- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

«Το ουρλιαχτό μου διαπέρασε τη φύση»

07/04/13 ART,Αρχείο Άρθρων

Το πιο διάσημο, ίσως, έργο ζωγραφικής ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη

 

Με τα λόγια αυτά εξηγεί την «Κραυγή» του ο Εντβαρτ Μουνκ. Τέσσερις εκδοχές της έχει ζωγραφίσει. Η μία από αυτές, που ανήκει σε Νορβηγό δισεκατομμυριούχο, δανείστηκε για έξι μήνες στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης

 

Της Αγνής Κατσιούλα

 

getFile (4) [1]Μια από τις πιο ονομαστές και αναγνωρίσιμες εικόνες στην ιστορία της τέχνης παγκόσμια «Η Κραυγή» (1895) του Εντβαρτ Μουνκ εκτίθεται μέχρι τις 29 Απρίλη στo Mουσείο Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη. Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης μια μικρή επιλογή έργων από την ίδια περίοδο, που ανήκουν κατά κύριο λόγο στη συλλογή του Μουσείου.

 

Από τις τέσσερις εκδοχές του έργου «Η Κραυγή», που ο Μουνκ δημιούργησε μεταξύ 1893 και 1910, τρεις ανήκουν σε μουσεία της Νορβηγίας, ενώ η συγκεκριμένη δημιουργία με παστέλ είναι η μόνη που παραμένει σε χέρια ιδιώτη, του Νορβηγού δισεκατομμυριούχου Πέτερ Ολσεν, που τη δάνεισε στο ΜοΜΑ. Το Μουσείο Μουνκ στο Οσλο έχει μια από τις δύο ζωγραφικές εκδοχές του 1910 και μια δημιουργία με παστέλ του 1893. Η Εθνική Πινακοθήκη της Νορβηγίας έχει την άλλη ζωγραφική εκδοχή του 1893. Ο Μουνκ δημιούργησε επίσης μια λιθογραφία της εικόνας κατά το έτος 1895, που ανήκει στο ΜοΜΑ.

 

Ο Eντβαρτ Μουνκ, ο πιο διάσημος Νορβηγός ζωγράφος, ανήκει στους προδρόμους του εξπρεσιονισμού, του κινήματος της μοντέρνας τέχνης που αναπτύχθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, κυρίως στον χώρο της ζωγραφικής. Γεννήθηκε το 1863 στο χωριό Ανταλσμπρουκ της Νορβηγίας και μεγάλωσε στο Οσλο μέσα σε μια θρησκόληπτη οικογένεια, έχοντας χάσει νωρίς τη μητέρα του από φυματίωση και την αδερφή του από διανοητική ασθένεια. «Κληρονόμησα δύο από τους πιο φοβερούς εχθρούς της ανθρωπότητας – τη φυματίωση και την παραφροσύνη – η ασθένεια, η τρέλα και ο θάνατος ήταν οι μαύροι άγγελοι που στάθηκαν στο λίκνο μου», έγραψε αργότερα.

 

Φιλάσθενος και ο ίδιος διέκοψε τις σπουδές του (Εφαρμοσμένη Μηχανική) για να γίνει ζωγράφος. Εγγράφηκε στο Βασιλικό Σχολείο Τέχνης και Σχεδίου της Κριστιάνια (Οσλο). Τα μέσα της έκφρασής του εξελίσσονται καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του. Υποστήριξε ότι ο ιδιωματισμός των ιμπρεσιονιστών δεν ταίριαξε ποτέ στην τέχνη του. Το έργο του δεν αποσκοπούσε στην απεικόνιση μιας τυχαίας στιγμής της πραγματικότητας, αλλά σε καταστάσεις με έντονο συναισθηματικό περιεχόμενο. Υπολόγιζε πάντα οι συνθέσεις του να δημιουργούν μια ανήσυχη, τεταμένη συναισθηματική φόρτιση και ατμόσφαιρα. Υιοθέτησε ένα «ρηχό» εικονογραφικό στιλ, ελάχιστο σκηνικό για τις φιγούρες του. Κάθε χαρακτήρας του ενσωματώνει μια ενιαία ψυχολογική διάσταση. Οι πόζες του επιλέγονται για να παραγάγουν τις πιο πειστικές εικόνες των καταστάσεων του μυαλού και των ψυχολογικών καταστάσεων. Αυτό φαίνεται στα διάσημα έργα του όπως στην «Κραυγή».

 

Δημιουργεί στη Γερμανία αλλά με σωματική αδυναμία από την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, βασανιζόμενος από παραισθήσεις και μανία καταδίωξης, έπειτα από ένα ισχυρό νευρικό κλονισμό, το 1908 εισήχθη σε κλινική. Επειτα από ένα χρόνο, με την υγεία του αποκατεστημένη, επιστρέφει στη Νορβηγία, αναζητώντας μια ήσυχη ζωή. Μια πιο αισιόδοξη θεώρηση του κόσμου απεικονίζεται στα έργα της περιόδου αυτής. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, όμως, τυφλώνεται μερικώς. Επιδίδεται στην επεξεργασία των ημερολογίων της νεαρής του ηλικίας και ζωγραφίζει σκληρά αυτοπορτρέτα και μνήμες της προηγούμενης ζωής του. Πέθανε στις 23 Ιανουαρίου 1944 στο Oσλο.

 

Η «Κραυγή», η κορυφαία δημιουργία του, απεικονίζει μια αγωνιούσα άτριχη μορφή με φόντο ένα κίτρινο πορτοκαλί ουρανό. Θεωρείται από μερικούς πως συμβολίζει το ανθρώπινο είδος κάτω από τη συντριβή του υπαρξιακού τρόμου. Σχεδιάστηκε αρχικά από τον Μουνκ ως μέρος της επικής σειράς «Frieze of Life» (Ζωφόρος της Ζωής) η οποία διερεύνησε τη σύγχρονη ζωή με επίκεντρο τα θέματα της αγάπης, της αγωνίας και του θανάτου. Ο αρχικός Γερμανικός τίτλος, που δόθηκε στον πίνακα από τον ιδιο ήταν Der Schrei der Natur (Ο Λυγμός της Φύσης). Το τοπίο που απεικονίζεται στο υπόβαθρο είναι το Οσλοφγιόρντ, όπως φαίνεται από το λόφο του Εκεμπεργκ στο Oσλο (τότε Κριστιάνια) της Νορβηγίας.

 

Σε μια σελίδα στο ημερολόγιό του, με την επικεφαλίδα Νίκαια 22.01.1892, ο Μουνκ περιγράφει την έμπνευσή του για τον αρχικό πίνακα:

 

«Περπατούσα σ' ένα μονοπάτι με δύο φίλους – ο ήλιος έπεφτε – ξαφνικά ο ουρανός έγινε κόκκινος σαν αίμα – σταμάτησα, νιώθοντας εξαντλημένος, και στηρίχτηκα στο φράχτη – αίμα και γλώσσες φωτιάς πάνω από το μαύρο-μπλε φιόρδ και την πόλη – οι φίλοι μου προχώρησαν, κι εγώ έμεινα εκεί τρέμοντας από την αγωνία – κι ένιωσα ένα ατέλειωτο ουρλιαχτό να διαπερνά τη φύση».

 

Το σημείωμα αυτό υπάρχει και στη βάση της κορνίζας του πίνακα που εκτίθεται στο ΜοΜΑ και δημιουργήθηκε από τον ίδιο τον καλλιτέχνη.

 

[email protected]

 

INFO: έως 29 Απριλίου, Πληροφορίες http://www.moma.org/visit/calendar/exhibitions/1330

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=37643