- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Αρχαίο δράμα τσέπης

04/03/13 ART,Αρχείο Άρθρων

«Βάκχες», Θέατρο Νέου Κόσμου – Κάτω χώρος

 

Ο Εκτορας Λυγίζος μάς εξέπληξε ευχάριστα με μια παράσταση που πετύχαινε τη βαθιά ερμηνεία του κλασικού κειμένου, αλλά και την τελετουργική του διάσταση. Kι αυτό μέσα από την ελαφράδα του παιχνιδιού μιας ομάδας νέων, που φτιάχνουν θέατρο από το τίποτα και το πουθενά

 

Του Γρηγόρη Ιωαννίδη

 

[1]Οι «Βάκχες» του Εκτορα Λυγίζου στο Θέατρο του Νέου Κόσμου υπήρξαν μία από τις πιο ευχάριστες διαπιστώσεις της φετινής χρονιάς, και μάλιστα για ακόμη πιο ευχάριστους λόγους. Παρά το μικρό τους μέγεθος και την εμφανή ανεπάρκειά τους σε μέσα, είχαν τη δύναμη να αποδείξουν πως το αρχαίο δράμα μπορεί να αποτελέσει -ακόμη- το εργαστήριο ενός σκηνοθέτη και μιας ομάδας για την ουσιαστική τους εμβάθυνση στον χώρο του θεάτρου. Μπορεί –σήμερα- να γίνει πεδίο αναζήτησης και προβληματισμού. Και μπορεί –ακόμη και σήμερα- να ελκύσει το νεανικό ακροατήριο, ως μέρος της αισθητικής του, μέρος της άποψής του για την τέχνη και τον κόσμο.

 

Το ότι ο Λυγίζος καταφέρνει να μετατρέψει τον κάτω χώρο του Νέου Κόσμου σε τόπο συγκέντρωσης είναι από μόνο του σημαντικό. Γίνεται σημαντικότερο, αν αναλογιστούμε ότι το πετυχαίνει αυτό αξιοποιώντας τις κατακτήσεις του εννοιολογικού θεάτρου, προτείνοντας μέσω αυτού μια «βαριά» –και εξίσου βαθιά- ερμηνεία του κλασικού κειμένου.

 

Εδώ βρίσκεται το μέλλον

 

Αναρωτιέται κανείς αν κάπου εδώ βρίσκεται το μέλλον του αρχαίου δράματος στη χώρα μας. Ισως μαζί με μια εποχή που τελειώνει, ολοκληρώνεται και η κλίμακα με την οποία είχαμε συνηθίσει να μετρούμε και να αξιολογούμε τα πράγματα. Η κίνηση αναβίωσης του αρχαίου δράματος στη χώρα μας κινήθηκε τα τελευταία χρόνια σε μια σταθερή αποκλιμάκωση από τα μεγέθη των παλιών εγχειρημάτων –που ζητούσαν εκτός από ένα μεγάλο όραμα, έναν μεγάλο χώρο, μεγάλες ερμηνείες και εν τέλει μια μεγάλη αξίωση της όλης προσπάθειας– σε ολοένα και μικρότερες και πιο συμπυκνωμένες προσπάθειες. Το ζητούμενο εδώ δεν είναι η σε σμίκρυνση απόδοση του αρχαίου λόγου –μέσω ενός κλειστού χώρου ή μιας πλάγιας διασκευής- αλλά, κυρίως, η μετουσίωσή του σε δράμα δωματίου και –στην περίπτωση του Νέου Κόσμου- σε θέατρο τσέπης. Οχι για να γίνουν τα πράγματα πιο μικρά. Για να γίνουν πιο κοντινά μας.

 

Η απόδοση του Λυγίζου στηρίζεται σε δύο άξονες, στενά συμπλεκόμενους και μεταξύ τους υποστηριζόμενους. Ο πρώτος άξονας αφορά τη φόρμα, ανήκει, όπως θα λέγαμε, στη διευθέτηση του υλικού. Ο δεύτερος έχει να κάνει με το περιεχόμενο, την ερμηνεία του ίδιου του κειμένου, και με το τρομερό ζήτημα της βακχείας του. Ο πρώτος έχει να κάνει με την εγγύτητα (και αντίστοιχα με την απομάκρυνση) του ηθοποιού από το ακροατήριο. Ο δεύτερος με τον άξονα της ατομικότητας και τη διάλυσή της, ακολουθώντας τον παλιό νιτσεϊκό αντίλογο στη ρητορεία του Διαφωτισμού.

 

Ωστόσο, το πλέον ίσως εντυπωσιακό στοιχείο στην παράσταση του Λυγίζου είναι το πόσο αυτή εμμένει στο αρχαίο τυπικό, τουλάχιστον στο μέρος που αφορά την ουσία του, τον τελεστικό και κοινωνικό χαρακτήρα του. Οι τρεις άνδρες ηθοποιοί της ομάδας Grasshoper (αν και θα πρέπει να θυμόμαστε πως στο σύγχρονο θέατρο το φύλο του ηθοποιού είναι παρασημαντική μόνο διαπίστωση ως προς το φύλο του σκηνικού προσώπου) ερμηνεύουν όλους τους ρόλους, χωρίς φροντιστήριο ή κάποιο σκηνικό εφέ, με μόνο προσωπείο το κωδικοποιημένο στιλιζάρισμα της έκφρασής τους, τη διογκωμένη «χειρονομία» που περιλαμβάνει και αντιμετωπίζει ενιαία τη λέξη και το σώμα, τον ήχο και το νόημα, με τον τρόπο του παιδικού παιχνιδιού. Τα χορικά απομακρύνονται ή μάλλον απομακρύνεται η διάκρισή τους από την αφήγηση – είναι το ίδιο το κείμενο που μετατρέπεται σε χορική τέλεση του αρχαίου τυπικού.

 

Είναι προφανές πως σε αυτό το θέατρο δεν υπάρχει σκοτεινή γωνιά, όλα τα μυστικά παριστάνονται εδώ φανερά και απροκάλυπτα. Γι' αυτό οι ηθοποιοί ανεβάζουν τις «Βάκχες» χωρίς υπόκριση ή υποκρισία, σαν παιχνίδι που στην εξέλιξή του θα ανακαλύψουμε (αν ανακαλύψουμε ποτέ) τους όρους με τους οποίους παίζεται.

 

Ολα είναι εξαιρετικά κοντά, οικεία και χειροπιαστά. Κι όμως σε αυτή την απλούστατη βάση χτίζεται σταδιακά, κι ενώπιόν μας, η ενσωμάτωση του ηθοποιού σε ένα τελετουργικό που αποδομεί την ατομικότητα, διαλύει τον ιστό της προσωπικότητας και παραδίδει τον άνθρωπο στην αήθη, εδεμική κι άλογη αγριάδα της βακχείας. Καθώς το παραπέτασμα του θεάτρου υποχωρεί και ο ηθοποιός μεταφέρεται στο βάθος της σκηνής, συντελείται το ζήτημα της απόμακρης αλλά παρούσας διάλυσής του.

 

Πρόκειται, με άλλα λόγια, για παράσταση που αντιμετωπίζει το αρχαίο κείμενο με την τελετουργική του διάσταση, αντίστοιχα με τη μέθοδο του Τερζόπουλου και του Ρέτσου. Η διαφορά εδώ είναι πως διατηρούνται (άγνωστο πώς) η ελαφράδα του παιχνιδιού, η γοητεία μιας ομάδας νέων που φτιάχνουν θέατρο από το τίποτα και το πουθενά, η χαρά της μεταμόρφωσης που θυμίζει σε κάποιους τη μακρινή βακχεία ενός Διόνυσου και τον μακρινό της αντίλαλο.

 

Τα τρία μέλη της ομάδας, Δημήτρης Μοθωναίος, Αρης Μπαλής και Εκτορας Λυγίζος, δημιουργούν με την παρουσία τους ένα υλικό, μια ουσία, μια ύπαρξη που διαχέεται από τον ένα στον άλλο, που αποσυντίθεται και ανασυντίθεται σε κοινό σώμα, που σπαράσσεται και γεννιέται σε κάθε παράσταση. Μην υποτιμάτε λοιπόν τον υπόγειο χώρο του θεάτρου, τον μικρό και μέγα. Εκεί συντελείται ακόμη και σήμερα το μυστήριο.

 

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=28425