- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Η δημοκρατία σε δοκιμασία

16/02/13 ART,Αρχείο Άρθρων

ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ   Επιμέλεια: Μισέλ Φάις

 

Του Θανάση Γιαλκέτση

 

[1]MARCEL GAUCHET Η άνοδος της δημοκρατίας ΙΙΙ

Η δημοκρατία υπό τη δοκιμασία των ολοκληρωτισμών, 1914-1974

Μετάφραση: Αλέξανδρος Κιουπκιολής Εκδόσεις Πόλις σελ. 638

 

Οι ιστορικοί ασχολούνται συνήθως με την ιστορία των γεγονότων, ενώ οι φιλόσοφοι ενδιαφέρονται περισσότερο για την ιστορία των ιδεών. Στο σπουδαίο έργο του «Η άνοδος της δημοκρατίας», ο Γάλλος φιλόσοφος Μαρσέλ Γκοσέ προσπαθεί να συναρθρώσει αυτές τις δύο διαστάσεις της έρευνας, καθώς επιδιώκει να συνδυάσει την ιστορία της δημοκρατίας με την ιστορία της δημοκρατικής σκέψης. Κατορθώνει έτσι να φωτίσει πλευρές του δημοκρατικού φαινομένου που οι αμιγώς ιστοριογραφικές ή φιλοσοφικές προσεγγίσεις δεν μπορούν να συλλάβουν. Σε αυτόν τον τρίτο τόμο του έργου του, ο Γκοσέ προτείνει μια σφαιρική φιλοσοφική ερμηνεία του «σύντομου» εικοστού αιώνα και αναλύει τους μετασχηματισμούς της δημοκρατίας που προέκυψαν ως απάντηση στην πρόκληση των ολοκληρωτισμών. Θυμίζουμε ότι οι δύο πρώτοι τόμοι κυκλοφόρησαν σε επίτομη έκδοση το 2009 από τις εκδόσεις «Πόλις». Ο πρώτος, με τίτλο «Η επανάσταση των νεότερων χρόνων», καλύπτει την περίοδο από το 1500 ώς το 1880. Ο δεύτερος, με τίτλο «Η κρίση του φιλελευθερισμού», αναφέρεται στην περίοδο 1880-1914. Η άνοδος της δημοκρατίας τοποθετείται έτσι σε μια ιστορική προοπτική, η οποία μας επιτρέπει να κατανοήσουμε ότι η σύγχρονη αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι η κατάληξη μιας μακράς ιστορικής διαδικασίας που σηματοδοτεί την έξοδο από τη θρησκεία. Σήμερα κατανοούμε τη θρησκεία σαν μια πίστη, λησμονώντας ότι, ιστορικά, αυτή υπήρξε πρώτα απ’ όλα μια μορφή οργάνωσης της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Η νεωτερικότητα χαρακτηρίζεται από τη βαθμιαία εγκατάλειψη εκείνου του καθεστώτος ετερονομίας στο οποίο η θρησκεία καθόριζε και διαμόρφωνε την πολιτική και από τη μετάβαση σε μια αυτόνομη κοινωνία, στην οποία αποδεσμεύεται και αναπτύσσεται η δημοκρατική δυναμική. Στον 19ο και τον 20ό αιώνα, χάρη στην εμφάνιση των αντιπροσωπευτικών θεσμών, της ισότητας μεταξύ των προσώπων και του ατομικισμού, η δημοκρατική μορφή αντικατέστησε τη θρησκευτική οργάνωση της κοινωνίας. Η εξουσία της μοναρχίας και της αριστοκρατίας, οι πελώριες ανισότητες, η αυθεντία της παράδοσης που καθήλωνε την κοινωνική εξέλιξη, το πρωτείο της συλλογικότητας σε σχέση με το άτομο ήταν όλα τους στοιχεία που χαρακτήριζαν τη θρησκευτική οργάνωση της κοινωνίας, τα οποία οι δημοκρατίες βαθμιαία εξάλειψαν ή περιόρισαν. Η δημοκρατία στην οποία ζούμε σήμερα γεννήθηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ακριβώς ως αντίδραση στην τρομερή εμπειρία των ολοκληρωτισμών.

 

Ο Γκοσέ ερμηνεύει τους ολοκληρωτισμούς του εικοστού αιώνα ως απόπειρες αναδημιουργίας –με τα μέσα της μαζικής πολιτικής και στο πλαίσιο της εκκοσμίκευσης- της προηγούμενης θρησκευτικής μορφής της κοινωνίας. Ο φασισμός, ο ναζισμός και ο κομμουνισμός είναι κοσμικές θρησκείες, με την έννοια ότι, παρόλο που παρουσιάζονται ως αντιθρησκευτικά κινήματα, διαθέτουν μια έντονα θρησκευτική διάσταση. Οι ολοκληρωτικές ιδεολογίες έπαιζαν ένα ρόλο παρόμοιο με εκείνον που έπαιζαν οι θρησκείες στις κοινωνίες του παρελθόντος, καθώς επιδίωκαν να καλύψουν κάθε πεδίο της πραγματικότητας και να δώσουν ένα νόημα σε όλα. Η ολοκληρωτική εξουσία ενσαρκώνεται πάντοτε από ένα πρόσωπο (ο Χίτλερ, ο Στάλιν, ο Μουσολίνι), επανεπινοώντας έτσι την ιερή εξουσία που διέθετε ο μονάρχης. Με το ολοκληρωτικό κόμμα, την ιδεολογία και τη μορφή του ηγέτη, ο ολοκληρωτισμός προσπαθεί να αναδημιουργήσει κάτι που μοιάζει με την οργανική κοινότητα του παρελθόντος. Οι ολοκληρωτισμοί θέλουν να υπερβούν τις συγκρούσεις και τις διαιρέσεις που σπαράσσουν τη φιλελεύθερη αστική κοινωνία. Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Ο φασιστικός και ναζιστικός εθνικισμός εισηγείται την επιστροφή στο παρελθόν. Στον αντίποδα, το κομμουνιστικό σχέδιο στρέφεται προς το μέλλον, προς την κατάργηση των ταξικών διαιρέσεων και της διαίρεσης μεταξύ κράτους και κοινωνίας. Αυτά τα σχέδια είναι ανταγωνιστικά, αλλά καταλήγουν να γεννούν καθεστώτα με παρόμοια χαρακτηριστικά. Και στις δύο περιπτώσεις το ζητούμενο είναι να επανεδραιωθεί η οργανική ενότητα των συνιστωσών της κοινωνίας, καθώς και η ενότητα των πνευμάτων γύρω από μια κοινή σκέψη, στον αντίποδα της αναρχίας των φιλελεύθερων κοινωνιών όπου ο καθένας υποστηρίζει τη δική του γνώμη. Σε αντίθεση με τον κομμουνισμό, ο δημοκρατικός σοσιαλισμός δεν βρήκε βέβαια εναλλακτική λύση πέρα από τον καπιταλισμό, αλλά συνέβαλε αποφασιστικά στη σταθεροποίηση της δημοκρατίας. Οι δημοκρατίες που γεννήθηκαν μετά τον πόλεμο κατόρθωσαν να εγγυηθούν μια ουσιαστική πρόοδο σε σχέση με τα παλιά φιλελεύθερα καθεστώτα. Από την τυπική και αφηρημένη δημοκρατία των αρχών του εικοστού αιώνα περάσαμε έτσι σε μια δημοκρατία με πιο συγκεκριμένα κοινωνικά περιεχόμενα. Αυτό το μοντέλο, που άρχισε να δείχνει τα πρώτα σημάδια κάμψης στη δεκαετία του 1970, βρίσκεται σήμερα σε κρίση. Ενώ η περίοδος του ολοκληρωτισμού σημαδεύτηκε από μια υπερπολιτικοποίηση της συλλογικής ζωής, η δημοκρατία καλείται σήμερα να αντιμετωπίσει μια πρωτόγνωρη απειλή: τη ριζική αποπολιτικοποίηση.

 

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=27552