- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Οι ήρωές μου ονειρεύονται Εβερεστ, αλλά ανεβαίνουν Μαίναλο

02/12/13 ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Δεν θα ξανακάνει, λέει, σινεμά ο πιο καλτ Ελληνας σκηνοθέτης. Τα τελευταία χρόνια, ευτυχώς, έστρεψε το χιούμορ και τη φαντασία του στη σκηνή. Ελπίζοντας να ξεπεράσει τον φόβο του για τις γυναίκες και μετά τόσες αντρικές ταινίες να γράφει μόνο γι' αυτές

 

Της Νόρας Ράλλη

 

Σκηνή από την παράσταση στο ΤΡΙΑΝΟΝ [1]Κάθε χρόνο στα μαθηματικά έμενε μετεξεταστέος. Και κάθε Σεπτέμβρη, περνούσε το μάθημα. Βρισκόμαστε στη δεκαετία του 1940, στην Τρίπολη. Η οικογένειά του είχε χαρακτηριστεί «αριστερή» και ο μαθηματικός μισούσε τους κομμουνιστές. Βρισκόμαστε στη δεκαετία του 2010, Αθήνα, και ο Σταύρος Τσιώλης αποφάσισε να χρησιμοποιήσει υψηλά, άλυτα μαθηματικά προβλήματα ως τον κύριο άξονα του νέου θεατρικού του έργου «Η Πόρτα ή ο Σωρός των Φασολιών», που παρουσιάζεται για δεύτερη χρονιά στο «Τριανόν» από τη θεατρική ομάδα Τσούκου Τσούκου, σε σκηνοθεσία Αντώνη Τσιοτσιόπουλου (που έχει και τον πρωταγωνιστικό ρόλο).

 

Είναι μια παράσταση «φαουστική», καθώς ο ήρωας του Τσιώλη αποφασίζει να πουλήσει τη ζωή του στους νονούς της νύχτας, προκειμένου να κατορθώσει να λύσει την εικασία του Γκόλντμπαχ, που ώς σήμερα παραμένει αναπόδεικτη. «Στον μεγάλο πόνο, ο χρόνος σταματάει», λέει ο Τσιώλης διά μέσου του ήρωά του. Κάτι περισσότερο θα ξέρει ο «κύριος Σταύρος» (όπως τον προσφωνούν οι ηθοποιοί του), καθώς διένυσε τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας μέσα από τα γραπτά και τις ταινίες του.

 

«Δεν ξέρω αν είναι αυτοβιογραφικά τα όσα έχω κάνει. Ξέρω, όμως, ότι τα μέρη των παιδικών μου χρόνων στην Τρίπολη έχω πάντα στο μυαλό», λέει. Εχει χαρακτηριστεί «ποιητής της εικόνας», έχει γραφτεί πως «μόνο ένας Σταύρος Τσιώλης θα μπορούσε να συνδέσει με ηλεκτρισμένη έμπνευση το μαθηματικό θεώρημα του Γκόλντμπαχ με τα σκυλάδικα της Κατερίνας Στανίση», έχει ειπωθεί πως «είναι ο πιο ευγενικός και ειλικρινής άνθρωπος που έχω γνωρίσει». Ολα αυτά ισχύουν και ακόμη περισσότερα…

 

Για την «Πόρτα ή ο Σωρός των Φασολιών»: «Διάβασα κάποια στιγμή το μυθιστόρημα του Απόστολου Δοξιάδη για την εικασία του Γκόλντμπαχ και θέλησα να γράψω ένα έργο γι’ αυτό. Είναι μια σουρεαλιστική τραγωδία της μαθηματικής επιστήμης που εκτυλίσσεται σε ένα σκυλάδικο της παραλιακής. Οι ποιητές όμως μπορούν να ονειρεύονται παντού. Γι’ αυτό στην “Πόρτα” ο Ρούλης, ένας καθηγητάκος μαθηματικών διωγμένος από νυχτερινό Γυμνάσιο της οδού Αχαρνών, που θέλει να πάρει το Νόμπελ για λόγους αγάπης, συντρίβεται, αλλά δεν πειράζει. Ηρωές μου εμένα είναι οι μικροί δημιουργοί. Αυτοί που ονειρεύονται το Εβερεστ, αλλά το πιο πολύ που μπορούν να ανέβουν είναι το Μαίναλο».

 

Για το θέατρο: «Στην Αθήνα έχουμε πάνω από 400 θεατρικές σκηνές σε περίοδο κρίσης, πράγμα μοναδικό! Τόσες νέα ομάδες – με μία τέτοια ομάδα συνεργάζομαι και φέτος στο Τριανόν. Από την άλλη, δεν θα το ξεχάσω, πριν από λίγες εβδομάδες ανεβάσαμε για τρίτη χρονιά το “Ταξιδεύοντας με τον ΠΑΟΚ” στο Στούντιο Μαυρομιχάλη. Σε τρεις μέρες κάναμε μόνο τρία εισιτήρια. Ενα ζευγαράκι που έδωσε όρκους αιώνιας αγάπης μπροστά από το θέατρο –τους άκουγα και ήταν τόσο συγκινητικό– και αποφάσισαν να μπουν να δουν την παράσταση και ένας φοιτητής. Ολοι οι υπόλοιποι ήταν με προσκλήσεις – ακόμη και άνθρωποι αρκετά εύποροι. Η παράσταση κατέβηκε και το μόνο που με στενοχώρησε ήταν αυτά τα παιδιά που κάναν τόσες πρόβες για να παίξουν μόνο 3 μέρες. Να το δεις ότι και μεγάλοι θίασοι θα έχουν πρόβλημα σε λίγο. Ούτε και θα στενοχωρηθώ – βαρέθηκα την υποκρισία τους! Συνεχίζουν αδιάντροπα να αποτελούν την προνομιούχα τάξη. Αλίμονο όταν έρθει η ώρα τους!»

 

Τι γράφει τώρα: «Ενα νέο θεατρικό με τίτλο “Η γυναίκα του αστροναύτη”, που πιστεύω είναι ό,τι καλύτερο έχω κάνει ώς τώρα. Η πρωταγωνίστρια είναι η συνισταμένη όλων των γυναικών της ζωής μου. Είναι μία απίστευτη γυναίκα, που συντρίβεται δίπλα στο μέγεθος του άντρα της, αλλά τελικά αποδεικνύεται πιο δυνατή απ’ αυτόν. Τόσο αγαπάω αυτό το έργο που και να είναι το τελευταίο μου, δεν θα με πειράζει καθόλου».

 

Για τις γυναίκες: «Θα θελα να ’μαι σαν τον Τένεσι Ουίλιαμς. Να γράφω μόνο για γυναίκες. Πάντα, όμως, τις φοβόμουν. Πιστεύω πως δεν είναι το ίδιο είδος με μας. Είναι μια ξεχωριστή δημιουργία. Λες και τις έριξε ένα εξωγήινο ον στον πλανήτη και πρέπει εμείς να μάθουμε να ζούμε μαζί τους. Γι’ αυτό και οι άντρες ήταν πάντα οι πρωταγωνιστές των ταινιών μου. Ωστόσο, πλέον, αν και τις φοβάμαι το ίδιο, για το θέατρο θέλω να γράφω για γυναίκες!»

 

Για τον Αργύρη Μπακιρτζή: «Ο Αργύρης είναι πράγματι ο μόνιμος πρωταγωνιστής μου. Θυμάμαι πως όταν ήταν να γυρίσουμε, το 1990, τον “Ερωτα στη Χουρμαδιά”, έψαχνα τον κεντρικό ηθοποιό και σε όσους είχα δείξει το σενάριο το είχαν απορρίψει. Ετυχε να δω τον Αργύρη σε μια συναυλία, μου άρεσαν πολύ τα τραγούδια του και του ζήτησα να πρωταγωνιστήσει. Η πρώτη ανάγνωση του ρόλου ήταν παταγώδης αποτυχία. Στρέφομαι τότε στον εξαιρετικό Αλκη Παναγιωτίδη, ο οποίος, αν και πολύ καλός ηθοποιός, τελικά δεν έδενε με τον ρόλο. Οπότε, ξαναγύρισα στον “στρατηλάτη του Βορρά” και τα κατάφερε τέλεια τη δεύτερη φορά!»

 

Για τον νέο ελληνικό κινηματογράφο: «Οι νέοι σκηνοθέτες είναι καλά παιδιά. Ειδικά μετά το 2004, μετά την τελευταία μου ταινία “Φτάσαμε!”, που αποφάσισα πως, τέρμα, ώς εδώ το σινεμά για μένα, τους παρακολουθώ ως θεατής και πολύ το χαίρομαι. Υπάρχουν ονόματα όπως ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης, ο Γιάννης Οικονομίδης και φυσικά ο Πάνος Κούτρας -του οποίου τη “Στρέλλα” θεωρώ αξεπέραστη– που είναι τρομεροί σκηνοθέτες. Από την άλλη, οι Λάνθιμος, Αβρανάς, Λυγίζος κ.λπ. είναι νέα παιδιά που χρειάζονται χρόνο. Δεν γίνεται να θες να κάνεις καλή ταινία και να μην έχεις δει τον “Κλέφτη ποδηλάτων” ή Ροσελίνι. Θυμάμαι, ένα βράδυ έκατσα να δω την ταινία της Αθηνάς Τσαγγάρη και το έκλεισα στη μέση. Δεν είχε τίποτε να μου δείξει. Ομως, είμαι σίγουρος πως θα βρουν τον δρόμο τους! Και να δεις πόσοι ακόμα είναι έτοιμοι και περιμένουν να βρουν λίγα χρήματα για να κάνουν ταινίες!»

 

Γιατί δεν θέλει να ξανακάνει σινεμά: «Εγώ πια τα ξόδεψα όλα. Μόνο θέατρο οραματίζομαι πλέον. Πάντως, μου λείπει ο πολιτικός κινηματογράφος, που δεν έχουμε ακόμα την ωριμότητα να κάνουμε, αλλά και η αφετηρία ενός κινήματος, όπως του ιταλικού νεορεαλισμού, για παράδειγμα».

 

Το ανεκπλήρωτο: «Θα ήθελα να μπορώ να ξαναζήσω. Να ξαναγεννηθώ 17 χρονώ και να πεθάνω στα 37 μου. Λέω στο έργο πως ο άνθρωπος δεν πίστεψε πως θα 'ρθει η ώρα που θα συναντήσει μόνος τον εαυτό του. Στη δική μου ώρα, μόνο να ερωτευτώ θέλω. Αυτό θα έκανα. Μόνο θα ερωτευόμουνα!»
 

Info: «Η Πόρτα ή Ο σωρός των φασολιών»: κάθε Σάββατο και Κυριακή στις 8, στο ΤΡΙΑΝΟΝ (Κοδριγκτώνος 21 – ΜΕΤΡΟ Βικτώρια, 2108215469). Τιμή εισιτηρίου: 12€, 8€ (φοιτητικό, ανέργων). Διάρκεια: 80΄.

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

 

* Τι δεν ξέρουμε γι’ αυτόν

 

- Ο πατέρας του, τσαγκάρης και μουσικός στην μπάντα της Τρίπολης, έκανε 6 χρόνια εξορία.

 

- «Σχεδόν 60 χρόνια στην Αθήνα, και Αθηναίος δεν αισθάνομαι», δηλώνει.

 

- Το μοναδικό του ταξίδι στο εξωτερικό ήταν στο Μόναχο, για να παραλάβει το βραβείο για την ταινία «Σχετικά με τον Βασίλη». Εκεί θα συναντούσε και τον Ταρκόφσκι. Ωστόσο του ανακοίνωσαν πως για λόγους υγείας η συνάντηση θα γίνονταν λίγο αργότερα. Εξι μέρες μετά, ο Ταρκόφσκι έφυγε από τη ζωή.

 

- Εχει μία κόρη, την Κατερίνα, που μικρή απορούσε πώς ο μπαμπάς της παίρνει τόσα βραβεία, τον ξέρουν όλοι, αλλά δεν έχει λεφτά!

 

- Μικρός, περνούσε έξω από το σπίτι του Καρυωτάκη και έβλεπε «εδώ έζησε ο Καρυωτάκης». Και ήθελε και ο ίδιος κάποτε να δουν κάπου γραμμένο «εδώ έζησε ο Τσιώλης». Και έτσι ξεκίνησε να γράφει και να γράφει. «Σαν παιδί, μπορεί να κάνεις όνειρα. Εστω και αν ακούγονται τολμηρά ή αλαζονικά… Ηταν και χρόνια Εμφυλίου. Μόνο όνειρα μπορούσαμε να κάνουμε. Εμένα όμως αυτό με έσωσε και με έκανε ό,τι έχω γίνει».

 

- Περίπου για 15 χρόνια, από τις αρχές του ’70 ώς το ’85, δεν γύρισε καμία ταινία, για προσωπικούς λόγους. Τότε, ανέβαινε πολύ στο Αγ. Ορος: «Πέρασα από τη θρησκεία και μου πέρασε!» λέει με χιούμορ.

 

[email protected].

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=155731