- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε
Στην Κυψέλης της συνύπαρξης
14/05/13 Αρχείο Άρθρων,ΕΛΛΑΔΑ
Μέσα από τη μελέτη της καθηγήτριας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Ντίνα Βαΐου βλέπουμε πώς μια γειτονιά στο κέντρο της πόλης, στην οποία ο ένας στους τέσσερις κατοίκους είναι «ξένος», γίνεται ο χώρος όπου οικοδομούνται, σταδιακά και μερικές φορές επίπονα, οι σχέσεις ντόπιων και μεταναστών
Της Ιωάννας Σωτήρχου
[1]Μετά την εν πολλοίς άδικη πολεμική που ξεκίνησε με αφορμή την αποσπασματική καταγραφή των λεχθέντων της ποιήτριας για τη γειτονιά της, ένα συμπέρασμα είναι η πόλωση με την οποία αντιμετωπίζονται οι απόψεις που δεν μας αρέσουν. Και να που, δυστυχώς, δεν μάθαμε να κουβεντιάζουμε…
Αυτό το περιστατικό στάθηκε ωστόσο η αφορμή να θυμηθούμε μία έρευνα που αποκαλύπτει πως η Κυψέλη αποτελεί ένα θετικό παράδειγμα συνύπαρξης κόντρα στην τερατολογία και τους ετοιμοπόλεμους, επειδή κάπου ανάμεσα σε άσπρο και μαύρο μάς διαφεύγουν τα χρώματα που δημιουργεί η ίδια η ζωή…
Η Κυψέλη, μια γειτονιά στο κέντρο της πόλης στην οποία ο ένας στους τέσσερις κατοίκους είναι «ξένος», γίνεται ο χώρος συνύπαρξης όπου αναπόφευκτα οικοδομούνται με το πέρασμα του χρόνου, σταδιακά και μερικές φορές επίπονα, οι σχέσεις μέσα από τις διαπλεκόμενες καθημερινότητες ντόπιων και μεταναστών. Σε αυτές τις σχέσεις γειτονίας εστίασε η καθηγήτρια στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Ντίνα Βαΐου στη μελέτη της «Γειτονιές στο κέντρο της πόλης: αφηγήσεις και κλίμακες συνύπαρξης στην Κυψέλη» που πρόκειται να εκδοθεί προσεχώς από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών. Και παρακολουθεί τον τρόπο που αυτές οι σχέσεις μεταβάλλονται, μέσα από τις αφηγήσεις μεταναστριών και ντόπιων γυναικών, εντοπίζοντας σε ζητήματα όπως η εύρεση κατοικίας, το τοπικό εμπόριο και οι ανάγκες φροντίδας, αναδεικνύοντας έτσι τις λιγότερο ορατές πλευρές αυτής της γειτονίας.
Tα λεφτά δεν έχουν εθνικότητα
Είναι λοιπόν το γεγονός ότι «οι “ξένοι” όχι μόνο δεν επιβεβαίωσαν τους αρχικούς φόβους των ιδιοκτητών, αλλά και επισκεύασαν τα σπίτια, κάνοντάς τα αγνώριστα», όπως λέει μια σπιτονοικοκυρά που μετέτρεψε την αρχική αρνητική αντιμετώπιση των ξένων ως υποψήφιων ενοικιαστών. Ακολούθησε σταδιακά η αγορά διαμερισμάτων σε παλιές κυρίως πολυκατοικίες, που συνέβαλε επίσης σε αυτή τη μεταστροφή των ιδιοκτητών, η οποία συμπυκνώνεται στην παρατήρηση ενός μεσίτη της περιοχής: «Τα λεφτά δεν έχουν εθνικότητα και χώρα».
Και μετά είναι η ίδια η ζωή και οι ανάγκες της: τα καθημερινά ψώνια για το νοικοκυριό τους είτε για λογαριασμό των εργοδοτριών ή σπιτονοικοκυρών, η αλλαγή του τοπικού εμπορίου με την προσθήκη μαγαζιών μεταναστών ή την αντικατάσταση παλαιότερων συνέβαλαν καθοριστικά στην «αναζωογόνηση της γειτονιάς, που σπάνια αναφέρεται σε επίσημες αποτιμήσεις».
Κι ακόμη κάτι πιο προσωπικό που έχει να κάνει με την εναπόθεση της φροντίδας των πιο αγαπημένων, παιδιών και ηλικιωμένων, μια σχεδόν αποκλειστικά γυναικεία εργασία που αναδεικνύεται σε διεθνικό ζήτημα, συνδέοντας γυναίκες διαφορετικών καταγωγών, καλύπτοντας την ανυπαρξία σχετικών δομών, κινητοποιώντας συχνά συγγενικά δίκτυα για τη φροντίδα των παιδιών τους που ίσως να βρίσκονται «πίσω» εφόσον οι ίδιες εργάζονται, αλλά πάνω απ’ όλα αποκαλύπτουν «μια αμοιβαιότητα που επενδύει τη γειτονία με σημασιοδοτήσεις και ποιότητες χαμένες από καιρό», όπως είναι οι πρακτικές αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης –από το μοίρασμα ενός πιάτου καλομαγειρεμένου φαγητού μέχρι το να βρίσκεσαι εκεί ό,τι ώρα και να είναι- «οι οποίες αποκτούν μεγάλη σημασία στη δίνη της κρίσης, όπου ακόμα και ελάχιστες πράξεις αμοιβαιότητας και αλληλο-υποστήριξης μπορεί να είναι κρίσιμες για την επιβίωση».
Είναι ίσως σε αυτήν την εποχή που τα πάντα καταρρέουν, η ώρα να αναλάβουν τις ευθύνες τους οι αρχές, όπως επισημαίνει η ερευνήτρια, για τη «συγκρότηση αξιοβίωτων καθημερινοτήτων στην πόλη», παράλληλα με τις πρωτοβουλίες πολιτών για την καλλιέργεια της ανοχής της διαφορετικότητας και την ενίσχυση των πρακτικών συνύπαρξης.
Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=49964
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε