26/10/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η ιστορία σε ένα κατάστημα

Εδώ όπου αγόραζε καφέ ο Μάνος

Ηταν προμηθευτής μεγάλων ξενοδοχείων και έφερε στην Αθήνα τον γαλλικό και τον αμερικάνικο. Μόνο την περίοδο της Κατοχής αναγκάστηκε να πουλάει αλλά είδη, άσχετα με το αντικείμενό του.
      Pin It

Του Δημήτρη Σταθόπουλου – Φωτογραφίες: Βασίλης Μαθιουδάκης

 

Το άρωμα του καφέ διαχέεται στο στενό της οδού Λεβέντη στο Κολωνάκι, δίπλα στην πλατεία. Η μηχανή του καβουρντίσματος ζεσταίνει τους καρπούς στο υπόγειο του καταστήματος, εκεί ανάμεσα σε δεκάδες τσουβάλια με σπόρους καφέ από όλο τον κόσμο. «Δίνουμε τη δυνατότητα στον πελάτη να φτιάξει το δικό του χαρμάνι. Αναμειγνύουμε τις ποσότητες ανάλογα με τη διάθεση του καθενός. Πολλές φορές κάνουμε τις δικές μας προτάσεις, ωστόσο το σημαντικότερο είναι ότι ο καθένας εδώ έχει την προσωποποιημένη επιλογή του, το «δικό» του καφέ. Αυτό εξάλλου είναι και το στοιχείο που κρατάει τους πελάτες μας πιστούς εδώ και δεκαετίες», θα μας πει ο Γιώργος Μισεγιάννης, τρίτη γενιά στην επιχείρηση.

 

Εφερε πρώτος τον γαλλικό καφέ. Πιάνοντας το νήμα από την αρχή, συζητούμε με τον Μιχάλη Μισεγιάννη, δεύτερη γενιά στην επιχείρηση, ο οποίος μάλιστα φέρνει εικόνες μιας άλλης Αθήνας. Μιας πόλης πιο ανθρώπινης και άλλης ποιότητας. «Το πρώτο κατάστημα το άνοιξε ο πατέρας μου το 1914 στην οδό Σκουφά 3. Τα καφεκοπτεία αποτελούσαν ένα νέο είδος επιχείρησης. Ξεκινώντας, χτίζονται γερές σχέσεις με το κοινό της περιοχής. Καταφέρνει σχετικά γρήγορα και έπειτα από μεγάλη επιμονή να γίνει ο προμηθευτής των ξενοδοχείων «Μεγάλη Βρεταννία» και «Κing George» καθώς και πολλών γνωστών καφενείων της εποχής. Αυτός είναι μάλιστα που κάνει γνωστό στην Αθήνα τον γαλλικό και τον αμερικάνικο, που έπιναν τότε στην Ευρώπη».

 

Η μηχανή του καφέ, αλευρόμυλος! Στη συνέχεια η χώρα βρίσκεται υπό κατοχή. Οι δυσκολίες για την επιχείρηση διογκώνονται με αποκορύφωμα την έλλειψη του καφέ. «Την περίοδο της Κατοχής, η έλλειψη του καφέ είχε αφήσει το μαγαζί ουσιαστικά χωρίς αντικείμενο. Για να μπορέσουμε να κρατήσουμε την επιχείρηση, πουλάμε διάφορα άσχετα είδη, όπως το λάδι και το σαπούνι, και η μηχανή του καφέ μετατρέπεται σε αλευρόμυλο, αλέθοντας σιτάρι και καλαμπόκι. Με το τέλος της Κατοχής, διαθέτουμε ακόμη το μαγαζί και συνεχίζουμε το άλεσμα του καφέ».

 

Η Αθήνα στην περίοδο της ανάπτυξης. Στα τέλη της δεκαετίας του ’40 και στις αρχές του ’50 ο καφές διανέμεται με δελτίο και τα καφεκοπτεία είναι εκείνα που αναλαμβάνουν αυτή την υποχρέωση. Με το πέρασμα από αυτή την κατάσταση το καφεκοπτείο Μισεγιάννης έχει καταφέρει να αναπτύξει κλίμα εμπιστοσύνης με τον κόσμο. Η πελατεία αυξάνεται με ραγδαίους ρυθμούς και πολύ γρήγορα το εμπιστεύονται γνωστοί πολιτικοί της εποχής, λογοτέχνες, ηθοποιοί και άνθρωποι των γραμμάτων. «Δεν θα μπορούσα να μην αναφέρω τον Μάνο Χατζιδάκι, ο οποίος προμηθευόταν πάντοτε από εδώ τον ελληνικό καφέ για το σπίτι του», σημειώνει ο κ. Μιχάλης, ενώ δεν παραλείπει να αναφερθεί στον κόπο και την επιμονή που απαιτείται ώστε να επιτυγχάνεται η διατήρηση της ποιότητας του καφέ.

 

Η τρίτη γενιά. Ο ιδρυτής του καφεκοπτείου Γιώργος Μισεγιάννης φεύγει από τη ζωή τον Νοέμβριο του 1967, αφήνοντας τρία παιδιά και έξι εγγόνια. Τριάντα χρόνια αργότερα ο Γιώργος Μισεγιάννης, το μικρότερο από τα εγγόνια, αναλαμβάνει τα ηνία της επιχείρησης με απόλυτο σεβασμό στην πορεία της.

 

Ο Γιώργος Μισεγιάννης, στο εργαστήριο καβουρντίσματος

Ο Γιώργος Μισεγιάννης, στο εργαστήριο καβουρντίσματος

«Ηταν τα τέλη Ιουνίου του 1978, όταν είχα την πρώτη μου επαφή με το καφεκοπτείο», θα μας πει ο σημερινός ιδιοκτήτης, συνονόματος του ιδρυτή της, Γιώργος Μισεγιάννης. «Είχα τελειώσει την Α' Γυμνασίου όταν ο πατέρας μου ζήτησε να τον βοηθήσω στο μαγαζί. Θα πήγαινα τις παραγγελίες στα καφενεία της περιοχής. Θυμάμαι ακόμη την πρώτη μου παραγγελία. Δύο κιλά γαλλικό καφέ του Στεργίου στην πλατεία Κολωνακίου». Αρκετά χρόνια αργότερα, τον Ιούλιο του 1997, αναλαμβάνει τα ηνία. «Η απόφαση αυτή μου βγήκε αβίαστα. Είναι δυνατόν να αφήσεις να σβήσει μια επιχείρηση με τέτοια παράδοση;».

 

Το 2000 της ταχύτητας. Με την έλευση της νέας χιλιετίας, τα πράγματα κινούνται πολύ γρήγορα. Αρκετοί είναι οι καταστηματάρχες που θεωρούν χάσιμο χρόνου την αναμονή 5 λεπτών για να γίνει ένας αξιοπρεπής ελληνικός καφές, ενώ για έναν εσπρέσο μόλις μερικά δευτερόλεπτα. Αυτό επεκτείνεται και στο σπίτι. Ο ελληνικός καφές μπαίνει στο περιθώριο. «Ακόμη και σήμερα πηγαίνεις σε μαγαζιά που για να φτιαχτεί ο ελληνικός χρησιμοποιούν το ακροφύσιο της μηχανής, παρασκευάζοντας έναν καφέ που κάθε άλλο παρά θέλεις να ξαναδοκιμάσεις».

 

Η έκδοση. Με αφορμή τα 100 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας, κυκλοφόρησε το βιβλίο «Καφεκοπτείο Μισεγιάννη – 100 χρόνια ιστορία» και το Σάββατο 1η Νοεμβρίου στις 18.00 γίνεται η παρουσίασή του στον χώρο του καφεκοπτείου, Λεβέντη 7, στην πλατεία Κολωνακίου.

 

Scroll to top