- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε
Τα ψάρια… έφαγαν το κρέας
29/08/13 ΚΟΣΜΟΣ
→Μια τεράστια αλλαγή στις διατροφικές μας συνήθειες: πέρυσι, η παραγωγή εκτρεφόμενων ψαριών ξεπέρασε κατά 3 εκατ. τόνους την παραγωγή βοδινού
Του Τάσου Σαραντή
[1]Το 2011 ο κόσμος έφτασε αθόρυβα σε ένα ορόσημο σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της ανθρώπινης διατροφής. Για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία η παγκόσμια παραγωγή εκτρεφόμενων ψαριών ξεπέρασε την παραγωγή βοείου κρέατος. Το χάσμα διευρύνθηκε το 2012, με την παραγωγή από τις ιχθυοκαλλιέργειες –που αποκαλούνται επίσης και υδατοκαλλιέργειες– να φτάνει στο ρεκόρ των 66 εκατ. τόνων, όταν, συγκριτικά, η παραγωγή βοείου κρέατος ανήλθε σε 63 εκατ. τόνους. Και το 2013 μπορεί κάλλιστα να είναι η πρώτη χρονιά που οι άνθρωποι θα έχουν φάει περισσότερα ψάρια που εκτρέφονται σε ιχθυοκαλλιέργειες σε σχέση με αυτά που έχουν αλιευθεί στο φυσικό περιβάλλον.
Η παγκόσμια ζήτηση για ζωικές πρωτεΐνες αυξήθηκε περισσότερο από πέντε φορές κατά το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Η ετήσια παραγωγή βοείου κρέατος αυξήθηκε από 19 εκατομμύρια τόνους το 1950 σε περισσότερους από 50 εκατομμύρια τόνους στα τέλη του 1980. Κατά την ίδια περίοδο, τα αλιεύματα ψαριών από τη θάλασσα διογκώθηκαν από 17 εκατ. τόνους σε περίπου 90 εκατ. τόνους. Αλλά από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, η αύξηση της παραγωγής βοείου κρέατος έχει επιβραδυνθεί και τα αλιεύματα από τη θάλασσα παρέμειναν στα ίδια επίπεδα.
Ιστορικά, η γεύση των ανθρώπων στην κατανάλωση ζωικής πρωτεΐνης σε μεγάλο βαθμό διαμορφώθηκε από τους τόπους όπου αυτοί ζούσαν. Σε χώρους με εκτεταμένα λιβάδια, όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Βραζιλία, την Αργεντινή και την Αυστραλία, οι άνθρωποι «έκλιναν» προς βόσκηση των ζώων. Κατά μήκος των ακτών και σε νησιά, όπως στην Ιαπωνία, τα ψάρια τείνουν να είναι η βασική πρωτεΐνη. Σήμερα, με ελάχιστα περιθώρια για την επέκταση της παραγωγής από τα βοσκοτόπια και τις θάλασσες, η ανθρωπότητα παράγει περισσότερο βόειο κρέας και ψάρια για τον αυξανόμενο και ολοένα και πιο εύπορο παγκόσμιο πληθυσμό, στρεφόμενη σε μια παραγωγή που στηρίζεται σε φάρμες πάχυνσης των βοοειδών και στα τεχνητά εκτροφεία για την καλλιέργεια των ψαριών.
[2]Ετσι, τα σιτηρά και η σόγια έχουν εισαχθεί στην αλυσίδα παραγωγής τροφίμων που περιέχουν πρωτεΐνες. Τα βοοειδή καταναλώνουν περίπου 65 κιλά σιτηρών για να παράγουν ένα επιπλέον κιλό βοδινού κρέατος. Πρόκειται για ποσότητα διπλάσια από τα δημητριακά που καταναλώνουν οι χοίροι, και πάνω από τρεις φορές από εκείνη που καταναλώνουν τα πουλερικά. Τα ψάρια απαιτούν λιγότερο από 2 κιλά τροφής για να έχουν ένα επιπλέον κιλό βάρους. Το χοιρινό κρέας και τα πουλερικά είναι τα πιο καταναλώσιμα σε παγκόσμιο επίπεδο για την πρόσληψη ζωικών πρωτεϊνών, αλλά η παραγωγή εκτρεφόμενων ψαριών αυξάνεται ραγδαία. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης κατά τα τελευταία πέντε χρόνια αντικατοπτρίζει τις τάσεις της διατροφής, με την παγκόσμια παραγωγή εκτρεφόμενων ψαριών να αυξάνεται κατά περίπου 6% τον χρόνο, τα πουλερικά κατά 4% και το χοιρινό κρέας κατά 1,7%. Αντίθετα, η κατανάλωση βοείου κρέατος παρουσιάζει ελάχιστη αύξηση.
Καθώς οι τιμές των σιτηρών και της σόγιας έχουν αυξηθεί πολύ πάνω από τα ιστορικά επίπεδα τα τελευταία χρόνια, το κόστος παραγωγής των σιτοβόρων ζώων έχει επίσης αυξηθεί, γεγονός που καθορίζει και τις τάσεις των καταναλωτών. Αυτό σημαίνει περισσότερα εκτρεφόμενα ψάρια και λιγότερο βοδινό. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου η ποσότητα του κρέατος στη διατροφή των ανθρώπων έχει μειωθεί από το 2004, η μέση κατανάλωση του βοείου κρέατος ανά άτομο έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 13% και του κοτόπουλο κατά 5%. Η κατανάλωση ψαριών έχει επίσης μειωθεί, αλλά μόνο κατά 2%.
Πέρα από οικονομικούς παράγοντες, τα θέματα υγείας και οι περιβαλλοντικές ανησυχίες οδηγούν επίσης πολλούς ανθρώπους στις βιομηχανικές χώρες να μειώσουν την πρόσληψη βοείου κρέατος, ενώ τα ψάρια αποτελούν υγιείς εναλλακτικές λύσεις (εκτός από τα μεγαλύτερα είδη, τα οποία έχουν συσσωρεύσεις υδραργύρου από τη ρύπανση του περιβάλλοντος). Δυστυχώς, αυτό δεν χαρακτηρίζει όλα τα προϊόντα των υδατοκαλλιεργειών. Μερικά από τα εκτρεφόμενα ψάρια που κερδίζουν γρήγορα δημοτικότητα, όπως ο σολομός και οι γαρίδες, είναι σαρκοφάγα είδη που τρώνε ιχθυάλευρα ή ιχθυέλαια που παράγονται από τα ψάρια που αλιεύονται στη θάλασσα (αντζούγιες, ρέγγες, σαρδέλες), τα οποία αποτελούν περίπου το ένα τρίτο των παγκόσμιων αλιευμάτων ψαριών, υπεραλιεύονται σε επικίνδυνο βαθμό.
Οι ιχθυοκαλλιεργητές προσπαθούν να μειώσουν τις ποσότητες των ιχθυάλευρων και των ιχθυελαίων που χρησιμοποιούν, αλλά θέλοντας να ανταποκριθούν στη διαρκώς αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση δεν φαίνεται να το πετυχαίνουν. Η Νορβηγία, η κορυφαία παραγωγός σολομού στον κόσμο, σήμερα εισάγει περισσότερο ιχθυέλαιο από οποιαδήποτε άλλη χώρα, ενώ η Κίνα, ο μεγαλύτερος παραγωγός γαρίδας στον κόσμο, εισάγει περίπου το 30% των ιχθυαλεύρων που διακινούνται παγκοσμίως κάθε χρόνο.
Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=100817
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε