- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Κόντες Οσκεναίς

02/09/14 Άρθρα,ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

Του Θανάση Διαμαντόπουλου*

 

Αγαπητοί αναγνώστες, δεν ξέρω αν κάποιοι από σας έχουν διαβάσει το 10τομο ιστορικό μυθιστόρημα-ποταμό του Διονύση Ρώμα «Ο Περίπλους», όπου ο χαρισματικός Ζακυνθινός συγγραφέας, μέσα από την ιστορία μιας μεγάλης οικογένειας του νησιού του, των Νταβιτσένσα, περιγράφει τρεις αιώνες ελληνικής και ευρωπαϊκής ιστορίας. Ο γιος, λοιπόν, του πρώτου μέλους αυτής της οικογένειας, που τιμήθηκε από τη Γαληνότατη Δημοκρατία με τον τίτλο του κόντε, ο Βαρθολομαίος-Αλέξανδρος Νταβιτσένσα, «προικοδοτήθηκε» από τους ευρηματικούς συμπατριώτες του με το προσωνύμιο «Κόντες Οσκεναίς». Οθελικά δίβουλος, που λειτουργικά σημαίνει άβουλος, αενάως αναποφάσιστος, αμφίθυμος, πάντα περί τον άξονά του περιστρεφόμενος, ανήμπορος να κατασταλάξει σε μια απόφαση και να χαράξει την οποιαδήποτε ρότα στη ζωή του, κάθε στιγμή μετεωριζόμενος ανάμεσα στο ναι και το όσκε, ο εκφυλισμένος αυτός γόνος της μεγάλης οικογένειας δεν ήταν δυνατόν να περιγραφεί πιο παραστατικά…

 

Ο λόγος που ανακαλώ στο χαρτί σήμερα όλα αυτά; Θα τον δούμε…

 

ΟΠρόεδρος στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες –σε αντίθεση προς ό,τι συμβαίνει στα προεδρικά και εν μέρει στα ημιπροεδρικά συστήματα– δεν είναι ενεργός κυβερνήτης της χώρας. Είναι το εθνικό αποκούμπι, το σύμβολο της εθνικής ενότητας, ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής επί του οποίου συμφωνεί το έθνος, ο εκφραστής των ελάχιστων αξιών επί των οποίων υπάρχει οιονεί κοινωνική ομοφωνία. Αρα η συναίνεση σε αυτόν δεν είναι θετική, αλλά αποθετική ή αρνητική: επιλέγεται όχι γιατί συμφωνούν πολλοί στο πρόσωπο και το πολιτικό του στίγμα, αλλά γιατί διαφωνούν ελάχιστοι. Η δύναμη και η ηθικοπολιτική του νομιμοποίηση δεν βασίζονται στον μεγάλο αριθμό εκείνων που εμπνέει, οιστρηλατεί ή ενθουσιάζει, αλλά στον απειροελάχιστο αριθμό εκείνων που απωθεί, αηδιάζει ή αποστρέφει.

 

Με τέτοια λειτουργία και τέτοια βάση νομιμοποίησης, όμως, ο φορέας του προεδρικού αξιώματος –εφόσον είναι πολιτικός και όχι κάποιος άλλος «πατέρας του έθνους», όπως π.χ. ένας μεγάλος δάσκαλος του γένους σαν τον Κριαρά, τον Σακελλαρίου ή τον Κων. Δεσποτόπουλο– εύλογο είναι να προέρχεται από ένα κόμμα ενδιάμεσου ιδεολογικού στίγματος. Με αυτή την έννοια η προέλευση ενός υποψήφιου Προέδρου της Δημοκρατίας από τη ΔΗΜΑΡ, παρά την πρόσφατη κραυγαλέα αποδοκιμασία, θα έλεγα την εκλογική εξολόθρευση, του κόμματος αυτού, δεν συνιστά μειονέκτημα.

 

Ομως…

 

Κομματικός λόγος χωρίς μαξιμαλισμούς, αιχμές, αμετροέπειες, ακρότητες, μετωπικές αντιπαραθέσεις και έντονες ιδεολογικές φορτίσεις δεν σημαίνει λόγος χωρίς πρόσημο, στίγμα, έρμα, βάση και πολιτικό προσανατολισμό. Αν, λοιπόν, για τους λόγους που προανέφερα, το συγκεκριμένο απειροελάχιστο κόμμα αποτελεί, ενδεχομένως, τον ιδανικό βιότοπο για την εκκόλαψη ενός γενικότερα αποδεκτού Προέδρου, προσωπικά –και ας μου συγχωρεθεί η υποκειμενικότητα του τόνου– θα προτιμούσα τον ηγέτη είτε της δεξιάς είτε της αριστερής του πτέρυγας (προφανώς χρησιμοποιώ τους όρους αυτούς συμβατικά, αν όχι συγκαταβατικά). Πράγματι…

 

Οπιο κομματικός Σπύρος Λυκούδης και ο πιο κοινωνικός Γιάννης Πανούσης είναι προσωπικότητες συγκροτημένες, εγγράμματες, με θάρρος και συνθετική ικανότητα, ξεκάθαρο πολιτικό στίγμα, ευθυκρισία και λογική. Χίλιες φορές προτιμότεροι από τον Κόντε Οσκεναί, βιρτουόζο των ανακυκλώσεων, επιρρεπή σε πλουμισμένα φληναφήματα προκειμένου να συγκαλύπτεται η ροπή του στην τιποτολογία και την τιποτοπραξία, κενή διαθήκη των προσδοκιών του τόπου και υποστηρικτή –τη μοναδική φορά που ψέλλισε κάτι σαν συγκροτημένη άποψη– των πιο παρακμιακών, αναξιοκρατικά βολεμένων, ενίοτε και παρασιτικών στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας…

 

Οσον αφορά, τέλος, τη σκοπιμότητα διάλυσης (και) της παρούσας Βουλής λόγω αδυναμίας ανάδειξης Προέδρου της Δημοκρατίας, εδώ και πάρα πολλά χρόνια –ανεξαρτήτως πολιτικών συγκυριών και στίγματος των εκάστοτε κυβερνήσεων– υποστηρίζω πως δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται στρεψόδικα οι δυνατότητες που παρέχουν οι θεσμοί για σύντμηση του πολιτικού κύκλου. Καταλογισμός ευθυνών από την κοινωνία στους κυβερνώντες μπορεί να γίνεται με αξιοπιστία μόνο μετά την ολοκλήρωση της θητείας για την οποία αυτοί εξελέγησαν. Διαφορετικά το πολιτικό σύστημα, στο σύνολό του, καθίσταται υπόδουλο της εθνοβλαπτικής λογικής του βραχυπρόθεσμου. Φοβάμαι, δε, πως στον ΣΥΡΙΖΑ, όταν κληθούν να κυβερνήσουν, θα το αντιληφθούν συντομότερα απ’ όσο σήμερα -καμώνονται πως- το υποψιάζονται…

 

ΥΓ.: Η λύση που προτείνω στα βιβλία μου, προκειμένου να απεμπλακεί η ανάδειξη Προέδρου από την πρόωρη λήξη της θητείας του Κοινοβουλίου, χωρίς όμως να φτάσουμε σε παραταξιακό Πρόεδρο, εκλεγόμενο από περιορισμένη πολιτική βάση, είναι να μπορεί η κανονική κυβερνητική πλειοψηφία, εν προκειμένω δηλαδή οι 151 βουλευτές, να παρατείνει κατά ένα χρόνο τη θητεία τού ήδη υπηρετούντος Προέδρου, εκλεγέντος στην αφετηρία της θητείας του με την ειδική αυξημένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία που προβλέπει το Σύνταγμά μας. (Αυτό, βέβαια, εφόσον δεν στραφούμε στη λογική κυβερνώντος Προέδρου, όπου οι όροι και οι προϋποθέσεις εύρυθμης λειτουργίας του πολιτεύματος αλλάζουν δραματικά.)

 

……………………………………………………………………..

 

* Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=229855