- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Η άνοδος και η πτώση της Δημοκρατικής Αριστεράς

28/06/13 ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ «κληρονόμησε» εκλογικά το μεγαλύτερο τμήμα των λαϊκών-εργατικών στρωμάτων, που μετά τη δικτατορία ακολούθησαν το ΠΑΣΟΚ, η ΔΗΜΑΡ προσέλκυσε τα ανώτερα-μεσαία στρώματα αυτής της ιστορικής κοινωνικής συμμαχίας, τα οποία λόγω της ταξικής πόλωσης που επέφερε η οικονομική κρίση συντηρητικοποιήθηκαν πολιτικά

 

Ανάλυση του Γιάννη Μαυρή *

 

10 [1]

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η κυβερνητική κρίση που εκδηλώθηκε με αφορμή την ΕΡΤ οδήγησε στην αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ και σε άδοξο τέλος την τρικομματική κυβέρνηση συνεργασίας. Η εξέλιξη αυτή φέρνει στην επικαιρότητα το ερώτημα σχετικά με τις προοπτικές του χώρου της Κεντροαριστεράς. Αυτό το φάσμα του κομματικού εκκρεμούς εκπροσωπήθηκε στις εκλογές του 2012, κατά βάση, από δύο κομματικούς σχηματισμούς, το υπολειμματικό ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ, που το ιδεολογικό και πολιτικό τους στίγμα αλληλεπικαλύπτεται σε πολύ μεγάλο βαθμό. Οι δύο κομματικοί σχηματισμοί συγκέντρωσαν αθροιστικά στις εκλογές του Ιουνίου 18,5%, πάνω από 1 εκατ. (1.141.000) ψήφους. Αποτέλεσαν έτσι ένα ισχυρό ανάχωμα στην ορμητική άνοδο της Αριστεράς, το οποίο σήμερα έχει αποσταθεροποιηθεί.

 

Στα τρίχρονα της ΔΗΜΑΡ

 

11 [2]Την Κυριακή 27 Ιουνίου 2010, η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη, στην οποία συμμετείχαν οι σύνεδροι που αποχώρησαν από τις διαδικασίες του 6ου Συνεδρίου του ΣΥΝ και ορισμένες μικρές ομάδες του χώρου της ανανεωτικής Αριστεράς, συνολικά 520 αντιπρόσωποι από ολόκληρη τη χώρα, ίδρυσαν το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς. Το ιδεολογικό στίγμα του νέου φορέα κωδικοποιήθηκε στο τετράπτυχο: «δημοκρατικός σοσιαλισμός – αριστερός ευρωπαϊσμός – μεταρρυθμιστική στρατηγική – οικολογική εγρήγορση».

 

Στον πρώτο ενάμιση χρόνο ζωής της και μέχρι τη στιγμή κατάρρευσης του ΠΑΣΟΚ και του Γ. Παπανδρέου (11/2011), η ΔΗΜΑΡ παρέμενε μια μικρή, μάλλον περιθωριακή δύναμη, καταγράφοντας ποσοστά εκλογικής επιρροής που δεν υπερέβαιναν το 3% (γράφημα 1).

 

Η αποπομπή του Γ. Παπανδρέου μετέτρεψε την εντεινόμενη κοινωνική και πολιτική αποδόμηση του ΠΑΣΟΚ σε ανοιχτή κρίση εκπροσώπησης, βυθίζοντας (δημοσκοπικά) στα τάρταρα την επιρροή τού τότε κυβερνώντος κόμματος (8%, μέτρηση της Public Issue, Φεβρουάριος 2012) και, αντιστρόφως, εκτινάσσοντας την επιρροή της ΔΗΜΑΡ, σε δυσθεώρητα –για τα δεδομένα και τις δυνατότητες του συγκεκριμένου πολιτικού μορφώματος- ύψη. Στην ίδια μέτρηση θα καταγραφεί το μέγιστο ποσοστό επιρροής της ΔΗΜΑΡ, 18%, που εμφανίστηκε ποτέ μέχρι σήμερα, στα τρία χρόνια ζωής της (γράφημα 1).

 

Η ΔΗΜΑΡ και το ΠΑΣΟΚ υπήρξαν εξαρχής συγκοινωνούντα δοχεία, αλλά την άνοιξη του 2012 η ΔΗΜΑΡ δεν διέθετε τις πολιτικές, ιδεολογικές και οργανωτικές προϋποθέσεις για να απορροφήσει και να συγκρατήσει την αχανή μάζα των ψηφοφόρων του ιστορικού ΠΑΣΟΚ, που εγκατέλειπαν τώρα βίαια το κόμμα τους. Για αυτό και εκείνη η εκλογική της επίδοση διατηρήθηκε μόλις για ένα μήνα. Ηδη από τον Απρίλιο του 2012, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Η αποχώρηση του ΓΑΠ και η διαδοχή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ αντέστρεψαν, προσωρινά όπως αποδείχτηκε, την τάση υπέρ του και εις βάρος της ΔΗΜΑΡ. Είχε έρθει η ώρα του ΣΥΡΙΖΑ. Διαγράφοντας μια τυπική τροχιά ενός διάττοντος κόμματος (flash party), η ΔΗΜΑΡ θα συγκρατήσει και θα παγιώσει ένα μήνα μετά, στις εκλογές του Μαΐου, μια αρκετά μικρότερη εκλογική επιρροή.

 

Η εκλογική βάση της ΔΗΜΑΡ υπήρξε, εξαρχής, περισσότερο «ΠΑΣΟΚογενής». Εξι στους δέκα ψηφοφόρους (60%) της ΔΗΜΑΡ, τον Μάιο του 2012, προέρχονταν από το ΠΑΣΟΚ (είχαν ψηφίσει ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 2009) και μόλις 14% (1 στους 7) από τον παλαιό ΣΥΡΙΖΑ.

 

Εκλογική γεωγραφία

 

10-1 [3]

Η ΔΗΜΑΡ συγκέντρωσε τον Μάιο ποσοστό 6,1% (386.000 ψήφους), επιρροή την οποία διατήρησε και τον Ιούνιο, μάλιστα ελαφρώς αυξημένη λόγω της μεγαλύτερης αποχής (6,3% – 385.000 ψήφοι), παρά την πρωτοφανή πόλωση που αναπτύχθηκε. Στις προεκλογικές δημοσκοπήσεις, η δύναμή της καταγραφόταν υψηλότερη, στοιχείο που δεν επιβεβαιώθηκε στην κάλπη. Ενα ποσοστό δυνητικών ψηφοφόρων της (όπως και του ΠΑΣΟΚ), προτίμησε, τελικά, να ψηφίσει τη Νέα Δημοκρατία, για να αποφευχθεί η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ («ψήφος τακτικής»).

 

Η κατανομή της ψήφου της υπήρξε ιδιαίτερα ομοιόμορφη γεωγραφικά (με εξαίρεση τη Ροδόπη) και περίπου στα 2/3 των νομών της χώρας κυμάνθηκε, τον Ιούνιο, σε ποσοστά 5-7,9%. Η κλιμάκωση της επιρροής της -αστικές περιοχές 7%, ημιαστικές 6%, αγροτικές 5%- είναι επίσης χαρακτηριστική του βαθμού ομοιογένειάς της. Παρατηρήθηκαν, ωστόσο, και κάποιες ιδιομορφίες.

 

Τον Μάιο, το κόμμα κατέγραψε το υψηλότερο ποσοστό του στην Κρήτη (7,9%), ενώ τον Ιούνιο στην Αν. Μακεδονία-Θράκη (7,2%) για εντελώς διαφορετικό λόγο. Στις δεύτερες εκλογές, έλαβε στη Ροδόπη 17,4% (έναντι 3,9% τον Μάιο), λόγω της μαζικής μεταστροφής μερίδας της μουσουλμανικής μειονότητας του νομού, που ένα μήνα πριν είχε ψηφίσει μαζικά υπέρ του κόμματος της κ. Μπακογιάννη (ΔΗΣΥ, 17,9%). Σε έξι αμιγώς μειονοτικούς δήμους της Ροδόπης (Φιλύρας, Αρριανών, Οργάνης, Σώστου, Αμαξάδων και Κέχρου) συγκέντρωσε ποσοστά μεταξύ 35% και 42%.

 

Η κληρονομιά του ΠΑΣΟΚ

 

Με εξαίρεση τη Ροδόπη, η εκλογική επίδοση του κόμματος κρίνεται μάλλον καχεκτική. Μόνον σε 7 νομούς ξεπέρασε το 7% (Ηράκλειο, Χίος, Β’ Αθηνών, Κυκλάδες, Β’ Θεσσαλονίκης, Α’ Αθηνών, Τρίκαλα). Αντιθέτως σε 19/56 περιφέρειες βρέθηκε κάτω από 5%, με χαμηλότερο ποσοστό στη Λακωνία (3,7%). Στο σύνολο των 1.034 Καποδιστριακών δήμων της χώρας συγκέντρωσε ποσοστά πάνω από 10% (εκτός των μουσουλμανικών), σε μόλις 19. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται αρκετοί νησιωτικοί δήμοι των Κυκλάδων και ταξιδιωτικοί προορισμοί της άγονης γραμμής: Οία (31,4%), Σχοινούσα (15,4%) Αλόννησος (10,5%) και Ανάφη (10,3%).

 

Στις τέσσερις εκλογικές περιφέρειες της πρωτεύουσας (Α’, Β’ Αθηνών–Πειραιώς), όπου συγκέντρωσε (μόνο) το 30% της εκλογικής της δύναμης (περίπου 116.000 ψήφους), η γεωγραφική κλιμάκωση είναι περισσότερο αποκαλυπτική (γράφημα 2).

 

Η ΔΗΜΑΡ παρουσίασε μεγαλύτερες ομοιότητες με την εκλογική γεωγραφία της συντηρητικής παράταξης. Η υψηλότερη επιρροή της (9-10%) εντοπίσθηκε στα ανώτερα και μεσαία στρώματα της βορειοανατολικής ζώνης.

 

Σε καλύτερες περιοχές της αναδείχτηκαν τα Βριλήσσια (10,2%), η Πεύκη (9,8%), ο Χολαργός (9,4%), η Νέα Σμύρνη (9,4%) και το Χαλάνδρι (9,3%). Αντιθέτως, στα δυτικά εργατικά και λαϊκά προάστια συγκέντρωσε ποσοστά (5-7%), κάτω από τον μέσο όρο της επιρροής της στην πρωτεύουσα. Στις χειρότερες περιοχές της συγκαταλέγονται το Πέραμα (4,9%), η Αγ. Βαρβάρα (5,1%), το Καματερό (5,3%), ο Ρέντης (5,5%) και η Δραπετσώνα (5,7%). Ταυτόχρονα όμως η Εκάλη (4,3%) και η Βουλιαγμένη (5,7%). Αντίστοιχη κλιμάκωση υφίσταται και στο εσωτερικό του μεγαλύτερου δήμου του συγκροτήματος της πρωτεύουσας, του Δήμου Αθηναίων, μεταξύ ανατολικών (μικροαστικών) και δυτικών (εργατικών-λαϊκών) συνοικιών.

 

Οι προηγούμενες παρατηρήσεις φέρνουν στην επιφάνεια ένα άλλο ζήτημα. Μετά την κατάρρευση του μεταπολιτευτικού ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΔΗΜΑΡ ανέλαβαν να εκπροσωπήσουν εκλογικά το μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνικής συμμαχίας («της Αλλαγής»), που εξέφρασε στη Μεταπολίτευση το ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, μεταξύ των δύο πολιτικών «διαδόχων» εμφανίστηκε ένα βαθύτατο κοινωνικό ρήγμα. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ «κληρονόμησε» εκλογικά το μεγαλύτερο τμήμα των λαϊκών-εργατικών στρωμάτων, που μετά τη δικτατορία ακολούθησαν το ΠΑΣΟΚ (και δευτερευόντως το ΚΚΕ), η ΔΗΜΑΡ προσέλκυσε, αντιθέτως, τα ανώτερα-μεσαία στρώματα αυτής της ιστορικής κοινωνικής συμμαχίας, τα οποία λόγω της ταξικής πόλωσης που επέφερε η οικονομική κρίση τείνουν προς τους «από πάνω» και συντηρητικοποιήθηκαν πολιτικά.

 

Από το φθινόπωρο του 2012 και μέχρι τη φετινή άνοιξη, η ΔΗΜΑΡ είχε κατορθώσει, σε γενικές γραμμές, να διατηρήσει την επιρροή που απέσπασε στις εκλογές (6,3%). Τον Ιανουάριο, μάλιστα, ωφελούμενη από το γενικότερο πολιτικό κλίμα, προσέγγισε το ανώτερο σημείο μετεκλογικής επιρροής της (7%). Ηδη όμως από το φθινόπωρο του 2012, η εικόνα του κόμματος εμφάνισε αρνητικό ισοζύγιο, ενώ, παράλληλα, είχε αρχίσει να καταγράφεται και η αποδυνάμωση της εικόνας του Φώτη Κουβέλη.

 

Η εκλογική αποδυνάμωση

 

10-2 [4]

Η δεύτερη πέρασε πλέον σε αρνητικό ισοζύγιο θετικών κρίσεων από τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους. Στον χρόνο που κύλησε από τις εκλογές, οι απώλειές της εντοπίζονται, ηλικιακά, κυρίως στους νέους 18-24 ετών (-7%) και κοινωνικά στους μισθωτούς του δημόσιου τομέα, όπου η επιρροή της συρρικνώνεται στο ½ (5%, -5%), υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ (γράφημα 3).

 

Το τελευταίο τρίμηνο, παρ’ ότι η εικόνα του κόμματος παρέμενε καλύτερη, μεταξύ των σημερινών κοινοβουλευτικών κομμάτων, η εκλογική φθορά της ΔΗΜΑΡ αποδείχτηκε συνεχής, με αποτέλεσμα η εκλογική της επιρροή τον Ιούνιο, ακριβώς πριν ξεσπάσει η κυβερνητική κρίση, να έχει περιοριστεί σε 4,5% (γράφημα 1).

 

Παράλληλα, λίγο πριν από την αποχώρηση από την τρικομματική κυβέρνηση, η δημοφιλία του αρχηγού της βρέθηκε στο ιστορικά χαμηλότερο σημείο της, 42% (Ιούνιος 2013), χωρίς ωστόσο να χάσει την πρώτη θέση. Με βάση τον δείκτη της κομματικής ταύτισης, ο συμπαγής πυρήνας της ΔΗΜΑΡ υπολογίζεται σήμερα σε 3,5% του εκλογικού σώματος.

 

Απώλειες

 

Συμπερασματικά, από το περασμένο φθινόπωρο, η συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση Σαμαρά διάβρωσε τόσο την εκλογική της επιρροή όσο και την κοινωνική αποδοχή του πολιτικού αρχηγού της, Φώτη Κουβέλη. Το τελευταίο εξάμηνο η ΔΗΜΑΡ σημείωσε εκλογικές απώλειες πρωτευόντως προς τον ΣΥΡΙΖΑ (15% των ψηφοφόρων της) και δευτερευόντως, απευθείας, προς τη Ν.Δ. (5%), σε μια σχέση 2:1.

 

Πώς θα επιδράσει, επομένως, στο εκλογικό σώμα η αποχώρησή της από την κυβέρνηση; Θα αναβαθμιστεί ως αντιπολίτευση και επομένως θα αναχαιτισθούν οι διαρροές της προς τα αριστερά ή και θα ανακάμψει εις βάρος του ΣΥΡΙΖΑ; Ή, αντιθέτως, θα αυξηθούν οι διαρροές της προς το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ., από εκείνους τους ψηφοφόρους της που συνεχίζουν να προτάσσουν της «ιδεολογίας» τον «υπεύθυνο κυβερνητισμό»; Η ιδεολογική ακτινογραφία των σημερινών ψηφοφόρων του κόμματος ίσως δίνει απάντηση.

 

Στο γράφημα 4 απεικονίζεται η αυτοτοποθέτηση των σημερινών ψηφοφόρων της ΔΗΜΑΡ και του ΠΑΣΟΚ σε πολιτικό-ιδεολογικό ρεύμα. Η συντριπτική πλειοψηφία τους αυτοτοποθετείται στους «σοσιαλδημοκράτες» (34%) και στους «σοσιαλιστές» (26%), ενώ περίπου 10% δηλώνουν «αριστεροί» (5%), «κομμουνιστές» (2%) ή και «αντικαπιταλιστές» (2%). Μόλις 7% αυτοχαρακτηρίζονται «φιλελεύθεροι» και 3% «συντηρητικοί ή χριστιανοδημοκράτες» (αθροιστικά 1 στους 10). Από την άλλη πλευρά, όπως φαίνεται έκδηλα στο ίδιο γράφημα, η ιδεολογική επικάλυψη της εκλογικής βάσης της ΔΗΜΑΡ και του ΠΑΣΟΚ παραμένει μεγάλη και οι διαφορές μικρές. Στα «συγκοινωνούντα δοχεία» οι ροές είναι αμφίδρομες.

 

Διαβάστε αύριο για το ΚΚΕ

 

…………………………………………………………………………

 

* Πολιτικός επιστήμονας Ph.D., πρόεδρος & διευθύνων σύμβουλος της Public Issue

 

www.mavris.gr, www.publicissue.gr

 

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=65045