- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Λάμπρος Μπαλτσιώτης O νόμος για την ιθαγένεια και η ισότιμη συμμετοχή στην κοινωνία

07/02/13 Αρχείο Άρθρων,ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

«[...] και μάλλον Ελληνας

καλείσθαι τους

της παιδεύσεως

της ημετέρας ή τους της κοινής φύσεως μετέχοντας»* 

 

* «[...] περισσότερο [...] αποκαλούνται Ελληνες αυτοί που μετέχουν στη δική μας παιδεία, παρά στην κοινή καταγωγή».

 

Του Ματθαίου Τσιμιτάκη

 

Το απόφθεγμα του Ισοκράτη (εδώ μεταφρασμένο από τον Νίκο Σαραντάκο) που έμεινε στην κοινή συνείδηση ως λαϊκή ρήση («Ελληνας είναι όποιος μετέχει της ελληνικής παιδείας») είναι ίσως η καλύτερη απάντηση στην εντολή απόδειξης του «γνήσιου δεσμού» με το ελληνικό κράτος και την ελληνική κοινωνία που ζητάει το ΣτΕ για την απονομή ιθαγένειας, από παιδιά αλλοδαπών που έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει στην Ελλάδα. Το σκεπτικό της πλειοψηφίας των δικαστών τροποποιεί μεν την πρόταση του τμήματος του ΣτΕ περί του «δίκαιου του αίματος», η οποία είχε προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων, εξαιτίας του ακραία αντιδραστικού χαρακτήρα της, όμως το σκεπτικό του παραμένει στην ίδια ουσιοκρατική και άκρως συντηρητική κατεύθυνση, αφού οι έννοιες «αίμα» και «γνησιότητα» δεν ορίζονται με ορθολογικά κριτήρια, αλλά μάλλον με ιδεολογικά.

 

Η απόφαση του ΣτΕ αυστηροποιεί τις προϋποθέσεις απόδοσης ιθαγένειας, ενώ ανατρέπει το δικαίωμα των νομίμως διαμενόντων αλλοδαπών στο εκλέγειν και εκλέγεσθαι, γεγονός που αναμένεται να προκαλέσει σοβαρή αναστάτωση στους εκλογικούς καταλόγους της τοπικής αυτοδιοίκησης. Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι στην κατεύθυνση της αυστηροποίησης που θεσπίζει η νέα απόφαση του ΣτΕ δεν έγινε δεκτή η άποψη μιας σκληρής μειοψηφίας δικαστών -η οποία πάντως συντάχθηκε με την πλειοψηφία- βάσει της οποίας «η απονομή της ελληνικής ιθαγένειας σε αλλοδαπό πολίτη αποτελεί το τελευταίο στάδιο ένταξης του στην ελληνική κοινωνία σε βαθμό τέτοιο που τον οδηγεί να ζητήσει και να επιτύχει, κατόπιν εξατομικευμένης κρίσεώς του, την πολιτογράφησή του ως Ελληνα πολίτη». Ενδεχόμενη αποδοχή της άποψης αυτής θα οδηγούσε στον πλήρη σκοταδισμό και θα αποτελούσε ακραίο σημείο οπισθοδρόμησης.

 

Κατόπιν τούτου, ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς χθες έδωσε εντολή στον αναπληρωτή υπουργό Εσωτερικών Χαράλαμπο Αθανασίου να προωθήσει τις απαιτούμενες αλλαγές στον νόμο Ραγκούση, ώστε αυτός να συμβαδίζει με τις αποφάσεις του ΣτΕ και την ευρωπαϊκή νομοθεσία.

 

Οι αντιδράσεις των πολιτικών κομμάτων είναι χαρακτηριστικές του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζονται στη χώρα έννοιες όπως η εθνική ταυτότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα και φαίνεται πόσο συγκλίνει ή αποκλίνει η χώρα από το ευρωπαϊκό κεκτημένο και τις αντιλήψεις που έχουν αναπτυχθεί στην ήπειρο μας. Η Χρυσή Αυγή θριαμβολογεί χαρακτηρίζοντας τον νόμο Ραγκούση «κατάπτυστο και ανθελληνικό λαθρονομοσχέδιο». «Είναι μια μεγάλη νίκη της Χρυσής Αυγής που έδωσε αιματηρούς αγώνες τα τελευταία χρόνια» αναφέρεται στην ανακοίνωση χαρακτηριστικά. Οι Ανεξάρτητοι Ελληνες συντάσσονται με την απόφαση του ΣτΕ και ζητούν από τον Αντώνη Σαμαρά «να εκπληρώσει την παλιά του υπόσχεση για “άμεση κατάργηση του νόμου Ραγκούση”». Στον αντίποδα, ο ΣΥΡΙΖΑ τονίζει πως «δεν είναι δυνατόν τα παιδιά που δεν έχουν γνωρίσει καμιά άλλη πατρίδα από την Ελλάδα, να στερούνται των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους και να αποκλείονται από την ισότιμη συμμετοχή τους στην κοινωνία». Σημειώνει, δε, πως δεν πρόκειται για ζήτημα μεταναστευτικής πολιτικής, αλλά για μείζον θέμα ισονομίας και ισοπολιτείας.

 

Ο ίδιος ο Γιάννης Ραγκούσης δήλωσε σχετικά πρόσφατα πως ο νόμος 3838 αποτέλεσε «ένα βήμα για τη σφυρηλάτηση μιας σύγχρονης, ασφαλούς πολιτικής κοινότητας, που δεν θεμελιώνεται απλώς στην αυτάρεσκη θύμηση της καταγωγής, αλλά στο κοινό πεπρωμένο όλων των ανθρώπων που έχουν στεριώσει στη χώρα μας. Αυτό είναι έθνος. Τα άλλα είναι ακροδεξιά λιπάσματα».

 

…………………………………………………………………………………………………………………………………………

 

«Πρόσφατα μου είπε κατεξοχήν αρμόδιος ότι “άλλο ιθαγένεια, άλλο υπηκοότητα”, δηλαδή στέλεχος της διοίκησης αγνοεί τη βασική νομική ορολογία που μένει αμετάβλητη πάνω από έναν αιώνα»

 

«Στη συγκεκριμένη απόφαση οι δικαστές λειτούργησαν ως ιστορικοί και είναι επόμενο αντιλήψεις και στερεότυπα που ηγεμονεύουν στη σχολική εκδοχή της Ιστορίας και σε μια μεταφυσική ιστορική αντίληψη, να κυριαρχούν και στην Ολομέλεια»

 

 

[1]Λάμπρος Μπαλτσιώτης Ιστορικός στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ειδικός σε θέματα ελληνικής ιθαγένειας

 

Σύγκλιση της ελληνικής νομοθεσίας με το ευρωπαϊκό κεκτημένο επιχειρούσε ο νόμος Ραγκούση, σύμφωνα με τον ιστορικό στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και εδικό σε θέματα ελληνικής ιθαγένειας Λάμπρο Μπαλτσιώτη. Ο νόμος, όχι μόνο δεν δημιουργούσε προϋποθέσεις για μαζικές νομιμοποιήσεις, όπως ακόμη πιστεύουν πολλοί –μεταξύ αυτών και δημόσιοι λειτουργοί που θα έπρεπε να γνωρίζουν τη νομοθεσία–, αλλά αντίθετα εναρμόνιζε το ελληνικό δίκαιο με το πιο «κλειστό» κομμάτι των αντίστοιχων ευρωπαϊκών νομοθεσιών. Η παραπληροφόρηση, τα στερεότυπα και μια μεταφυσική αντίληψη της Ιστορίας που επικρατούν στη χώρα φαίνεται πως επηρεάζουν και την κρίση των δικαστών. Αυτό ισχυρίζεται μεταξύ άλλων ο καθηγητής του Παντείου, ο οποίος στηλιτεύει το γεγονός ότι συχνά λειτουργούν περισσότερο ως ιστορικοί παρά ως δικαστές.

 

……………………………………………………………………………………………………………………………… 

 

Συνέντευξη στον Ματθαίο Τσιμιτάκη

 

- Τι αλλαγές έφερε ο «νόμος Ραγκούση» στην απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας;

 

Δύο είναι οι σημαντικές αλλαγές: Απόδοση ιθαγένειας με απλή δήλωση όταν τηρούνται κάποιες προϋποθέσεις στη δεύτερη γενιά μεταναστών και αυτούς που αποκαλούμε «μιάμιση γενιά» και μεταβολή των προϋποθέσεων πολιτογράφησης. Η ελληνική διοίκηση μέχρι το 2010, όχι μόνο δεν αιτιολογούσε τις αποφάσεις της, αλλά επιπλέον είχε, εκ του νόμου, το δικαίωμα, να μην απαντά στις αιτήσεις πολιτογράφησης, δηλαδή μια μαύρη τρύπα για ένα σύγχρονο κράτος δικαίου. Πολιτογράφηση ονομάζεται η κτήση ιθαγένειας από ενήλικες, οι οποίοι διαθέτουν τις τυπικές προϋποθέσεις (έτη νόμιμης και συνεχούς παραμονής στη χώρα κ.λπ.), την οποία αποκτούν αφού εξεταστούν τα ουσιαστικά κριτήρια που θέτει ο νόμος. Με τον νόμο 3838 («νόμος Ραγκούση») ίσχυσε πρώτη φορά η υποχρέωση της πολιτείας να αιτιολογεί τυχόν απορριπτική απόφαση καθώς και ο δικαστικός της έλεγχος. Τέθηκαν με τον νόμο, τις υπουργικές αποφάσεις και τις εγκυκλίους που ακολούθησαν καθορισμένοι, διεθνώς αποδεκτοί και σε σημαντικό βαθμό «μετρήσιμοι» δείκτες, τους οποίους -εφόσον πληροί ο αιτών- αποκτά την ελληνική ιθαγένεια.

 

Σε ό,τι αφορά την απόδοση ιθαγένειας σε όσους έχουν γεννηθεί και μεγαλώνουν στην Ελλάδα δύο είναι οι σημαντικές μεταβολές που πυροδότησαν την πολιτική και δικαστική διαμάχη:

 

α) Οποιος έχει γεννηθεί στην Ελλάδα από γονείς οι οποίοι διαμένουν νόμιμα και οι δύο -το τονίζω αυτό- επί μια πενταετία πριν από τη γέννησή του, αποκτά την ιθαγένεια με μια απλή δήλωσή τους ή με δική του ως ενηλίκου.

 

β) Οποιος έχει τελειώσει επιτυχώς έξι τάξεις ελληνόγλωσσου σχολείου στην Ελλάδα, αποκτά την ιθαγένεια εφόσον πληροί τις παραπάνω προϋποθέσεις και με την ίδια διαδικασία. Επιπλέον, ιθαγένεια αποκτά αυτοδίκαια όποιος γεννήθηκε στην Ελλάδα, από γονέα γεννημένο στην Ελλάδα -η λεγόμενη τρίτη γενιά-, διάταξη η οποία δεν απασχόλησε το ΣτΕ.

 

- Αποτελεί ο νόμος αυτός «μαγνήτη» μεταναστών χωρίς χαρτιά;

 

Οχι, όπως είναι πασιφανές από τις παραπάνω διατάξεις. Οποιος το αναφέρει, στον βαθμό που δεν δηλώνει άγνοια, ψεύδεται ή ασκεί κακή πολιτική. Βέβαια άγνοια έχω συναντήσει ακόμη και σε στελέχη αρμόδιων υπηρεσιών. Χαρακτηριστικά σας αναφέρω ότι μου ειπώθηκε πρόσφατα «Το ανακάλυψαν το κόλπο, ο πατέρας είναι νόμιμος χρόνια, παίρνει η μητέρα μια βίζα Σένγκεν έγκυος, γεννάει το παιδί εδώ και αυτό αποκτά ιθαγένεια», αγνοώντας τη σχετική νομοθεσία που μιλά για οριστικό τίτλο διαμονής, δηλαδή άδεια διαμονής στην Ελλάδα. Πρόσφατα πάλι μου είπε κατεξοχήν αρμόδιος ότι «άλλο ιθαγένεια, άλλο υπηκοότητα», δηλαδή στέλεχος της διοίκησης αγνοεί τη βασική νομική ορολογία που μένει αμετάβλητη πάνω από έναν αιώνα και ταυτίζει τις δύο λέξεις.

 

- Τι ισχύει για την ιθαγένεια σε άλλες χώρες της Ευρώπης;

 

Οι αποδόσεις ιθαγένειας, είτε με πολιτογράφηση είτε με «δήλωση», τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη συγκλίνουν. Αναφέρομαι στη δυτική Ευρώπη, με την οποία θα ήθελα να συγκρίνω την Ελλάδα, και όχι στα πρώην ανατολικά κράτη, πολλά από τα οποία ακολουθούν επικίνδυνες, κατά τη γνώμη μου, εθνικιστικές πολιτικές και παιχνίδια με μειονοτικές ομάδες τους σε άλλες χώρες. Οι αποδόσεις ιθαγένειας δεν σχετίζονται μόνο με τη νομοθεσία, αλλά και με αυτό που λέμε διοικητική πρακτική. Μπορεί ο νόμος να φαίνεται χαλαρός ή αυστηρός, αλλά μέσω εγκυκλίων, οδηγιών ή ερμηνειών της διοίκησης, να αλλάζει. Κάποιες χώρες με ανοιχτή πολιτική ιθαγένειας συντηρητικοποιούνται, ενώ άλλες με κλειστή την ανοίγουν. Αυτό αφορά τόσο την πολιτογράφηση όσο και τη δεύτερη γενιά, αλλά ακόμη και ανοιχτές πολιτικές προς ομογενείς, όπως η Γερμανία η οποία αυστηροποιεί το σχετικό πλαίσιο. Στη διεθνή βιβλιογραφία, ξέρετε, οι νομοθεσίες της Αυστρίας και της Ελλάδας μέχρι το 2010 θεωρούνταν τα δύο παραδείγματα «κλειστών» ιθαγενειών. Ομως η Αυστρία αποδίδει την ιθαγένεια σε 450 περίπου χιλιάδες το διάστημα 1990-2010, εκ των οποίων 300 χιλιάδες κατά τη δεύτερη δεκαετία. Η Αυστρία θεωρεί ότι δεν έχει «ομογενείς» όπως η Ελλάδα. Αντίθετα, η Ελλάδα κατά το διάστημα 2000-2010 πολιτογραφεί 48 χιλιάδες, στη συντριπτική πλειονότητά τους «ομογενείς». Επιπλέον,το ίδιο διάστημα, σε «ομογενείς προερχόμενους από την πρώην ΕΣΣΔ» και μέσω της διαδικασίας καθορισμού ιθαγένειας (π.χ. Ελληνοαμερικανοί κατιόντες Ελλήνων πολιτών) υπολογίζουμε ότι δόθηκαν 50 με 60 χιλιάδες ιθαγένειες. Οσο κι αν σας φαίνεται παράξενο, δεν είχαμε στατιστικά γιʼ αυτές τις ιθαγένειες, εξ ου και η ειδική πρόβλεψη στον «νόμο Ραγκούση» για τη συλλογή τους. Οι πολιτογραφήσεις στην Ελλάδα το διάστημα 1990-2000 είναι 17 χιλιάδες περίπου και αφορούν κατεξοχήν ομογενείς. Η διαφορά μεταξύ των δύο χωρών είναι προφανής. Επιτρέψτε μου να πω ότι η Αυστρία την εικοσαετία που εξετάζουμε πολιτογραφεί περί τις 150 χιλιάδες Τούρκους υπηκόους, ενώ η Ελλάδα «μηδέν» Αλβανούς υπηκόους που δεν έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ομογενείς.

 

- Πώς αντιμετωπίζουν τη δεύτερη γενιά μεταναστών στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες;

 

Σχηματικά δεν υπάρχει χώρα της δυτικής Ευρώπης που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να μην αποδίδει με απλοποιημένες διαδικασίες την ιθαγένεια στη δεύτερη γενιά, είτε κατά τη γέννηση, είτε στη συνέχεια, είτε με την ενηλικίωση. Πολλές χώρες που δεν διέθεταν ειδική νομοθεσία για τη δεύτερη γενιά παλαιότερα άλλαξαν το δίκαιο ιθαγένειάς τους μέσα στη δεκαετία του 2000. Ολες οι χώρες έχουν είτε αυτοδίκαιη κτήση με τη γέννηση όταν ένας ή δύο γονείς έχουν κάποια έτη παραμονής στη χώρα, είτε μετά από κάποια χρόνια παραμονής του τέκνου, είτε με παρακολούθηση σχολείου, είτε με την ενηλικίωση. Εξαίρεση αποτελεί η Αυστρία και η Δανία. Παρά τις επιμέρους διαφορές, που δύσκολα μπορούν να παρουσιαστούν με σοβαρότητα σε λίγες γραμμές, το κοινό είναι ότι η νομοθεσία θέτει ορισμένα τυπικά κριτήρια είτε πρόκειται για ανήλικους είτε για ενήλικους που γεννήθηκαν ή μεγάλωσαν στη χώρα και δεν προβαίνει σε εξατομικευμένη κρίση. Για παράδειγμα η Ολλανδία αποδίδει την ιθαγένεια με την ενηλικίωση, ενώ το Βέλγιο και με τη γέννηση και με την ενηλικίωση, ανάλογα με τα χρόνια παραμονής του τέκνου και των γονέων, η Ιρλανδία με τη γέννηση αρκεί ένας γονέας μόνο να ήταν νόμιμος 3 χρόνια πριν από τη γέννηση, η Ιταλία με την ενηλικίωση και ζητά πέρα από τη γέννηση και την παραμονή και την παρακολούθηση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Συχνά στον δημόσιο διάλογο τα παραδείγματα χρησιμοποιήθηκαν επιλεκτικά ή και διαστρεβλωμένα. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα συνιστά η γερμανική περίπτωση, όπου επιμελώς δεν αναφερόταν η αυτοδίκαια κτήση ιθαγένειας τέκνου με τη γέννηση όταν ένας μόνο γονέας διαμένει επί 8 έτη στη χώρα και έχει δικαίωμα μόνιμης διαμονής, ή τονιζόταν η περίφημη αρχή της μονής ιθαγένειας, όταν αυτή εφαρμόζεται σήμερα στην πράξη σε κάτω από το μισό του πληθυσμού που αποκτά ιθαγένεια, αφού εξαιρούνται όχι μόνο οι υπήκοοι όλης της Ε.Ε. (προφανώς και των νέων χωρών), αλλά και υπήκοοι ασιατικών και αφρικανικών κρατών.

 

-Πώς κρίνετε τη χθεσινή απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ;

 

Οι αντιλήψεις των δικαστών σε μη νομικά ζητήματα δεν διαφέρουν από αυτές που επικρατούν ή προβάλλονται περισσότερο στην κοινωνία. Επειδή μάλιστα στη συγκεκριμένη απόφαση λειτουργούν ως ιστορικοί, είναι επόμενο αντιλήψεις και στερεότυπα που ηγεμονεύουν στη σχολική εκδοχή της ιστορίας και σε μια μεταφυσική ιστορική αντίληψη, να κυριαρχούν στους δικαστές, για να είμαστε δίκαιοι στην πλειοψηφία της Ολομέλειας. Αλλωστε απ' ό,τι είδα κάτι παρεμφερές ουσιαστικά διαπιστώνει και η μειοψηφία. Θα μπορούσα βέβαια να διαπιστώσω στην απόφαση του Τμήματος και μια έλλειψη στη γνώση της θεσμικής ιστορίας της ελληνικής ιθαγένειας, παρά την επίκληση των Επαναστατικών Συνταγμάτων. Σε κάθε περίπτωση, η θεμελίωση αποφάσεων σε φράσεις όπως «πεπρωμένα, αξίες του Εθνους» είναι τουλάχιστον αδιέξοδη, εκτός του ότι είναι, πιστεύω, προβληματική νομικά. Κοιτάξτε, μέχρι το 1983 την ιθαγένεια στην Ελλάδα την έδινε μόνο ο άντρας-πατέρας και όχι η γυναίκα-μητέρα. Φαντάζομαι ότι κανείς από τους δικαστές της πλειοψηφίας δεν πιστεύει ότι αυτή η νομοθεσία εξέφραζε κάποια «αξία του έθνους». Για να μη μιλήσω για άλλες εκπλήξεις που κρύβει η ιστορία της ελληνικής ιθαγένειας και του ποιος ανήκει ή δεν ανήκει στο ελληνικό έθνος τα 200 χρόνια του ελληνικού κράτους και που προφανώς αναιρούν τα ιστορικά και πολιτικά επιχειρήματα της απόφασης.

 

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=21846