- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

«O καθένας μας ξεχωριστός στον πόνο, στο τραύμα, στην ανωμαλία»

19/03/13 Αρχείο Άρθρων,ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Η πρώτη λογοτεχνική εμφάνιση της Ελισάβετ Χρονοπούλου

 

Στη συλλογή διηγημάτων της «Φοράει κοστούμι», μία από τις πιο ευχάριστες εκδοτικές εκπλήξεις της άνοιξης, η σκηνοθέτις τού «Ενα τραγούδι δε φτάνει» δηλώνει τον αποτροπιασμό της για τις σύγχρονες βεβαιότητες και ανοίγει μια χαραμάδα στη δική της απορία. Αυτή κινούσε πάντα την τέχνη της

 

Της Βένας Γεωργακοπούλου

 

getFile (12) [1]Την ξέρεις χρόνια πολλά ως μοντέρ και σκηνοθέτιδα. Την εκτιμάς για τη σοβαρότητα, αλλά και το πάθος της. Την έχεις λατρέψει γιατί τόλμησε στην ταινία της «Ενα τραγούδι δε φτάνει» να κοιτάξει τη δικτατορία μέσα από τα μάτια ενός παιδιού, που η μαμά του κλείνεται στη φυλακή.

 

Και ξαφνικά, ένα κομψό βιβλιαράκι με διηγήματα, που δεν μπορείς να το αφήσεις από τα χέρια σου, σου αποκαλύπτει ότι η Ελισάβετ Χρονοπούλου γράφει. Και πολύ καλά. Με ύφος και προσωπικότητα. Με ένταση. Και ήρωες περίεργους που όλο αναρωτιούνται (πόσο τα χάρηκα τα συνεχή και ατρόμητα ερωτήματά της) και δεν μπορούν να αποφασίσουν. «Φοράει κοστούμι», λοιπόν, από τις εκδόσεις Πόλις, μία από τις λογοτεχνικές εκπλήξεις αυτής της άνοιξης, τόσο αβέβαιης και χαοτικής σαν να 'χει βγει από τις σελίδες του.

 

Γιατί άργησε τόσο να βγάλει προς τα έξω τη συγγραφική της πλευρά; Είναι παλιά ή καινούργια ιστορία;

 

«Γράφω από δώδεκα χρόνων», λέει. «Αλλά ο κάθε άνθρωπος έχει τον δικό του ρυθμό στη ζωή. Ο δικός μου είναι έτσι κι αλλιώς αργός, την πρώτη μου μικρού μήκους την έκανα στα 33. Δεν με αγχώνει ο χρόνος, πιστεύω ότι πάντα έρχεται η ώρα για να κάνεις αυτό που θέλεις. Και πάντα στενοχωριέμαι όταν ακούω τους φίλους μου να λένε, ο τάδε είχε κάνει τρεις ταινίες στα 40 του και ο άλλος δώδεκα».

 

Γενιά χωρίς αυτοπεποίθηση

 

Υπήρχε, όμως, κι άλλος λόγος γι’ αυτή την καθυστέρηση. «Ανήκω σε μια γενιά πολύ διαφορετική και από τους σημερινούς 35άρηδες-40άρηδες και, φυσικά, τους σημερινούς 25άρηδες, που λατρεύω. Αυτοί είναι, νομίζω, η εντελώς ακομπλεξάριστη ως προς τη δημιουργία γενιά. Ο,τι τους κατέβει το κάνουν, και καλά κάνουν. Εμείς δεν τολμούσαμε. Μου λένε γιατί δεν έχω κάνει θέατρο, παρ' όλο που μεγάλωσα μέσα σ’ αυτό. Ε, ακριβώς γι’ αυτό. Γιατί μεγάλωσα με την ιδέα ότι το θέατρο είναι κάτι ιερό, που δύσκολα αγγίζουμε. Κι έχω μια φίλη τώρα, 27 χρόνων, και ανέβασε Σέξπιρ. Οχι εμείς, που περιμέναμε να γεράσουμε για να πούμε μια λέξη, μια γενιά χωρίς αυτοπεποίθηση».

 

Εγραφε συχνά. «Σαν σε πυρετό, με έπιανε ένα… φουρ και στρωνόμουν. Μου προκαλούσε πάντα μια φοβερή ηδονή, σαν να ξεφόρτωνα από πάνω μου ένα τεράστιο βάρος», λέει. Ούτε της περνούσε, όμως, από το μυαλό να δείξει τα διηγήματά της. Μόνο στον σύζυγό της επέτρεπε να τα διαβάζει και να τα θαυμάζει. Και θα πήγαινε έτσι αυτή η κατάσταση αν δεν μεσολαβούσε μια ταινία, ο «Αννίβας προ των πυλών», που γυρίστηκε το 2011, αλλά δεν βγήκε ποτέ στις αίθουσες (κρίμα κι άδικο), παίχτηκε μόνο στις «Νύχτες Πρεμιέρας».

 

«Μου είχε φάει πέντε χρόνια από τη ζωή μου», λέει. «Κι εκεί πάνω, μέσα στην απογοήτευση, κι ενώ τα έπινα σε ένα μπαράκι με μια φίλη, μου λέει: Τώρα που είναι δύσκολο να κάνουμε σινεμά, πρέπει να γράψεις. Μα γράφω, της λέω. Εχω κάτι διηγήματα, Αλλά, να βγω στη γύρα, να τρώω πόρτες και από αλλού δεν το κάνω». Το έκανε η φίλη της. Σε μία εβδομάδα την πήρε τηλέφωνο και της είπε: Θα τα βγάλει ο Νίκος Γκιώνης το 2013. «Ας τα βγάλει και το 2030, σκέφτηκα τρομερά χαρούμενη. Μετά όλα έγιναν τέλεια, εξαιρετικά…».

 

Η κλασική ερώτηση αν τη βοήθησε το σινεμά, που στο κάτω κάτω αφήγηση είναι, στην Ελισάβετ δεν πιάνει. «Δεν θεωρώ αποσκευές μου το σινεμά, αλλά τη λογοτεχνία», λέει. Διάβαζε από μικρή και διαβάζει με μανία. «Ομως, τα διηγήματα και τις ταινίες από τον ίδιο λόγο τα κάνω. Ξεκινάω πάντα από μια τρομερή απορία. Κάτι δεν καταλαβαίνω και προσπαθώ να το καταλάβω. Ειδικά στη βάση αυτών των διηγημάτων βρίσκεται η αβεβαιότητά μου πάνω στο τι είναι η αλήθεια και τι ψέμα. Η καταπίεση από την πολιτική ορθότητα, που θριαμβεύει στις δυτικές κοινωνίες. Και το πόσο με σοκάρουν η σιγουριά και ο δογματισμός, που εκφράζονται πια από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εντάξει, οι άνθρωποι στο facebook φέρονται πιο ελεύθερα, γράφουν χωρίς δεύτερη σκέψη. Αλλά βλέπω μια απίστευτη βεβαιότητα. Με πιέζει τρομερά το ότι όλοι γύρω μου σαν να μου κάνουν μάθημα. Με ενοχλεί η ευκολία με την οποία καταπίνουμε την κάθε μπαρούφα που διαβάζουμε. Εγώ πιστεύω πως μερικά πράγματα μόνο βιωματικά μπορούμε να τα καταλάβουμε. Ενιωσα, λοιπόν, την ανάγκη να ανοίξω μια χαραμάδα για να εκφράσω τη δική μου, χαοτική πια, αβεβαιότητα για όλα. Γιατί στα 18 και 20 έτσι απόλυτη ήμουν κι εγώ. Τα ήξερα όλα και κουνούσα και δάχτυλο».

 

Η Ελισάβετ δεν είναι σίγουρη ούτε καν για τους ήρωες των διηγημάτων της, για τις ιστορίες που η ίδια φαντάστηκε. «Μ’ αυτούς εδώ ακόμα δεν ξέρω αν έπρεπε να γίνει το ένα ή το άλλο», λέει. «Μου έφτανε να καταλάβω ότι είναι όλοι τους πολύ ξεχωριστοί. Στον πόνο, στο τραύμα, στην ανωμαλία. Να σταθώ απέναντί τους και να γράψω χωρίς προκατάληψη και φόβο».

 

Ξεκινάει ταινία

 

Ο τύπος, για παράδειγμα, στο διήγημα «Φοράει κοστούμι» είναι από εκείνους που κανονικά θα 'πρεπε να σιχαίνεται. Σαπίζει στο ξύλο τη φίλη του. «Η πρώτη μου αντίδραση θα ήταν να τον πνίξω με τα ίδια μου τα χέρια», παραδέχεται. «Αλλά ακριβώς γι’ αυτό, μου δημιουργήθηκε η ανάγκη να μπω μέσα σ’ αυτή, την πιο μισητή για μένα πλευρά του ανθρώπου. Οχι για να τη δικαιολογήσω, αλλά για να τη ζήσω, να την καταλάβω. Σαν να είναι ένα σκληρό κέλυφος που προσπαθώ να το σπάσω».

 

Αυτό το έξοχο και σκοτεινό διήγημα μέσα στο καλοκαίρι θα το κάνει, μάλιστα, ταινία. «No budget», επισημαίνει. Τη βλέπω φορτσάτη και δημιουργική. «Δεν είναι τυχαίο που νιώθω πιο ελεύθερη», λέει. Και, ξαφνικά, να τη και η πρώτη της βεβαιότητα. «Ε, ναι, υπάρχουν και μερικές λέξεις που δεν τις φοβάμαι. Είμαι φεμινίστρια. Υπάρχει λόγος που τα δημιουργικά χρόνια μιας γυναίκας έρχονται αργότερα από τα αντίστοιχα ανδρικά. Επρεπε να μεγαλώσω ένα παιδί, ενώ συγχρόνως εργαζόμουν πάντα για τα προς το ζην. Ο κάθε άνδρας στη θέση μου, που θα 'θελε να κάνει κι ένα παιδί, θα είχε τη γυναίκα του να το μεγαλώνει. Ξέρεις εσύ κανένα σπίτι που να ισχύει ο νόμος «η μαμά δουλεύει, μην ενοχλείτε»; Εχω φύγει από γύρισμα για να δώσω Ντεπόν… Πώς να μπεις έτσι στην περιπέτεια μιας ταινίας, που είναι κανονικός πρωταθλητισμός επί χρόνια; Από την άλλη, ούτε θα 'θελα να μου μεγαλώσει το παιδί μου κάποιος άλλος. Νιώθω πολύ ευτυχισμένη που το 'κανα αυτό το πράγμα».

 

Ο γιος της είναι 17 χρόνων. Ενα από τα διηγήματα, «Το μοτόρι», του χρωστάει πολλά.

 

[email protected]

 

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=32473