- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Επιστολές στη Φρειδερίκη, τον Παπάγο και τον Γλίξμπουργκ

22/10/13 ART,ΘΕΜΑΤΑ

Από τις αρχές του 20ού αιώνα μέχρι σχεδόν τις μέρες μας, απλοί πολίτες συνήθιζαν να απευθύνονται με κάρτες και επιστολές προς την εξουσία. Εξέφραζαν αφοσίωση και αγάπη, παράπονα και πόνο, ζητούσαν και ρουσφέτια

 

Της Παρής Σπίνου

 

Συνήθως η ιστορική έρευνα εστιάζει στη σχέση της εξουσίας με τον λαό. Να όμως μια έκθεση που ερευνά τον τρόπο με τον οποίο οι απλοί άνθρωποι αντιλαμβάνονται τη σχέση τους με τους πολιτικούς και τη ρητορική που αναπτύσσουν για να εκφράσουν τα προβλήματα, τις προσδοκίες αλλά και τα αιτήματά τους.

 

«Αρχεία, πολίτες και πολιτικοί-Μια άλλη ανάγνωση της σχέσης πολιτών και πολιτικών» είναι ο τίτλος της έκθεσης που εγκαινιάστηκε χθες στην Ελληνοαμερικανική Ενωση, σε συνεργασία με τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, την Ελληνική Αρχειακή Εταιρεία και τη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων. Περιλαμβάνει επιστολές, κάρτες, τηλεγραφήματα από τις αρχές του 20ού αιώνα σχεδόν μέχρι τις μέρες μας, με αποστολείς ανθρώπους από τα λαϊκά και μεσαία στρώματα και αποδέκτες βασιλιάδες, Προέδρους της Δημοκρατίας και πρωθυπουργούς.

 

Διατρέχοντας μια μεγάλη ιστορική περίοδο, που σημαδεύτηκε από πολιτικές και οικονομικές κρίσεις, από πολέμους, εμφύλιο διχασμό, μεταναστευτικά κύματα, δικτατορία, τίποτα δεν φαίνεται να κλονίζει την εμπιστοσύνη των απλών πολιτών προς την εξουσία. Στις επιστολές τους ο σεβασμός είναι διάχυτος, η αμφισβήτηση απουσιάζει, κι όταν υπάρχει συνοδεύεται από την πεποίθηση ότι όλα τα εμπόδια θα ξεπεραστούν.

 

Για πρώτη φορά γίνεται προσιτό στο ευρύ κοινό το αρχείο των ανακτόρων, το οποίο παραδόθηκε πριν από το πραξικόπημα του ’67.

 

* «Μεγαλειοτάτη μας Βασίλισσα. Μεγάλη μας μητέρα». Ετσι ακριβώς προσφωνούν τη Φρειδερίκη τα «ανταρτόπληκτα» -όπως αυτοαποκαλούνται- κορίτσια της Παιδοπόλεως Μερίμνης στέλνοντάς της τις πρωτοχρονιάτικες ευχές για το 1948, ενώ στολίζουν την κάρτα με φωτογραφίες από τη ζωή στις παιδοπόλεις. «Σας φιλούμε το χέρι», καταλήγουν με σεβασμό.

 

* Σε μια άλλη ανορθόγραφη επι­στολή, με ημερομηνία 1/2/67, μια νεαρή μετανάστρια από το «Dέκενdoρφ», η οποία περιγράφει τον εαυτό της ως «απλή και αμόρφοτη χοριατοπούλα», απευθύνεται στον «Μεγαλειότατο Βασιλέα Κωνσταντίνο»: «Είμαι ελληνίδα αγαπό την πατρίδα μας και ιδίος τους Βασιλείς. Ξενιτέβομαι εδώ και χρονικό διάστιμα από την γλυκιά πατρίδα μας μακριά για να κερδίσουμαι λύγες οικονομίες που χριάζομαι στην ζωή μου». Τον παρακαλεί θερμά να της στείλει «μια δική σας φωτογραφία οικογενιακός να τη στολίσο στο δοματιάκι μου βλέποντας προί και βράδι…».

 

«Τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα οι επιστολές προέρχονται από τα λαϊκά στρώματα. Είναι διάχυτος ο πόνος, το παράπονο και υπάρχει και μια προσμονή από την εξουσία, που λαμβάνει σχεδόν θρησκευτικό, μεταφυσικό χαρακτήρα», μας λέει ο καθηγητής Ιστορίας Νίκος Καραπιδάκης, πρόεδρος της Εφορείας των Γενικών Αρχείων του Κράτους. «Σπάνια ζητούν χρήματα, συνήθως θέλουν να εγκατασταθούν σε ένα αυθαίρετο οίκημα, να βρουν περίθαλψη σε νοσοκομείο. Με εξαίρεση, ίσως, κάποια τρελά αιτήματα. Οπως ενός μετανάστη στον Καναδά, ο οποίος ζητούσε από τη βασίλισσα να ανεβάσει την τιμή του καναδικού δολαρίου. Η γλώσσα είναι πολιτική. Προσπαθούν να μη χρησιμοποιούν λαϊκή γλώσσα, αλλά διοικητική, και οι επιστολές είναι γλαφυρές και αυθόρμητες. Ενα λεξιλόγιο καρδιάς, αγάπης και συναισθήματος».

 

Στη μεταπολεμική περίοδο, όπου οι εξουσίες είναι πιο ολιγαρχικές και πιο απόλυτες, οι προσμονές των ανθρώπων γίνονται πιο απόλυτες.

 

* Ενδεικτικό είναι ένα τηλεγράφημα «προς τον αρχιστράτηγον Αλέξανδρον Παπάγον», που παρελήφθη στις 30/3/1950. Ο ενδιαφερόμενος γράφει ότι «υπηρέτησε τον αγώνα κατά των συμμοριτών επί 40 μήνες, αιχμαλωτίσθηκε και απέδρασε». Ζητάει λοιπόν διορισμό ως κλητήρας «εις κενήν θέσιν υποκατάστημα Εθνικής Τραπέζης Πρεβέζης» όπου προσλήφθηκε «πρόσωπον μη υπηρετήσαν παντάπασιν εις στρατόν». Και καταλήγει: «Διαμαρτυρόμενος εις υμάς αιτούμαι προστασίαν».

 

Μετά τη μεταπολίτευση κυρίως η μεσαία τάξη αρχίζει να απευθύνεται στην εξουσία και οι επιστολές γίνονται πιο ωφελιμιστικές. Ασφαλώς τα αιτήματα για διορισμό στο Δημόσιο δεν λείπουν, όμως δεν κυριαρχούν. «Τα ρουσφέτια δεν αποτελούν μόνο ελληνικό φαινόμενο, τα συναντάμε και σε αντίστοιχα ευρωπαϊκά αρχεία», διευκρινίζει ο Ν. Καραπιδάκης. «Διάχυτο είναι και πάλι το παράπονο, αυτή τη φορά όχι για το χτύπημα της μοίρας, αλλά για την αδικία που έχουν υποστεί από το προηγούμενο καθεστώς. Συνήθως καταγγέλλουν τους αντιπάλους και ζητούν να αποκατασταθούν για την προσφορά τους».

 

Τις περισσότερες φορές οι παραλήπτες των παραπόνων, τα ανάκτορα, οι πρόεδροι, οι πολιτικοί απαντούν μέσω της αρμόδιας υπηρεσίας. «Υπάρχει μια οργανωμένη συνδιαλλαγή, ένα άτυπο συμβόλαιο που ενώνει τις δύο πλευρές», συνεχίζει ο ίδιος. «Ανεξάρτητα από τις πολιτικές πεποιθήσεις των αιτούντων, που δεν είναι πάντα εμφανείς, όταν γράφουν δεν διερωτώνται πώς έχει εγκατασταθεί η εξουσία, ή τουλάχιστον δεν το λένε. Από ποιους διορθώνεται η αδικία; Από τους άρχοντες. Πώς όμως κατορθώνει η εξουσία και γίνεται τόσο πειστική; Είναι κάτι για το οποίο πρέπει να αναρωτηθούμε». Ισως να αποτελέσει και το επίκεντρο μιας άλλης έκθεσης.

 

Info: Γκαλερί Κένεντι της Ελληνοαμερικανικής Ενωσης, (Μασσαλίας 22, Κολωνάκι). Μέχρι 9 Νοεμβρίου. Δευτ.-Παρ.: 12.00-21.00, Σάββατο: 10.30-14.30.

 

[email protected]

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=136677