- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε
Ο Φράνζεν και ο δικηγόρος του διαβόλου
27/09/13 ART,ΘΕΜΑΤΑ
Της Μικέλας Χαρτουλάρη
Από το διαμέρισμά του στη γωνία της Λέξιγκτον και του 81ου δρόμου, έχει μια απεριόριστη θέα στις ακριβές ταράτσες του Μανχάταν. Η επίπλωση είναι απέριττη, ένας καναπές, γλυπτά φωτιστικά δαπέδου, ένα ξύλινο τραπέζι φαγητού μπροστά στην τζαμαρία, οι κιθάρες του στη γωνία, τοίχοι αδιάφοροι… «Βολευτείτε κι όταν είστε έτοιμοι, φωνάξτε με» είπε, και έσπευσε να κλειστεί σε ένα αποθηκάκι, να χαρχαλέψει τα χαρτιά του. «Σας φέραμε ένα ούζο» τρέξαμε να του πούμε. «Α! αυτό είναι επικίνδυνο! Χα χα!»
Χα χα χα… πράγματι. Δυο μήνες προτού η κυβέρνηση βάλει λουκέτο στην ΕΡΤ, οι «Κεραίες της Εποχής μας» είχαν καταφέρει να συναντήσουν τον απόλυτο σταρ της νέας αμερικανικής λογοτεχνικής σκηνής. Τον Τζόναθαν Φράνζεν! Και να τος μπροστά μας, ένας 54χρονος που μοιάζει με 40χρονο κολεγιόπαιδο, τόσο επαγγελματίας ώστε να δείχνει χαλαρός, τόσο διεκπεραιωτικός ώστε να είναι χαμογελαστός, τόσο σίγουρος ότι ξεχωρίζει από τον κανόνα της εμπορικής τέχνης ώστε να μας κολακεύει λέγοντας «είμαι συγκινημένος που μιλάω με ανθρώπους οι οποίοι έχουν διαβάσει το Μπερλίν Αλεξάντερπλατς!» Η συνέντευξη που πήραμε με τον Ανταίο Χρυσοστομίδη πήγε καλά, ωστόσο εγώ δυσφόρησα. Αυτός ο μυθιστοριογράφος που επιβλήθηκε με τις Διορθώσεις (2001) και την Ελευθερία (2010) ως ο κορυφαίος ανατόμος του ιδιωτικού βίου και της παθολογίας του φιλελευθερισμού στην αμερικανική κοινωνία του 21ου αιώνα, μου έδωσε την εντύπωση αλαζόνα επαρχιώτη, που ναρκισσεύεται ως αντισυστημικός θεματοφύλακας των αξιών της υψηλής τέχνης.
Τώρα όμως ξέρω γιατί ένιωσα έτσι. Βρήκα την απάντηση στο Ακόμα πιο μακριά, τη συλλογή του με τα 21 εξομολογητικά και αναστοχαστικά δοκίμια της περιόδου 2002-2011 («Ωκεανίδα», σε θαυμάσια μετάφραση της Αννας Παπασταύρου). Είναι ένα βιβλίο «σημαντικό, προκλητικό και ουσιώδες», όπως σωστά ισχυρίζεται το οπισθόφυλλό του, που με βοήθησε να συνειδητοποιήσω ότι σε ένα τοπίο όπως το σημερινό, με το κοινωνικό σώμα εξοντωμένο από τη φονική διαχείριση της κρίσης, δεν μπορώ παρά να είμαι εντελώς αρνητική στον ελιτισμό του πνεύματος. Κι ο Φράνζεν, που υπερασπίζεται εδώ με φονταμενταλιστικό πάθος τη μεγάλη, την αυθεντική, την ταγμένη λογοτεχνία, ως «μια μορφή κοινωνικής δέσμευσης», είναι ένας ελιτίστας ακόμη και ως οικολόγος. Πόσο ταλαντούχος όμως, και πόσο ευφυής! Εδώ ανοίγει τα δοκίμιά του με παραδείγματα από τις ιδιωτικές του εμπειρίες, τον αποτυχημένο γάμο του, τους ανοιχτούς λογαριασμούς με τη μητέρα ή τους φίλους του, τη νεανική του αντικοινωνικότητα, τις ενοχές του κ.ο.κ. Και μας καλεί να αντισταθούμε στην επέλαση του «τεχνοκαπιταλισμού» και στην καταναλωτική κουλτούρα του like, θέτει τα ζητήματα της αλήθειας και της αληθοφάνειας στην αφήγηση, παρουσιάζει προδρομικά κοινωνικά μυθιστορήματα αγαπημένων του υποτιμημένων συγγραφέων, εξετάζει την περίπτωση της Κίνας, υποστηρίζει την προστασία των άγριων πουλιών…
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
Πετάει, πετάει η… Κύπρος
[1]«Τώρα πια που η Κύπρος έχει στρογγυλοκαθίσει στην Ευρωπαϊκή Ενωση, άρχισαν να ξανακάνουν την εμφάνισή τους σε εστιατόρια επιγραφές που διαφημίζουν παράνομα αμπελοπούλια». Ο Φράνζεν είναι έξαλλος με τους λαθροκυνηγούς στην Κύπρο, στη Μάλτα και στην Ιταλία, επειδή αποδεκατίζουν τα ωδικά αποδημητικά πουλιά και αδιαφορούν για την προστατευτική οδηγία της Ε.Ε. Βλέπει όμως ότι κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην Κίνα, οπότε αντιλαμβάνεται ότι η περιβαλλοντική ευαισθησία δεν είναι ευθέως ανάλογη ούτε με τον βαθμό ανάπτυξης μιας χώρας ούτε με το βάρος της πολιτισμικής της κληρονομιάς. Αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να επιμένει στον ρόλο του τιμητή ούτε τον οδηγεί να σκεφτεί την οικολογία σε συσχετισμό με τις ανάγκες της δημοκρατίας. Τα δύο δοκίμιά του «Η άσχημη Μεσόγειος» (2010) και «Η κινέζικη φρατερκούλη» (2008) είναι γλαφυρά δείγματα μιας ερευνητικής δημοσιογραφίας που παρουσιάζει με εξαιρετική μαεστρία, σαν σε θρίλερ, τα συμπτώματα του «κακού», αλλά ξεπετά τις αιτίες του και το απομονώνει από το γενικότερο πλαίσιο.
Ο Φράνζεν, που φτάνει στην Κύπρο με μια γερμανική οργάνωση προστασίας άγριων πτηνών, θα δει τους φίλους του να τρώνε ξύλο από λαθροκυνηγούς, θα σχολιάσει την εσωτερική πολιτική του νησιού ως «οργουελική», θα προσεγγίσει πλήθος ντόπιους και θα αναπαραγάγει άκριτα την άποψη ότι για την κυπριακή νεολαία «η λαθροθηρία είναι ένα είδος πατριωτικού παλικαρισμού». Στο τέλος, θα φάει κι αυτός αμπελοπούλια, και από τις τύψεις του θα πάρει δυο μαγειρεμένα πιτσούνια και θα τα θάψει στον περίβολο της ταβέρνας! Εναν χρόνο αργότερα, στο «Ο πόνος δεν σκοτώνει», θα παραδεχτεί ότι συνάντησε και συμπαθητικούς «εχθρούς» κι ότι «η διάχυτη αντιπάθεια που με είχε κυριέψει, δεν ήταν τόσο απλή υπόθεση πια»… Ευτυχώς που η έγνοια του για τα πουλιά αφύπνισε το «λιγότερο εγωκεντρικό» κομμάτι του εαυτού του και τον βοήθησε να συμβιώνει «πιο εύκολα, με τον θυμό, την απελπισία και τον πόνο μου για τον πλανήτη»… Τότε όμως γιατί εγώ αισθάνομαι σαν να ακούω μια πολιτισμική εκδοχή του αφηγήματος υπέρ της «ανθρωπιστικής» επέμβασης στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν ή στη Συρία;
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
Το αντίπαλο δέος
[2]Ο Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας (φωτ.), ο καταθλιπτικός και χαρισματικός συγγραφέας του «Infinite Jest» (Ατέλειωτο Αστείο), που κρεμάστηκε στο σπίτι του το 2008, πρωταγωνιστεί σε δύο δοκίμια του βιβλίου. «Είχε την πιο επιβλητική, συναρπαστική και ευρηματική ρητορική δεξιοτεχνία από οποιονδήποτε άλλον εν ζωή συγγραφέα», γράφει ο Φράνζεν αποχαιρετώντας τον. Τρία χρόνια αργότερα όμως, οι παρατηρήσεις του στο πολύ ωραίο δοκίμιο που έδωσε τον τίτλο του στη συλλογή αποκαλύπτουν μια εγωιστική διάσταση στα αισθήματά του. Διότι ο Γουάλας ήταν ο αδελφός ανταγωνιστής, αλλά και το μέτρο με βάση το οποίο βαθμολογούσε τον εαυτό του. Εμοιαζαν κι οι δύο με «απομακρυσμένα νησιά» στο τοπίο της σύγχρονης αμερικανικής λογοτεχνίας. Ομως o Γουάλας κέρδισε τη λατρεία των αναγνωστών παρότι η αγάπη απουσιάζει σχεδόν ολοκληρωτικά από την πεζογραφία του. Οταν αυτοκτόνησε, σχολιάζει πικαρισμένος ο Φράνζεν, «με έναν τρόπο μεθοδευμένο έτσι ώστε να επιφέρει τον μέγιστο πόνο σ’ εκείνους που αγαπούσε περισσότερο» (…) «νιώσαμε οργισμένοι και προδομένοι. Προδομένοι όχι απλώς από την αποτυχία της επένδυσής μας στην αγάπη αλλά από τον τρόπο με τον οποίο η αυτοκτονία του τον πήρε μακριά από μας και τον μετέτρεψε σε θρύλο για το ευρύ κοινό
Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=121624
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε