- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε
Στο πατρογονικό έλ(ε)ος
01/12/13 ART,ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ,ΘΕΜΑΤΑ
[1]
[2]Γκράχαμ Σουίφτ
«Μακάρι να ήσουν εδώ»
Μυθιστόρημα Μετάφραση: Θωμάς Σκάσσης. Εστία, 2013, σελ. 336
Του Ακη Παπαντώνη
«Ολα τούτα ήταν ένα θαυμάσιο δίχτυ, ένα δίχτυ απελευθέρωσης [...]» (σ. 40)
Οι αδελφοί Λάξτον μεγάλωσαν σε ένα αγρόκτημα του Ντέβον. Η γονεϊκή τους γραμμή κουβαλά πολλά από τα στερεότυπα της μέσης βρετανικής, κτηνοτροφικής οικογένειας: στοιχειώδες μόλις μορφωτικό επίπεδο, επιβίωση μέσω χειρωνακτικής εργασίας, ρηχός πατριωτισμός, ισχυροί οικογενειακοί δεσμοί, ελώδης καθημερινότητα. Ο μικρότερος αδερφός, ο Τομ, μόλις κλείσει τα 18 θα καταταγεί στο στρατό. Ο μεγαλύτερος, ο Τζακ, θα μείνει να προσέχει τον πατέρα του και την οικογενειακή φάρμα. Ο θάνατος του τελευταίου (και ο θάνατος του πατέρα τής —εν κρυπτώ— φίλης του Τζακ, της Ελλη) μετατρέπεται στο εισιτήριο εξόδου του Τζακ (και της Ελλη) από το Ντέβον, μέχρι που ο θάνατος του Τομ στο Ιράκ γίνεται η «εξόδιος ακολουθία» από τον τόπο (κατα)φυγής προς τον τόπο καταγωγής και την αναμέτρηση με τα γονεϊκά κληροδοτήματα.
O Γκράχαμ Σουίφτ (Λονδίνο, 1949), με σπουδές λογοτεχνίας σε Κέμπριτζ και Γιορκ, πρωτοεμφανίστηκε στα βρετανικά γράμματα το 1980, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Βρετανούς συγγραφείς της τελευταίας 25ετίας, ενώ, το 1996, το μυθιστόρημά του «Οι τελευταίες εντολές» (Νεφέλη, 1997) τιμήθηκε με το Βραβείο Μπούκερ.
Στο «Μακάρι να ήσουν εδώ» μας θυμίζει την (μάλλον) ισχυρότερη αρετή της γραφής του: την ικανότητά του να αφηγείται το πώς ανατέμνονται οι «μεγάλες» αφηγήσεις —εν προκειμένω η ιστορία της βρετανικής κοινωνίας και οι ζυμώσεις εντός αυτής από το 1995 και εντεύθεν— με τις μικρότερες, καθημερινές ιστορίες. Με τον τρόπο αυτό, μετατρέπει την προσωπική ιστορία του Τζακ σε ένα διαρκές σχόλιο για την αγγλική ύπαιθρο, τα φτωχότερα στρώματα της εργατικής τάξης (αυτή που οι Βρετανοί ονομάζουν working class) και την ανυπαρξία διεξόδων από αυτή, την ανάμιξη της χώρας του στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας».
Ακριβώς όπως και στις βραβευμένες «Τελευταίες εντολές», το βιβλίο καλύπτει λίγες ημέρες: εκείνες γύρω από το ταξίδι προς μία κηδεία, η αφήγηση όμως μοιράζεται εξίσου μεταξύ παρόντος και παρελθόντος. Κατά την εξέλιξή της ο Σουίφτ αναζητά τη σχέση αίτιου – αιτιατού των γεγονότων, την παρουσιάζει όμως με τρόπο υποδόριο, τη θάβει κάτω από (σε πρώτη ανάγνωση) επιφανειακές στιχομυθίες και περιγραφές, την αφήνει να ποτίσει τα αφηγηθέντα και να τα διαβρώσει εκ των έσω. Πολλαπλές οπτικές γωνίες, πολλές «φωνές», κινήσεις μπρος-πίσω στον χρόνο —κάθε εναλλαγή λαμβάνει χώρα βουβά, ανεπαίσθητα— συνθέτουν ένα σύμπαν όπου κυριαρχεί η φιγούρα τού, νεκρού πλέον, Τομ. Ενας χαρακτήρας-φάντασμα ο οποίος στοιχειώνει κάθε χαρακτήρα της ιστορίας του Σουίφτ με διαφορετικό τρόπο, αποτελεί φόντο και επίκεντρό της, και καταλήγει εξ αδιαιρέτου όνειρο (και καλό και κακό) των πρωταγωνιστών.
Αυτή, πάντως, δεν είναι η πρώτη φορά που ο Σουίφτ μας παρουσιάζει ένα ήρωα που τον κυριεύει το παρελθόν. Το ίδιο σύνδρομο κατέτρεχε και τους πρωταγωνιστές του «Ο Καταστηματάρχης» (Εστία, 1996), του «Υδάτινη χώρα» (Εστία, 1999) ή του «Εσαεί» (Εστία, 1999). Ολοι τους τοποθετούνται από το συγγραφέα στο μέσο ενός πολύπλοκου συμπλέγματος προσωπικών προβλημάτων και κοινωνικών καταστάσεων που τους αναγκάζουν να εξιστορίσουν (πρώτα πρώτα στον εαυτό τους) την αδυναμία τους να ελέγξουν το δύσβατο παρόν, μέσα από αναδρομές σε ένα εξωραϊσμένο μεν, τραχύ δε παρελθόν. Και εκεί ακριβώς η πρόζα του Σουίφτ επισκέπτεται (ξανά και ξανά) τα ίδια θέματα: το πως ανατέμνεται το διαχρονικό με το επίκαιρο, την ανάπτυξη ή την αποδόμηση των διαπροσωπικών δεσμών, τη δυναμική της κοινωνικής στρωμάτωσης στη Μεγάλη Βρετανία και, εν τέλει, τον συγκερασμό όλων αυτών σε ένα πολύπλοκο μικρόκοσμο που (ο καθένας μας) αποκαλεί «ζην».
Αν δει κανείς πως το σύνολο του ανά χείρας μυθιστορήματος συμπυκνώνεται στην εναρκτήρια σκηνή, θα αντιληφθεί —μέσα από τη στάση του Τζακ, τον τρόπο περιγραφής της καραμπίνας καθώς «κοιμάται» στο κρεβάτι, τις σκέψεις του γύρω από τη «νόσο των τρελών αγελάδων», την 11η Σεπτεμβρίου, τον πόλεμο στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, την ανησυχία του για την Ελλη— πως ο Σουίφτ επιχειρεί γράφοντας να τον «σώσει» από την αυτοκτονία, από το έλος της πατρογονικής κληρονομιάς, από την κυκλοτερή αφήγηση της καθημερινότητας στην αγγλική ύπαιθρο. Ερώτημα βέβαια παραμένει το αν επιθυμούν οι ήρωές του να σωθούν.
Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=155378
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε