Pin It

Διάβασα τη Δευτέρα στην «Εφ.Συν.» τη συνταρακτική επιστολή του αναγνώστη μας Παναγιώτη Κολέλη, που έμεινε εγκλωβισμένος σε υπόγειο γκαράζ σουπερμάρκετ, μαζί με ακόμα έξι άτομα, την Παρασκευή το απόγευμα, τις ώρες της μεγάλης πλημμύρας. Συγκλονίζει περιγράφοντας την αγωνία τους καθώς έβλεπαν το νερό να τους σκεπάζει, την αδιαφορία των υπευθύνων, αλλά και του κράτους που αφήνει ανυπεράσπιστους τους πολίτες, αθύρματα στη θεομηνία, αφού τα δημόσια έργα αποδεικνύονται σχεδόν πάντα ανεπαρκή. Οταν η πενηντάχρονη μητέρα του παρασύρθηκε από τον χείμαρρο, ένας άγνωστός τους γυμναστής βούτηξε με αυτοθυσία στην υγρή κόλαση, κατορθώνοντας να την εντοπίσει ανάμεσα στα επιπλέοντα αυτοκίνητα και να τη βγάλει ζωντανή.

 

Ιδού η αποκρυστάλλωση της τραγικής εμπειρίας του επιστολογράφου: «Μόνο ένα πράγμα κρατάω: την αλληλεγγύη. Αυτό πρέπει να το βάλουμε καλά όλοι μέσα στο κεφάλι μας. Δεν θυμάμαι ποιος το έχει πει, αλλά η “αλληλεξάρτηση είναι μεγαλύτερη δύναμη από την ανεξαρτησία”» σημειώνει. Σας προτρέπω να αναγνώσετε το γράμμα. Αποκαλύπτει το μεγαλείο της λαϊκής ψυχής. Θα μου επιτρέψεις, ωστόσο, αγαπητέ Παναγιώτη, να διαφωνήσω μαζί σου σε ένα καθοριστικό σημείο. Γράφεις πως η πολιτεία έχει προνοήσει για υποδομές «μόνο στις πλούσιες περιοχές, αυτές των τηλεοπτικών αστέρων και των πολιτικών δημαγωγών. Οι υπόλοιποι, οι φτωχοί, οι μεροκαματιάρηδες πάνε στον διάολο». Πλανάσαι πλάνην οικτρά.

 

Νοσεί το ελληνικό Δημόσιο τόσο βαριά ώστε αφήνει εξίσου απροστάτευτες και τις Εκάλες, τις Κηφισιές, τα Ψυχικά, τις Γλυφάδες και τις Βουλιαγμένες. Του λόγου το αληθές επιβεβαίωσε μια σπαραξικάρδια γραφή που μου έφερε ένας λαχανιασμένος ταχυδρόμος. Τη δημοσιεύω με τις απαραίτητες περικοπές. «Λατρευτέ μου Μετέωρε, ονομάζομαι Αντώνιος Σαμαράς και παριστάνω τον πρωθυπουργό μιας καθημαγμένης χώρας. Εργάζομαι πυρετωδώς τριάντα τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, όπως έχει αποκαλύψει η δοκησίσοφος Σοφί, ήτις τυγχάνει εκπρόσωπός μου. Περιέργως την περασμένη Παρασκευή το πρόγραμμά μου ήταν χαλαρό κι έτσι, μαζί με τον αδελφικό φίλο Ευάγγελο Βενιζέλο, επισκέφθηκα γνωστό πολυκατάστημα των Βορείων Προαστίων.

 

Ηλιόλουστο ήταν το μεσημέρι. Τίποτα δεν προμήνυε τον εφιάλτη που θα ακολουθούσε. Μας συνόδευαν οι μητέρες μας, Κούλα -εκ του Πασοκούλα- και Νουδούλα. Καίτοι μόλις σαράντα ετών φαντάζουν άκρως καταβεβλημένες εξαιτίας του εκλύτου βίου τους. Επέμεναν να αγοράσουν κουρτίνες από χοντρή λινάτσα για να κρύψουν τις πομπές μας. Εμείς αναζητούσαμε επί ματαίω την έξοδο από τα μνημόνια σε τιμή ευκαιρίας, ώσπου άρχισε ο κατακλυσμός. Είδαμε το ρέμα να παρασέρνει τις μανάδες μας. Τις ανέσυραν οι βαρόνοι των μίντια, τα παπαγαλάκια της τιβί και τα ποικιλώνυμα συμφέροντα. Απέμειναν σκιές του εαυτού τους· η Κούλα μόλις 3% και η δική μου σκάρτα 20%». Βροχερή αναμένεται και η σήμερον.

 

Μετέωρος [email protected]

 

Scroll to top