- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Η μητροκτόνα φαντασίωση μιας Κόρης

17/06/13 ART,Αρχείο Άρθρων

ΘΕΑΤΡΟ ΚΡΙΤΙΚΗ Art

 

«Pedestal» στο Ιδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης

 

Η ομάδα Helter Skelter Company συνεχίζει τη δουλειά της πάνω στο μυθικό και τελετουργικό υπόστρωμα της «Ορέστειας» με μια ιδιαίτερη σκηνική μετάφραση των «Χοηφόρων». Θέατρο εικαστικό, ολιστικό, με εμφανείς επιδράσεις από τον Καστελούτσι, είναι ένας δρόμος καινούργιος, δύσκολος, αλλά και μακρύς

 

Του Γρηγόρη Ιωαννίδη

 

«Pedestal» θα πει το βάθρο πάνω στο οποίο στηρίζονται τα αγάλματα (φτάσαμε στο σημείο όπου ο σχολιασμός μιας ελληνικής παράστασης ξεκινά με σκονάκι αγγλικών), και με αυτήν τη λέξη η ενδιαφέρουσα (επίσης ελληνική) ομάδα Helter Skelter Company τιτλοφορεί την τελευταία εργασία της στο μυθικό και τελετουργικό υπόστρωμα της «Ορέστειας».

 

Στην πράξη το «Βάθρο» αντιστοιχεί στις «Χοηφόρες», που στη σκέψη της ομάδας καταλαμβάνει τη δεύτερη κατά σειρά θέση της τριλογίας, μετά την προηγούμενη δουλειά της στις «Ευμενίδες» και στον «Αγαμέμνονα», που ακολουθεί στο μέλλον. Η επιλογή της ανάποδης αυτής αναμέτρησης με τον αρχαίο πυρήνα έχει φαντάζομαι τον ρόλο αποσυναρμολόγησης από την τελική θέση ισορροπίας του δημοκρατικού κοσμοειδώλου στην αρχέγονη, βίαιη αντιπαράθεση των πόλων του πνεύματος, όπως αυτό διανύει τη διαλεκτική του πορεία. Από μια άποψη κινούμαστε τώρα αντίστροφα στον δρόμο του τραγικού, και καθώς ξεϋφαίνουμε το υφάδι ανακαλύπτουμε την ανθρώπινη υπόσταση στην πρώτη και άλογη θεώρηση του έξω και μέσα κόσμου.

 

Μοιάζει –αν αληθεύει η παραπάνω παρατήρηση- να ρέει κάτω από την προσπάθεια της ομάδας και του σκηνοθέτη Θάνου Παπακωνσταντίνου ένα φιλόδοξο σχέδιο-ποταμός, που η επιτυχία του θα κριθεί στο τέλος, όταν γίνει ο απολογισμός της όλης προσπάθειας. Το στοίχημα όμως δεν τελειώνει εδώ. Επεκτείνεται καθώς ενυπάρχει στον σχεδιασμό η διάθεση προσέγγισης του υλικού μέσω ενός εικαστικού θεάτρου, που ενώνει τα άκρα του συμβολισμού (στις εικόνες και την ποίηση της ατμόσφαιρας) με τη δραματουργία του ρεαλισμού. Με άλλα λόγια, το ζητούμενο είναι μια ρεαλιστική ιστορία που θα εμπλουτίζεται με το βίωμα μιας υπέρλογης, καθαρής κι «άλλης» πραγματικότητας. Σε αυτή τη συνάντηση αισθήσεων και ενσυναίσθησης, η ομάδα κατακτά αν μη τι άλλο το στοιχείο της διάκρισης: Η εργασία της διακρίνει την ομάδα από κάθε άλλη της σκηνής μας.

 

Το «Pedestal» λοιπόν παρουσιάζει την (ρεαλιστικότατη) περίπτωση της Κόρης, που περιποιείται την ετοιμοθάνατη Μητέρα της. Η σχέση τους είναι σχέση αγάπης και καταπίεσης, ελπίδας και απόγνωσης, εξάρτησης και συμπλήρωσης. Μέσα από την σχιζοφρένεια αυτής της κατάστασης ανοίγει για την Κόρη η πύλη μιας ιδιάζουσας απελευθέρωσης. Ο βυθός της αναταράσσεται για να φανερώσει τις μυστικές τελετουργίες του εσώτερου εαυτού. Η Κόρη εύχεται και επιθυμεί (το ίδιο όπως αντεύχεται κι απωθεί) τον θάνατο της Μητέρας, και μάλιστα με τη μορφή της Εκδίκησης, που θα έρθει όταν η ίδια ενσωματώσει το αρσενικό της κάτοπτρο. Οι αρχαίες «Χοηφόροι» μεταφράζονται εδώ σε αμφισβήτηση του μητρικού ειδώλου και της μητριαρχικής εξουσίας. Και αυτό σημαίνει δράση στον χώρο του αοράτου, κίνηση στο υποσυνείδητο και πλησμονή στον ονειρικό ορίζοντα του κοριτσιού, την έγερση μιας φαντασίωσης που είναι μαζί ερωτική, εριστική, αντιδραστική και φονική.

 

Η επιτυχία της παράστασης βρίσκεται βέβαια στην ικανότητά της να υποβάλει το νοούμενο σαν ολιστικό θέατρο με όλα τα μέσα σε συγχρονία και ταύτιση (σκηνικά και κοστούμια της Νίκης Ψυχογιού, κίνηση της Χαράς Κότσαλη, σύνθεση ήχων του Αντώνη Μόρα, σχεδιασμός φωτισμών της Χριστίνας Θανάσουλα). Το θέαμα δομείται από τον Θάνο Παπακωνσταντίνου σε τρία επίπεδα: στο βήμα εκφώνησης των παρεμβάσεων της Κόρης, στον χώρο της παντομιμικής δράσης, και, τέλος, πιο πίσω, στον χώρο του ονειρικού παρασκηνίου. Ο λόγος της Κόρης, που μετατρέπει την ψυχική πίεση σε λεκτικό σχήμα, επιχείρημα και αναφορά, διαλύεται με αυτόν τον τρόπο στον πυρήνα της αοριστίας. Τα όνειρα γίνονται ξανά διάφανα και απειλητικά.

 

Ολα αυτά προσμετρώνται ασφαλώς θετικά, πολύ θετικά στο δυναμικό της ομάδας. Και θα δώσουν στο μέλλον μεγαλύτερα οφέλη, όταν αναμετρηθούν με ορισμένες ατέλειες, που αξίζει να σημειώσουμε εδώ. Κατ' αρχάς είναι μειονέκτημα να εμφανίζονται με τόση διαύγεια οι πηγές: Το όλον μοιάζει με υπόμνημα στο θέατρο του Καστελούτσι. Και αυτό όχι μόνο από την πλευρά του θεάματος, αλλά και από την πλευρά του τραγικού κι αρχετυπικού θεάτρου, όπως το ορίζει ο Ιταλός καλλιτέχνης. Το ζήτημα δεν είναι μόνο θέμα μίμησης. Η αίσθηση της σπουδής θέτει εξαρχής και τα όρια της υπέρβασής της. Το θέατρο της υποβολής είναι ένα σπουδαίο στάδιο για να ακολουθήσει κανείς, οφείλει, ωστόσο, να γνωρίζει ότι εκτός από εξαιρετική δουλειά στη λεπτομέρεια, γιγάντια εκφραστική ικανότητα, πολλές και πρωτότυπες ιδέες, θέλει δυστυχώς τεράστιες για τα ελληνικά δεδομένα δυνατότητες στον χώρο της παραγωγής. Είναι ένα πολύ ακριβό θέατρο. Κι αν δεν είναι πάντα τα χρήματα αναγκαία για να λειτουργήσουν τα πράγματα, για να αναπτυχθεί ένα τέτοιο όραμα η χρηματοδότηση παίζει κάποτε αποφασιστικό ρόλο.

 

Αν θέλουν, ωστόσο, οι καλλιτέχνες της ομάδας να κινηθούν προς τα εκεί, δεν τους εμποδίζει κανείς. Ας κοιτάξουν περισσότερο τον ρυθμό της παράστασης, που γίνεται κάποια στιγμή κουραστικός, ας βρουν τρόπους να κρατήσουν υψηλό τον πυρετό της έμπνευσής τους, και ας εργασθούν περισσότερο στο θέμα της υποκριτικής, που πρέπει να κινείται εντός των πλαισίων του συμβολισμού, σε ένα κενό άγνωρο για τα δικά μας κανάλια ερμηνείας. Ο δρόμος είναι μακρύς.

 

Εκφραστικότατες σε πρώτο πλάνο οι Κατερίνα Μηλιώτη και Ελένη Μολέσκη. Στη μορφή των σκοτεινών ψυχικών Ερινυών και Ευμενίδων, στο βάθος, οι Βασίλης Βηλαράς, Αλέξανδρος Καναβός και Νικόλας Χατζηβασιλειάδης.


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=61188