- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

«Δεν κωλώνω στην πρόκληση»

14/04/13 Αρχείο Άρθρων,ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ο Μηνάς Χατζησάββας πρωταγωνιστεί στο ακατάλληλο για ανήλικους «Vitrioli» στο Εθνικό

 

Σοκάρει και πάλι το κοινό ο γνωστός ηθοποιός, αυτή τη φορά με σκηνή πεολειχίας. Αν όμως στους ρόλους του επιδιώκει την αλλαγή γιατί πλήττει, αντιθέτως επιθυμεί να μείνουν σταθερά στις θέσεις τους ο Χουβαρδάς και ο Λούκος

 

Της Εφης Μαρίνου  Φωτογραφία: Μάριος Βαλασόπουλος

 

[1]Το «Vitrioli» συνεχίζει να στάζει το δηλητήριό του στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου… Τι κι αν ο ήρωας είναι σχεδόν ανήλικος; Το ωμό, βίαιο, προκλητικό έργο του Γιάννη Μαυριτσάκη είναι απαγορευμένο σε ανηλίκους. Αλλά και οι ενήλικοι θεατές δεν περνούν πολύ καλά στα καθίσματά τους. Ανησυχία, ψίθυροι, χαμηλόφωνα σχόλια. Τέτοιες εικόνες μπορεί ακόμα να σοκάρουν τον Ελληνα θεατή, αλλά περισσότερο πρέπει να μας μουδιάζει η αποτύπωση της σήψης του κοινωνικού ιστού μέχρι το μεδούλι. Και κάτι να ξυπνάει μέσα μας.

 

Ο Μηνάς Χατζησάββας δεν παίζει για πρώτη φορά σε «προκλητική» παράσταση. Αλλά, όπως λέει, αυτό είναι πια που κυνηγάει στο θέατρο: το καινούργιο, το άγνωστο, την έκθεση.

 

«Ξέρω τον Γιάννη Μαυριτσάκη, άνθρωπο απίστευτης ευαισθησίας, από την εποχή του Ανοιχτού Θεάτρου. Οταν άρχισε να γράφει κατάλαβα ότι κάτι συμβαίνει. Πέρσι διαβάζοντας το “Vitrioli”, συνειδητοποίησα ότι πλέον δεν έχει κανένα δισταγμό να εκθέσει εντελώς τον εαυτό του. Το έργο είναι τόσο ειλικρινές που δεν αντέχεται. Ο σκοτεινός, ερεβώδης κόσμος του βγαίνει στο φως. Στην αρχική ανάγνωση υπήρχαν πράγματα που δεν κατάλαβα. Στις πρώτες πρόβες όμως φωτίστηκαν όλα».

 

- Η σκηνοθεσία του Ολιβιέ Πι προήγαγε το σκοτάδι του έργου;

 

«Τρελάθηκα. Με το καλημέρα άρχισε να λέει πράγματα σαν να ήξερε καλά και από πάντα τον Μαυριτσάκη. Η ανάγνωσή του ήταν ένα ακόμα “χαστούκι” αλλά καίριο. Σε κάποια σημεία έλεγε: “Ας μην το πολυαναλύσουμε. Ας ταξιδέψει μόνος του ο θεατής αν θέλει να καταλάβει”. Ο Μαυριτσάκης δεν μιλούσε για το έργο. Και στις πρόβες δεν ερχόταν. Μέσα σε δυόμισι εβδομάδες ο Πι είχε στήσει την παράσταση. Δεν ξέρω ποιος άλλος σκηνοθέτης θα φώτιζε καλύτερα αυτό το σκοτάδι. Εδωσε λύσεις σε σκηνές που δεν μπορούσα να φανταστώ πώς θα γίνουν».

 

- Για παράδειγμα;

 

«Η δική μου σκηνή στο παγκάκι. Ενας άνθρωπος κάθεται και μιλάει αδιάφορα στον διπλανό του: “Μου αρέσει να κοιτάζω. Δεν κάνω τίποτα. Kάποτε έβλεπα τους ηλικιωμένους να κοιτάζουν κι έλεγα: τι θλιβερή ζωή. Τώρα το κάνω εγώ”. Και συνεχίζει: “Οι νύχτες μου βέβαια γίνονται πιο θλιβερές. Αλλά δεν μπορώ να αντισταθώ στην επιθυμία της όρασης. Είναι πιο ισχυρή και από τη μεγαλύτερη θλίψη”… Εκεί λοιπόν ο Πι έβαλε τη σκηνή της πεολειχίας που μου κάνει ο μικρός. Εφτιαξε τις σκηνές με τρόπο σαν να είχε γράψει αυτός το έργο, πρόσθεσε στοιχεία που έδεναν σ' αυτό το πολύ δύσκολο κείμενο».

 

- Υπάρχουν σκηνές ιδιαίτερα τολμηρές.

 

«Ενα παιδί ασυμβίβαστο μέσα στην εποχή του. Και ο άλλος εαυτός, η σκοτεινή πλευρά του, απέναντι, ως ερμαφρόδιτος. Η μητέρα είναι ανίκανη να καταλάβει οτιδήποτε. Τη βλέπουμε γυμνή να του λέει: “Σκούπισέ με. Και στο στήθος, μην ντρέπεσαι”. Σε μένα έρχονται μνήμες εφηβικές. Θυμάμαι στη Λεόντιο όταν είχε έρθει ένας παπάς για να μας εξομολογήσει. Με είχε ρωτήσει αν αυνανίζομαι. Ημουν δεκατριών ετών, ήξερα-δεν ήξερα τι σημαίνει αυτό, ωστόσο καλού-κακού απάντησα “όχι”. Μετέφερα τη στιχομυθία στη μητέρα μου. Οταν μου είπε “μπράβο” για το όχι που είπα στον παπά, κατάλαβα ότι τίποτα απολύτως δεν με συνδέει μ' αυτήν τη γυναίκα, δεν μπορούσε να μου προσφέρει το παραμικρό και αποστασιοποιήθηκα από εκείνη ακριβώς τη στιγμή. Δεν είχα ποτέ καμιά σχέση μαζί της».

 

- Ολα σαπίζουν μέσα στη λάσπη: οικογένεια, νιάτα, γηρατειά, κοινωνία, μέλλον.

 

«Κι όμως κάποιοι μέσα σ' αυτή τη μαυρίλα βλέπουν ένα φως. Σκέφτονται ότι δεν είναι μόνοι. Κι άλλοι έχουν σκεφτεί πάνω στα σκοτεινά νιάτα και θλιβερά γηρατειά τους. Η εφηβεία είναι ισχυρή. Κοντράρει, αγωνίζεται να μάθει, να επικοινωνήσει, να σκεφτεί το αύριο. Οι άνθρωποι που είναι ανοιχτοί επικοινωνούν με το έργο. Αλλωστε η τέχνη δεν χαϊδεύει πάντα. Πολλές φορές πονάει, ταρακουνάει, ξύνει τραύματα, ανοίγει χαραμάδες για δύσκολες σκέψεις».

 

- Αφουγκράζεστε την αντίδραση των θεατών, ειδικά στα επίμαχα σημεία;

 

«Μένουν άναυδοι. Κάποιες φορές δεν βγάζουν κιχ. Το χειροκρότημα αρχικά είναι δειλό, αμήχανο και μετά αφήνονται. Σαν να θέλουν λίγο χρόνο να συνέλθουν από το σοκ. Οι πιο τολμηρές σκηνές είναι των αγοριών όταν χαϊδεύονται αλλά και της μάνας με τον γιο στο κρεβάτι. Ναι, εκεί οι μανάδες κάτι παθαίνουν. Αλλά το καταλαβαίνουν κιόλας. Ποια δεν θαυμάζει τον γιο, ποια δεν είναι ερωτευμένη μαζί του;».

 

- Κι αν είναι έτσι, καμιά τους όμως δεν θέλει τη σωματική αποτύπωση αυτής της λατρείας ερωτικά…

 

«Φυσικά. Γι' αυτό ταράζονται. Κοίταξε, το έργο είναι σκληρό. Εγώ όταν τελειώνει η παράσταση προσπαθώ να το “ξεντυθώ” με χίλιους τρόπους. Τραγουδάω, κάνω χιούμορ χωρίς να έχω διάθεση, πειράζω τους συναδέλφους. Με εντυπωσιάζει ο πιτσιρικάς που έκανε αντικατάσταση στον ρόλο. Ε, λοιπόν μέσα σε δυο μέρες τα έριξε όλα και τα κατάφερε. Δόθηκε χωρίς κανέναν ενδοιασμό. Εβαλε ένα στοίχημα και το κέρδισε 100%».

 

- Το έχει η μοίρα σας να παίζετε ρόλους και παραστάσεις προκλητικές;

 

«Καθόλου η μοίρα μου. Απλώς μυρίστηκαν ότι δεν κωλώνω. Θέλω τα πράγματα να προχωρούν. Κι ο Χουβαρδάς είχε καταλάβει ότι μπορώ να παίξω χωρίς ενδοιασμούς. Αυτή η στάση είναι που με συντηρεί στο θέατρο. Αλλιώς θα είχα παραιτηθεί. Σκέψου να έκανα ακόμα αυτά που μου έμαθαν οι δάσκαλοί μου πριν από τριάντα χρόνια στο Εθνικό Θέατρο… Θα ένιωθα μια αφόρητη πλήξη. Με τόσες επιρροές, φόρμες, καινούργιες ιδέες, πώς να κλείνουμε τα μάτια; Η τέχνη θέλει έρευνα, όχι στασιμότητα. Δες σε τι ζηλευτά επίπεδα έφτασε το Εθνικό Θέατρο τα τελευταία χρόνια. Αίθουσες γεμάτες κόσμο που βλέπει σπουδαίες παραστάσεις. Και τώρα φοβάμαι, τρέμω ότι θα γυρίσει τριάντα χρόνια πίσω. Δεν θέλω να το σκέφτομαι».

 

- Βλέπετε επάξιο αντικαταστάτη του Γιάννη Χουβαρδά;

 

«Θα ήθελα να παραμείνει ο Χουβαρδάς μέχρι να πεθάνει -χτυπάω ξύλο-, δηλαδή πολλά χρόνια. Να βγουν καινούργια βλαστάρια, να συνεχιστεί η πορεία του θεάτρου προς τα εμπρός. Δεν ξέρω τι να πω. Καταθέτω απλώς μια βαθιά ανησυχία. Λένε ότι ο Γιάννης έκανε κλίκες κ.λπ. Ποιος σοβαρός καλλιτεχνικός διευθυντής δεν θέλει ηθοποιούς έτοιμους ώστε να μη χρειάζεται να ξεκινήσει την αλφαβήτα; Μήπως ο Κουν δεν ήταν μια ολόκληρη Σχολή; Εμπαινε όποιος ήθελε; Εγώ έπαιξα εκεί αφού πέθανε και μάλιστα αντικαθιστώντας τον Θεοδωρακόπουλο σε ριμέικ, στις “Βάκχες” στην Επίδαυρο. Λίγο πριν από μένα είχε πάει η Λυδία Κονιόρδου. Δεν γίνεται συλλογική δουλειά χωρίς κοινή γλώσσα. Καταλαβαίνω τις ενστάσεις πολλών άξιων που έχουν μείνει απέξω και είναι παραπονεμένοι. Αλλά δεν γίνεται στα έξι χρόνια της θητείας του Χουβαρδά να περάσουν από το Εθνικό Θέατρο όλοι οι Ελληνες ηθοποιοί. Κάτι αντίστοιχο έγινε και με τον Γιώργο Λούκο που έπεσαν να μας φάνε».

 

- Γιατί;

 

«Επειδή πέρσι υπογράψαμε να παραμείνει στη θέση του. Είπαν ότι το κάναμε επειδή φάγαμε ψωμί από το Φεστιβάλ. Προσωπικά, με δύο συνολικά παραστάσεις και μέσα στην ίδια σεζόν συμπτωματικά, τι ψωμί έφαγα; Τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ εννοούν. Ε, είναι ντροπή. Μην τρελαθούμε τώρα. Τέτοιες αντιλήψεις είναι κοντόθωρες. Ο Λούκος έδωσε αίγλη σ' ένα καθημαγμένο Φεστιβάλ. Μέχρι τότε ήταν σκέτη μούχλα. Εφερε μπρος στα πόδια μας μεγάλες παραστάσεις, σπουδαία ονόματα που απευθύνθηκαν σε καλλιτέχνες και στο κοινό».

 

- Θα σας δούμε για τέταρτη φορά Αγαμέμνονα;

 

«Με κυνηγάει αυτός ο Μένιος… Θα είναι πάλι σε μετάφραση Νικολέττας Φριντζήλα και σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη. Ο πρώτος ήταν στην «Ορέστεια» από τον Γ. Μιχαηλίδη με όλες τις καταβολές του παλιού καλού θεάτρου, ο δεύτερος στην παράσταση της Αντζελας Μπρούσκου, καραβοκύρης με χαϊμαλιά στο γυμνό στήθος, αλλά κι ένας καταθλιπτικός στο κείμενο του Ρίτσου που παρουσιάστηκε στους μονολόγους της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας στην Αθήνα. Κι αυτός της Νικαίτης Κοντούρη αναμένεται διαφορετικός. Παίζουν οι Καρυοφυλλιά Καραμπέτη (Κλυταιμνήστρα), Θεοδώρα Τζήμου (Κασσάνδρα), Θέμης Πάνου (Κήρυκας), Βασίλης Χαλακατεβάκης (Φύλακας)».

 

[email protected]

 

INFO: Εθνικό Θέατρο/Νέα Σκηνή (Αγίου Κωνσταντίνου 22-24. Τηλ.: 210 5288100). «Vitrioli» του Γιάννη Μαυριτσάκη. Σκηνοθεσία Ολιβιέ Πι. Παίζουν: Μηνάς Χατζησάββας, Μαρία Κεχαγιόγλου, Νίκος Χατζόπουλος, Περικλής Μουστάκης, Γιάννος Περλέγκας, Χάρης Τζωρτζάκης, Κίττυ Παϊταζόγλου.

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=40054