- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Αγάπη, πέρα από πίστη και ελπίδα

18/02/13 MEDIA,Αρχείο Άρθρων

«Historia de un amor ή τα Μυρμήγκια» στο θέατρο Olvio

 

Με το έργο του Θανάση Τριαρίδη, ο κόσμος της Λυμπεράκη, του Ζιώγα, του Μάτεσι απλώνεται παραπέρα. Η παράσταση, που σκηνοθετούν από κοινού και ερμηνεύουν η Πέμη Ζούνη και ο Κώστας Φιλίππογλου, κρατά το κοινό καθηλωμένο. Μια σημαντική βραδιά θεάτρου, ένα σημαντικό απόκτημα για το θέατρό μας

 

Του Γρηγόρη Ιωαννίδη

 

[1]Στον νου μας πάντα το ελληνικό έργο και οι συγγραφείς του. Είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον εγχείρημα το πρώτο ανέβασμα στο Olvio του έργου του Θανάση Τριαρίδη, με τον μπαρόκ τίτλο, την ένταση ρομαντικού τοπίου στο περιεχόμενο, τη νότα πιντερικού μυστηρίου στην υπόθεση.

 

Δύο πρόσωπα συναντιούνται σε κάποιο απομονωμένο δωμάτιο στην αρχή μιας προφανώς «πορνογραφικής σχέσης». Μοιάζουν εξαρχής να βρίσκονται στους αντίθετους πόλους ενός παιχνιδιού που ξεκινά σαν ερωτικό, γίνεται κάποια στιγμή υπαρξιακό και καταλήγει στις εκβολές του μεγάλου συμβολικού δράματος. Τα πρόσωπα βρίσκονται κάποια στιγμή δεμένα στις δύο αντίθετες πλευρές ενός γιγάντιου κρεβατιού, ανίκανα να αγγιχθούν μεταξύ τους, καταδικασμένα να αισθανθούν ο ένας τον άλλο μέσα από τις λέξεις. Τα πράγματα φαίνεται πως ρυθμίζονται όχι από τους ίδιους αλλά από μιαν άλλη δύναμη, ανώτερη, που παίζει μαζί τους και απολαμβάνει την αδυναμία τους. Το ουσιαστικό ωστόσο βρίσκεται στη σταδιακή μετατόπιση του μεταξύ τους παιχνιδιού, που δείχνει ότι τα δύο πρόσωπα οφείλουν να ανακαλύπτουν κάθε φορά εκ νέου την ιστορία τους. Και να βρίσκουν εκ νέου για λογαριασμό τους τη μοιραία αλλά ένδοξη Εξοδο.

 

Είναι φανερό πως πρόκειται για ένα έργο για την Αγάπη, στην πιο άυλη και άρρητη έννοιά της, σαν το πιο ακρινό σημείο του ανθρώπινου ορίζοντα, πέρα από κάθε σωματική και ψυχολογική έννοια, πέρα από τον τρόμο, την επιθυμία και τον θάνατο. Είναι η αγάπη πέρα από την ελπίδα και την πίστη, ως μεγαλύτερη αλλά και έσχατη όλων. Αυτή την αγάπη προσπαθεί να αγγίξει το διπρόσωπο ζεύγος του έργου, απέναντι στο εσωτερικό και εξωτερικό τέρας που προελαύνει.

 

Αναρωτιέται στην εισαγωγή του βιβλίου του ο συγγραφέας αν το πόνημά του (το αφήγημα, όπως το χαρακτηρίζει) διαθέτει κάποιο είδος θεατρικότητας. Μπορεί να είναι απολύτως ήσυχος ως προς αυτό. Αν με τον όρο εννοούμε την προσαρμογή του έργου του στις σκηνικές συνθήκες, το έργο είναι αληθινά γεμάτο θεατρικότητα -στην πραγματικότητα είναι η θεατρικότητα αυτή που επιβάλλεται ως το πιο ισχυρό επιχείρημα της βραδιάς, που απλώνεται γύρω από τις λέξεις και τα πράγματα, τον διάλογο και το σκηνικό και σαν το δίχτυ συγκρατεί το ιδιόμορφο και τρομακτικό υπόβαθρο. Τίποτα εξάλλου δεν είναι σήμερα περισσότερο θεμιτό για τη σκηνική πράξη από αυτό ακριβώς το αναπάντεχο συνταίριασμα της αφήγησης με τη σωματικότητα, της μυθιστορίας με το ύστερο κίνημα των προσώπων πάνω στη σκηνή.

 

Η ιθαγενής απόκλιση του παράλογου

 

Παραμένει, ωστόσο, μια επικίνδυνη περίπτωση το ανέβασμα του Θανάση Τριαρίδη. Για όσους προφταίνουν να παρακολουθούν την πορεία του τα τελευταία χρόνια (είναι πολυγραφότατος), πρόκειται για έναν από τους πιο ενδιαφέροντες και κρίσιμους, όπως πιστεύω, συγγραφείς της λογοτεχνίας μας. Και να που η μοίρα τα μοίρασε έτσι τώρα ώστε να συγκριθεί και με τους συγγραφείς του θεατρικού γένους. Και βλέπω σε αυτό μιαν ακολουθία, σαν η δική του στροφή να εντάχθηκε σε μια μακρά διαδρομή του ελληνικού θεάτρου και μέσα από αυτή τη διαδρομή να φωτίζεται από εσωτερικό φως.

 

Είναι η πορεία που στα γράμματά μας συνδέθηκε (και χρωματίστηκε) με την έννοια του παραλόγου, κοντά στο ξένο μεταπολεμικό κίνημα, αλλά που στα δικά μας κείμενα απέκτησε ιθαγενή απόκλιση. Η μεταφυσική φάρσα του θεάτρου απέκτησε σε εμάς έναν αποκαλυπτικό μυστικισμό, την παρουσία ενός υπερλογικού στοιχείου, που δίνει στα εγκόσμια άξαφνη βαθύτητα και εύρος φοβερό. Σαν κάτω από τον κόσμο να κινείται μια ποίηση που συνδέει μεταξύ τους ανόμοια, που λύνει τις αντιφάσεις, που δημιουργεί το μυστήριο και απλώνεται πέρα από τα άκρα του λόγου και της αίσθησης. Είναι ο κόσμος της Λυμπεράκη, του Ζιώγα, του Μάτεσι που τώρα μου φαίνεται πως με το έργο του Τριαρίδη απλώνεται παραπέρα.

 

Για όσους ίσως ανησυχούν με τα παραπάνω, μπορώ να εγγυηθώ ότι η παράσταση που σκηνοθετούν από κοινού η Πέμη Ζούνη και ο Κώστας Φιλίππογλου είναι σε θέση να κρατήσει το κοινό της καθηλωμένο. Παρ' όλο που μια τέτοια προσπάθεια υπάρχει κίνδυνος να μείνει στις εντυπώσεις, στην άμμο του βυθού που ξεσηκώνεται και γρήγορα κατακάθεται. Γνωρίζω ακόμη πως για πολλούς όσα επιχειρεί το έργο ακούγονται παλιά. Ο συμβολισμός, ο νεο-ρομαντισμός, η μεταφυσική ανατριχίλα, ακόμα και η αίσθηση του παραλόγου ή η πιντερική βωμολοχία είναι πια κορεσμένα. Για να μην αναφέρουμε το κεντρικό ζήτημα της Αγάπης στην εσχατιά της ανθρώπινης νόησης και ποίησης.

 

Γι’ αυτό πιστεύω ότι, όσο κι αν ακούγεται περίεργο, το έργο του Τριαρίδη δεν εντυπωσιάζει μόνο με το σημαντικό περιεχόμενό του αλλά και με ό,τι ο συγγραφέας υποδηλώνει: την τεχνική, τη δραματουργική ανέλιξη, το σασπένς, το μυστήριο και βέβαια με την αφορμή για δύο απαιτητικούς ρόλους που στηρίζονται, όχι στην ατομικότητα, αλλά στη δυαδικότητα, στον ετεροπροσδιορισμό, στην αντίφαση και τη συμπλήρωση. Στην ουσία πρόκειται για έναν και τον αυτό, δυϊκό και ομοούσιο ρόλο. Αυτό το παιχνίδι θεάτρου παίζουν έξοχα η Πέμη Ζούνη και ο Κώστας Φιλίππογλου, δίνοντας μια σπουδαία πλήρωση στο υπερβατικό σκηνικό του Μανόλη Παντελιδάκη.

 

Μια σημαντική βραδιά θεάτρου, ένα σημαντικό απόκτημα για το θέατρό μας.

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=24708