- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Πληρωμή δεδουλευμένων

24/03/14 ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ,ΣΕΛΙΔΕΣ,ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Η υποχρέωση των επιχειρήσεων να ενημερώνουν την Εφορία για τις καθυστερήσεις μισθοδοσίας ανοίγει τον δρόμο για ταχύτερη εξόφλησή της

 

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Τζώρτζης Ρούσσος

 

Οι νέες νομοθετικές εξελίξεις που υποχρεώνουν τις επιχειρήσεις να ενημερώνουν την Εφορία για τις καθυστερούμενες αποδοχές των εργαζομένων που απασχολούν προσφέρουν μια μεγάλη ευκαιρία ώστε ο εργαζόμενος αμέσως ή εντός ολίγων ημερών να λάβει με διαταγή πληρωμής το δικαίωμα να πάρει τα καθυστερούμενα από τον εργοδότη του. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αν επιλεγεί η λύση της αγωγής για τη διεκδίκηση των δεδουλευμένων αποδοχών ο εργαζόμενος θα πρέπει να περιμένει πολλά χρόνια. Συγκεκριμένα αφού ο εργοδότης πέραν των καθυστερήσεων μέσω αναβολών επιλέξει να καταθέσει και έφεση επί της πρωτόδικης αποφάσεως, η όλη διαδικασία ώστε να μπορεί να εισπράξει ο εργαζόμενος ξεπερνά τα 4 έτη. Με τη διαταγή πληρωμής αυτή δεν ξεπερνά τον μήνα, ενώ το βάρος και το άγχος μεταφέρεται στον εργοδότη που δεν κατέβαλε τα δεδουλευμένα.

 

Ετσι τα δικαστήρια πλέον κάνουν δεκτές αιτήσεις για έκδοση διαταγής πληρωμής, για δεδουλευμένες αποδοχές δυνάμει σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου, με βάση τα επισυναπτόμενα έγγραφα.

 

Τα έγγραφα δηλαδή που καλείται να προσκομίσει ο εργαζόμενος για να επιτύχει την έκδοση διαταγής πληρωμής είναι η σχετική σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου που έχει υπογράψει με τον εργοδότη του, η λογιστική κατάσταση-βεβαίωση μη καταβαλλόμενων αποδοχών και ένα αντίγραφο της κίνησης του λογαριασμού μισθοδοσίας.

 

Εξώδικη ομολογία

 

Σε σχέση με τη λογιστική κατάσταση-βεβαίωση μη καταβαλλόμενων αποδοχών έχει κριθεί ότι αυτή θα πρέπει να υπογράφεται από τον εργοδότη που απασχολεί τον εργαζόμενο και δεν τον πληρώνει, αλλά και να έχει θεωρηθεί από τον αρμόδιο οικονομικό έφορο (άρα λαμβάνεται ουσιαστικά από την Εφορία). Αν φέρει αυτές τις δύο υπογραφές, τότε θεωρείται από τα δικαστήρια ότι η λογιστική κατάσταση-βεβαίωση μη καταβαλλόμενων αποδοχών επέχει τη θέση εξώδικης ομολογίας του εργοδότη ότι οφείλει αυτά τα χρήματα στον εργαζόμενο που απασχολεί.

 

Οπως έχει κριθεί λοιπόν: «Η αίτηση για την έκδοση διαταγής πληρωμής αποδεικνύεται από τον συνδυασμό των ιδιωτικών εγγράφων που προσκομίζει ο εργαζόμενος που του οφείλονται οι αποδοχές του, τα οποία έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τον νόμο και από τα οποία συνάγεται εξώδικη ομολογία του εργοδότη ως προς την οφειλή του απέναντι στον εργαζόμενο, δεδομένου ότι ως ιδιωτικά έγγραφα, για την έκδοση διαταγής πληρωμής, νοούνται όχι μόνο τα έγγραφα διαθέσεως που περιέχουν δικαιοπρακτική δήλωση βούλησης, αλλά και τα έγγραφα μαρτυρίας, αυτά δηλαδή που περιέχουν μαρτυρία ή βεβαίωση του εκδότη τους, επέχουσα θέση εξώδικης ομολογίας για συγκεκριμένο γεγονός».

 

Από τα έγγραφα αυτά προκύπτουν με σαφήνεια τα πρόσωπα του εργαζομένου που του οφείλονται χρήματα (δανειστής) και του εργοδότη που τα οφείλει (οφειλέτης) και το ποσό της απαίτησης.

 

Ετσι συνάγεται ότι η έγκυρη έκδοση διαταγής πληρωμής προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, την έγγραφη απόδειξη –και μάλιστα σωρευτικά– των εξής στοιχείων: α) τα γεγονότα της χρηματικής απαιτήσεως, τα οποία εξατομικεύουν την απαίτηση από άποψη αντικειμένου, είδους και χρόνου γενέσεώς της, β) το ακριβές οφειλόμενο ποσό και γ) το πρόσωπο τόσο εκείνου που ισχυρίζεται ότι είναι δικαιούχος της απαιτήσεως όσο και του φερόμενου βάσει των προσαγόμενων εγγράφων ως υπόχρεου.

 

……………………………………………………………………………………………………..

 

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ

Τι λέει ο νόμος για τον δανεισμό εργασίας

 

Η ενοικίαση που γίνεται από τον έναν εργοδότη σε άλλον και έχει τη συναίνεση του εργαζόμενου που ενοικιάζεται μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε τρόπο ακόμη και σιωπηρά… Με βάση τον Αστικό Κώδικα είναι νόμιμη η συμφωνία, με την οποία ο εργοδότης, που έχει στη διάθεσή του τις υπηρεσίες του μισθωτού, παραχωρεί με τη συναίνεση του τελευταίου -που μπορεί να δοθεί με οποιονδήποτε τρόπο, ρητό ή σιωπηρό, προς τον αρχικό ή μεταγενέστερο εργοδότη-, τις υπηρεσίες αυτού σε άλλο πρόσωπο (δανεισμός μισθωτού), στο οποίο παρέχονται πλέον οι υπηρεσίες του, καθ’ όσον η σχέση αυτή στηρίζεται στη βούληση και των τριών μερών. Στην περίπτωση αυτή, δεν λύεται η σύμβαση εργασίας και ο παλαιός εργοδότης δεν αποβάλλει την ιδιότητα του εργοδότη, ενώ και ο τρίτος που χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες του δανειζομένου μισθωτού αποκτά την ιδιότητα του εργοδότη, επέρχεται δηλαδή διάσπαση (κατάτμηση) της ιδιότητας του εργοδότη, με συνέπεια τον επιμερισμό των εργοδοτικών αρμοδιοτήτων. Η γνήσια σύμβαση δανεισμού εργασίας διαφοροποιείται από τη μη γνήσια σύμβαση δανεισμού, μέσω ΕΠΑ, στις οποίες οι εργαζόμενοί τους δεν προσφέρουν την εργασία τους σ’ αυτές, αλλά σε τρίτους που θα υποδεικνύει εκάστοτε η εταιρεία αρχικός εργοδότης.

 

…………………………………………………………………………………………………………..

 

ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ

Αλλαγή θέσης βλαπτική για τον εργαζόμενο

 

Αν ο εργοδότης επιλέξει να τοποθετήσει τον εργαζόμενό του σε άλλη θέση από αυτήν για την οποία τον είχε προσλάβει, μπορεί να βρεθεί σε δυσμενή θέση αν ο τελευταίος προσφύγει στη Δικαιοσύνη. Ουσιαστικά πρόκειται για τη μονομερή βλαπτική μεταβολή κατά κατάχρηση του διευθυντικού δικαιώματος που συντρέχει όταν ο εργοδότης στο πλαίσιο της οργανωτικής αναδιάρθρωσης της επιχειρήσεώς του, τοποθετεί τον μισθωτό σε άλλη υπηρεσία, εφόσον τα νέα αυτά καθήκοντα είναι υποδεέστερα για τον εργαζόμενο και συνεπάγονται άμεση ή έμμεση υλική ζημία ή ηθική βλάβη με την προσβολή της προσωπικότητάς του ως προς την επαγγελματική αξία του. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι στη σύμβαση εργασίας η ρύθμιση κάθε θέματος που ανάγεται στην οργάνωση και λειτουργία της επιχείρησης για την επίτευξη των σκοπών της ανήκει στον εργοδότη και αποτελεί εκδήλωση του διευθυντικού δικαιώματος αυτού. Ετσι, ο εργοδότης δικαιούται να καθορίζει το είδος, τον τόπο, το χρόνο, τις συνθήκες εργασίας και γενικά τους όρους αυτής, εφόσον οι όροι αυτοί δεν έχουν προσδιορισθεί από κανόνες δικαίου ή την εργασιακή σύμβαση, πάντοτε όμως με το βασικό περιορισμό που τίθεται από τα αντικειμενικά όρια του άρθρου 281 ΑΚ (καταχρηστική άσκηση δικαιώματος).

 

…………………………………………………………………………………………………………

 

ΕΥΡΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

 

Μέχρι την Τετάρτη, 30 Απριλίου 2014, θα γίνονται δεκτές αιτήσεις συμμετοχής στο Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης στις «Ευρωπαϊκές Σπουδές για στελέχη Επιχειρήσεων», που υλοποιεί το Οικονοµικό Πανεπιστήµιο Αθηνών. Το πρόγραµµα σκοπεύει να καλύψει τις ανάγκες στελεχών του δηµόσιου και ιδιωτικού τοµέα επιφορτισµένων µε την ανάλυση, την προώθηση και την εφαρµογή των διαφόρων πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Απευθύνεται επίσης σε στελέχη που το αντικείµενο απασχόλησής τους καθιστά επιθυµητή την εξοικείωση µε τη θεσµική, κοινωνικοοικονοµική και πολιτική πραγµατικότητα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το πρόγραµµα προσφέρεται από το Τµήµα ∆ιεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονοµικών Σπουδών (∆ΕΟΣ) του Οικονοµικού Πανεπιστηµίου Αθηνών. Το Τµήµα ∆ΕΟΣ έχει αναγορευτεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση σε Κέντρο Αριστείας (Centre of Excellence) και διαθέτει τέσσερις (4) έδρες Jean Monnet.

 

ΜΙΣΘΟΔΟΣΙΑ

 

Πρόσθετη αμοιβή οφείλεται στον εργαζόμενο αν κάνει πρόσθετη εργασία. Ετσι, αν κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας συμφωνηθεί μεταξύ των συμβαλλομένων η παροχή από τον εργαζόμενο μέσα στο νόμιμο ωράριο πρόσθετης, διαρκούς φύσεως, εργασίας, αν αυτή, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής, δεν είναι συναφής με την εργασία που συμφωνήθηκε αρχικώς και παρέχεται συνήθως με μισθό χωρίς να έχει συμφωνηθεί ο καταβλητέος πρόσθετος μισθός ή ο τρόπος προσδιορισμού του, σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να καταβάλει για την πρόσθετη αυτή εργασία τον ειθισμένο μισθό. Αυτός είναι ο μισθός που καταβάλλεται συνήθως για την ίδια εργασία σε άλλους εργαζόμενους, με τα ίδια προσόντα και με τις ίδιες συνθήκες. Για να γίνει δεκτό από τα δικαστήρια ένα τέτοιο αίτημα θα πρέπει, πλην των άλλων, να υπάρχει έγκυρη σύμβαση εργασίας και να προκύπτει το είδος της οφειλόμενης από τη σύμβαση ή τα συναλλακτικά ήθη εργασίας, η πρόσθετη εργασία στην οποία υποχρεώθηκε ο ενάγων μισθωτός με σαφή προσδιορισμό της κατ’ είδος και χρονική διάρκεια, οι καταβαλλόμενες για την κύρια εργασία αποδοχές και αν συμφωνήθηκε ή όχι αμοιβή για την πρόσθετη εργασία.

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

 

Δεν θεωρούν τα ελληνικά δικαστήρια ότι η απόλυση εργαζόμενου που αφορά τα επαγγελματικά προσόντα και δυνατότητές του δεν είναι καταχρηστική και άρα άκυρη. Ετσι όταν προκύπτει ότι η καταγγελία της σύμβασης οφείλεται σε λόγους καθαρά υπηρεσιακούς, που αφορούν τα επαγγελματικά προσόντα και δυνατότητες του εργαζόμενου σε συνάρτηση με τις υφιστάμενες ανάγκες της εργοδότριας επιχείρησης και όχι σε προμελετημένο σχέδιο αυτής, με σκοπό την εκδίωξή του υπό το πρόσχημα της ανεπάρκειας δεν έχει ως συνέπεια της ακυρότητα της απολύσεως. Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου είναι μονομερής αναιτιώδης δικαιοπραξία και αποτελεί δικαίωμα του εργοδότη και του εργαζόμενου. Η άσκηση όμως του δικαιώματος αυτού, υπόκειται στον περιορισμό της μη υπερβάσεως των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, η υπέρβαση δε των ορίων αυτών καθιστά άκυρη την καταγγελία. Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη είναι άκυρη, ως καταχρηστική, όταν υπαγορεύεται από ταπεινά ελατήρια που δεν εξυπηρετούν τον σκοπό του δικαιώματος, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις που η καταγγελία οφείλεται σε εμπάθεια, μίσος ή έχθρα ή σε λόγους εκδικήσεως, συνεπεία προηγηθείσας νόμιμης, αλλά μη αρεστής στον εργοδότη, συμπεριφοράς του εργαζομένου, ή όταν γίνεται για οικονομικοτεχνικούς λόγους.

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=184563