- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε
Η Ελλάδα σταμάτησε να ταξιδεύει, για να ακούσει
16/09/13 ART,ΘΕΜΑΤΑ
Το Badminton έχει καθιερώσει ένα είδος θεάματος που στηρίζεται στην πλατιά συγκίνηση, στην εύκολη παρακολούθηση και στο αδρό κλίμα. Στην περίπτωση του Θεοδωράκη ποιος δεν θα περίμενε ότι θα είχαμε μια αγιογραφία, που δεν οδηγεί στην παραδειγματική, ιστορικά ωφέλιμη μεταφορά του βίου του; Πράγμα που συγχωρείται. Ετσι και αλλιώς το ίδιο το δραματουργικό ανάπτυγμα δεν εξυπηρετούσε παρά ένα είδος βατήρα, στον οποίο θα πατήσει ο αληθινός πρωταγωνιστής της παράστασης: η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη
Του Γρηγόρη Ιωαννίδη
[1]Είμαι τώρα πάλι στην άβολη θέση να μιλήσω για το δάκτυλο, όταν όλοι κοιτούν το φεγγάρι. Η μεταφορά της παράστασης του Badminton στη Μακρόνησο αποτέλεσε μια πράξη εξορκισμού των φαντασμάτων της πρόσφατης ιστορίας μας, τελετή εξαγνισμού των αμαρτημάτων μας. Αξίζουν πολλά συγχαρητήρια σε όσους σκέφτηκαν, οργάνωσαν, υλοποίησαν και έφεραν σε πέρας τη σύνθετη αυτή αποστολή, πέρα βέβαια από τους ίδιους τους συντελεστές της παράστασης, που αφιλοκερδώς πρόσφεραν το δικό τους μερίδιο στο εγχείρημα. Αν και άργησε κάμποσα χρόνια. Και πρέπει επειγόντως να περάσει το νησί από την καθήλωση και τον εξορκισμό, στην ενεργητική δράση για τη συνειδητοποίηση πως τίποτα απ’ ό,τι συνέβη εκεί δεν έγινε παλιά, δεν έγινε τυχαία, δεν έγινε από λάθος. Για όλα αυτά η παράσταση «Ποιος τη ζωή μου…» θέτει τον πρώτο λίθο.
Οπως είναι επόμενο, συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, η ιδέα της παράστασης φανέρωνε μεγαλύτερο ενδιαφέρον από την ίδια. Στο προλογικό του σημείωμα ο ίδιος ο μουσικοσυνθέτης –με φωνή που ερχόταν θαρρείς όχι από τα μεγάφωνα, αλλά από τη χέρσα γη– μίλησε για αληθινή ρεβάνς – και ποιος θα διαφωνήσει. Είναι όμορφο να βλέπεις σε άλλους καιρούς από εκείνους, τους ταξιδιώτες –κάποιας ηλικίας, αλλά και μικρά παιδιά– να προσέρχονται σε τόπους γνωστούς και κοντινούς τους, μα που θέλει μακρύ ταξίδι για να τους καταλάβεις. Αυτή την τάφρο που χώριζε κάποτε το νησί των ταγμάτων από την ελευθερία, πρέπει τώρα να την καλύψουμε με τα άνθη της δημοκρατίας και της περίσκεψης. Ετσι, διόλου δεν με πείραζε ότι –ναι– συνυπήρχαν στην ατμόσφαιρα συγκίνηση, ανατριχίλα, κινητοποίηση, μαζί με περιέργεια, λαϊκό κέφι – και βέβαια, όταν ξεκίνησε η παράσταση και βάδισε, αληθινό μεράκλωμα με τα τραγούδια της φυλής μας.
Η πορεία μιας αληθινής μεγαλοφυΐας δεν μεταφέρεται
Για τον Μίκη Θεοδωράκη δεν θα μιλήσουμε βέβαια – θα ήταν αστείο. Εντυπωσιάζομαι κι εγώ μαζί του, όπως όλοι. Σαν κάθε φορά που βλέπω έναν άνθρωπο να έχει διανύσει όχι μία, αλλά χίλιες ζωές, να έχει περπατήσει σε χίλιους δρόμους. Και να έχει ανοίξει παρακαταθήκη τόσο τεράστια, που να χωρούν εκεί όχι ένα, αλλά χίλια έθνη και μια ανθρωπότητα. Τα έχει κάνει όλα αυτά με μια σπουδαία ενέργεια αλλά –όταν τουλάχιστον διηγείται ο ίδιος τη ζωή του– και με το χάρισμα να ανήκει στην κάθε στιγμή, να δημιουργεί παντού και φυσικά στο ενδιάμεσο και την παρένθεση.
Σε έναν τέτοιο άνθρωπο δεν πρέπουν λοιπόν μία, αλλά χίλιες βιογραφίες. Αποδεικνύει ότι η πορεία της αληθινής μεγαλοφυΐας δεν μπορεί να μεταφραστεί, ούτε να μεταφερθεί. Δεν έχει και πολύ νόημα εξάλλου. Αυτό που λείπει γίνεται το πιο σημαντικό: το πώς ο ίδιος ανέρχεται στην παραδειγματική πολιτεία μιας ολόκληρης εποχής. Αυτό νομίζω είναι η βαρύτητα του μύθου του. Η ηρωική του διαδρομή μέσω της πολιτικής, μέσω του αγώνα, μέσω της Ιστορίας, μέσω της μουσικής, μέσω του μεγάλου και μικρού, του σωστού και του λάθους.
Οποιος το συλλάβει αυτό θα καταλάβει πως το παράδειγμα του Θεοδωράκη θέλει κάποτε –από ισάξιο δραματουργό– άλλη διαχείριση, διαφορετικό ύφος και ασφαλώς ξεχωριστό ήθος γραφής. Η ημερολογιακή μεταφορά των γεγονότων της ζωής του, από τον διασκευαστή και σκηνοθέτη Θέμη Μουμουλίδη, μάλλον συσκοτίζει τα πράγματα παρά τα φανερώνει. Μοιάζει με δραματουργικό φωτορεπορτάζ, που, κι αν βγάζει συγκίνηση, αυτή δεν πηγάζει από το ίδιο το έργο, αλλά προέρχεται από τα όσα γνωρίζουμε από τα πριν για τη ζωή και το έργο του συνθέτη.
Ετσι κι αλλιώς αυτό που είδαμε στη Μακρόνησο δεν ήταν παράσταση επιλεγμένη εξαρχής για το ύφος και την ιστορία του νησιού, αλλά μια μεταφορά τού Badminton –και αυτό σημαίνει πολλά– στις πέτρες του νησιού. Ο μεγάλος αυτός χώρος έχει καθιερώσει ένα είδος θεάματος που στηρίζεται στην πλατιά συγκίνηση, στην εύκολη παρακολούθηση και στο αδρό κλίμα. Στην περίπτωση του Θεοδωράκη ποιος δεν θα περίμενε λοιπόν ότι θα είχαμε μια αγιογραφία, τη βιογραφία ενός μεγάλου άντρα, ενός δασκάλου του γένους, ενός θαύματος της φυλής προς αιώνια δόξα της. Ωραία όλα αυτά, αλλά δεν οδηγούν στην παραδειγματική, αληθινά διδακτική και ιστορικά ωφέλιμη μεταφορά του βίου του.
Είχαμε στη θέση της μια περιγραφική ανάπτυξη του ζητούμενου, απλοϊκή και ηθική, με την ευρεία έννοια του όρου, μια εύκολη γραφή, σχεδόν κωμική στην ανάγκη της να μεταφέρει πληροφορίες για κάθε ιστορική περίοδο. Πράγματα που συγχωρούνται. Ετσι και αλλιώς το ίδιο το δραματουργικό ανάπτυγμα δεν εξυπηρετούσε εδώ παρά ένα είδος βατήρα, στον οποίο θα πατήσει ο αληθινός πρωταγωνιστής της παράστασης: η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη.
Κοινό πολιτικότερο του θεάματος
Κι έτσι φτάσαμε στον στόχο. Στο άστρο μέσα στο νεφέλωμα ενός ανθρώπου που έφτιαξε στη ζωή του –εξαιτίας της και ενάντιά της- μαγικές μουσικές. Αληθινά μαγικές. Καθώς τις ακούς κάτω από τον έναστρο ουρανό του νησιού, σαν να μην τις έφτιαξε ανθρώπου νους ή χέρι. Τόσο ριζωμένες είναι, τόσο άμεσες και αυτονόητες. Και τέλος πάντων σε αυτές τελειώνουν τα λόγια. Μόνο όταν κάποια στιγμή ακούγονται δίπλα τους κι άλλες μελωδίες, του Τσιτσάνη και του Χατζιδάκι, καταλαβαίνουμε ότι ανήκουμε σε γένος που έχει προικιστεί με ένα από τα πιο απίθανα ποιητικά και μουσικά φορτία, τυχερό που σηκώθηκε κατακόρυφα από το λαϊκό του ιδίωμα με τη βοήθεια τέτοιων γιγάντων.
Εκείνο που έλειψε βέβαια από την παράσταση ήταν ο πολιτικός βίος του ανδρός. Στο Βadminton ούτε θα το καταλαβαίναμε, στη Μακρόνησο όμως η παράλειψη –ή, έστω, η μεταφορά της σε δεύτερο πλάνο– χτυπούσε πολύ. Από τις σπάνιες περιπτώσεις –να κρίνω από τους διπλανούς μου– που το κοινό ήταν πολιτικότερο του θεάματος. Μπροστά σε αυτό έπαιξε με αληθινή συγκίνηση και άπλετο επαγγελματισμό ένα πλήθος καλών ηθοποιών, σε μια σκηνοθεσία ευθεία, αλλά με καλό ρυθμό και δέσιμο.
Θα μου επιτραπεί να μη σχολιάσω εδώ την παρουσία τους, είναι και άκαιρο και άτοπο. Εκείνο που με εντυπωσίασε αληθινά ήταν η μουσική εκτέλεση των κομματιών, άψογη σε τεχνικό και καλλιτεχνικό επίπεδο (Γιάννης Παπαζαχαριάκης, Ιώ Κυριακίδη). Προεξάρχοντος του Κώστα Μακεδόνα –στιγμή ταπεινότητας και ουσίας- αλλά και όλων των υπολοίπων η μουσική έγινε ο απόλυτος γητευτής μας. Οι νότες του Θεοδωράκη, που είχαν κάποτε σκορπίσει στο νησί από τον άνεμο, τη βροχή και τα βάσανα, ξαναμαζεύτηκαν τώρα και ακούστηκαν. Λυτρωτικές και ελπιδοφόρες, σωτήριες. Η Ελλάδα σταμάτησε για μια στιγμή να ταξιδεύει, για να ακούσει.
Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=113330
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε