- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε
Το θέατρο είναι απρόβλεπτο, όπως η θάλασσα
29/11/13 ART,ΘΕΜΑΤΑ,ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ-ART
Ο δημοφιλής ηθοποιός θα μπορούσε να παίζει όπου θέλει. Μέσα, όμως, σ΄ αυτήν την κρίση, έστησε στην πλατεία Βικτωρίας, σχεδόν από την αρχή, το Θέατρο «Πόλη» και ανεβάζει ρεπερτόριο. Το έχει ξανακάνει πολλές φορές. Η γενιά του, βλέπετε, μεγάλωσε μέσα στο ρίσκο, παλεύοντας συνέχεια
Της Εφης Μαρίνου
Η γενναιόδωρη τηλεόραση όπως και το επιχορηγούμενο θέατρο ανήκουν στο παρελθόν. Αλλά η κρίση είναι παρούσα. Και μέσα σ’ αυτήν ο Δάνης Κατρανίδης αποφάσισε να πάρει θέατρο, να το φτιάξει από την αρχή κάνοντας μάλιστα ρεπερτόριο. Στο πρώην ατυχές «Μέλι» και νυν δυναμικό θέατρο «Πόλη», στην πλατεία Βικτωρίας, τρέχουν ήδη τρεις παραγωγές «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ» του Εντ. Αλμπι, «Αέρας» του Β. Χατζηγιαννίδη και «Frank και Ferdinand» του Σ. Ανταμσον στη Νεανική Σκηνή. Και ακολουθούν οι «Σκηνές από ένα γάμο» του Ι. Μπέργκμαν σε σκηνοθεσία Ενκε Φεζολάρι.
«Δεν έχει καθυστερήσει πληρωμές ούτε μια μέρα», «είναι ο ιδανικός εργοδότης». Σπάνιο ν’ ακούς σήμερα τέτοια κομπλιμέντα για επιχειρηματία. Πώς μέσα στην κρίση, που ακόμα δεν ξέρουμε πού θα οδηγήσει, ο Δάνης Κατρανίδης επενδύει τα χρήματά του στο απρόβλεπτο -επιχειρηματικά- θέατρο;
«Πριν ένα χρόνο με βρήκαν οι ιδιοκτήτες του χώρου, οι οποίοι, προς τιμήν τους, ενώ τους τον ζητούσαν για άλλη, προσοδοφόρα χρήση, προτίμησαν να παραμείνει θέατρο. Το έκλεισα για δώδεκα χρόνια. Το παρέλαβα γυμνό, εγκαταλειμμένο και το έφτιαξα από την αρχή: φουαγέ, καμαρίνια, σκηνή, πλατεία, σύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό, τα πάντα. Από μικρός δεν βρήκα τίποτα έτοιμο. Μεγάλωσα μέσα στο ρίσκο παλεύοντας συνεχώς. Ο,τι λεφτά έβγαζα στο θέατρο πήγαιναν. Εχω αποκτήσει ένα σπίτι χάρη στην επιμονή ενός δικού μου ανθρώπου, ένα αυτοκίνητο 1.600 κυβικών κι ένα μικρό 8μετρο σκάφος για να τρέχω σε αγώνες επειδή είναι η τρέλα μου. Οπως ο γιατρός ανοίγει το δικό του ιατρείο έτσι και ο ηθοποιός αναζητεί ένα χώρο δικό του».
• Δεν σας φοβίζει που κάνετε θέατρο ρεπερτορίου και μάλιστα «εκτός πιάτσας» όπως λέμε;
«Δεν υφίσταται πια ο μύθος της πιάτσας, η εποχή των κεντρικών θεάτρων με τα θιασαρχικά ζευγάρια. Δείτε τα θέατρα «Πορεία», «Πόρτα», «Χώρα». Η άλλοτε ενοχοποιημένη πλατεία Βικτωρίας δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από την πλατεία Κολωνακίου. Ούτε βλέπω τους άστεγους που συναντώ έξω από τον Καίσαρη, στην Πανεπιστημίου. Μια δουλειά αν είναι να πάει, θα πάει. Σημασία έχει το έργο, οι συνεργάτες, οι συντελεστές. Αλλά δεν είναι η πρώτη φορά που αναλαμβάνω επιχείρηση. Το έκανα στη δεκαετία του ΄80 με το «Μπροντγουαίη», το «Μουσούρη», το «Πόρτα» και το «Αλφα», το οποίο ανακαίνισα εκ βάθρων. Εχω μανία να βελτιώνω τους χώρους λειτουργώντας με το ανακλαστικό του ηθοποιού κι όχι του επιχειρηματία. Μετά τη συνεργασία μου με το Εθνικό συνεργάστηκα με τους παραγωγούς της εποχής».
• Πολύτιμη εμπειρία;
«Μεγάλη. Θα μπορούσα να είχα γίνει θιασάρχης το 1978, από την πρώτη βραδιά του «Καμπαρέ». Η επιτυχία διήρκεσε τόσο, που αρνήθηκα στους Αμερικανούς, που παρακολουθούσαν από τις πρόβες μέχρι το ανέβασμα, συμβόλαιο στο Μπροντγουέι. Αν τότε έλεγα «κάνω θέατρο», κανείς δεν θα δυσπιστούσε. Μέχρι να σκεφτούν αν είναι μάπα ή όχι, θα το είχαμε γεμίσει τρεις φορές τη μέρα. Δεν το έκανα. Ούτε έφυγα. Και δεν μετάνιωσα ποτέ. Με συγκινεί που 35 χρόνια αυτή η ερμηνεία συζητείται. Οι παραγωγοί με εμπιστεύτηκαν ως θιασάρχη, πρωταγωνιστή και ξεκίνησα. Κι όταν πήρα το «Μπροντγουαίη» για πέντε χρόνια δεν έκανα μπουλβάρ αλλά τέσσερα διαφορετικά έργα: «Το ένα καπέλο γεμάτο βροχή», «Επικίνδυνη στροφή», «Οργισμένα νιάτα» και μια εγγλέζικη φάρσα».
• Δεν φοβάστε μήπως δεν καταφέρετε να μείνετε συνεπής στις υποχρεώσεις σας;
«Θα βρω τον τρόπο να πολεμήσω τις δυσκολίες. Μη με ρωτάτε πώς. Θα πουλάω κουλούρια. Θα βρω εγώ το καλύτερο το κουλούρι που δεν έχει κανένας… Εκείνο που με τρομάζει είναι τα πισώπλατα χτυπήματα και μάλιστα από δικούς σου ανθρώπους. Κοιτάξτε, εγώ μεγάλωσα μέσα στην κρίση. Ημασταν νέοι ηθοποιοί και δεν είχαμε λεφτά. Πέρα από την τρέλα του έρωτα που μας έδινε φτερά, η ζωή μας ήταν χαρούμενη, γεμάτη, δημιουργική. Ρωτούσα τη Μίρκα [σ.σ. Παπακωνσταντίνου]: «πόσα έχουμε;». «Πέντε δραχμές». Φτάνουν για σινεμά και δυο τυρόπιτες ή μια μπουάτ όπου θα ακούγαμε υπέροχες μουσικές, ποίηση. Γλεντάγαμε τη στιγμή».
• Και οι σημερινοί νέοι;
«Τους σκότωσε η δική μας γενιά. Παιδιά που μεγάλωσαν νομίζοντας ότι είναι πρίγκιπες. Με μια ταμπλέτα στο χέρι να σερφάρουν σε ανοησίες, να αγωνιούν ποιο ρούχο, ποιο παπούτσι φίρμας θα αγοράσουν. Οι γονείς πάντα τους καθησύχαζαν: «Μην ανησυχείς, εγώ είμαι εδώ». Αντί να τους προσφέρουν αγάπη, αρχές, γέμιζαν το δωμάτιό τους άχρηστα παιχνίδια, τα παρατούσαν εκεί μέσα σκοτώνοντας το συναίσθημα, τη φαντασία τους. Το παρατηρείς και στο θέατρο. Ερχονται νέοι και στραβομουτσουνιάζουν όταν τους αναθέσεις μια δουλειά. «Α, νόμιζα κάτι άλλο», λένε. Μα τι άλλο; Να μοιράζουν χαμόγελα; Να περιφέρουν την ομορφιά τους και να πληρώνονται; Να φορούν γραβάτα και με το λάπτοπ στο χέρι να κάνουν deal, να υπογράφουν συμβόλαια; Εχουμε κάνει τον Ελληνα να ντρέπεται για τη χειρωνακτική εργασία. Αυτά τα παιδιά είναι δυστυχισμένα. Η εξάρτηση από το διαδίκτυο κάνει πια κόντρες με αυτήν από τα ναρκωτικά».
• Μπορεί να συνυπάρχει η τηλεόραση κι αυτό που λέμε ποιοτικό θέατρο;
«Μια χαρά μπορούν να συνυπάρχουν, είναι διαφορετικές διαδικασίες. Μη δαιμονοποιούμε ακόμα και σήμερα την τηλεόραση. Η ποιότητα των συνθηκών χαρακτηρίζει όλες τις δουλειές. Επαιξα σε σειρές βασισμένες στη λογοτεχνία, αλλά και σε καθημερινό σίριαλ, με τον ίδιο επαγγελματισμό και αφοσίωση που επιδεικνύω στο θέατρο. Είμαι εκπαιδευμένος και στα δύο είδη, δεν τα μπερδεύω ποτέ. Και στο θέατρο έπαιξα τα πάντα: από κλασικό και μοντέρνο μέχρι τραγωδία, επιθεώρηση και μιούζικαλ».
• Θεωρείτε τεχνητό τον διαχωρισμό εμπορικού και ποιοτικού;
«Δεν είναι καλύτερα να επιτρέψουμε στο κοινό να κρίνει, αντί να βάζουμε ρετσέτες; Αν το συζητούσαμε πριν μερικά χρόνια δεν θα μπορούσα να το αποδείξω. Τώρα όμως που οι επιχορηγήσεις –δυστυχώς– κόπηκαν, το τοπίο γίνεται ξεκάθαρο. Πέρα από τη μεγάλη αξία των καλλιτεχνών, που ηγήθηκαν και δούλεψαν στο επιχορηγούμενο θέατρο, πρέπει να πω ότι το πράγμα είχε ξεφύγει. Για κάποιους συναδέλφους σας ακόμα και ο πορτιέρης μερικών θεάτρων ήταν… «ταλαντούχος»», «ποιοτικός». Εγώ, λοιπόν, γνωρίζω νέους, καλούς ηθοποιούς που ανδρώθηκαν σ’ αυτό το ποιοτικό θέατρο που υπερασπίζεστε κι έχουν κάνει εμπορικότατα σίριαλ μέχρι και διαφημίσεις. Και φυσικά όταν παίζεις τον «Βασιλιά Λιρ» δεν σημαίνει ότι είσαι ποιοτικός. Γιατί μπορεί και να τον κάνεις σαν τα μούτρα σου»…
• Τι επιλογές έχει σήμερα ο καλλιτέχνης;
«Πάει πια η εποχή της νιρβάνας με τις προτάσεις, τα δάνεια, τις πισίνες. Τότε που σπαζοκεφαλιάζαμε πού θα ξοδέψουμε. Δεν άπλωσα ποτέ το χέρι πέρα από εκεί που έφτανε. Από παιδί διδάχτηκα να μη δημιουργώ μεγαλύτερες υποχρεώσεις από αυτές που αντέχω. Η δουλειά μας είναι εφήμερη. Την επιτυχία θα διαδεχτεί η αποτυχία. Επίσης δεν είμαστε διορισμένοι. Δεν είμαστε ο «καλλιτέχνης του σοβιετικού λαού». Κάθε βράδυ δίνουμε μια προσωπική μάχη. Οπως αγωνίζεται ο ποδοσφαιριστής την Κυριακή για να μη βρεθεί στον πάγκο. Αυτά που ακούω «μ’ έφαγαν τα κυκλώματα» είναι τρίχες. Δεν υπάρχει επιχειρηματίας που θα διώξει ηθοποιό που φέρνει κόσμο. Προσωπικά δεν ξεχνώ τα διδάγματα της ιστορίας. Και δεν φτύνω στο πηγάδι που μου έδωσε να πιω».
• Διδαχτήκαμε από την κρίση;
«Ακόμα θέλουμε κάποιον που θα χρηματοδοτεί. Θεωρούμε εαυτούς μάγκες, γλεντζέδες, αυτούς που ξέρουν να τα τρώνε… Σπάταλος έως βλακείας -το ξέρουν καλά οι φίλοι μου- δεν εθελοτυφλώ. Εχω πάθος με τους ιστιοπλοϊκούς αλλά όσο κι αν με πίεζαν να πάρω λίγο μεγαλύτερο σκάφος, αντιστάθηκα. Κράτησα αυτό που είναι φτηνότερο και από φουσκωτό. Επενδύω στο θέατρο. Δεν ξέρω πού θα με πάει. Αλλωστε ποτέ δεν ήξερα. Η θάλασσα και το θέατρο ξεκινούν με το ίδιο γράμμα. Και τα δύο απρόβλεπτα. Ξεκινάς με απόλυτη μπουνάτσα και μέχρι να πας στην Αίγινα κινδυνεύεις να βουλιάξεις».
Info: Θέατρο Πόλη, πλ. Βικτωρίας, δίπλα στον σταθμό του Ηλεκτρικού. Τηλ: 211-1828900
Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=155118
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε