- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Το μέγαρο Ιλίσια

24/05/14 Nησίδες

Της Χαράς Τζαναβάρα

 

Οι δύο πύργοι αριστερά και δεξιά του κεντρικού κτιρίου και κυρίως τα κυπαρίσσια της μπροστινής αυλής παραπέμπουν σε μοναστήρι της βυζαντινής περιόδου. Με μόνα στολίδια τις τοξωτές στοές στους δύο ορόφους της πρόσοψης και τα ξύλινα φουρούσια της στέγης, κερδίζει κατά κράτος τα δύο γειτονικά κτίρια: στη νότια πλευρά του το μνημειακό Σαρόγλειο, κατασκευής της περιόδου 1924-32, έργο του Αλέξανδρου Νικολούδη, που στεγάζει τη Λέσχη Αξιωματικών, κυρίως όμως το Πολεμικό Μουσείο, στη νότια πλευρά, που αποτελεί κατάλοιπο της χούντας και του λείπει μόνον το… πηλήκιο.

 

Σήμερα «πολιορκείται» από δύο πολυσύχναστες λεωφόρους, αλλά όταν ξεκίνησε η κατασκευή του συγκροτήματος ήταν… εκτός σχεδίου. Η Β. Σοφίας ήταν ακόμη χωρίς δόμηση και ώς τα μέσα του 20ού αιώνα ήταν ακόμη η λεωφόρος Κηφισιάς, αφού οδηγούσε προς το ομώνυμο προάστιο της Αττικής. Οσο για τη Β. Κωνσταντίνου, ήταν ακόμη η κοίτη του ρέματος Ιλισού, που μπαζώθηκε στη δεκαετία του 1960 για να διευκολυνθεί η κυκλοφορία.

 

Η αγορά του οικοπέδου είχε γίνει το 1839, μετά την επιστροφή της δούκισσας της Πλακεντίας από το μακράς διάρκειας ταξίδι της στη Συρία και τη Βηρυτό.

 

Η πλούσια δούκισσα

 

Η Σοφί ντε Μαρμπουά,όπως είναι το πατρικό της όνομα, είχε γεννηθεί το 1785 στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ, όπου υπηρετούσε ο διπλωμάτης και πολιτικός Γάλλος πατέρας της. Εκεί γνώρισε και παντρεύτηκε τη μητέρα της, την Ελίζαμπεθ Μουρ, κόρη του κυβερνήτη της Πενσιλβάνια και από την οποία λέγεται ότι η μετέπειτα δούκισσα κληρονόμησε το ανήσυχο, αντισυμβατικό για την Ευρώπη, πνεύμα.

 

Παρά τα αμύθητα πλούτη του φιλοχρήματου πατέρα της, οδηγήθηκε σε πολύ νεαρή ηλικία σε γάμο με τον στρατηγό Κάρολο Λεμπρέν, στον οποίο ο Ναπολέων είχε απονείμει τον τίτλο του δούκα της Πλακεντίας, της Πιατσέντσα, όπως είναι η επίσημη ονομασία της πόλης στη βόρεια Ιταλία, που τον 18ο αιώνα είχε περιέλθει στα γαλλικά στρατεύματα. Το 1804 απέκτησαν την Ελίζα-Καρολίνα, αλλά ούτε η μητρότητα στάθηκε ικανή ώστε να αλλάξει η δούκισσα άποψη για τη συζυγική ζωή. Η συμβίωση του ζεύγους τερματίστηκε πολύ γρήγορα, χωρίς όμως να εκδοθεί διαζύγιο.

 

Στο εργένικο σαλόνι της δούκισσας στο Παρίσι σύχναζαν οι σημαντικότεροι διανοούμενοι της εποχής, όπως ο Ουγκό και ο Λαμαρτίνος. Πολύ γρήγορα εντάχθηκε στο φιλελληνικό κίνημα της εποχής, βοηθώντας με σημαντικά ποσά τον απελευθερωτικό αγώνα. Ηταν μάλιστα η αφορμή της γνωριμίας της με τον αξιωματούχο του τσάρου της Ρωσίας Ιωάννη Καποδίστρια. Δεν υπάρχουν ασφαλείς πληροφορίες αν υπήρξε μεταξύ τους και ερωτική σχέση, είναι όμως γεγονός ότι με εντολή του πρώτου κυβερνήτη η δούκισσα και η κόρη της έφτασαν το 1829 με πολεμικό σκάφος στο Ναύπλιο και έγιναν δεκτές με κάθε επισημότητα.

 

Πολύ γρήγορα όμως η δούκισσα άλλαξε πολιτικό στρατόπεδο και προσχώρησε στην ομάδα της μανιάτικης οικογένειας Μαυρομιχάλη, μέλη της οποίας είχαν οργανώσει τη δολοφονία του Καποδίστρια. Αργότερα είχε σταθεί στο πλευρό του πρωθυπουργού Ιωάννη Κωλέττη, προφανώς λόγω της ένταξής του στο μπλοκ των γαλλόφιλων.

Οι επενδύσεις στην Αθήνα

 

Από την πρώτη εγκατάστασή της στο Ναύπλιο, γνωρίζοντας προφανώς ότι γρήγορα η πρωτεύουσα θα μεταφερθεί στην Αθήνα, είχε προχωρήσει στην αγορά μεγάλων εκτάσεων στην Αττική. Η πρώτη της επένδυση αφορά ακίνητο κοντά στην οδό Πειραιώς, όπου έχτισε και την πρώτη κατοικία της.

 

Τα «προξενιά» για την έκταση στη σημερινή Β. Σοφίας είχε κάνει ο αρχιτέκτονας Σταμάτιος Κλεάνθης, που κατά… σύμπτωση ήταν ιδιοκτήτης της, όπως αποκαλύπτει ο Γιάννης Καιροφύλας στο βιβλίο του «Το Καστέλο της Ροδοδάφνης», στο οποίο προσεγγίζει με δημοσιογραφική και «ζυγισμένη» ματιά την πολυτάραχη και αμφιλεγόμενη ζωή της δούκισσας στην Αθήνα. Το οικόπεδο που επέλεξε η δούκισσα για τη χειμερινή της κατοικία ήταν μέρος μιας μεγάλης έκτασης που έφτανε ώς τους πρόποδες του Λυκαβηττού και ο Στ. Κλεάνθης είχε αγοράσει από τον Οθωμανό τσιφλικά Γιουσούφ Ρεϊζί.

 

Ο μεσίτης-αρχιτέκτονας

 

Το πραγματικό όνομά του ήταν Σταμάτιος Σταματίας, αλλά όπως αναφέρει ο ακαδημαϊκός και καθηγητής του Πολυτεχνείου Σόλων Κυδωνιάτης στο έργο του «Αι Αθήναι, παρελθόν και μέλλον», το προσωνύμιο Κλεάνθης τού το είχαν προσδώσει οι φίλοι του στη Γερμανία, ορμώμενοι από το γεγονός ότι ο νεαρός Ελληνας αναγκαζόταν να δουλεύει μεσίτης σε εμποροπανηγύρεις της Λειψίας. Το είχαν «κλέψει» από τον Κλεάνθη, μαθητή του Ζήνωνα, που δούλευε τις νύχτες για να εξασφαλίσει τα δίδακτρα της σχολής του.

 

Το 1830, μετά από λαμπρές σπουδές στη Σχολή Καλών Τεχνών του Βερολίνου, ο Στ. Κλεάνθης επέστρεψε στη χώρα μαζί με τον συμφοιτητή και στενό του φίλο Εντ. Σάουμπερτ. Τρία χρόνια αργότερα, επίσης κατά… σύμπτωση, οι δυο τους παρουσίασαν το πρώτο πολεοδομικό σχέδιο για τη νέα πρωτεύουσα. Βασικές επιλογές τους ανατράπηκαν και το 1836 ξεκίνησε η κατασκευή των ανακτόρων, στον χώρο της σημερινής Βουλής, οδηγώντας τους προύχοντες να εγκαταλείψουν την ευρύτερη περιοχή της Ομόνοιας και να αναζητήσουν αδόμητα οικόπεδα γύρω από το Σύνταγμα για να κατασκευάσουν τα αρχοντικά τους.

 

Τα σχέδια για τη βίλα «Ιλίσια», όπως και του γοτθικής γραμμής «Καστέλο της Ροδοδάφνης», της θερινής κατοικίας της δούκισσας στην Πεντέλη, ανέλαβε ο ίδιος ο Στ. Κλεάνθης. Στην πραγματικότητα είναι συγκρότημα κτιρίων, με το κεντρικό να αποτελεί την κατοικία της δούκισσας, ενώ στα διπλανά υπήρχαν οι βοηθητικοί χώροι. Οι εργασίες κατασκευής ξεκίνησαν το 1840 και στην ουσία δεν ολοκληρώθηκαν, αφού το 1847 η δούκισσα μετακόμισε εσπευσμένα μετά τη μεγάλη πυρκαγιά που κατέστρεψε την κατοικία της στην οδό Μυλλέρου. Λέγεται πως ήταν εμπρησμός για να αφανιστεί το φέρετρο με το βαλσαμωμένο σώμα της πρόωρα χαμένης μοναχοκόρης της.

 

Μετά τον θάνατό της τον Μάιο του 1854, τα ακίνητα περιήλθαν στο ελληνικό Δημόσιο το οποίο δεν τους επιφύλαξε την πρέπουσα μεταχείριση. Η βίλα «Ιλίσια» φιλοξένησε ώς το 1857 τη Σχολή Ευελπίδων και στη συνέχεια άλλες στρατιωτικές δραστηριότητες. Ενα διάστημα απειλήθηκε με κατεδάφιση, όπως και το βυζαντινό εκκλησάκι της Καπνικαρέας. Διασώθηκε χάρη στις παρεμβάσεις του Δημήτρη Καμπούρογλου και από το 1930 στεγάζει το Βυζαντινό Μουσείο.

 

 

1. 25.000 εκθέματα

 

Το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, ένα από τα σημαντικότερα στον κόσμο, με πάνω από 25.000 πολύτιμα εκθέματα, δημιουργήθηκε το 1914 με τον νόμο 401. Λέγεται πως… έφαγε στο νήμα τη Θεσσαλονίκη, που έχει πιο έντονους δεσμούς με το Βυζάντιο.

 

2. Ο «πατέρας» του μουσείου

 

Η ίδρυσή του συνδέεται με τη Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία, που ιδρύθηκε το 1884 με πρωτοβουλία του Γ. Λαμπάκη, γραμματέα της βασίλισσας Ολγας, ο οποίος υπήρξε ο ουσιαστικός δημιουργός της συλλογής. Βρήκε προσωρινή στέγη στα γραφεία της Ιεράς Συνόδου και έως το 1923 στεγαζόταν σε αίθουσα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.

 

3. Επιστροφή στις ρίζες

 

Η μελέτη για το μουσείο είχε ανατεθεί το 1926 στον αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχο, πρωτοπόρο στο κίνημα για επιστροφή στις ρίζες και με ιδιαίτερη αγάπη στο Βυζάντιο. Τη σημερινή εικόνα διαμόρφωσε ο Μάνος Περράκης, που πρόσθεσε υπόγειους χώρους και έκανε τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου.

 

[email protected]

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=200664