- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Προς τιμήν της μικρής φόρμας

13/10/13 ART,ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ,ΘΕΜΑΤΑ

«Η ιστορία μπορεί να αποτυγχάνει, όμως η πίστη σου στο πόσο σημαντικό είναι να αφηγηθείς την ιστορία δεν είναι αποτυχημένη» (συνέντευξη στο «Paris Review», No. 137)

 

Του Ακη Παπαντώνη

 

Δελτίο Τύπου, 10 Οκτωβρίου 2013.

Το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας για το έτος 2013 απονέμεται

στην Καναδή συγγραφέα Alice Munro, «αυθεντία στο σύγχρονο διήγημα»

 

αλις μονρο νομπελ λογοτεχνιας [1]Με την πιο πάνω λιτή ανακοίνωση —και το συνοπτικό συνοδευτικό σκεπτικό των τεσσάρων λέξεων— η Σουηδική Ακαδημία απένειμε την ύψιστη λογοτεχνική τιμή στην 82χρονη Καναδή διηγηματογράφο (σε πλήρη αρμονία με τις στατιστικές που θέλουν το βραβείο να πηγαίνει, κατά μέσο όρο, σε συγγραφείς άνω των 65 ετών). Η ίδια δήλωσε στα καναδικά ΜΜΕ πως «γνώριζα πως ήμουν στους υποψήφιους, αλλά δεν πέρασε στιγμή από τον νου μου πως θα κέρδιζα».

 

Η Alice Munro, γεννημένη το 1931 στο Οντάριο του Καναδά, ξεκίνησε σπουδές δημοσιογραφίας και αγγλικής λογοτεχνίας, τις οποίες πάντως δεν ολοκλήρωσε ποτέ. Παντρεύτηκε το 1951, μετακόμισε στη Βικτόρια και μαζί με τον σύζυγό της άνοιξε βιβλιοπωλείο. Κατά παραδοχή της, έγραφε ήδη από την ηλικία των 7-8, προσπάθησε να δημοσιεύσει ιστορίες που είχε γράψει ως έφηβη (και ξαναεπιμεληθεί στα είκοσί της), ενώ την πρώτη της συλλογή διηγημάτων τη δημοσίευσε, εν τέλει, στην ηλικία των 36 ετών — είχαν προηγηθεί μια σειρά δημοσιεύσεων σε καναδικά λογοτεχνικά περιοδικά και η συνεργασία με το γνωστό αμερικανικό περιοδικό «The New Yorker» τη δεκαετία του 1950.

 

Πρωτίστως αναγνωρισμένη για την ευθύβολη διηγηματική πρόζα της, η Munro έχει εκδώσει μια σειρά από συλλογές διηγημάτων και λιγοστά μυθιστορήματα. Τρεις φορές τής έχει απονεμηθεί η σημαντικότερη λογοτεχνική διάκριση στον Καναδά, το Governor General’s Literary Award (1968, 1978, 1986), ενώ έχει λάβει —μεταξύ άλλων— το βραβείο PEN/Malamud (1997), το βραβείο της Ενωσης Κριτικών των ΗΠΑ (1998), το βραβείο Rea για την προσφορά της στη διάδοση της μικρής φόρμας (2001), καθώς και το Man Booker International για το σύνολο του έργου της (2009), το οποίο και έχει μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες.

 

Η συγγραφέας, που έχει χαρακτηριστεί και ως «Τσέχοφ του Καναδά», τοποθετεί στο κέντρο των διηγημάτων της μικρά, αλλά καθοριστικά, περιστατικά της ζωής σε ημιαστικά βορειοαμερικανικά περιβάλλοντα, αναδεύει τα νερά του υπαρξιακού ρεαλισμού, προσπαθώντας να περιγράψει πώς το «κοινωνικά αποδεκτό» ορίζεται και ορίζει, πώς γεννά προβλήματα στον (συχνά γυναικείο) μικρόκοσμο των ανθρώπινων σχέσεων, ενώ συχνά φωτίζει την «κοινή ηθική» με το λοξό φως της προσωποκεντρικής αλήθειας, εκτοπίζοντας αυτή καθεαυτήν την πλοκή σε δεύτερο πλάνο. Με μια, κατά γενική ομολογία, πυκνή πρόζα («[...] στις περισσότερες ιστορίες της Munro υπάρχει τόση [πυκνή ύφανση] όση και σ’ ένα μυθιστόρημα» κατά τον Alex Keegan), η 110η τιμηθείσα (και 13η γυναίκα από το 1901) με το βραβείο Νομπέλ αποκαλύπτει τις αμφισημίες της σύγχρονης ζωής και συνταιριάζει το εξωφρενικό με το τετριμμένο — ένα μάλλον θαρραλέο εγχείρημα.

 

Σε συνέντευξή της στο περιοδικό «Paris Review» (The Art of Fiction, No. 137) σχολιάζει επ’ αυτού: «Στο γράψιμο είχα πάντοτε πολλή αυτοπεποίθηση, ανακατεμένη με έναν φόβο πως τόση αυτοπεποίθηση έχει εντελώς λάθος εστίαση. Νομίζω πως, κατά έναν τρόπο, η αυτοπεποίθησή μου πηγάζει από το πόσο αδαής ήμουν. Επειδή είχα ζήσει τόσο έξω από οποιαδήποτε κανονικότητα, δεν είχα αντιληφθεί πως οι γυναίκες δεν γίνονται συγγραφείς τόσο απλά όσο οι άνδρες, ούτε φυσικά και οι άνθρωποι ταπεινότερης κοινωνικής καταγωγής. Αν γνωρίζεις πως γράφεις αρκετά καλά, σε μια πόλη που σχεδόν κανείς που έχεις γνωρίσει δε διαβάζει [λογοτεχνία], τότε —προφανώς— σκέφτεσαι πως έχεις ένα σπάνιο, δίχως άλλο, χάρισμα».

 

Κι ένα (ευτυχές για τη Munro) παράδοξο αντί κατακλείδας: πριν λίγο καιρό, σε συνέντευξή της στην επιθεώρηση National Post αποκάλυψε πως το πιο πρόσφατο της βιβλίο, το μυθιστόρημα (!) «Dear Life» που εκδόθηκε το 2012, θα είναι και το τελευταίο της — «[...] ίσως, όταν έχεις τα χρόνια μου, δεν επιθυμείς τη μοναξιά τόσο πολύ όσο ένας συγγραφέας την έχει ανάγκη. Είναι λες και στο λάθος άκρο του νήματος της ζωής γίνεσαι, κατά κάποιον τρόπο, πολύ κοινωνικός».

 

Στα ελληνικά κυκλοφορούν οι συλλογές της «Μ’ αγαπάει, δεν μ’ αγαπάει» (2003) και «Πάρα πολλή ευτυχία» (2010) από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο», καθώς και ένα διήγημά της στην ανθολογία «Της αγάπης μου ο σπουργίτης πέταξε» («Libro», 2009) που έχει επιμεληθεί ο Jeffrey Eugenides.

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=131364