- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

NTEIBINT NIKOΛΣ «Ναι, βιβλία και ταινίες άλλαξαν τη ζωή μου»

29/05/13 Αρχείο Άρθρων,ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Art

 

Ο Βρετανός σεναριογράφος και συγγραφέας Ντέιβιντ Νίκολς μάς μιλάει για σινεμά, λογοτεχνία και τη Θάτσερ

 

«Εκανε ένα ολόκληρο έθνος να κλάψει», είχε γράψει η «Γκάρντιαν» για το μυθιστόρημά του «Μία ημέρα», διεθνές μπεστ-σέλερ αλλά και επιτυχημένη ταινία με την Αν Χάθαγουεϊ και ήρωες δύο νέους στη δεκαετία τού ’80 που διστάζουν να ζήσουν τον έρωτά τους.

 

Της Παρής Σπίνου

 

 

ge456File [1]

 

 

 

 

 

 

 

 

getF56ile [2]

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Για πρώτη φορά επισκέφτηκε την Ελλάδα όταν ήταν 18 χρονώ. Στις διακοπές του στη Σύμη κατάλαβε ότι η θάλασσα δεν είναι γκρίζα, όπως στην Αγγλία, και πως υπάρχουν δέντρα που βγάζουν… πορτοκάλια. Ο 46χρονος Ντέιβιντ Νίκολς, συγγραφέας του μπεστ-σελερ «Μία ημέρα» (εκδ. «Μίνωας», μετ. Γωγώ Αρβανίτη) και παραγωγικός σεναριογράφος για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, βρέθηκε πάλι στη χώρα μας, αυτή τη φορά στη Θεσσαλονίκη, με την ευκαιρία της 10ης Διεθνούς Εκθεσης Βιβλίου. Αρκετά φορτωμένο το πρόγραμμά του, ωστόσο ξέκλεψε λίγο χρόνο για να βουτήξει στην πισίνα του ξενοδοχείου του. Εκεί τον συναντήσαμε και μας εξήγησε πως από αποτυχημένος ηθοποιός έγινε επιτυχημένος συγγραφέας, αλλά και πως μεγαλώνει μαζί με τους ήρωές του, σε μια Βρετανία όπου η κοινωνία και οι ανθρώπινες σχέσεις άλλαξαν δραστικά τις τελευταίες δεκαετίες.

 

Δεν κρύβει πως ο αγαπημένος του συγγραφέας είναι ο Τσαρλς Ντίκενς. Αλλωστε έχει διασκευάσει τις «Μεγάλες προσδοκίες», που πρόσφατα προβλήθηκαν στους κινηματογράφους, σε σκηνοθεσία Μάικ Νιούελ, ενώ τώρα γράφει ένα «σύγχρονο ντικενσιανό μυθιστόρημα», όπως λέει. Πρώτα όμως θα εκδοθεί το νέο μυθιστόρημά του «Married love», εν μέρει αυτοβιογραφικό, καθώς έχει αφετηρία την εμπειρία του από το γάμο και την πατρότητα. Ετσι μοιάζει να «προχωράει» το «Μία ημέρα», με ήρωες δύο νέους, στη δεκαετία του ’80, οι οποίοι διστάζουν να ζήσουν τον μεγάλο έρωτα -το μυθιστόρημα που του χάρισε διεθνή φήμη μαζί με την ομότιτλη ταινία με πρωταγωνιστές την Αν Χάθαγουεϊ και τον Τζιμ Στέρτζες.

 

-Πόσο διαφορετική είναι η ζωή στην Αγγλία σήμερα;

 

«Πολιτικά, τότε υπήρχε μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, ενώ τώρα τα κόμματα τείνουν προς το κέντρο. Zήσαμε μια μεγάλη περίοδο ύφεσης, αλλά πλέον αναπτύσσεται η βιομηχανία, εισρέουν κεφάλαια. Η κοινωνία επίσης έγινε περισσότερο ανεκτική, δεν φοβάται τόσο το σεξ, είναι πιο φιλελεύθερη, λιγότερο μισαλλόδοξη».

 

-Αλήθεια, περιμένατε τέτοιες ακραίες αντιδράσεις για τον θάνατο της Θάτσερ;

 

«Για πολλούς από εμάς που μεγαλώσαμε στη δεκαετία του ’80, η Θάτσερ ήταν ένα τέρας, ηγέτις μιας ανάλγητης και εκδικητικής κυβέρνησης και εξαιρετικά εύκολα τη μισούσες. Ωστόσο, οι αντιδράσεις για τον θάνατό της ήταν ασαφείς. Ναι, υπήρχαν γιορτές στις πρώην κοινότητες των ανθρακωρύχων που με τη βοήθειά της καταστράφηκαν. Αλλά ακόμη και από τα Αριστερά υπήρχε μια απρόθυμη αποδοχή του μοναδικού πνεύματος και της αποφασιστικότητάς της. Προσωπικά πιστεύω ότι η κληρονομιά της στη βρετανική κοινωνία ήταν δηλητηριώδης -περιφρόνηση για τους αδύναμους, μια τυφλή πίστη στις δυνάμεις της αγοράς και μια λανθασμένη πίστη στο οικονομικό και τραπεζικό σύστημα, που τελικά οδήγησε στη σημερινή κρίση τη Βρετανία. Αλλά η κατάλληλη στιγμή για να γιορτάσουν ήταν όταν άφησε την κυβέρνηση, όχι μετά τον θάνατό της».

 

-Ασχολείστε με πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Περισσότερο σας ενδιαφέρει η συγγραφή ή το σενάριο και πόσο το ένα επηρεάζει το άλλο;

 

«Οταν γράφω ένα σενάριο πρέπει να συνεργαστώ με παραγωγούς, σκηνοθέτες, ηθοποιούς. Το να κάνεις ένα επιτυχημένο σενάριο είναι κάτι το υπέροχο, αλλά και αγχωτικό. Γι' αυτό όλο και περισσότερο προτιμώ τη μοναξιά και την απομόνωσης της συγγραφής. Εν γένει, έχω επηρεαστεί από τον Γούντι Αλεν, τον Μάικ Λι, τον Μπίλι Γουάιλντερ, όπως και από τους Ντίκενς, Φιτζέραλντ, Σάλιντζερ. Ομως, όταν αρχίζω να γράφω είναι ξεκάθαρο στο μυαλό πότε η ιστορία προορίζεται για μυθιστόρημα και πότε για ταινία. Πιστεύω, πάντως, ότι υπάρχει μια κινηματογραφική ποιότητα στα μυθιστορήματά μου και από την άλλη ορισμένα σενάριά μου έχουν λογοτεχνικά στοιχεία».

 

-Από μικρός είχατε έφεση στο γράψιμο;

 

«Από παιδί διάβαζα πολύ, αλλά ποτέ δεν πίστευα ότι θα γίνω συγγραφέας. Σπούδασα υποκριτική και άρχισα την καριέρα μου ως ηθοποιός με πολύ μικρούς ρόλους στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας. Ηταν μια καταστροφή γιατί ήμουν πολύ ενθουσιώδης, παθιασμένος στην ερμηνεία και πάντα οι σκηνοθέτες μου έλεγαν, «μην υπερβάλλεις»!. Δεν είχα το χάρισμα… Κάποια στιγμή βρέθηκα στο δίλημμα να συμμετάσχω στη Royal Shakespeare Company, πάντα με μικρούς ρόλους, ή να δεχτώ τη δουλειά του σεναριογράφου. Διάλεξα το δεύτερο και καθώς κοιτάζω πίσω μου βλέπω πως ήταν η πιο σωστή απόφαση».

 

-Συγγραφείς όπως ο Τζόναθαν Κόου και ο Νικ Χόρνμπι ενθουσιάστηκαν με το «Μία ημέρα», ενώ η «Γκάρντιαν» έγραψε ότι το βιβλίο σας (που δεν έχει χάπι-εντ) «έκανε ένα ολόκληρο έθνος να κλάψει»… Αισθανθήκατε μεγάλη ευθύνη για το επόμενο βήμα σας;

 

«Τρόμαξα στην ιδέα ότι πρέπει να γράψω ένα μυθιστόρημα που να έχει την ίδια απήχηση. Στα βιβλιοπωλεία ο κόσμος έκανε ουρά για να υπογράψω τα αντίτυπα και πολλοί μου έλεγαν πόσο αυτό το βιβλίο άλλαξε τη ζωή τους. Ετσι, πέρασαν δύο χρόνια…»

 

-Μπορεί ένα βιβλίο να αλλάξει τη ζωή των ανθρώπων;

 

«Εμένα πάντως πολλά βιβλία και πολλές ταινίες άλλαξαν τη ζωή μου. Σκέφτομαι αν θα συμβεί το ίδιο με τον 10χρονο γιό μου, ο οποίος προτιμάει τα ηλεκτρονικά και το ίντερνετ, αν και του αρέσει να του διαβάζω το βράδυ ιστορίες. Εγώ μεγάλωσα με «Ντέιβιντ Κόπερφιλντ» σε μια μικρή πόλη, όπου βαριόμουν, και η λογοτεχνία ήταν απόδραση από την καθημερινότητα. Τα νέα παιδιά σήμερα γιατί να διαβάσουν τις εκατοντάδες σελίδες του «Κόπερφιλντ» όταν μπορούν να δουν την ταινία ή να παίξουν ένα αντίστοιχο ηλεκτρονικό παιχνίδι; Δεν είμαι τόσο αισιόδοξος εάν η λογοτεχνία στο χαρτί θα εξακολουθεί να προσελκύει τον κόσμο».

 

[email protected]

 

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=55118