- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε
Οπερέτα που έγινες δίκοπο μαχαίρι
19/02/13 ART,Αρχείο Άρθρων
«Χαλιμά» του Θ. Σακελλαρίδη στη Λυρική Σκηνή
Παρά την ωραία μουσική συνοδεία, η παράσταση του Πέτρου Ζούλια είναι πλαδαρή, αμήχανη, ρηχή, διανθισμένη με χονδροειδή χωρατά. Ωσπου να κερδηθεί το στοίχημα της ελληνικής οπερέτας, απομένει να διανυθεί πολύς δρόμος ακόμη
Του Γιάννη Σβώλου
[1]Μάλλον ξανάρθε για να μείνει η ελληνική οπερέτα˙ τουλάχιστον έτσι δείχνουν οι διαδοχικές αναβιώσεις ξεχασμένων έργων κατά τα τελευταία δυο-τρία χρόνια. Πέρα από τον αειφόρου δημοφιλίας «Βαφτιστικό» και τους λούμπεν «Απάχηδες των Αθηνών», που επιτέλους δόθηκαν σε αισθητά ανανεωμένα ανεβάσματα, μια νέα γενιά Ελλήνων φιλόμουσων είδε πρώτη φορά «Κρητικοπούλα» του Σαμάρα, «Κόρη της Καταιγίδας» και τώρα «Χαλιμά» του Σακελλαρίδη.
Την περασμένη Παρασκευή, 15/2/2013, η τελευταία δόθηκε πρώτη φορά από την Εθνική Λυρική Σκηνή με στήριξη από τον ΟΠΑΠ. Η ανάλαφρη, «οριεντάλ» αυτή οπερέτα πρωτοπαρουσιάστηκε στην Αθήνα το 1926 προκαλώντας σάλο, έκανε θραύση στον Μεσοπόλεμο κόβοντας χιλιάδες εισιτήρια, μάγεψε ελληνόφωνα και μη ακροατήρια σε αμφότερες τις όχθες του Αιγαίου και έπειτα… ξεχάστηκε για 60 χρόνια.
Το πρωτότυπο μουσικό της στίγμα, διόλου αμελητέο ή αυτονόητο για το εγχώριο περιβάλλον της εποχής, συνδύασε ρυθμούς αμερικανικής χορευτικής μουσικής του συρμού (φοξ-τροτ κ.λπ.) με συμβατικά «ανατολίτικες» μελωδίες και ενορχήστρωση, αφήνοντας ευδιάκριτο, ανθεκτικό αποτύπωμα. Αυτονόητα, η αναβίωση εξήψε το ενδιαφέρον, ταυτόχρονα όμως έθεσε και πάλι σοβαρά ερωτήματα σκηνικής αντιμετώπισης. Συγκεφαλαιωτικά, θα λέγαμε ότι η ζωντανή συνάντηση με ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτού, το οποίο επί μακρόν διασκέδαζε και ερέθιζε το αθηναϊκό κοινό του Μεσοπολέμου, λειτούργησε ως ταξίδι στο αόρατο πεδίο της καθημερινής ζωής την εποχή κατά την οποία, σε επίπεδο σοβαρής κουλτούρας, η γενιά του ’30 έχτιζε τη δική της, «επίσημη» Ελλάδα του πνεύματος και της τέχνης. Και μόνο γι’ αυτό η παρακολούθηση της «Χαλιμάς» είναι συναρπαστική και συνιστά μάθημα αυτογνωσίας. Ωστόσο, η σκηνική υλοποίηση υπήρξε έκδηλα και προβληματικά άνιση.
Μια αγέλαστη κωμωδία
Η σκηνοθεσία της οπερέτας είναι δίκοπο μαχαίρι. Οπως και στην «Κρητικοπούλα» του Σαμάρα, ο σκηνοθέτης Πέτρος Ζούλιας αρκέστηκε να οπτικοποιήσει τη δράση σε ένα ρηχό, πρώτο επίπεδο. Ρέποντας προς ευκολίες της επιθεώρησης, εκσυγχρόνισε αβασάνιστα τον πεζό λόγο με χονδροειδείς προσθήκες τσιτάτων και αναφορών στη μεταπολεμική και σύγχρονη πραγματικότητα. Εκστομίστηκε το καραμανλικό «Ανήκομεν εις την Δύσιν», ο μνηστήρας Νουρεντίν δόθηκε ως υπερόπτης Αγγλος αποικιοκράτης, υπονοούμενα περί διακρατικών δανείων πήγαν κι ήρθαν κλπ.
Ο σκηνοθέτης δεν πέτυχε να ανεβάσει την απαραίτητη υψηλή θερμοκρασία, να εξασφαλίσει γρήγορους θεατρικούς ρυθμούς και, κυρίως, να εμφυσήσει στους τραγουδιστές άνεση κίνησης μεταξύ τραγουδιού και πρόζας. Παρά την ωραία μουσική συνοδεία, το θέαμα, αντί να απογειωθεί, πρόβαλε πλαδαρό, συχνά αγέλαστο ή αμήχανο, διανθισμένο με χονδροειδή χωρατά, αντί να δονείται συνεχώς διαποτισμένο με γαργαλιστικό, άμεσο χιούμορ. Εάν δεχόμαστε πως η ελληνική οπερέτα συνιστά σημαντικό πολιτιστικό κεφάλαιο, τότε μια υγιής, σύγχρονη αναβίωση της –που θα πει ούτε μουσειακή ούτε σε ύφος αφελούς φάρσας- προϋποθέτει δύο τινά: αφ’ ενός να καταδειχθεί σαφώς, με διαμεσολαβητικό σκηνοθετικό χειρισμό, η θέση της οπερέτας στα συμφραζόμενα του εθνικού πολιτιστικού βίου, αφ’ ετέρου να βρεθούν αβίαστα, πειστικά σημεία επαφής/συνάφειας με το σήμερα.
Σκηνικά και κουστούμια υπέγραψε η Αναστασία Αρσένη. Οπτικώς πλούσια, φορτωμένη με τα αναμενόμενα «ανατολίτικα» στοιχεία, η συμβατική σκηνογραφία εξασφάλισε δίχως υπερβάσεις το ζητούμενο στίγμα. Ομοίως, τα ανάμεικτα, ψευτοχλιδάτα κουστούμια –λίγο «τρελή» δεκαετία του ’20, λίγο λάγνα Ανατολή- υπηρέτησαν εύστοχα την δραματουργική σύμβαση ενός ξενόδουλου ανατολίτικου βασιλείου, φωτογραφίζοντας έμμεσα τη «Χαλιμά» ως μασκαράτα της ελληνικής κοινωνίας της εποχής. Το θέαμα συμπλήρωσαν κάπως άτεχνοι –«άναψε-σβήσε»!- φωτισμοί και συμβατικές, μάλλον άτολμες ψευδοανατολίτικες χορογραφίες, υποκατάστατα των χαμένων τολμηρών χορογραφιών που σκανδάλισαν τον Τύπο του Μεσοπολέμου.
Προβληματική διανομή
Η αυθεντική ζωντανή παράδοση παρουσίασης της ελληνικής οπερέτας διακόπηκε οριστικά όταν, γύρω στο 1960, η παρουσίασή της αραίωσε βαθμιαία και έπαψε. Εκτοτε η σύγχρονη αναβίωσή της παραμένει άπιαστος στόχος και πολλά υποσχόμενη πρόκληση. Ο αρχιμουσικός Γιώργος Πέτρου, που έχει αποδείξει πλέον πόσο καλά κατανοεί το ειδικό βάρος της μουσικής του Σακελλαρίδη, διηύθυνε την ορχήστρα της ΕΛΣ με νεύρο, μουσικότητα και χορευτικό παλμό. Επίσης, σπάνια έχει ακουστεί η ορχήστρα της ΕΛΣ να παίζει με επιτυχία τόσο χαμηλόφωνα, από τότε που, εδώ και επταετία, ο ήχος της εκτίθεται πλήρως στο θέατρο «Ολύμπια».
Αντίθετα, μείζον πρόβλημα αποτέλεσε η ανισότητα της διανομής. Κάθε φίλος της όπερας και της ΕΛΣ εύκολα θα υπεδείκνυε μια ασυζητητί πιο εύστοχη, αυτονόητα διαφορετική διανομή. Με φανερή εξαίρεση τον μουσικότατο, φωνητικά ακμαίο και ασφαλή, σκηνικά σπινθηροβόλο Αλή-Μουσακά του βαρύτονου Χάρη Αδριανού, που κινήθηκε σαν το ψάρι στο νερό στην οπερέτα, όλοι οι υπόλοιποι (Χριστόπουλος, Ηλιοπούλου, Χατζηιωάννου κ.λπ.) λίγο ώς πολύ έτρεχαν πίσω απ’ τους ρόλους, παρά τους οδήγησαν σε απογείωση.
Συγκεφαλαιωτικά; Καθώς μπήκε Αποκριά, σίγουρα αξίζει να γνωρίσετε τη «Χαλιμά» ζωντανά: δεν θα απογοητευτείτε. Για τα υπόλοιπα απαιτείται πολλή υπομονή: Ωσπου να κερδηθεί το στοίχημα της ελληνικής οπερέτας, απομένει να διανυθεί πολύς δρόμος ακόμη!
ΥΓ.: Γεύση από αυθεντικό ερμηνευτικό ήθος ελληνικής οπερέτας μπορεί κανείς να πάρει από το YouTube, ακούγοντας τον Πέτρο Επιτροπάκη και την πρώτη «Χαλιμά», Ολυμπία Καντιώτη-Ριτσιάρδη, τραγουδούν το «Γιάλα-γιάλα» (http://www.greektube.org/content/view/189628/2/).
Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=25337
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε