- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Village και Φεστιβάλ: συνύπαρξη των «άκρων»;

31/12/13 ART,ΘΕΜΑΤΑ

Οι τέσσερις αίθουσες, που φιλοξενούν δύο φορές τον χρόνο τις ταινίες τέχνης του Δημήτρη Εϊπίδη, δεν θα είναι πια κλειστές τους υπόλοιπους μήνες. Η απόφαση του ΟΛΘ να τις νοικιάσει για τρία χρόνια σε μεγάλη εταιρεία βρίσκει σύμφωνο τον Δήμο Θεσσαλονίκης αλλά και το Φεστιβάλ. Οχι όμως και τους πιο ευαίσθητους σινεφίλ

 

Της Βένας Γεωργακοπούλου

 

village-cinemas [1]Θυμάμαι να αποχαιρετάμε τις Αποθήκες στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης τα βράδια που τελείωναν τα δύο Φεστιβάλ της, Νοέμβριο και Μάρτιο. Μαύρο σκοτάδι και μια γλυκιά θλίψη τις τύλιγε πριν καλά καλά ολοκληρωθούν. Οι τέσσερις αίθουσες στις Αποθήκες 1 και Δ κλειστές, αυτές με τα ωραία ονόματα -Τζον Κασσαβέτης, Σταύρος Τορνές, Τώνια Μαρκετάκη, Φρίντα Λιάππα. Κλειστά βραδιάτικα και τα μουσεία: ΚΜΣΤ, Φωτογραφίας και Κινηματογράφου. Και μόνο ένα εστιατόριο ανοιχτό, υποφωτισμένο και με ελάχιστο κόσμο.

 

Οι Αθηναίοι δεν ζούμε όλο τον χρόνο αυτόν τον πανέμορφο χώρο με τις υποδειγματικά ανακαινισμένες αποθήκες. Μαθαίνουμε για πολλές εκδηλώσεις. Οι τέσσερις, όμως, αίθουσες, που φιλοξενούν στο Φεστιβάλ το πιο ζωντανό κομμάτι της Θεσσαλονίκης, παραμένουν 10 μήνες τον χρόνο κλειστές. Κρίμα κι άδικο.

 

Και να που «ξαφνικά» δόθηκαν στη Village. Ηδη λειτουργούν σαν κανονικές αίθουσες. Τα πρώτα σχόλια ήταν αρνητικά: οι σινεφίλ δεν μπορούν να χωνέψουν το κατέβασμα του υψηλού κινηματογραφικού πήχη που έχει επιβάλει το φεστιβάλ. Ο τομέας Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, κατήγγειλε τη «θυσία στον βωμό του κέρδους και της ιδιωτικοποίησης» ενός χώρου που έπρεπε να δοθεί στην πόλη και τους κατοίκους της.

 

Ποια είναι, όμως, ολόκληρη η εικόνα; Απευθυνθήκαμε στον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΟΛΘ Σπύρο Αγγελούδη. Οι αποθήκες του λιμανιού, και φυσικά οι επίμαχες 1 και Δ, που πρώτες ανακαινίστηκαν το 1997 από την Πολιτιστική Πρωτεύουσα Θεσσαλονίκης, ανήκουν στην κυριότητα του ΟΛΘ. Αυτός αποφασίζει για την εκμετάλλευσή τους. Με έναν όρο, που αναφέρεται ρητά στην υπουργική απόφαση: να δίδονται για τις ανάγκες του Φεστιβάλ Κινηματογράφου -το 1999 ο όρος επεκτάθηκε και στο νεοσύστατο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ.

 

Δεν υπήρχαν άλλες προτάσεις αξιοποίησης των δύο αποθηκών προς όφελος του πολιτισμού αλλά και του ΟΛΘ, ανώνυμης εταιρείας, που δεν επιχορηγείται από το κράτος, αλλά είναι κερδοφόρα; Ο κ. Αγγελούδης είναι κατηγορηματικός. «Τα τρία χρόνια της παρούσας διοίκησης δεν υπήρξε κανένα επίσημο αίτημα. Μέχρι τώρα τις δίναμε σε διάφορους φορείς, είτε για εκμετάλλευση (ελάχιστες φορές) είτε για κοινωνικούς λόγους (τις περισσότερες). Η λειτουργία τους κοστίζει 30 χιλιάδες ευρώ τον χρόνο. Ετσι, ακριβώς επειδή στα ενδιάμεσα ανακαινίσαμε και άλλες αποθήκες, αποφασίσαμε να προχωρήσουμε στην εκμίσθωση της 1 και Δ για κινηματογραφικές αίθουσες. Δεν το κάναμε χωρίς διαφάνεια, παρ' όλο που το καταστατικό μάς δίνει το δικαίωμα να προχωράμε σε εκμισθώσεις μέχρι τρία χρόνια. Πρώτα θέσαμε το θέμα σε ανοιχτή διαβούλευση, που, όμως, δεν πρόσφερε κάποια άλλη πρόταση. Επειτα κάναμε δημόσιο διαγωνισμό, που, μάλιστα, επαναλήφθηκε δύο φορές. Την τρίτη αναδείχτηκε πλειοδότρια η Village. Aνέλαβε τις τέσσερις αίθουσες για τρία χρόνια έναντι υψηλού μισθώματος. Τις ανακαίνισε, μάλιστα. Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, τόσο ο καλλιτεχνικός διευθυντής Δημήτρης Εϊπίδης, αλλά και ο πρόεδρος του Δ.Σ. Γιάννης Μπουτάρης, δεν είχαν καμία απολύτως αντίρρηση. Ο,τι έκαναν θα συνεχίσουν να κάνουν. Ο θεσμός δεν αλλοιώνεται».

 

Τι θα γίνουν οι κινηματογραφικές ονομασίες των τεσσάρων αιθουσών; Οι τόσο διακριτικές ταμπέλες στην είσοδό τους θα επιστρέφουν στη διάρκεια των φεστιβάλ, παίρνουμε τη διαβεβαίωση. Ο κ. Αγγελούδης θεωρεί «προσχηματικό» τον θόρυβο που δημιουργήθηκε. Επιμένει πως υπάρχουν και νέες αποθήκες, ελεύθερες για παραχώρηση, είτε δωρεάν είτε με μόνο το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος. Ακόμα και οι τέσσερις αίθουσες της Village το πρωί θα είναι ελεύθερες.

 

Συμφωνεί με την εκμίσθωση των αιθουσών και ο Σπύρος Πέγκας, εντεταλμένος σύμβουλος Τουρισμού και Διεθνών Σχέσεων του Δήμου Θεσσαλονίκης και εκπρόσωπός του στο Δ.Σ. του φεστιβάλ. «Ο δήμος βλέπει γενικά με καλό μάτι τη συνεργασία με ιδιώτες μέσα στην οικονομική κρίση και με το τεράστιο πρόβλημα συντήρησης των δημόσιων κτιρίων», λέει. Προσθέτει ότι η Village δεν μονοπωλεί κινηματογραφικά τον χώρο. «Η Ταινιοθήκη της Θεσσαλονίκης στο διπλανό Μουσείο Κινηματογράφου είναι συνέχεια φουλ». Προσθέτει, πάντως, ότι θα «περίμεναν από τον ΟΛΘ μια πιο γενναιόδωρη πολιτική παραχωρήσεων».

 

Εντελώς αντίθετη άποψη έχει ο Tέλλος Φίλης, γνωστός Θεσσαλονικιός σινεφίλ και ψυχή τής Seven Film Gallery, της μόνης γκαλερί που… δανείζει τα έργα της (τα ψαγμένα dvd της). Αποδίδει το γεγονός ότι οι Αποθήκες 1 και Δ έμεναν τόσα χρόνια πολιτιστικά αναξιοποίητες στην «περίπλοκη ελληνική νομοθεσία, σε συνδυασμό με τη γραφειοκρατία, που λειτουργούσαν απαγορευτικά σε οποιαδήποτε ιδέα ή πρόταση αξιοποίησής τους, ώστε αυτή να μη φτάνει ούτε ώς το Δ.Σ. του ΟΛΘ». Χρεώνει στους αρμόδιους δημόσιους φορείς «έλλειψη πολιτικής βούλησης και αδράνεια».

 

«Μέχρι που ήρθε η κρίση και η ανάγκη για ζεστό χρήμα», λέει. «Ετσι, σε χρόνο-ρεκόρ αποφασίστηκε η παραχώρησή τους σε ιδιωτική εταιρεία, με τη σύμφωνη γνώμη του ΟΛΘ, που μέχρι τότε σε όποιον ενδιαφερόταν απαντούσε ότι δεν μπορεί να κάνει κάτι γιατί επίκειται η πώλησή του στην Cosco, του Φεστιβάλ Κινηματογράφου, του Δήμου Θεσσαλονίκης και της αρμόδιας Εφορείας Σύγχρονων Μνημείων».

 

Τις φωτεινές πινακίδες της Village, «εκεί που τόσα χρόνια δεν τόλμησε κανείς να αναρτήσει παρόμοιες με τα ονόματα των Τώνιας Μαρκετάκη, Φρίντας Λιάππα, Τζον Κασσαβέτη και Σταύρου Τορνέ», ο Τέλλος Φίλης τις θεωρεί «ενδεικτικό της βιασύνης, της προχειρότητας και της απαξίωσης των κινηματογραφόφιλων (ελάχιστων, να το παραδεχτώ, της πόλης)». Πιστεύει ότι «αλλοιώνουν την ιστορική χρήση των κτιρίων και είναι αστείο να υπάρχουν σε έναν χώρο τέτοιας αισθητικής φροντίδας». Το ίδιο αρνητικός είναι και για την ανακαίνιση των αιθουσών. «Βάφτηκαν ροζ και πορτοκαλί», λέει, «γέμισαν όλα τα καταναλωτικά σουσούμια ενός αντικινηματογραφικού τρόπου ζωής. Φτήνυναν αντί να αξιοποιηθούν. Φέρουν ακέραιη την ευθύνη πλέον για τη διαμόρφωση μιας γενιάς καταναλωτών, κι όχι θεατών, χωρίς ίχνος ιστορικής ή κινηματογραφικής μνήμης».

 

[email protected]

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=162692