- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Κυβερνητική εξουσία και κρίση

17/05/13 ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ,Αρχείο Άρθρων

Του Θεόδωρου Γεωργίου*

 

Το πραγματολογικό πλαίσιο, εντός του οποίου αναπτύσσεται η ελληνική κοινωνία κατά τα τελευταία χρόνια, ορίζεται με το εξής όνομα: οικονομική κρίση. Μολονότι όλοι οι πολίτες στο ελληνικό κράτος διαισθάνονται ότι ο όρος «κρίση» δεν είναι η δεσμευτική ονομασία, για να κατανοήσει κανείς όλα όσα συμβαίνουν στην ελληνική κοινωνία, ωστόσο συγκατανεύουν σε σχέση με το εφαρμοζόμενο πρόγραμμα «σωτηρίας της χώρας» (όπως πολλοί ισχυρίζονται) ή με τα σχέδια διεξόδου από το «τούνελ» (όπως άλλοι ευαγγελίζονται).

 

Θα μπορούσε κανείς να καταρτίσει έναν κατάλογο με πρωτοβουλίες, αποφάσεις και πράξεις της κυβερνητικής εξουσίας, οι οποίες στοχεύουν στη διεκπεραίωση του «προγράμματος σωτηρίας» (το οποίο πρέπει να τονισθεί με έμφαση ότι το έχει εκπονήσει η περιώνυμη τρόικα). Θα μπορούσε κανείς, ακόμη, να απαριθμήσει ιδέες, σκέψεις και ιδεολογικούς προσανατολισμούς, που έχουν να κάνουν με την κυβερνητική εξουσία, όπως αυτή ασκείται κατά τον τελευταίο χρόνο (μετά τον σχηματισμό της τρικομματικής κυβέρνησης τον Ιούνιο του 2012). Επίσης, θα μπορούσε να αξιολογήσει κάθε πολιτικός φιλόσοφος με άξονα τα παραδεδεγμένα δόγματα (ή, ορθότερα, θεωρίες του πολιτικού πράττειν) την άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας κατά τον τελευταίο χρόνο (Ιούνιος 2012–Ιούνιος 2013).

 

Ολα αυτά μπορούν να αναπτυχθούν και αναπτύσσονται στη δημόσια πολιτική σφαίρα από τους πολιτικούς αναλυτές και από τους δημοσιολογούντες πολιτικούς επιστήμονες. Χρειάσθηκε όμως να φθάσουμε στη δημόσια αντιπαράθεση ανάμεσα στους κυρίους Μανιτάκη και Ρουπακιώτη (κατά την τελευταία εβδομάδα του Απριλίου του 2013, λίγο πριν από την ψήφιση του «πολυνομοσχεδίου»), για να αντιληφθεί ο πολίτης του ελληνικού κράτους ότι οι θεωρητικές επεξεργασίες των πολιτικών αναλυτών και των δημοσιολογούντων πολιτικών επιστημόνων υστερούν σε ερμηνευτική ισχύ σε σχέση προς το πραγματικό συμβάν της διαφωνίας των δύο υπουργών. Δεν έχουμε να κάνουμε με «διένεξη», «σύγκρουση» ή «αντιπαράθεση» μεταξύ δύο μελών της κυβερνήσεως με αντικείμενο την πληθυσμιακή μείωση του δημοσίου τομέα, αλλά με την αναστοχαστική διαβούλευση μεταξύ των δύο υπουργών που παραπέμπει σε δύο διαφορετικά μοντέλα ασκήσεως της κυβερνητικής εξουσίας σε εποχή οικονομικής κρίσης.

 

Με άλλα λόγια. το καθεστώς «εκτάκτου ανάγκης», στο οποίο βρίσκεται η ελληνική κοινωνία κατά τα τελευταία χρόνια, επιβάλλει στην ίδια αυτή οντότητα να αποφασίσει τον τρόπο με τον οποίο θα δομήσει την κυβερνητική εξουσία της. Και πρέπει να επιλέξει ανάμεσα σε δύο μοντέλα, τα οποία εισάγει στη θεωρητική και φιλοσοφική συζήτηση ο Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Φουκό (1926-1984), σύμφωνα με τον οποίο η πολιτική μπορεί να ασκείται είτε ως «πολεμική» είτε ως πραγματολογική διαδικασία, μέσω της οποίας «τίθεται το υπό έρευνα πρόβλημα».

 

Τι σημαίνουν όλα αυτά στην περίπτωσή μας; Σημαίνουν ότι το πολιτικό ζήτημα «μείωση του δημόσιου τομέα», το οποίο εντάσσεται στο περιώνυμο πρόγραμμα «διάσωσης της χώρας» θα αντιμετωπισθεί ως ιδεολογικό πρόβλημα μιας πολιτικής, η οποία ασκείται με τους όρους της πολεμικής διένεξης και σύγκρουσης, ή θα ενταχθεί στην πραγματολογική διαδικασία προβληματισμού, σύμφωνα με την οποία θα ληφθούν υπόψη όλες οι συγκεκριμένες κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες που γεννούν και διαμορφώνουν το πρόβλημα;

 

Στην περίπτωση της άσκησης της πολιτικής ως πολεμικής πρακτικής (κατά τον Φουκό) υπερισχύουν τα ιδεολογικά δόγματα (π.χ. ο φιλελευθερισμός ή ο μαρξισμός) στην επίλυση του κοινωνικού προβλήματος. Αντιθέτως, στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία η πολιτική ως κυβερνητική πρακτική λαμβάνει υπόψη της τα συγκυριακά δεδομένα, το πάνω χέρι έχει ο θεωρητικός προσανατολισμός και η πρακτική πρόσβαση στο κοινωνικό πρόβλημα, όπως αυτό διαμορφώνεται υπό τις συγκεκριμένες κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες. Η προτεραιότητα του πραγματολογικού στοιχείου έναντι του ιδεολογικού δόγματος συνιστά μείζονα ιστορική ευκαιρία, για να επαναπροσδιορισθεί η ίδια η άσκηση της πολιτικής στο πλαίσιο της κυβερνητικής πρακτικής.

 

Το «επίδικο αντικείμενο» που ονομάζεται «μείωση του δημοσίου τομέα», όλοι εμείς ως συμμετέχοντες στην αναστοχαστική διαβούλευση της ελληνικής δημόσιας πολιτικής σφαίρας, μπορούμε να το διαχειρισθούμε είτε ως θέμα της κλασικής ιδεολογικής πολεμικής, είτε ως συγκεκριμένο υπαρκτό πρόβλημα που έχει να κάνει με τον πολιτικό σχεδιασμό «διάσωσης της χώρας» (όπως πολλοί διατείνονται). Εκείνο που αποκτά ιδιαίτερη σημασία για όλους μας είναι η απάντηση στο ερώτημα: ποιο από τα δύο αυτά μοντέλα άσκησης πολιτικής ακολουθεί η τρικομματική κυβέρνηση; Η επεξεργασμένη απάντηση του συγγραφέα του κειμένου αυτού έχει ως εξής: η τρικομματική κυβερνητική πρακτική, με αφορμή την «αντιπαράθεση» ανάμεσα σε δύο υπουργούς με αντικείμενο τις απολύσεις στο Δημόσιο, ακολουθεί πολιτικά μονοπάτια, τα οποία οδηγούν σε αδιέξοδο. Ενώ θα περίμενε κανείς να ασκείται η κυβερνητική εξουσία σε καιρούς κρίσης με όρους αναστοχαστικής διαβούλευσης, διαπιστώνει ότι τα όρια της τρικομματικής κυβέρνησης είναι τα παλαιολιθικά όρια της κλασικής ιδεολογίας.

 

Το τελικό συμπέρασμα συνίσταται στο εξής: η άσκηση της πολιτικής από την τρικομματική κυβέρνηση στερείται πολιτικού προσανατολισμού. Ενώ θα μπορούσε να επεξεργασθεί (εντός του προγράμματος της τρόικας) ένα μερικό σχέδιο άσκησης της πολιτικής με τους όρους του δεύτερου μοντέλου κατά τον Φουκό, δηλαδή την πολιτική ερευνητική ανάλυση του συγκεκριμένου προβλήματος και την επίλυσή του με τους πραγματολογικούς όρους της ιστορικής συγκυρίας της κρίσης καταφεύγει στον ακτιβισμό του πολιτικού αυτοσχεδιασμού. Οι ιστορικές προοπτικές της ελληνικής κοινωνίας δεν υπονομεύονται μόνον από το «πρόγραμμα διάσωσης της χώρας», που επεξεργάσθηκε η τρόικα, αλλά αποδομούνται και από την ίδια την άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας, η οποία με τον καιρό μετατρέπεται σε ακτιβισμό του πολιτικού αυτοσχεδιασμού, όπως απέδειξε, προσφάτως, η ψήφιση του περιώνυμου «πολυνομοσχεδίου».

 

………………………………………………………………………………………………

 

* Καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=51301