- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Η θεωρία ως «σκαλωσιά»

26/05/13 ART,Αρχείο Άρθρων

ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

 

 

 Του Αριστοτέλη Σαΐνη 

 

getFile (48) [1]ΤΣΒΕΤΑΝ ΤΟΝΤΟΡΟΦ, «Η λογοτεχνία σε κίνδυνο». Μετάφραση: Χρύσα Βαγενά. Εισαγωγή: Νάσος Βαγενάς, Πόλις, σ. 108

 

Η λογοτεχνία κινδυνεύει από τους ίδιους τους θεράποντές της, συγγραφείς, καθηγητές όλων των βαθμίδων, αλλά και επαγγελματίες κριτικούς. Ο Τοντορόφ, διαπιστώνοντας την «παράλογη» υποβάθμιση ή και απαξίωση της λογοτεχνίας στις μέρες μας, εκτοξεύει τα βέλη του εναντίον όλων των εμπλεκομένων. Πηγή ενός φαύλου αυτοτροφοδοτούμενου κύκλου, η ίδια η εκπαίδευση: οι θεωριοκρατούμενες για χρόνια γαλλικές σπουδές έχουν εκπαιδεύσει γενιές ολόκληρες με την αντίληψη ότι η λογοτεχνία δεν μιλά παρά για τον εαυτό της.

 

Δεν πρόκειται, λοιπόν, για ακόμη ένα δοκίμιο που κινδυνολογεί για το μέλλον της λογοτεχνίας σε εποχή κρίσης ή του βιβλίου στην ψηφιακή εποχή, αλλά για μια παρέμβαση (γαλλική έκδοση 2007) με στόχο τη σημερινή κατάσταση των λογοτεχνικών σπουδών: έμφαση στη μορφή, αδιαφορία για το περιεχόμενο, υπερθεωρητικοποίηση.

 

Απέναντι στον σχολαστικισμό του φορμαλισμού, τον σολιψισμό του πραγματισμού ή τον δογματικό σκεπτικισμό του αποδομισμού, που έχουν γίνει πλέον κατεστημένο στις λογοτεχνικές σπουδές, ο Τοντορόφ φωνάζει ότι φυσικά «υπάρχει ένα κείμενο σε αυτήν την τάξη» που οφείλουμε να το διαβάσουμε αναγνωρίζοντας ότι αποτελεί πρωτίστως έναν «λόγο για τον κόσμο» (σ. 45).

 

Η μακρά κριτική παραγωγή του Τοντορόφ δίνει την εντύπωση ότι σημαδεύεται από μια ξαφνική αλλαγή: τα «μοντέρνα» φορμαλιστικά ενδιαφέροντα των πρώιμων βιβλίων του (ποιητική, αφηγηματολογία, λογοτεχνικά είδη κτλ.) δίνουν τη θέση τους σε «πεπαλαιωμένες» ηθικές και ουμανιστικές αρχές.

 

Ωστόσο, ήδη από το 1969, κλείνοντας το συνέδριο του Σεριζί, σημείωνε: «Αν υπάρχει εσωτερική προσέγγιση, υπάρχει επίσης, φυσικά, και εξωτερική προσέγγιση. Αυτή την εξωτερική προσέγγιση δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να την αποκλείουμε ούτε να την υποτιμούμε. Πρέπει απλώς να αποσαφηνίσουμε με ακρίβεια τη θέση της» («Η διδασκαλία της λογοτεχνίας», Επικαιρότητα, 1985, σ. 225).

 

Αυτό είναι το έργο που περιγράφει στην «Κριτική της Κριτικής» (1984, Πόλις, 1994), διατυπώνοντας το αίτημα για μια «διαλογική κριτική», ικανή να οδηγήσει τη μελέτη της λογοτεχνίας και «πέρα από τα πεδία του σημαίνοντος», όπως σημειώνει ο Νάσος Βαγενάς στην εισαγωγή του. Από τους φορμαλιστές και τον Σαρτρ, τον Μπλανσό και τον Μπαρτ, διαμέσου του Μπαχτίν και του Φράι, στον Γουάτ και στον Μπενισού, ήταν μακρύς ο δρόμος.

 

Τερματικός σταθμός της πορείας αυτού του «μυθιστορήματος μαθητείας», το ανά χείρας βιβλίο βυθίζεται από την αρχή στην επικράτεια του σημαινομένου και ανοίγεται στον κόσμο. Ο Τοντορόφ φαίνεται να έχει καταλήξει. Αντικείμενο της λογοτεχνίας: η ίδια «η ανθρώπινη κατάσταση» και όχι οι τρόποι με τους οποίους παράγεται το λογοτεχνικό έργο.

 

Αντικείμενο των λογοτεχνικών σπουδών: το «νόημα των έργων» και όχι μόνο η μελέτη των μεθόδων με τις οποίες προσεγγίζονται.

 

Η μελέτη της λογοτεχνίας πρέπει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα άλλα «λείψανα του ανθρωπισμού», τις ανθρωπιστικές σπουδές εν γένει και μάλιστα, «μπορεί να κάνει» πολλά πράγματα στην προσπάθειά της να κατανοήσει την ανθρώπινη εμπειρία.

 

Τα όποια θεωρητικά εργαλεία (η διδασκαλία των οποίων αρμόζει μόνο στην ανώτατη εκπαίδευση) πρέπει να παραμείνουν μέσα (ή δυνατόν «αόρατα» στις κατώτερες βαθμίδες σ. 47) και όχι να γίνουν αυτοσκοπός.

 

Σαν τη σκάλα του Βιτγκενστάιν («Tractatus» 6.54) πρέπει να εγκαταλειφθούν όταν ολοκληρώσουν τον σκοπό τους: «Για να ανεγερθεί ένα κτίριο χρειάζεται μια σκαλωσιά, αλλά δεν πρέπει αυτή να το αντικαταστήσει: όταν κτιστεί το κτίριο, η σκαλωσιά φεύγει» (σ. 37).

 

Τέλος, απέναντι στη φορμαλιστική, μηδενιστική και σολιψιστική τάση των σύγχρονων συγγραφέων, που αντικατοπτρίζει και τροφοδοτεί αέναα τις θεωρητικές εξελίξεις αλλά και απομακρύνει το κοινό από τη λογοτεχνία, ο Τοντορόφ υπεραμύνεται της ανάγνωσης «με όλα τα μέσα», ακόμα και των «λαϊκών» εκείνων μυθιστορημάτων («από τους “Τρεις Σωματοφύλακες” στον “Χάρρυ Πότερ”»), που προσελκύουν τους αναγνώστες: «αποτελούν την πρώτη συγκροτημένη εικόνα του κόσμου την οποία – ας μην ανησυχούμε- οι επόμενες αναγνώσεις θα καταστήσουν λεπτότερη και πολυπλοκότερη» (σ. 95).

 

Στην αυτοβιογραφική εισαγωγή του, ο Τοντορόφ ερμηνεύει τον πρώιμο φορμαλισμό του ως αντίδοτο στην ιδεολογική χειραγώγηση των λογοτεχνικών κειμένων που ήταν συνηθισμένη στα ολοκληρωτικά καθεστώτα.

 

Οτιδήποτε έχει γράψει ως θεωρητικός του στρουκτουραλισμού ή ως ιστορικός ιδεών φαίνεται σημαδεμένο και από την προσωπική εμπειρία: ένας άνθρωπος στο μεταίχμιο Ανατολικής και Δυτικής Ευρώπης – γεννήθηκε και σπούδασε στη Βουλγαρία, εργάστηκε και ζει στη Γαλλία.

 

Προοδευτικά το αίτημα ενός νέου ανθρωπισμού κυριάρχησε στις προσεγγίσεις του, είτε εξέτασε το πρόβλημα του άλλου είτε ήρθε αντιμέτωπος με τη φρίκη του Ολοκαυτώματος και τις σχέσεις βαρβαρότητας και πολιτισμού.

 

Ηδη από τα τέλη του 20ού αιώνα, η αντίληψη της λογοτεχνίας ως αποκλειστικά αυτοαναφορικής διαδικασίας εμφάνιζε σημεία καμπής.

 

Τα θεωρητικά βλέμματα φαίνεται ότι στρέφονται προς έναν επαναπροσδιορισμό της λογοτεχνίας ως «αξίας», μια επανεφεύρεση της λογοτεχνικής «αλήθειας».

 

O «κριτικός ουμανισμός» του Σκoλς, oι επιθέσεις του Εκο στην υπερερμηνεία ή οι βολές του Στάινερ στην «επιστημολογική υπερβολή» της σύγχρονης θεωρίας επιστρέφουν στο προσκήνιο και ενώνονται με άλλες φωνές. Σε μια τέτοια κατεύθυνση ίσως εντάσσεται και η διαφορετική στις αφετηρίες, αλλά κοινή στον απώτερο στόχο, παρέμβαση του Τοντορόφ.

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=54179