31/10/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Αγρια ένστικτα σε καιρούς απελπισίας

Λίγο πριν από την άνοδο του Χίτλερ έγραψε το προφητικό «Σλάντεκ» ο Εντεν φον Χόρβατ. Ο σκηνοθέτης το πλησίασε χωρίς να γίνει διδακτικός, γραφικός ή επικός. Σέβεται ακόμα και τους φασίστες. «Η ανθρωπότητα δεν έχει καταφέρει να απαντήσει στο πώς κοντρολάρεις την απελπισία σου χωρίς να κουρδίζεσαι στο μίσος», λέει.
      Pin It

Της Εφης Μαρίνου

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

O Δημήτρης Καραντζάς καταπιάνεται μ’ ένα από τα λιγότερο γνωστά έργα του Εντεν φον Χόρβατ, το «Σλάντεκ», εγκαινιάζοντας στις 6 Νοεμβρίου τον κύκλο των τριών βραδινών παραστάσεων που θα παρουσιαστούν φέτος στο Θέατρο Πόρτα με υπότιτλο «Κακά αγόρια σε έργα με περίεργα ονόματα». Eίναι ένα έργο που μιλάει για τα πιο άγρια ένστικτά μας, την ανάγκη ύπαρξης μιας ανώτερης δύναμης και την πραγματική αδυναμία του ανθρώπινου είδους να αντιδράσει σε μια κοινωνία απόλυτης αστάθειας και διάσπασης.

 

O Σλάντεκ, χωρίς μόρφωση και δουλειά, προσπαθεί να προσανατολιστεί μέσα στις κοινωνικές θύελλες του Μεσοπολέμου. Ανίκανος να οραματιστεί μια ειρηνική ζωή, εντάσσεται στους κόλπους του Μαύρου Στρατού, μιας σκληροπυρηνικής φασιστικής ομάδας που διαπαιδαγωγεί δολοφόνους για το «καλό της πατρίδας». Για να προσχωρήσει στις τάξεις του πρέπει να σκοτώσει τη μοναδική γυναίκα που αγαπά σαν μάνα και σαν ερωμένη.

 

Ενα πολιτικό υπαρξιακό δράμα που ο Χόρβατ έγραψε προφητικά το 1929, πριν ο ναζισμός αναρριχηθεί στην εξουσία. Ο ίδιος αναγκάστηκε τότε να αυτοεξοριστεί. Το «Σλάντεκ» παρουσιάζεται πρώτη φορά στην ελληνική σκηνή.

 

«Συγκλονιστικό κείμενο», λέει ο Δημήτρης Καραντζάς, «κι εγώ δεν πωρώνομαι με έργα. Ο συγγραφέας αναφέρεται στα χρόνια πριν από την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία και προβλέπει ακριβώς το μέλλον. Την ίδια θεματική έχει πραγματευτεί στο παρελθόν στη νουβέλα του «Ενα παιδί της εποχής μας». Είναι το παιδί που γεννήθηκε μέσα στις συνθήκες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, της εθνικής ταπείνωσης που δημιούργησε η ήττα. Ο Σλάντεκ νιώθει μια λυσσαλέα ανάγκη να ανήκει, να τοποθετήσει κάπου τον εαυτό του. Στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης όλες οι κατευθύνσεις ήταν τόσο αλληλοσυγκρουόμενες ώστε και ευεπίφορες στο να γεννηθούν καινούργιες ιδέες, που θα προσβλέπουν σε μια ανώτερη δύναμη ικανή να βάλει τέλος στην αστάθεια. Πίσω από τον Μαύρο Στρατό υπάρχει μια πολιτική αρχή αόρατη, που εγκρίνει και κατευθύνει τη δραστηριότητά του».

 

Στον αντίποδα των ιδεών και της πολιτικής σκέψης του Σλάντεκ κινείται ο αριστερός ειρηνιστής Φρανς, η φωνή του συγγραφέα. Στο τέλος θα δικαστεί και ο ίδιος για άρθρο του εναντίον του Μαύρου Στρατού. Ο δικαστής θέλει να του αποσπάσει ομολογία κομμουνιστή ή αντιρρησία συνείδησης ή ακόμα και τρομοκράτη.

 

«Και οι δυο τους οραματίζονται έναν άλλο κόσμο, πολύ «άλλο» όμως για τον καθένα. Ο συγγραφέας, ενώ πολεμά το φαινόμενο του φασισμού, κινεί με συμπόνια τα νήματα της σκέψης όλων των εμπλεκομένων. Μέσα από την ιστορία του ήρωα παρακολουθεί τη διαλεκτική σχέση ατόμου-συνόλου, το προτσές της σαπίλας της εξουσίας, μέχρι να αδειάσει τους πάντες. Γίνεται μια αντικειμενική παρουσίαση-παράθεση όλων των πλευρών, καθόλου καθοδηγητικά, αλλά ουσιαστικά «διδακτικά» πυροδοτώντας τον προβληματισμό γύρω από την έναρξη των φρικαλεοτήτων. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το πορτρέτο του Λοχαγού. Αν μπορέσεις να διαχειριστείς την απέχθεια προς ένα τέτοιο άτομο, τον λυπάσαι. Με το πρόσχημα του συναισθηματικά φορτισμένου πατριωτισμού, της εθνικής περηφάνιας, η προσωπική φιλοδοξία τον κάνει σφαγέα».

 

Το έργο έχει επικίνδυνα ενδιαφέρουσες αντιστοιχίες με το ελληνικό σήμερα.

 

«Νιώθουμε την αστάθεια, την αβεβαιότητα και την απελπισία εκείνης της εποχής. Την αγωνία να υπάρξουμε με κάποιο τρόπο. Το έργο σ’ αυτό αναφέρεται. Πώς τέτοιες στιγμές να μη στραφείς στη βία, αυτήν τη βάρβαρη εν δυνάμει ψυχή που μπορεί να ξυπνήσει στον οποιονδήποτε; Πώς να μείνεις αλώβητος και αυτόνομος μέσα στη βαθιά κρίση; Πώς κοντρολάρεις την απελπισία για ό,τι σου παίρνουν, πώς δεν κουρδίζεσαι ανεξέλεγκτα στο μίσος; Η ανθρωπότητα μέχρι τώρα δεν κατάφερε να δώσει απάντηση», λέει ο Δημήτρης Καραντζάς.

 

Οι τόποι δράσης του έργου ποικίλλουν. Δρόμοι, σπίτια, αρχηγεία, δικαστήρια. Ο σκηνοθέτης επέλεξε ξανά μια ήσυχη φόρμα.

 

«Πώς αγγίζεις ένα τόσο καυτό θέμα χωρίς να κουνάς το δάχτυλο, χωρίς να γίνεις γραφικός ή επικός; Δεν είμαι λάτρης της σκηνογραφίας ως γνωστόν, τώρα μάλλον το παράκανα… Επτά ηθοποιοί και επτά καρέκλες. Αυτό το θερμό υλικό εκδηλώνεται από τον ήχο της φωνής, τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά. Οι κινήσεις ελάχιστες, λες και είναι αγκυλωμένοι, καθηλωμένοι. Σαν να παρακολουθείς την ψυχική διαδρομή ακόμα και εκείνων των ίδιων των αφηγητών της ιστορίας, τη δυσκολία τους να μπουν στη συνθήκη των γεγονότων. Αντιμετώπισα τον Λοχαγό ως συλλογικό πρόσωπο, προϊόν συλλογικής μνήμης και μοίρας. Σαν να κυλάει ο λόγος και η ενέργειά του με πολύ μαλακό τρόπο στο στόμα όλων των ηθοποιών. Την ίδια λογική ακολουθεί και η μουσική, που επανέρχεται σαν μνήμη ενός πολύ γνώριμου εμβατηριακού ήχου. Τα κοστούμια είναι ομοιόμορφα και απλά, μ’ ένα χαρακτηριστικό στοιχείο».

 

INFO: Θέατρο Πόρτα (Μεσογείων 59 Τηλ.: 210-7711333) Μετάφραση: Θεοδώρα Καπράλου. Ηχητική δραματουργία – Μουσική κειμένου: Δημήτρης Καμαρωτός. Σκηνικά–κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη. Κίνηση: Σταυρούλα Σιάμου. Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου. Ερμηνεύουν: Αντώνης Αντωνόπουλος, Μαρία Κεχαγιόγλου, Γιάννης Κλίνης, Αρης Μπαλής, Μιχάλης Οικονόμου, Αργύρης Πανταζάρας, Αινείας Τσαμάτης.

 

[email protected]

 

Scroll to top