- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε
Νεοελληνικός θεατρικός λόγος σε πρώτη ακρόαση
20/05/13 ART,Αρχείο Άρθρων
ΘΕΑΤΡΟ-ΚΡΙΤΙΚΗ
«Αναγνώσεις», Εθνικό Θέατρο
Ο θεσμός κατέθεσε μια ευρύτητα θεμάτων και ειδών, από το παραμυθόδραμα και τη μαύρη κωμωδία μέχρι το ποιητικό θέατρο, τον ρεαλισμό και το μονόδραμα. Τα πορίσματα δεν είναι ιδιαίτερα θετικά: στις περισσότερες περιπτώσεις οι συγγραφείς εγκλωβίστηκαν σε εκκεντρικά θέματα, ανιαρές ιστορίες και ένα είδος πεζολογήματος που μόνο κατ’ επίφασιν μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκει στον δραματικό λόγο.
Πολλές φορές τα έργα έπεσαν θύματα παρερμηνείας από τη σκηνοθεσία – κι ας μη θεωρηθεί ότι η σκηνοθεσία στην περίπτωση των «Αναγνώσεων» είναι ελάσσονος σημασίας: το κείμενο, που παρουσιάζεται οργανωμένο ενώπιον κοινού, μοιραία απογειώνεται στον αιθέρα της παραστασιακής τέχνης
Του Γρηγόρη Ιωαννίδη
Η χρονιά του Εθνικού κλείνει και φέτος με την οργανωμένη από τη Σίσσυ Παπαθανασίου παρουσίαση του νεοελληνικού θεατρικού λόγου σε μορφή αναλογίου ή ελαφριάς σκηνοθεσίας και σε πρώτη ακρόαση, με τον τίτλο «Αναγνώσεις». Χρόνο με τον χρόνο η εκδήλωση αποκτά αυτοτελή οντότητα και αισθητική. Είναι ίσως που οι υπόλοιπες παραστάσεις κινούνται πλέον στο πλαίσιο της αφηγηματικής τεχνικής, ίσως είναι πάλι που η γενική στενότητα μετατρέπει αρχικές προθέσεις σε μινιμαλιστικά αποστάγματα, – γεγονός είναι πως όλο και περισσότερο οι «Αναγνώσεις» χάνουν τον ενημερωτικό τους χαρακτήρα και ομοιάζουν με τις εκτός του Εθνικού παραστάσεις. Ολα δείχνουν πως οι «Αναγνώσεις» καθιερώθηκαν ως θεσμός προβολής αλλά και ως ειδικός –φεστιβαλικός στην ουσία του- τρόπος παρουσίασης νέων έργων.
Φέτος το πρόγραμμα περιελάμβανε εφτά πρωτοεμφανιζόμενα έργα περισσότερο ή λιγότερο γνωστών συγγραφέων. Καθώς το μίνι φεστιβάλ εκτείνεται σε πέντε σφικτές ημέρες είναι παρήγορο ότι φέτος ειδικά η αίθουσα εκδηλώσεων της Αγίου Κωνσταντίνου έμοιαζε πλήρης από κάθε άποψη: κοινού, ενέργειας, κεφιού και προβληματισμού. Με την παράλειψη λόγω απουσίας μου του έργου της Μαρίας Λαϊνά «Το δέντρο», στην αφετηρία των Αναγνώσεων, και με την εξαίρεση της «Εκκρεμότητας» του Τσιμάρα Τζανάτου, που θα παίζεται όταν πια τυπώνεται το παρόν, τα υπόλοιπα έργα αξίζουν νομίζω μιας πρόχειρης απολογιστικής αξιολόγησης.
-Το «Μάτι της τίγρης» της Χρύσας Σπηλιώτη είναι περισσότερο χυμώδες ίσως από το πληκτικό ανέβασμα που είδαμε στο Εθνικό. Δεν βοηθά και η υπόθεση, βαριά και σκοτεινή: σε ένα παρελθοντολογικό μέλλον, εξαιρετικά υλιστικό, η ανθρώπινη παρουσία εξαρτάται πια από τις ελάχιστες ακτίνες ανθρωπιάς. Προ των πυλών βρίσκονται βάρβαροι, που ωστόσο μπορεί να αποδειχτούν φορείς νέας ελπίδας. Ωστόσο το κακό παραμονεύει, όχι εκτός των πυλών όσο εντός της ανθρώπινης υπόστασης. Ο αρχαίος μύθος συναντά εδώ τον νέο άνθρωπο και διαλύεται στα όνειρά του. Είναι για καλό ή κακό; Η ανθρωπότητα συνεχίζει να κινείται μαζί προς το έρεβος και το θάμβος.
-Η «Μικρή μας χώρα» του Ζαφείρη Βάλβη φαίνεται αντίθετα να έχει πιο ρεαλιστικούς στόχους, εστιασμένους όμως στο ελληνικό περιβάλλον. Τρεις οικογένειες, αγροτών, μικροαστών-εμπόρων και αστών-επιχειρηματιών, ακολουθούν το ελληνικό όνειρο από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα, στην πτώση και τη συμμόρφωση. Το έργο έχει χάρη και στιγμές καλού διαλόγου, είναι ασφαλώς συμπαθητικό και, αν αναλογιστούμε τη μέχρι τώρα πορεία του συγγραφέα, προδιαθέτει για ακόμα περισσότερα στο μέλλον. Δύσκολα όμως θα μπορούσε να παρασταθεί σε κάτι άλλο από την μορφή του αναλογίου που είδαμε, καθώς παρουσιάζει τεχνικά προβλήματα. Και έχει έναν φανερό διδακτισμό, που από μόνος του δεν λογίζεται στις αρετές της τέχνης.
-Το «Ζεϊμπέκικο» της Λείας Βιτάλη ακουμπά προφανώς στην ιστορία του Ακη Πάνου, στη δική του πορεία και πτώση στον κόσμο του κοινωνικού και προσωπικού περιθωρίου. Δεν λείπουν ούτε και εδώ οι καλές στιγμές, το έργο όμως είναι κατάφορτο με αφορισμούς, θυμοσοφία και, στην απόδοση τουλάχιστον που παρακολουθήσαμε, πλήθος από μουσικά εμβόλιμα της ρεμπέτικης και λαϊκής ανθολογίας. Με λίγα λόγια, είναι έργο ακόμα ανώριμο για να παρασταθεί. Ζητά άνοιγμα που θα ξεπερνά το πορτρέτο του ρεμπέτη, της γυναίκας και της κόρης του και θα απλώνεται σε πεδία γενικότερα και περισσότερο επίκαιρα.
-Η «Αποκλειστικά δική σας» του Μιχάλη Ανθη εμφανίζει ένα μεγάλο ρήγμα στη μέση. Από τη μια μεριά το έργο μοιάζει με πεζό αφήγημα, είδος που διστάζω να συμπεριλάβω στη θεατρική οικογένεια: κάθε μονόλογος δεν είναι κατ’ ανάγκην θεατρικός. Ζητά να εμπλουτιστεί με σκηνική αναγκαιότητα, με την ουσία και αναπνοή ανθρώπου που στέκεται ζωντανός μπροστά μας. Αυτό στο πρώτο μέρος, της εξομολόγησης της Αντιγόνης, δεν είναι διόλου προφανές. Στο δεύτερο μισό το έργο αιφνιδίως μετατρέπεται σε διάλογο δύο προσώπων, με στοιχεία θρίλερ, ανατροπής και ενδοοικογενειακής βίας. Πώς μπορούν αυτά τα δύο μέρη να συνυπάρξουν; Η παράσταση που είδαμε δεν προσέφερε απάντηση σε αυτό.
Oλοκληρωμένη σκηνική πρόταση
-Ερχομαι τελευταία στη «Φανερωμένη» της Ρούλας Γεωργακοπούλου, που από πολλές απόψεις κινήθηκε σε μια κλίμακα πάνω από τις υπόλοιπες προτάσεις. Το ίδιο το κείμενο είναι ένα εφηβικό ημερολόγιο, γραμμένο στον κώδικα της ποίησης και του συνειρμού, στον οποίο βρίσκονται κλεισμένα (και κλειδωμένα) τα μυστικά, τα όνειρα, οι διαψεύσεις και τα απόκρυφα μιας μακρινής αλλά ακόμα δρώσας εφηβείας: πρόκειται για τη μυστική εφηβεία κοριτσιών που ζουν σε δύο ταυτόχρονα έγκλειστους κόσμους, της επαρχίας και της δικτατορίας. Αυτά τα κορίτσια κυκλοφορούν κουβαλώντας στην πλάτη, όπως το δικό τους ομοίωμα-είδωλο, το δικό τους Μποζό όπως θα έλεγε κάποτε ο Ζιώγας, τη δική τους «Φανερωμένη» όπως λέει τώρα η Γεωργακοπούλου. Δεν είναι μέρος για να ακουμπήσεις το φορτίο αυτό – βρίσκεται ανάμεσα σε λέξεις που συναρτούν τη μνήμη και τη διαλύουν, βρίσκεται σε αυτό που έγινες και σε ό,τι δεν είσαι.
Το ενδιαφέρον είναι το πώς το δύσκολο αυτό υπαρξιακό και μεταφυσικό κείμενο της Γεωργακοπούλου αποδίδεται στην εικαστική εγκατάσταση για μια φωνή και ηθοποιό της Κατερίνας Ευαγγελάκου. Το ποιητικό θέατρο υπέφερε πολλά στη χώρα μας. Και η λύση της σκηνοθέτριας μοιάζει με έξοδο: μπροστά μας ο απλός γήινος λόγος της Μαρίας Ζορμπά που προσγειώνει. Και απέναντι το άλλο, φασματικό πρόσωπο, της Φανερωμένης, που σχολιάζει, κρίνει, περιπαίζει, ενοχοποιεί και αθωώνει. Δεν μπορεί να θεωρηθεί η σκηνοθεσία της Ευαγγελάκου σαν η οποιαδήποτε «πρώτη». Αποτελεί μια ολοκληρωμένη σκηνική πρόταση, εκκύκλημα προβολής του ίδιου και κάθε άλλου παρόμοιου ποιητικού λόγου.
Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=52051
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε