23/10/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Μελόδραμα για πατέρα – γιο με το μυαλό στο Οσκαρ

Ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ ξεχνάει ότι ο «Δικαστής» δεν είναι ακόμα ένας «Iron Man». Ευτυχώς έχει απέναντι του τον Ρόμπερτ Ντιβάλ.
      Pin It

Της Λήδας Γαλανού

 

Ο Δικαστής

σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Ντόμπκιν

ηθοποιοί: Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ, Ρόμπερτ Ντιβάλ, Βέρα Φαρμίγκα, Μπίλι Μπομπ Θόρντον, Βίνσεντ ντ’ Ονόφριο

 

Ο Χένρι Πάλμερ είναι ένας επιτυχημένος δικηγόρος που ζει την πλούσια ζωή του στη μεγάλη πόλη. Ο ξαφνικός θάνατος της μητέρας του τον αναγκάζει να επιστρέψει στη γενέτειρά του, μια κωμόπολη της Ιντιάνα. Η ανεπιθύμητη επίσκεψη θα τον ξαναφέρει σ’ επαφή με τον κόσμο που, πεισματικά, άφησε πίσω, τον Δικαστή πατέρα του, με τον οποίο ανέκαθεν είχε τεταμένη σχέση, τα δυο του αδέρφια και όλη τη μικρή κοινωνία από την οποία θέλησε να φύγει μακριά. Η επίσκεψή του θα παραταθεί αναγκαστικά, όταν ο πατέρας του βρεθεί κατηγορούμενος για φόνο κι ο Χένρι θ’ αναλάβει να τον υπερασπιστεί, μαζί και όλες τις οικογενειακές και ηθικές αρχές που επί χρόνια αμφισβητεί.

 

Ελαφρύ μελόδραμα αντρικής ψυχοσύνθεσης, φέρνει στον νου το περσινό «August – Osage County», με μεγαλύτερη φυσικότητα και μικρότερη πρωτοτυπία, ως απεικόνιση της έκρηξης μέσα σε μια δυσλειτουργική οικογένεια. Δεσμοί αίματος και δικαστικές αντιπαραθέσεις σ’ ένα αποτέλεσμα οπωσδήποτε ψυχαγωγικό, αλλά ταυτόχρονα γεμάτο υπερβολή, μεγαλόστομο χιούμορ, αδικαιολόγητα άλματα στη δράση και στην επίλυσή της και μια γενική απλοϊκότητα, ταιριαστή με την αμερικανική επαρχιακή ιδεολογία που παρουσιάζει.

 

Η συχνή αντιπαραβολή με το «Πώς σκοτώνουν τα κοτσύφια» της Χάρπερ Λι, του εμβληματικού αμερικανικού μυθιστορήματος (και ταινίας) που εξαίρει την πίστη της χώρας στη Δικαιοσύνη, δίνει σταθερά το στίγμα της ταινίας και την αγάπη της για έναν πιο αθώο, παλιότερο καιρό. Αντίθετα, η σκηνοθεσία του Ντόμπκιν των «Wedding Crashers» υπογραμμίζει με κάθε ευκαιρία τα συναισθήματα των ηρώων και τα «νοήματα», με μακριά σταθερά πλάνα ή με πλάνα από γερανό ή κρεμασμένα από το ταβάνι ή με διάφορους εφετζίδικους τρόπους που, αντί να ενισχύουν, αποδυναμώνουν μια ταινία η οποία βασίζεται στην απλότητά της και στους ερμηνευτές της: οι καλύτερες στιγμές της είναι 2-3 πολύ ιδιωτικές σκηνές ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές. Οι δεύτεροι ρόλοι είναι ιδιαίτερη απόλαυση – ο Βίνσεντ ντ’ Ονόφριο που συμπυκνώνει όλη τη σκυθρωπή καλοσύνη του πάλαι ποτέ ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά, ο Μπίλι Μπομπ Θόρντον με την εξαιρετική ικανότητα να γίνεται απειλητικός χωρίς έναν υψηλό τόνο. Η ταινία ωστόσο έχει γίνει, σε παραγωγή του ίδιου του Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ, ως όχημα για να τον οδηγήσει στα Οσκαρ. Αν το κάνει, θα είναι επειδή οι Αμερικανοί τον αγαπούν: η ερμηνεία του είναι γεμάτη υπερβολές, μορφασμούς, εξυπνακίστικες μανιέρες που στέκονται υπέροχα στον «Iron Man», αλλά όχι εδώ. Εκείνος που οπωσδήποτε αξίζει όλα τα βραβεία είναι ο Ρόμπερτ Ντιβάλ, ο οποίος χτίζει έναν πολύπλευρο, στιβαρό ρόλο με μια εύκολη ανάσα.

 

……………………………………….

 

Απληστοι γείτονες

(Good People)

σκηνοθεσία: Χένρικ Ρούμπεν Γκενζ

ηθοποιοί: Τζέιμς Φράνκο, Κέιτ Χάντσον, Τομ Γουίλκινσον, Ομάρ Σι

 

Ζευγάρι Αμερικανών, που έχει κάνει νέα αρχή στο Λονδίνο αλλά βιοπορίζεται δύσκολα, ανακαλύπτει στο κάτω διαμέρισμα άπειρα χρήματα σε μια τσάντα. Μόνο που είναι η λεία από μια μεγάλη απάτη με ναρκωτικά και πολύ σύντομα στο κατόπι του ζευγαριού θα βρεθεί η λονδρέζικη και η διεθνής μαφία.

 

Θρίλερ στους ψυχρούς, γκρίζους τόνους, που προδίδουν την καταγωγή του Δανού σκηνοθέτη, έχει μια πλοκή απίστευτη σε σημείο διασκεδαστικό, μια ροπή προς το κλισέ, που αλλοιώνει το σασπένς, μια ωραία σκηνή «ενέδρας» μέσα σ’ ένα υπό εγκατάλειψη σπίτι κι ένα πρωταγωνιστικό ζευγάρι που βγάζει θαυμάσια τις ρομαντικές στιγμές του, αλλά δεν στέκεται ως ντουέτο action heroes.

 

………………………………………..

 

Στα καλά καθούμενα

σκηνοθεσία: Νίκος Ζαπατίνας

ηθοποιοί: Ζέτα Μακρυπούλια, Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, Αννα–Μαρία Παπαχαραλάμπους, Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, Τζόυς Ευείδη, Ναταλία Δραγούμη, Τάσος Παλαντζίδης, Θωμαΐς Ανδρούτσου, Γιώργος Κοψιδάς και ο Γιάννης Ζουγανέλης

 

Ο συνεσταλμένος, ψιλο-loser Μπάμπης, η πανέμορφη, παράτολμη Αθηνά και η μυστηριώδης Εύα, που καμουφλάρεται ως μοναχή για να ξεφύγει από το σπίτι της, κάνουν ένα περιπετειώδες ταξίδι με το αυτοκίνητο, κουβαλώντας ένα πιάνο που κρύβει αμύθητο θησαυρό, προς εύρεση… οικογένειας, δικαιοσύνης και έρωτα!

 

Μ’ ένα πλούσιο καστ αντλημένο από το τηλεοπτικό best of, με εξίσου τηλεοπτική φωτογραφία και φωτισμό, ελληνική κωμωδία που εμπνέεται την πλοκή της εν μέρει από τις μέρες του Φίνου κι εν μέρει από τις επιτυχίες του ’80. Αγαρμπα, πρόχειρα αστεία και ηθοποιοί που φωνάζουν και χτυπιούνται για να βγάλουν γέλιο – και θα το βγάλουν, σαφέστατα, στην αίθουσα, μια και η ταινία προορίζεται για πολλά εισιτήρια, βασισμένη στην οικειότητα που θα προκαλέσει στον κουρασμένο θεατή. Κι αφού το κοινό δεν θα κερδίσει απολύτως τίποτα από την ταινία, ας κερδίσει τουλάχιστον το εγχώριο box office.

 

…………………………………………

 

Η Λέσχη της Κομψής Αλητείας

(The Riot Club)

σκηνοθεσία: Λόνε Σέρφιγκ

ηθοποιοί: Σαμ Κλάφλιν, Μαξ Αϊρονς, Σαμ Ριντ, Νάταλι Ντόρμερ, Ντάγκλας Μπουθ, Χόλιντεϊ Γκρέιντζερ

 

Το απόλυτο «ιδιωτικό κλαμπ» του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης ξεκινά την καινούργια χρονιά στρατολογώντας δύο νέα μέλη (ο ένας γόνος της βρετανικής αριστοκρατίας, ο άλλος επίσης μεγαλοαστός, με πιο «λαϊκά» αισθήματα) και γιορτάζοντας μ’ ένα δείπνο σε τοπική παμπ, το οποίο γρήγορα βγαίνει εκτός ελέγχου.

 

Κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού «Posh» από τη σκηνοθέτη του «An Education». Η Σέρφιγκ, με αεικίνητη κάμερα και την ελαφρότητα που ταιριάζει στη νεανική αφέλεια των ηρώων της, κάνει μια προφανή σάτιρα της εξουσίας των υψηλών τάξεων και της διαφθοράς που αυτή συνεπάγεται. Ωστόσο η πολιτικοκοινωνική ματιά της δεν έχει ευελιξία, το άσπρο και το μαύρο είναι απόλυτα διαχωρισμένα και το ζήτημα της εφηβικής ανάγκης τού «ανήκειν» έχει παρουσιαστεί πολύ πιο εύστοχα στο σινεμά. Στα αβαντάζ η πανέμορφη Οξφόρδη κι ένα καστ από την αφρόκρεμα της φρέσκιας γενιάς Βρετανών ηθοποιών.

 

……………………………………….

 

Χελωνονιντζάκια

(Teenage Mutant Ninja Turtles)

σκηνοθεσία: Τζόναθαν Λίμπσμαν

ηθοποιοί: Μέγκαν Φοξ, Γουίλ Αρνέτ, Γουίλιαμ Φίκτνερ

 

Το φονικό νίντζα ρομπότ Σρέντερ και η συμμορία του, οι Foot Clan, απειλούν να αφανίσουν τη Νέα Υόρκη. Ενάντιά τους θα σταθούν τέσσερα έφηβα χελονωνιντζάκια, παντοδύναμα αλλά και με την αφέλεια της ηλικίας τους, βοηθούμενα από την τολμηρή ρεπόρτερ Εϊπριλ Ο’Νιλ και τον αχαΐρευτο κάμεραμάν της.

 

Κινηματογραφική αναβίωση του διασκεδαστικού, αήττητου κουαρτέτου υπερφυσικών ερπετών με έμφαση στο 3D και στις σκηνές δράσης, η μία από τις οποίες εκτυλίσσεται στα χιόνια κι είναι πραγματικά εντυπωσιακή. Κατά τα άλλα, ένα παιδικό σενάριο και εφηβικό χιούμορ δεν στέκονται αντάξια της ποπ ιστορίας των ηρώων. Η συμμετοχή των ανθρώπων είναι ακόμα χειρότερη, παρότι η Μέγκαν Φοξ είναι καλλονή ό,τι κι αν κάνει, ουσιαστικά τίποτα. Ο Γουίλ Αρνέτ μένει ανεκμετάλλευτος και η Γούπι Γκόλντμπεργκ εμφανίζεται σ’ έναν ρόλο που ξεχνά να επανέλθει.

 

…………………………………….

 

Το μαγικό σπίτι

(The House of Magic)

σκηνοθεσία: Μπεν Στάσεν, Ζερεμί Ντεγκριζόν

με τις φωνές των: Εβελίνας Αραπίδη, Κωνσταντίνας Γεωργαντά, Κώστα Δαρλάση

 

Ενας άστεγος γατούλης βρίσκει καταφύγιο στο παραμυθένιο σπίτι ενός συνταξιοδοτημένου Μάγου, προσπαθεί να προσαρμοστεί στη νέα του παρέα από μηχανικά παιχνίδια και ζωάκια, αλλά και ν’ ανταποδώσει τη φιλοξενία όταν ο παραδόπιστος ανιψιός του Μάγου θέλει να πουλήσει το σπίτι.

 

Θεαματικό animation, αποκλειστικά μεταγλωττισμένο στα ελληνικά, με τρυφερούς ήρωες, φαντασμαγορικές σκηνές και έξυπνο χιούμορ, που πατά πάνω στην ιδέα τού «Toy Story» χωρίς την έμπνευσή του. Υπογράφει ο δημιουργός τού «Οι περιπέτειες του Σάμμυ: Το μυστικό πέρασμα».

 

[email protected]

 

Scroll to top