- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

«Σπάστε το μαγικό καθρεφτάκι!»

14/02/14 ART,ΘΕΜΑ,ΘΕΜΑΤΑ

Της Μικέλας Χαρτουλάρη

 

ΤΖΙΝΑ ΠΟΛΤΤΗΗταν δέκα χρόνων και μεγάλωνε σε ένα αστικό σπίτι με έναν πατέρα βαθύτατα δημοκράτη, όταν έγραψε σε ένα χαρτί «Σπάστε το μαγικό καθρεφτάκι!». Θα το έδινε στις φίλες της για να ξεκολλήσουν από τα παραμύθια του δικτάτορα Μεταξά, όμως την επομένη κηρύχτηκε ο πόλεμος. Με την εισβολή της Ιστορίας στη ζωή της, η κατοπινή διανοούμενη Τζίνα Πολίτη άρχισε να σκέφτεται αλλιώς. Οπως μου σχολίαζε μ’ εκείνη τη βραχνή φωνή της που σε ξεσηκώνει: «Αυτό το κοριτσάκι που διαμόρφωνε σιγά σιγά ένα Εγώ, κλήθηκε σε ένα Εμείς. Αρχισε να βιώνει εαυτόν ως εθνικό υποκείμενο, και αμέσως μετά, στη γερμανική Κατοχή, εντάχθηκε σε ένα συλλογικό υποκείμενο: την Αντίσταση».

 

Στα δώδεκά της όργωνε λοιπόν τις γειτονιές της Αθήνας με κουβάδες κόκκινη μπογιά. Και στην Απελευθέρωση, κρέμασε στο μπαλκόνι του σπιτιού τους στην οδό Μηθύμνης, ένα σφυροδρέπανο που είχε ζωγραφίσει προκαλώντας την οργή τού απέναντι γείτονα. «Οι αντάρτισσες έγιναν για εμάς το πρότυπο της γυναικείας απελευθέρωσης» επισημαίνει στην «Εφημερίδα των Συντακτών». «Η γενιά μου δεν ήξερε τίποτα για τα φεμινιστικά. Βλέποντας όμως τις αντάρτισσες, αποκτήσαμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας, πατήσαμε πόδι στις οικογένειές μας, και διεκδικήσαμε την αυτονομία μας».

 

Ετσι πορεύτηκε η Τζίνα Πεσκετζή-Πολίτη, σε ολόκληρη τη ζωή της. Ηταν αέρινη και εύθραυστη εξωτερικά, αλλά κατά βάθος δυνατή και μαχητική. Στην Αθήνα όπου μεγάλωσε, στη Νέα Υόρκη όπου σπούδασε και παντρεύτηκε, στο Κέμπριτζ και στη Θεσσαλονίκη όπου δίδαξε αγγλική λογοτεχνία, και ξανά στην Αθήνα όπου ζει μόνιμα από το 1997, παντού και πάντα ξεχώριζε με την κριτική της οξυδέρκεια και την ακτιβίστικη ορμή της. Το ίδιο και τώρα, που συνεχίζει το θεωρητικό έργο της με απαιτητικά δοκίμια (κυκλοφορούν από την «Αγρα») και παράλληλα γράφει παρεμβατικά πολιτικά άρθρα. Είτε κατεδαφίζει τον πολιτικό σχολιαστή Πρετεντέρη είτε αναδεικνύει συγγραφείς όπως ο Ουόλτερ Σκοτ ή ο Μπέκετ, ο Ελύτης, ο Κιουρτσάκης ή ο Δημητριάδης, την απασχολεί η ηθική και η πολιτική ευθύνη που διαπερνά τα κείμενα. Μέσα από αυτή την προσέγγιση ανέδειξε εχθές κρίσιμα ιδεολογικά ζητήματα γύρω από τις σχέσεις του ευρωπαϊκού Νότου με τον Βορά, μιλώντας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για τη διαλεκτική ανάμεσα στη Λογοτεχνία και την Ιστορία. «Δεχόμαστε βολές οι φιλόλογοι», παρατηρεί, «όμως χάρη σ’ εμάς φανερώνεται το νόημα των λογοτεχνικών έργων στο παρόν. Οι συγγραφείς μπορεί να μην το παραδέχονται αλλά χρειάζονται τον φιλόλογο, τον θεωρητικό της λογοτεχνίας, τον κριτικό, για την επιβίωσή τους. Εκείνος δίνει ζωή στο έργο τους κάθε φορά που το φωτίζει από διαφορετική σκοπιά και το εντάσσει στο παιχνίδι της Ιστορίας».

 

Παθογένειες

 

Οταν το 1980 την εξέλεξαν στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και βάλθηκε να στήσει από το μηδέν τις σπουδές αγγλικής λογοτεχνίας, δεν εμπιστευόταν την πολιτική των εγγράφων, αλλά πήγαινε η ίδια στα υπουργεία. Καλούσε τους υπουργούς να αναλάβουν τις ευθύνες τους, πίεζε τους πρυτάνεις, δημοσιοποιούσε τα προβλήματα, και από την άλλη σμίλευε το πνεύμα των φοιτητών/τριών της, έτσι που τελικά κατάφερε να οργανώσει στο ΑΠΘ ένα από τα καλύτερα Τμήματα Αγγλικής Λογοτεχνίας στην Ευρώπη «[…] που είναι σήμερα ανύπαρκτο!»

 

Ομως, τονίζει, «δεν ευθύνονται τα δημόσια πανεπιστήμια για την κατάντια τους, παρά σε ελάχιστο βαθμό. Διότι ποτέ δεν είχαν πραγματική αυτονομία. Οι πολιτικοί έκαναν τους νόμους, και σε αυτούς οφείλονται οι περισσότερες παθογένειες, διότι πάντα αντιμετώπιζαν τα πανεπιστήμια με κριτήρια ψηφοθηρικά, ως χώρους απ’ όπου αντλούσαν εξουσία. Το ξήλωμα που γίνεται σήμερα έχει αρχίσει από το ’90, και εξυπηρετεί ένα ευρύτερο σχέδιο ιδιωτικοποίησης που αγκαλιάζει τα πάντα: υγεία, ασφαλιστικό, παιδεία… Η ανώτατη εκπαίδευση αλλάζει προσανατολισμό ώστε να υπακούει στα κριτήρια των ανώνυμων εταιρειών. Το ίδιο έγινε νωρίτερα στην Αγγλία και στις ΗΠΑ, και τώρα αποκαλύπτονται σκάνδαλα διαφθοράς ακόμη και στα ιστορικά πανεπιστήμια».

 

Αρα; Η Τζίνα Πολίτη πιστεύει πως η Ριζοσπαστική Αριστερά μπορεί να περισώσει ό,τι γίνεται να περισωθεί σ’ αυτόν τον τόπο. «Ακόμα και το πιο συντηρητικό άλμα είναι πολύ ριψοκίνδυνο, όμως δεν πρέπει να δειλιάσουμε, ούτε να μας φάει η εσωστρέφεια. Η Ιστορία δεν θα μας το συγχωρήσει».

 

………………………………………………………………………………….

 

Η διέξοδος της Ελλάδας

 

Το κοινό της Τζίνας Πολίτη γνωρίζει ότι αυτή η 83χρονη σήμερα γυναίκα αντιλαμβανόταν ανέκαθεν τη γραφή ως πολιτική πράξη. Ετσι αντιλαμβάνεται και τις ομιλίες της. Γι’ αυτό, χθες, προσκεκλημένη του Ινστιτούτου «Νίκος Πουλαντζάς», πριν ακόμη ξεκινήσει τη διάλεξή της στο αμφιθέατρο «Δρακόπουλου», έδωσε ένα αγωνιστικό στίγμα. «Θα σας ζητούσα να ακούσετε αυτή τη διάλεξη σαν το Ρέκβιεμ ενός πανεπιστημιακού λόγου που χάνεται», είπε. «Γιατί οι Αγορές, οι οποίες ελέγχουν την τεχνολογία του χρόνου, οδηγούν μεθοδικά την κοινωνία στην ψύχωση του ενεστώτος χρόνου, στον χρόνο του χρηματιστηρίου. Σε μια άνυδρη, ανιστορική, γλωσσική και εννοιολογική πραγματικότητα όπου οι ποταμοί της μνήμης και της προσδοκίας συνεχώς στερεύουν…»

 

Η Πολίτη μίλησε λοιπόν αλλιώς για τη «Δαιμονοποίηση και εξιδανίκευση του Νότου», με βάση τα αγγλικά γράμματα ως καθρέφτη του δυτικού πνεύματος, ανατέμνοντας το ζήτημα στον χώρο και στον χρόνο, και φτάνοντας μέχρι την ελληνική περίπτωση. Στην αρχή εξέτασε τη δαιμονοποίηση της Ιταλίας – Ισπανίας – Πορτογαλίας στο θέατρο του 16ου αιώνα (ήταν η εποχή του ανταγωνισμού για την εξουσία στις επτά θάλασσες). Επειτα επισήμανε μια νέα φάση δαιμονοποίησης μετά τη Γαλλική Επανάσταση, εστιάζοντας στο γοτθικό μυθιστόρημα, και στη συνέχεια σχολίασε το μύθευμα περί κοινής ελληνορωμαϊκής ρίζας των ευρωπαϊκών λαών, όπως αυτό αποτυπώθηκε στον νεοκλασικισμό, για να καταλήξει στο Μάαστριχτ. Εκεί, είπε, επισημοποιήθηκε ο μύθος της κοινής καταγωγής, μοιράστηκαν οι οικογενειακοί ρόλοι, τα πρωτοτόκια δόθηκαν στα τέκνα του Βορρά και τα καταναλωτικά δάνεια στα τέκνα του Νότου. «Η Ελλάδα δεν ευτύχησε ποτέ να γίνει αντικείμενο δαιμονοποίησης» σημείωσε ειρωνικά, «για τον απλούστατο λόγο ότι δαιμονοποιεί κανείς εκείνον που τον απειλεί και που φοβάται, αλλά κατά βάθος σέβεται». Τώρα λοιπόν που η κρίση έχει βάλει σε δοκιμασία τις σχέσεις Νότου – Βορρά, δεν μένει για την Ελλάδα «παρά μία διέξοδος»: «Να αποτινάξει τη συσσωρευμένη ενοχή, να καταλύσει το σύνορο της ναρκισσιστικής εξιδανίκευσης που της επιβλήθηκε, και να προτάξει με αυτοπεποίθηση, τόλμη και θυμό, τη θαμμένη στο μακραίωνο ιστορικό της ασυνείδητο, τρομερή δαιμονική μορφή της. Αυτόν τον αγώνα καλείται να αναλάβει (και) η λογοτεχνία μας σήμερα!»

 

[email protected]

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=174516