- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Ο Μπάουι επέστρεψε στο Βερολίνο

27/05/14 ART,ΘΕΜΑ,ΘΕΜΑΤΑ

ΒΕΡΟΛΙΝΟ Της Κατερίνας Οικονομάκου

 

Για τους Βερολινέζους, το «Heroes» είναι ένας ύμνος της πόλης τους. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Ντέιβιντ Μπάουι εμπνεύστηκε αυτό το τραγούδι για τους δύο εραστές στη διχασμένη μεταπολεμική πρωτεύουσα, ενώ κοίταζε το Τείχος από τα παράθυρα των στούντιο Hansa. Ο παραγωγός του, ο Τόνι Βισκόντι, επιμένει ότι ο Μπάουι εμπνεύστηκε τους στίχους από τη σχέση του ίδιου με την τραγουδίστρια Αντόνια Μάας – απλώς θέλησε να τον προστατεύσει διότι ο Βισκόντι ήταν εκείνη την περίοδο παντρεμένος.

 

Οπως και να ’χει, όσοι ζούσαν εκείνα τα χρόνια στη σκιά του «Τείχους της ντροπής» -όπως λένε οι στίχοι- έχουν τελικά κάθε δικαίωμα να αναγνωρίζουν το παρελθόν και τον εαυτό τους στη ρομαντική ιστορία του «Heroes». Αλλωστε το διάστημα που ο Μπάουι βρισκόταν εδώ, από το καλοκαίρι του 1976 έως το 1978, ηχογραφώντας την περίφημη Τριλογία του Βερολίνου (τα άλμπουμ Low, Heroes and Lodger), αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της μυθολογίας αυτής της πόλης.

 

H έκθεση David Bowie, που άνοιξε πριν από λίγες ημέρες στο Martin Gropius Bau, λίγα μέτρα μακριά από τα στούντιο Hansa, έχει την ατμόσφαιρα μιας μεγάλης γιορτής. Η γερμανική πρωτεύουσα αποτελεί τον δεύτερο σταθμό αυτής της έκθεσης, που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο μουσείο Victoria & Albert του Λονδίνου. Η βερολινέζικη εκδοχή, όμως, είναι πλουσιότερη κατά 60 εκθέματα, πολλά από τα οποία βλέπουν για πρώτη φορά τη δημοσιότητα. Και όλα μαζί παρακολουθούν τις διαδρομές και την καλλιτεχνική εξέλιξη του Μπάουι, την περίοδο που κατοικούσε στην πόλη.

 

«Το Βερολίνο σού επιτρέπει να χαθείς μέσα του. Και να ανακαλύψεις τον εαυτό σου», είχε πει ο ίδιος για την πόλη, που έγινε το καταφύγιο του. Το καλοκαίρι του 1976 ο Βρετανός μουσικός ήταν τριάντα ετών, ζύγιζε λιγότερο από 50 κιλά και κατανάλωνε κυρίως κοκαΐνη. Ηταν ο λιπόσαρκος Thin White Duke – λίγο καιρό νωρίτερα είχε ηχογραφήσει το «Station to Station» στο Λος Αντζελες από όπου αδημονούσε να εξαφανιστεί. Η γερμανική πρωτεύουσα ήταν ο ιδανικός προορισμός για τον Μπάουι. Eχοντας γνωρίσει τη σαγηνευτική ντεκαντάνς του μεσοπολεμικού Βερολίνου μέσα από τις ιστορίες του Κρίστοφερ Ισεργουντ, επέστρεφε τώρα στην Ευρώπη αναζητώντας τον απόηχο έστω της Βαϊμάρης. Τριάντα χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, με τις μνήμες και τα ίχνη του πολύ νωπά ακόμη, ο Μπάουι βρέθηκε σε έναν κόσμο που του επέτρεπε να τον εξερευνήσει από την αρχή, να περιπλανηθεί χωρίς άλλο στόχο πέρα από την ικανοποίηση της περιέργειας και της δημιουργικής ανησυχίας του. Επίσης, εδώ κανείς δεν έτρεχε κατά πάνω του παρακαλώντας για ένα αυτόγραφο.

 

Στο Βερολίνο ο Μπάουι θα έπαιρνε για ένα διάστημα απόσταση από τη μουσική, για να ζωγραφίσει, επηρεασμένος από τα έργα του γερμανικού εξπρεσιονισμού. Στο τμήμα της έκθεσης, που υλοποιήθηκε ειδικά για το Βερολίνο, εκτίθενται ορισμένα από τα σκίτσα και τους πίνακες που δημιούργησε εκείνη την περίοδο, καθώς και δύο έργα του Γερμανού εξπρεσιονιστή Ερνστ Χέκελ: το «Roquairol» (1917) και το «Πορτρέτο ενός άνδρα» (1917), από το οποίο μάλιστα ο Μπάουι εμπνεύστηκε το εξώφυλλο του «Heroes». Φωτογραφικό υλικό, χειρόγραφα σημειώματα, επιστολές που αντάλλαξε με τη Μαρλένε Ντίτριχ την περίοδο που γύριζαν το «Just a Gigolo», ένας μικρός καναπές από το Dschungel, το διάσημο κλαμπ όπου σύχναζε ο Μπάουι, ακόμη και τα κλειδιά του διαμερίσματός του στον αριθμό 155 της Hauptstrasse – αν όλα αυτά μαζί δεν πετύχαιναν τελικά να διηγηθούν την ίδια ιστορία ιδωμένη από διαφορετικές οπτικές γωνίες, θα έλεγες ότι αυτό το κομμάτι θυμίζει προσκύνημα.

 

Δεν πρόκειται ωστόσο για μια έκθεση που επενδύει στη λατρεία προς ακόμη ένα είδωλο της ποπ. Αντιθέτως, οι επιμελητές του Victoria and Albert -οι οποίοι είχαν απεριόριστη πρόσβαση στο πλήρες αρχείο του τραγουδιστή και απόλυτη ελευθερία να το χειριστούν όπως νομίζουν- επιχειρούν να εξετάσουν την καλλιτεχνική διαδρομή του Ντέιβιντ Μπάουι στο πλαίσιο της εποχής που τον διαμόρφωσε. Aναδεικνύουν τις επιρροές που δέχτηκε και δίνουν έμφαση στους πειραματισμούς του. Με αφετηρία το μεταπολεμικό Λονδίνο, ο επισκέπτης της έκθεσης ξεναγείται στο πολιτισμικό τοπίο μέσα στο οποίο μεγάλωσε ο Μπάουι και το οποίο αρχίζει ήδη από το 1968 να συνδιαμορφώνει.

 

Αναγνωρίζοντας από την πρώτη στιγμή ότι μπορεί και επιθυμεί να ανήκει μόνο στην αβάν γκαρντ του καιρού του, ο Μπάουι θα εγκαταλείπει το μέινστριμ κάθε φορά που θα το έχει κατακτήσει. Αν υπάρχει κάτι που ενώνει όλα τα κεφάλαια της ιστορίας του, που εδώ παρουσιάζονται περιληπτικά αλλά ευανάγνωστα, είναι η φυσικότητα με την οποία αποφεύγει το μέινστριμ. Και το έντονο ενδιαφέρον του για το έργο άλλων καλλιτεχνών – ο Μπάουι απολάμβανε να αναγνωρίζει το ταλέντο και τη δημιουργική ευφυΐα έξω από αυτόν.

 

Εδώ είναι όλα: οι περσόνες που επινόησε και ενσάρκωσε, τα κοστούμια, οι χειρόγραφες σημειώσεις του, σκηνές από ορισμένες από τις καλύτερες συναυλίες του, στιγμιότυπα από ταινίες. Και η μουσική. Ο επισκέπτης φοράει τα ακουστικά του μπαίνοντας στην πρώτη αίθουσα και δεν τα βγάζει παρά μόνο μετά και την τελευταία. Η μεγάλη επιτυχία των επιμελητών της έκθεσης είναι ότι αξιοποιούν με τέτοιο τρόπο τα πολυμέσα, ώστε ενώ μοιράζεται κανείς τον χώρο με δεκάδες άλλους, έχει την πολυτέλεια να απομονωθεί από το πλήθος, να αισθανθεί ότι είναι μόνος με τη μουσική του Μπάουι. Και να σιγοτραγουδήσει χωρίς να στραφούν πάνω του ενοχλημένα βλέμματα. Στον μικρό χώρο που είναι αφιερωμένο στο Space Oddity έβλεπες όλων τα χείλη να κινούνται.

 

*INFO: Η έκθεση διαρκεί έως τις 10 Αυγούστου.

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=201518