art23_8r

23/08/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η ΑΝΝΑ ΚΟΚΚΙΝΟΥ, ΠΟΛΥΠΑΘΗ ΕΚΑΒΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ

«Η μεγαλύτερη χαρά είναι η πάλη με τον εαυτό σου»

Την έχουμε συνηθίσει να δουλεύει και να ξαναδουλεύει με επιμονή παλιές και καινούργιες παραστάσεις στο θεατράκι της στην Ακρόπολη. Τώρα, που οι «Τρωάδες» με το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας τη φέρνουν στη μέση της ορχήστρας του σημαντικότερου αρχαίου θεάτρου, μας μιλάει για τις αγωνίες και τις γενναιοδωρίες της ζωής και της τέχνης.
      Pin It

Την έχουμε συνηθίσει να δουλεύει και να ξαναδουλεύει με επιμονή παλιές και καινούργιες παραστάσεις στο θεατράκι της στην Ακρόπολη. Τώρα, που οι «Τρωάδες» με το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας τη φέρνουν στη μέση της ορχήστρας του σημαντικότερου αρχαίου θεάτρου, μας μιλάει για τις αγωνίες και τις γενναιοδωρίες της ζωής και της τέχνης

 

 

Της Εφης Μαρίνου

 

Οι Αχαιοί νίκησαν τους Τρώες. Και τώρα σκοτώνουν παιδιά και μοιράζονται για σκλάβες τις Τρωαδίτισσες. Ενα από τα ωραιότερα έργα του Ευριπίδη, τις «Τρωάδες», παρουσιάζει το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας απόψε και αύριο στο αρχαίο θέατρο Επιδαύρου. Μια παράσταση ξεχωριστή, που προσιδιάζει σε συμφωνικό έργο αφού ο σκηνοθέτης της και μουσικός Θοδωρής Αμπαζής το έχει ενορχηστρώσει για μαντολίνα, κιθάρες, κόντρα μπάσο, σαξόφωνο, λυρικές φωνές, ομιλίες, κινήσεις σωμάτων και χειρονομίες. Η μουσική δεν ταυτίζεται με κάποιο συγκεκριμένο είδος, αλλά εμπεριέχει παραδοσιακά στοιχεία, ελληνικά και ξένα, από μπαρόκ μέχρι μίνιμαλ και τζαζ. Στη σκηνή, μαζί με τους ηθοποιούς, είναι παρόντες είκοσι οκτώ μουσικοί. Η Αννα Κοκκίνου, για πρώτη φορά στην Επίδαυρο, ερμηνεύει τον ρόλο της Εκάβης. Εχοντας περάσει μια δύσκολη περίοδο με το χτύπημα του ποδιού της, μοιάζει πανέτοιμη για την αρένα της Επιδαύρου. Μιλήσαμε μαζί της για την παράσταση, τον θεατρικό χειμώνα που έρχεται, την ξεχωριστή επιμονή που έχει με τις παραστάσεις της, τα πάθη και τις χαρές της ζωής της.

 

Μετά από πολλά χρόνια σας σκηνοθετούν. Μπήκατε στον πειρασμό να επέμβετε στη διάρκεια των προβών;

 

«Καθόλου. Αλλωστε είχα τρομακτική ανάγκη να αφεθώ. Ο Θοδωρής Αμπαζής με δέχτηκε με χαρά. Είναι ευχάριστος, φιλικός, ξέρει να συζητά εποικοδομητικά. Είχα μαζί του μια εξαιρετική συνεργασία. Γνωρίζει άλλωστε να κατευθύνει το κείμενο μέσα από μουσικούς δρόμους κι αυτό είναι πολύ σημαντικό σε ό,τι αφορά την τραγωδία. Είχα συνεργαστεί σε μια σκηνή από τον Χατζή όταν παίχτηκε στο Φεστιβάλ Αθηνών και επίσης έγραψε τη μουσική στους “Καβαλάρηδες στη θάλασσα” του Τζον Μίλινγκτον Σινγκ στο Σφενδόνη».

 

Για πρώτη φορά στην Επίδαυρο. Αγχωμένη;

 

«Ούτε αγχωμένη, αλλά ούτε άνετη. Η χαρά που νιώθω τα επισκιάζει όλα. Η Επίδαυρος, απ’ ό,τι λέει ο καθένας, είναι κάτι περισσότερο. Κάτι προσωπικό. Κι όταν πας να το εξηγήσεις, δυστυχώς, πέφτεις σε κοινοτοπίες. Είμαι σίγουρη όμως ότι αυτός ο χώρος μιλά στον καθένα ιδιωτικά. Είχα μεγάλη αγωνία για το αν ακούγομαι. Οι “Τρωάδες” παίχτηκαν μέχρι τώρα στο Αρχαίο Ωδείο της Πάτρας, έναν υπέροχο χώρο που ταιριάζει πολύ στο κείμενο, αλλά χωρίς ακουστική. Δεν ήμουν ποτέ σίγουρη αν ακούγομαι. Ηθελα λοιπόν να έχω αίσθηση του χώρου πριν παίξουμε στην Επίδαυρο. Γι' αυτό στο πρώτο κενό των παραστάσεων πήγαμε στο αρχαίο θέατρο και δοκίμασα τη φωνή μου. Μέχρι εκείνη τη στιγμή φανταζόμουν την Επίδαυρο σαν ένα τέρας που τα καταπίνει όλα. Είδα όμως το αντίθετο. Επίτηδες μιλούσα χαμηλά ή πήγαινα στα λεγόμενα κακά μέρη. Κι όμως ακουγόμουν πολύ καθαρά. Το θέατρο είναι εξαιρετικά φιλόξενο και με τέλεια ακουστική».

 

Το δοκιμάσατε όμως άδειο…

 

«Ε, λοιπόν, τα έμαθα όλα πάνω σ’ αυτό. Οταν μπαίνει κόσμος η ακουστική μειώνεται κατά 5%, όπως λέει ο μουσικός Αμπαζής. Η αλλαγή που εισπράττει ο ηθοποιός στην ορχήστρα, όταν το θέατρο γεμίζει, οφείλεται στο γεγονός ότι δεν επιστρέφει η φωνή του. Εχοντας λοιπόν την αίσθηση ότι δεν ακούγεται, συχνά, το αποτέλεσμα είναι να φωνάζει. Ηθοποιοί που έχουν παίξει στην Επίδαυρο υποστηρίζουν ότι η παράσταση πρέπει να παιχτεί στα επίπεδα της γενικής δοκιμής».

 

Ερμηνεύετε την πιο πολύπαθη ίσως ηρωίδα του αρχαίου δράματος, την Εκάβη.

 

«Μια γυναίκα που βρίσκεται στη χειρότερη κατάσταση που μπορεί να έρθει ο άνθρωπος. Κι όμως ανακαλεί την κρυφή δύναμή της για να αντιμετωπίσει ό,τι της έχει συμβεί. Το έργο δεν είναι ένας ατελείωτος θρήνος. Είναι κυρίως μια αδιάκοπη πάλη. Από μια άποψη, αναφέρεται στον πόλεμο ανάμεσα στο σκότος και το φως της ύπαρξής μας. Η Εκάβη, ενώ όλα γύρω της πεθαίνουν, αρπάζεται από τη ζωή όσο υπάρχει ακόμα. Λέει στην Ανδρομάχη, όταν εκείνη εύχεται να ήταν νεκρή: “Δεν είναι το ίδιο ο θάνατος και της ζωής το φως”. Οσο υπάρχει ακόμα το σήμερα, το τώρα, βρίσκεις λόγους και τρόπους να ελπίζεις. Γιατί ο θάνατος είναι το μηδέν. Ματώνει η ψυχή του ποιητή μιλώντας για τον ξεπεσμό του μεγαλείου. Το τέλος της αθηναϊκής αυτοκρατορίας, αυτό τον ανηλεή επεκτατικό πόλεμο με τόσους νεκρούς και τόση βεβήλωση. Τρώες και Αχαιοί καταστράφηκαν από την τεράστια ισχύ της αλαζονείας. Η Εκάβη είναι ένα θηρίο. Αγωνίζεται με νύχια και δόντια να μην επικρατήσει εντελώς το κακό. Ενεργοποιεί τρομερά μέσα· μου θυμίζει στοιχεία που φέρει η Μήδεια ή η Αγαύη. Είναι εντυπωσιακό που ακόμα και όταν όλα είναι εναντίον της, απευθύνεται στους θεούς λέγοντας: “Παρακαλώ κακούς θεούς κι όμως σαν να 'χει κάποιο νόημα να επικαλείται τους θεούς ο άνθρωπος που η τύχη τού κλήρωσε δυστυχία”».

 

Εσείς πιστεύετε στον θεό;

 

«Ναι».

 

Δεν νιώθετε κάποτε τη ματαιότητα των πραγμάτων;

 

«Μόνο η ενασχόληση με άχρηστα πράγματα είναι ματαιότητα. Αυτή μπορεί να κουράσει την ψυχή και το σώμα μας, να βαρύνει την ύπαρξή μας, να εμποδίσει την ουσία στη ζωή μας. Κι αυτό, δυστυχώς, συμβαίνει συνέχεια γύρω μας. Ενας φίλος μου λέει: “Υπάρχουν κείμενα άγια, τα οποία λειτουργούν σαν το τηλέφωνο. Σου απαντούν αμέσως”… Κι όπως γράφει ο Μπαλζάκ: “Υπάρχει πρόνοια”».

 

Βυθισμένη στα του θεάτρου, παρατηρείτε τι γίνεται στην κοινωνία;

 

«Απολύτως παρακολουθώ. Περιμένω να δω μέχρι πού θα φτάσει όλο αυτό. Είναι σαν να έχει βάθος. Πιστεύω ότι είναι δύσκολο να επικρατήσει το απόλυτο κακό. Το καλό είναι ισχυρότερο. Μπορεί να αργήσει να φανεί, αλλά εγώ ελπίζω, όσο και αν τα πράγματα μοιάζουν πολύ δυσοίωνα».

 

Τον χειμώνα τι θα ανεβάσετε στο «Σφενδόνη»;

 

«Θέλω να ξαναπαίξω δύο μονολόγους. Να επαναλάβω τον “Βιζυηνό” και την “Πουπέ”, αλλά τελείως διαφορετικά. Θα την αλλάξω· άλλωστε δεν υπάρχει πια το σκηνικό του Νίκου Αλεξίου, τα χαρτόκουτα διαλύθηκαν. Θα επιχειρήσω την άλλη πλευρά της Πουπέ, την επικίνδυνη. Ετσι το κωμικό γίνεται γκροτέσκο. Δουλεύω από τον Μάρτιο γι' αυτήν τη νέα προσέγγιση με σπασμένο πόδι. Αλλά σίγουρα θα ξανακάνω και τις “Ιστορίες του Δημήτρη Χατζή”».

 

Ξανά, έξι χρόνια μετά την παράσταση στο Φεστιβάλ Αθηνών;

 

«Ναι, αλλά τελείως διαφορετικά. Πηγαίνοντας τον χειμώνα στο νοσοκομείο για το πόδι μου, πήρα μαζί μου βιαστικά ένα βιβλίο. Και ήταν ο Χατζής. Και ξαφνικά κατάλαβα τι συμβαίνει μ' αυτό τον συγγραφέα. Το ήξερα, αλλά τότε το συνειδητοποίησα εντελώς. Διαβάζεις αλλιώς τα διηγήματά του αν προηγουμένως έχεις ασχοληθείς με τα δοκίμιά του. Εννοώ ότι μπορείς τότε να δεις καθαρά τον τρόπο που έχει κρύψει πράγματα. Ο Χατζής δεν είναι καθόλου απλός. Για παράδειγμα, στο “Διπλό Βιβλίο”, τα ερωτήματα που βάζει είναι πολύ καλά κρυμμένα. Αν βρεις την άκρη, την τεχνική του, φανερώνονται».

 

Γιατί επιστρέφετε σε παλιές παραστάσεις;

 

«Γιατί το θεωρώ κάτι ζωντανό, εξαιρετικά δημιουργικό. Το να ασχολείσαι καθαρά με θέματα της δουλειάς σου είναι ό,τι αξίζει τελικά. Ξαναβλέπεις πράγματα, βελτιώνεις, αλλάζεις. Κάνεις δηλαδή ένα διάλογο με τα υλικά σου, μαθαίνεις καλύτερα τα ίδια τα εργαλεία της τέχνης του θεάτρου. Ναι, είναι ένα είδος σπουδής. Πεθαίνω να κάνω αυτό το πράγμα…».

 

Με δεδομένη την οικονομική κρίση και την κατάργηση πια της επιχορήγησης, πώς τα βγάζει πέρα το θέατρό σας;

 

«Πώς;.. Αναμένοντας το θαύμα του θεάτρου. Και βέβαια με παραγωγές όσο γίνεται πιο μαζεμένες».

 

Η μεγαλύτερη χαρά που έχετε εισπράξει από το θέατρο;

 

«Οταν ανέβηκε ο “Βιζυηνός”, ένας φίλος μού είπε: “Η παράσταση θα έχει τεράστια επιτυχία”. Του απάντησα: “Και πώς εξηγείς ότι εγώ νιώθω μια απίστευτη θλίψη;” Αυτός ο άνθρωπος μου απάντησε τότε κάτι πραγματικά υπέροχο: “Είναι γιατί μέσα από αυτό βλέπεις το πέρασμα του χρόνου”. Θέλω να πω ότι η χαρά στο θέατρο είναι πάντα ανάμεικτη με άλλα συναισθήματα.

 

»Εχω νιώσει μεγάλη χαρά όταν γνώρισα τον Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη. Πηγαίνοντας διακοπές στη Γαύδο πήρα μαζί μου ένα βιβλίο του. Μου άρεσε πολύ και ήμουν σε περίοδο που παίδευαν το μυαλό μου διάφορα. Του τηλεφώνησα και του ζήτησα να γράψει κάτι για μένα. Εγραψε την “Πουπέ”, αυτό το υπέροχο έργο. Ο τρόπος που έγινε η γνωριμία μου με τον Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη με ευχαρίστησε πολύ. Αλλά η μεγαλύτερη χαρά, αυτή που δεν συγκρίνεται με τίποτα, είναι η πάλη με τον εαυτό σου».

 

Αν ρωτούσα κάποιον ποιος είναι ο «εαυτός» της Αννας Κοκκίνου, θα μου έλεγε μόνο το θέατρο. Εχετε προσωπική ζωή;

 

«Κι όμως, έχω πάθη. Με τη φύση, ας πούμε. Επίσης λέω συχνά: θα μπορούσα να περάσω ολόκληρη τη ζωή μου διαβάζοντας τον τάδε συγγραφέα. Και το εννοώ. Ούτε θέατρο ούτε τίποτα άλλο. Υπάρχουν ελάχιστα πρόσωπα στη ζωή μου –όπως και στους περισσότερους ανθρώπους– κι έχω πάθος μαζί τους».

 

Τι φοβάστε περισσότερο στη ζωή;

 

«Την πλάνη. Να νομίζεις άλλα πράγματα για σένα, για ό,τι συμβαίνει γύρω σου. Αλλά η μεγαλύτερη πλάνη είναι να μη γνωρίζεις ποιος είσαι».

 

Θεωρείστε δύσκολη, απαιτητική συνεργάτις. Γίνεστε πιο ανεκτική όσο περνούν τα χρόνια;

 

«Σιγά-σιγά μαθαίνεις να είσαι ανεκτικός. Σε μένα πάντως έτσι συνέβη. Σε πολλά πράγματα έχω μάλλον μια παθητικότητα, αλλά κι αυτό εξελίσσεται μέσα στον χρόνο. Μέσα στην πορεία της ζωής έχω δει τον εαυτό μου να συμπεριφέρεται γενναιόδωρα, αλλά και τσιγκούνικα. Σίγουρα δεν είμαι τσιγκούνα με την τρέχουσα έννοια».

 

Είστε από τους πρώτους συνεργάτες του Λευτέρη Βογιατζή στη Σκηνή. Τι σημαίνει για σας ο θάνατός του;

 

«Μα δεν έχει πεθάνει ο Λευτέρης… Με τίποτα. Ναι, θυμάμαι πάντα τις παλιές μέρες. Αλλά και τις παλιότερες. Τον ξέρω από 18 χρονώ. Είναι ο άνθρωπος που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη ζωή μου στο θέατρο, από κάθε άποψη».

 

[email protected]

 

INFO: Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου. «Τρωάδες» του Ευριπίδη. Μετάφραση: Ελσα Ανδριανού. Σκηνοθεσία: Θοδωρής Αμπαζής. Σκηνικό-κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου. Μουσική: Θοδωρής Αμπαζής. Χορογραφία-κίνηση: Ζωή Χατζηαντωνίου. Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου. Παίζουν: Αννα Κοκκίνου, Κατερίνα ∆ιδασκάλου, Κόρα Καρβούνη, Δανάη Σαριδάκη, Τζωρτζίνα Δαλιάνη, Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Απόστολος Πελεκάνος. Συμμετέχει 28μελής ορχήστρα. 23 και 24 Αυγούστου, 21.15.

 

 

Scroll to top