχνίδι μιλάμε ακριβώς.

 

……………………………………………

 

ΕΛΕΟΝΩΡΑ ΣΟΥΡΛΑΓΚΑ

«Κρυφτό»

Μυθιστόρημα

Εκδόσεις Κέδρος

 

Ποια είναι τα συστατικά ενός μεγάλου έρωτα; Ο Πανσέληνος και η Μυρσίνη τα διακρίνουν για πρώτη φορά σε ηλικία επτά ετών, μέσα στον θόρυβο και τους ατμούς μιας κουζίνας που σφύζει από δραστηριότητα. Εκείνος είναι ο εγγονός της μαγείρισσας κι εκείνη η μοναχοκόρη του σπιτιού. Μετά από μια αξέχαστη μέρα ελεύθερου παιχνιδιού και εκμυστηρεύσεων έρχονται αντιμέτωποι με μια σειρά ακατανόητων κανόνων και δυσάρεστων απαγορεύσεων. Ετσι μαθαίνουν να κρύβονται. Αρχικά από τους μεγάλους κι αργότερα ο ένας από τον άλλο κι ο καθένας από τον εαυτό του.

 

Οι κρυψώνες τους είναι η φαντασία και η μνήμη τους, ένα σκοτεινό υπόγειο, μια καριέρα τενόρου, μια κρυφή αλληλογραφία, ένας ατυχής γάμος και μια πολυετής παραμονή στην Αγγλία. Μέσα στις κρυψώνες τους ενώνονται και χωρίζονται. Μεγαλώνουν και παραμένουν παιδιά. Πολλά χρόνια και πολλές σελίδες. Ο Πανσέληνος και η Μυρσίνη, σε εναλλασσόμενες αφηγήσεις πρώτου προσώπου, εκθέτουν τον έρωτά τους και μαζί με αυτόν τις οικογένειές τους, τα σπίτια και τα σχολεία τους, τις μουσικές που τους σημάδεψαν και τους ανθρώπους που θαύμασαν. Την παιδική τους ηλικία, την εφηβεία και την αργή και δαιδαλώδη πορεία προς τη μέση ηλικία. Δοκιμάζουν ασταμάτητα ο ένας τον άλλο. Και οι δύο μαζί εμένα. Κι εμείς οι τρεις τον αναγνώστη. Πολύς κόπος, διάσπαρτος με ανάσες ανακούφισης.

 

……………………………………………

 

ΑΛΕΞΗΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ

«Μελίσσια»

Μυθιστόρημα

Εκδόσεις Καστανιώτης

 

Το βιβλίο αυτό γράφτηκε μετά τους «Χαμαιλέοντες» (2013), ένα κατ’ επίφαση ιστορικό μυθιστόρημα που κάλυπτε έναν χρονικό ορίζοντα 150 ετών ελληνικής ιστορίας και επιχειρούσε με λογοτεχνικά υλικά να απαντήσει στο ερώτημα «πώς φτάσαμε ώς εδώ», ρίχνοντας και μια κλεφτή ματιά στο μέλλον. Τελειώνοντάς το μου γεννήθηκε η ανάγκη να γράψω ένα βιβλίο πολύ πιο «λιτό», στο οποίο η δράση να περιορίζεται τόσο χρονικά όσο και χωροταξικά. Ενα βιβλίο το οποίο να εκτυλίσσεται μέσα σε λίγες ώρες σ' ένα δωμάτιο ή ακόμη και σ' έναν νου. Ο Πασκάλ έλεγε ότι όλα μας τα δεινά προέρχονται από το ότι δεν είμαστε ικανοί να καθίσουμε ήρεμα σ’ ένα δωμάτιο, μονάχοι. Είναι άραγε έτσι; Υπάρχουν μήπως «δεινά» που αναδύονται μέσω της «ανάκλησης» ή ακόμη και μέσω της «κατάκλισης»; Μερικές φόρες δεν χρειάζεται να ανοίξεις την πόρτα, να περπατήσεις, να ταξιδέψεις για να δημιουργηθούν συγκρούσεις, να ζυμωθεί το ζωογόνο διάπυρο μάγμα, να δημιουργηθεί ο μυθοπλαστικός σπινθήρας, για να αναπτυχθεί (να αναφλεγεί) μια αφήγηση. Μερικές φορές, ένα δωμάτιο, ένας νους, ένας εγκέφαλος φτάνει και περισσεύει.

 

Ετσι λοιπόν, στο καταρρέον αρχοντικό της στα Μελίσσια, η Αγάπη, πρώην grande dame της ελληνικής λογοτεχνίας, βρίσκεται κατάκοιτη στο κρεβάτι του υπνοδωματίου της. Στο δωμάτιο εμφανίζονται ένας μυστηριώδης βοηθός-επιμελητής, η τριμελής οικογένειά της και μια παράξενη, γοητευτική κοπέλα, ενώ ένας κρυμμένος πίνακας ξυπνάει παλιές πληγές. Τι ζητάει το κάθε πρόσωπο; Ποια είναι η κρυφή του ατζέντα; Τι είναι αλήθεια και τι όχι; Πόσο καθορίζει το παρελθόν τη μοίρα των ανθρώπων; Ενα βιβλίο δωματίου, ένα chamber book για τη μνήμη, την πληγή, το πάθος, την ασθένεια, το «αίμα» της οικογένειας και την ίδια την αφήγησή του.

 

……………………………………………

 

ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

«Το σώμα του Τιρθα-νκάρα – Οι συναντήσεις ενός ταξιδιού στην Ινδία»

Εκδόσεις Νεφέλη

 

Τον Αύγουστο του 2012 περιπλανήθηκα στην Ινδία. Από το Ρατζαστάν, στα σύνορα με το Πακιστάν, ώς την πολιτεία του Ουτάρ Πραντές, κοντά στα σύνορα με το Νεπάλ. Ταξίδεψα με έναν σάκο και έχοντας ως μοναδικά αναγνώσματα τον οδηγό Lonely Planet και την εισαγωγή στον ινδουισμό του Σβάμι Τσινμαγιανάντα. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού δεν έγραψα τίποτα. Δεν ακούμπησα καν τη μύτη του μολυβιού πάνω στο χαρτί. Είχα αποφασίσει ότι αυτή τη φορά η περιπλάνησή μου δεν θα βαρυνόταν από την επιδίωξη της λογοτεχνίας. Η ανάγκη της γραφής προέκυψε αργότερα. Οφείλω, πάντως, να ομολογήσω ότι ενδόμυχα το περίμενα αυτό, ίσως και να το προετοίμαζα. Κι έτσι, τον χειμώνα του 2013 ξεκίνησα να γράφω ένα βιβλίο για το καλοκαιρινό ταξίδι στην Ινδία. Μεταμορφώθηκα, λοιπόν, εκ νέου σε έναν ταξιδιώτη-συγγραφέα σε διπλό ταξίδι (στον τόπο και στο βιβλίο) και ακολούθησα τους δύο απαράβατους νόμους που διέπουν και το ταξίδι και το μυθιστόρημα. Ο πρώτος νόμος ορίζει ότι η περιπλάνηση (όπως και η γραφή) ολοκληρώνεται στην αναπόληση.

 

Και ο δεύτερος ότι ο ταξιδιώτης (όπως και ο συγγραφέας) δεν ταξιδεύει ποτέ μόνος· ταξιδεύει «στοιχειωμένος» από τα πρόσωπα του ταξιδιού. Ετσι προέκυψε «Το σώμα του Τιρθανκάρα». Αυτό το βιβλίο είναι ένα λεύκωμα συναντήσεων. Προσπαθεί να θυμηθεί τα πρόσωπα εκείνου του ταξιδιού. Οχι μόνο τα αληθινά. Αλλά και όσα είναι μόνο πλάνες ενός νου που αναστοχάζεται. Ενα ταξιδιωτικό μυθιστόρημα λοιπόν, που με φόντο την περιπλάνηση στην Ινδία ζωντανεύει τους ανθρώπους που συνάντησα στον δρόμο μου. Τις ιστορίες τους και το ίχνος που άφησαν επάνω μου.

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=236079