- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Σπαρταριστή «Νυχτερίδα» από τα ελληνικά ’60s

04/03/14 ART,ΘΕΜΑ,ΘΕΜΑΤΑ

Τα κατάφερε ο σκηνοθέτης Αλέξανδρος Ευκλείδης, ακόμα κι αν ορισμένοι θα… φρίκαραν. Η δημοφιλής οπερέτα ανέβηκε με χιούμορ, νεανική ενέργεια και μοναδική θεατρική αιχμηρότητα

 

Του Γιάννη Σβώλου

 

Με μια νέα, ανεπιφύλακτα απολαυστική παραγωγή της δημοφιλούς «Νυχτερίδας» του Γιόχαν Στράους Υιού, ίσα που πρόλαβε να… αρτύσει το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς η Εθνική Λυρική Σκηνή (28/2/2014). Υστερα από αναβολή μιας εβδομάδας, η παρουσίαση του νέου ανεβάσματος ανταποκρίθηκε απόλυτα στις προσδοκίες που είχαν δημιουργήσει η προβολή και οι έξω-απ’τα-δόντια συνεντεύξεις του Αλέξανδρου Ευκλείδη στον αθηναϊκό Τύπο.

 

Στο εισαγωγικό σχόλιό του στο έντυπο του προγράμματος, ο Θεσσαλονικιός σκηνοθέτης εξηγεί το τόλμημά του να μεταφέρει τη «Νυχτερίδα» από την (όχι και τόσο) νοσταλγική Βιέννη των παραμονών του οικονομικού κραχ του 1873, στην Αθήνα των (όχι και τόσο) αθώων ελληνικών ’60s, παραμονές της αλήστου μνήμης 21ης Απριλίου 1967. Και καταλήγει επισημαίνοντας δηκτικά ότι «οι νυχτερίδες κρέμονται ακόμη γελοίες και απειλητικές, στο σπίτι μας».

 

Τινάζοντας την ξεθυμασμένη ναφθαλίνη από τα ψεύτικα βελούδα των «ιστορικών» αναβιώσεων, η πρότασή του ρίχνει τη δημοφιλή οπερέτα στα θηρία των ντόπιων ιστορικών συμφραζομένων και, ξαφνικά, τα όσα διαδραματίζονται επί της οπερατικής σκηνής συνδέονται με καθ’ ημάς πικάντικες μεγαλοαστικές γελοιότητες, οικείες από τον ελληνικό κινηματογράφο και τον σκανδαλοθηρικό Τύπο της εποχής. Ετσι, κάπου μεταξύ εγχώριου τουριστικού μοντερνισμού, δαλιανιδικού κιτς και υποβόσκουσας χουντικής απειλής, η «Νυχτερίδα» απελευθερώνεται από τη ζαχαρωμένη νοσταλγία και μεταγράφεται στα καθ’ ημάς με σπαρταριστό χιούμορ, νεανική ενέργεια και μοναδική θεατρική αιχμηρότητα. Ας προσθέσουμε ακόμη ότι όλο αυτό πατά γερά στην απολαυστικής αυθάδειας μετάφραση/παράφραση του Δημήτρη Δημόπουλου.

 

Ασφαλώς ορισμένοι θα… φρίκαραν. πολύ περισσότεροι, όμως, το απόλαυσαν: ομελέτα δίχως να σπάσουν αυγά δεν γίνεται! Πέρα από τη λεπτομερή καθοδήγηση μονωδών, χορωδών και εφευρεμένων ρόλων από τον σκηνοθέτη, στην επιτυχία της παράστασης συμβάλλουν αποφασιστικά τα σκηνικά του Σωτήρη Στέλιου και τα κοστούμια της Αλεξίας Θεοδωράκη. Αμφότερα αναβιώνουν ευανάγνωστα την ιστορική στιγμή -η δράση διαδραματίζεται την παραμονή της 21ης Απριλίου- με ένα απολαυστικά κιτσάτο αλλά πάντα ελεγχόμενο θέαμα.

 

Μουσικά το όλο υπήρξε κάπως άνισο, κυρίως λόγω –τα ξαναεπισήμανα πρόσφατα, με αφορμή το ανεβάσματα του «Πικ Νικ»- της απουσίας μιας ομάδας μονωδών, που να έχουν αφομοιώσει τους μουσικούς και σκηνικούς κώδικες της οπερέτας. Ωστόσο, όσο πυκνώνουν τα ανεβάσματα τέτοιων έργων τόσο δίνονται αφορμές και κίνητρα για το καλύτερο.

 

Η α' διανομή υπήρξε γενικώς καλά ισορροπημένη. Ο βαρύτονος Διονύσης Σούρμπης –ανερχόμενη δύναμη στην ΕΛΣ– πρόσφερε ένα θαυμάσια τραγουδισμένο, νεανικά ηδύφωνο, απολαυστικά άνετο, γαργαλιστικά μουρντάρη Αϊζενσταϊν. Η υψίφωνος Βασιλική Καραγιάννη έκλεψε την παράσταση, λάμποντας μουσικά και σκηνικά στον ρόλο τού α λα Μάρθα Καραγιάννη αυθάδους δουλικού που πάει κρυφά στον χορό με ρούχα της κυράς του. Η υψίφωνος Μαρία Μητσοπούλου ενσάρκωσε μια σκηνικά σπαρταριστή, πικάντικη Ροζαλίντα, αν και φωνητικά δεν διέθετε στο ακέραιο τις φωνητικές ποιότητες –λάμψη, ευκαμψία– που ζητά ο πρωταγωνιστικός ρόλος. Πολύ καλοί στους δευτεραγωνιστικούς ρόλους τους ήσαν ο Αντώνης Κορωναίος (Αλφρεντ), ο Βαγγέλης Χατζησίμος (Φρανκ), ο Ακης Λαλούσης (δρ Φάλκε) και η μεσόφωνος Ελένη Βουδουράκη, αγνώριστη ως Πρίγκιπας Ορλόφσκι!

 

Στην τάφρο της ορχήστρας, η διεύθυνση του Μιχάλη Οικονόμου άντλησε όλη τη ζωντάνια και μέγιστο μέρος από τη μελωδικότητα της μουσικής του Στράους, η Χορωδία της ΕΛΣ ανταποκρίθηκε με πειθαρχία και ακρίβεια, και το όλο ακρόαμα ήχησε συντονισμένο. Ενα ανέβασμα στο οποίο η απόλαυση και το γέλιο έχουν τον πρώτο λόγο!

 

…………………………………………………………………………

 

Χάινερ Γκέμπελς: Το μουσείο των φράσεων

Αψεγάδιαστο υβρίδιο θεάτρου και μουσικής

 

Αριστοτεχνικό δείγμα δημιουργικής αξιοποίησης της σημειολογικής ώσμωσης μεταξύ μουσικής και θεάτρου ήταν το εξαιρετικά ενδιαφέρον σκηνικό έργο «Eraritjaritjaka, το μουσείο των φράσεων» του Γερμανού συνθέτη και σκηνοθέτη Χάινερ Γκέμπελς (γενν. 1952), που παρακολουθήσαμε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών (27/2/2014). Πρωτοπαρουσιασμένο το 2004 στη Λωζάννη ως συμπαραγωγή ελβετικών, γαλλικών και γερμανικών θεατρικών θεσμών, το βραβευμένο αυτό έργο ήταν μια θεατρικά αποδοσμένη παράθεση/συρραφή σκέψεων και αφορισμών του Ελίας Κανέτι (1905-1994) συνδυασμένη ίσοις όροις με ζωντανή, επί σκηνής εκτέλεση συνθέσεων για κουαρτέτο εγχόρδων των Σοστακόβιτς, Μπαχ, Ραβέλ, Κραμπ, Μοσόλοφ, Γκέμπελς, Μπράιαρς, Λεμπάνοφ, Οσβαλντ και Σέλσι.

 

Ηταν ένα μαγευτικό υβρίδιο θεάτρου και μουσικής, αρκετά συγγενές προς τις εξαιρετικές παραστάσεις του Μαρτάλερ («Φρουτόμυγα») και του Μάρτον («Επιστροφή του Οδυσσέα») που είχαμε δει στο Φεστιβάλ Αθηνών. Πιστός στην επιτυχημένη προσπάθειά του να «γεμίσει το διάστημα που απομένει κενό μεταξύ θεάτρου και όπερας λόγω της παραδοσιακής οριοθέτησης των δύο ειδών», ο Γκέμπελς ενεργοποίησε με γνώση και συναρπαστικά διεισδυτικό θεατρικό ένστικτο τα συμφραζόμενα και την εκφραστική δυναμική της μουσικής και το εύρος του φιλοσοφικού λόγου του Κανέτι. Το σκηνικό μέρος υλοποιήθηκε αριστοτεχνικά από τον Γάλλο ηθοποιό Αντρέ Βιλμς και τους βετεράνους μουσικούς του ολλανδικού κουαρτέτου εγχόρδων «Μοντριάν».

 

Σε μια τέτοιου εκφραστικού και πνευματικού βεληνεκούς παράσταση ελάχιστος χώρος απομένει για μουσική ή άλλη «κριτική»: κάποιος απλώς υποδέχεται με ευγνωμοσύνη την από σκηνής συνάντησή του με τα όσα έχει να πει ο στοχαστής/φιλόσοφος Κανέτι με την ευφυή, αισθητικά συναρπαστική διαμεσολάβηση του Γκέμπελς. Σε κάθε περίπτωση η αναβίωση της εξαιρετικής αυτής παράστασης στη Στέγη έρρευσε αψεγάδιαστα από τεχνική άποψη –και δεν ήσαν λίγα τα όσα ερμηνευτικώς και τεχνικώς δύσκολα είδαμε και ακούσαμε!– μεταδίδοντας στο ακέραιο το εννοιολογικό της φορτίο. Να ’ταν κι άλλο!

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=179097