- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε
Το ρουσφέτι και το δίλημμα του φυλακισμένου
19/06/13 ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ,Αρχείο Άρθρων
Του Παντελή Κυπριανού*
Δυνητική πτυχή της κρίσης είναι ο αναστοχασμός. Και μόνο το ερώτημα γιατί φτάσαμε εδώ μπορεί να μας κάνει να δούμε τα πράγματα αλλιώς. Αίσθησή μου είναι ότι αυτό σήμερα δεν γίνεται, αντίθετα, συνεχίζουμε στα γνωστά μονοπάτια. Προφανώς λόγω κρίσης οι δυνατότητες για ρουσφέτι είναι μειωμένες. Ωστόσο, το κράτος παραμένει κομματικό, περισσότερο μονοκομματικό και λιγότερο τρικομματικό, καθώς οι δύο μικρότεροι κυβερνητικοί εταίροι, προϊόντος του χρόνου, μένουν στην άκρη.
Η λειτουργία της διανομής δημόσιων αγαθών σαν να ήταν ιδιωτικά είναι εμφανής. Κάποιοι ευνοούνται και, υποτίθεται, πως κερδίζει το κόμμα. Γιατί, όμως, δεν υπάρχουν θεσμοί αποτροπής του φαινομένου και γιατί, παρά τη γενικότερη κατακραυγή για το φαινόμενο, δεν αντιδρούν οι πολλοί;
Δύο είναι οι συχνότερα προβαλλόμενες απαντήσεις στο ερώτημα. Μία βιο-πολιτισμική και μία χρησιμοθηρική. 400 χρόνια σκλαβιάς, σύμφωνα με την πρώτη, έκαναν τον Ελληνα ραγιά. Ο κόσμος δεν αντιδρά, σύμφωνα με τη δεύτερη, γιατί οι περισσότεροι, αν όχι όλοι («μαζί τα φάγαμε»), συμμετείχαν στο πάρτι. Η πρώτη απάντηση είναι ανιστόρητη και απλοϊκή. Η δεύτερη θέλει περισσότερη προσοχή.
Δίχως αμφιβολία τα αιτήματα για ρουσφέτι αγγίζουν μεγάλο μέρος του κόσμου. Οχι μόνο τα λαϊκά στρώματα, αυτούς που πασχίζουν να επιβιώσουν, αλλά και τις ελίτ. Αρα το αίτημα για ρουσφέτι δεν υπαγορεύεται αποκλειστικά από τη ζωτική ανάγκη της επιβίωσης. Προφανώς, όλοι μας και ο καθένας χωριστά επιδιώκει να πετύχει κάτι παραπάνω από αυτό που έχει κι από αυτό που είναι. Γιατί, όμως, να προσφύγει στο ρουσφέτι;
Για δύο λόγους. Ο ένας έχει να κάνει με τη λογική του ρουσφετιού σε έναν τόπο όπου οι κανόνες δεν είναι δεδομένοι και αυτό είναι μέρος του κανόνα. Περισσότερο από μέσο επιβίωσης και ανταμοιβής το ρουσφέτι, στο πλαίσιο αυτό, συνιστά απόδειξη αναγνώρισης και για τα δύο μέρη, εκείνον που το κάνει και τον αποδέκτη. Ο πρώτος πιστοποιεί ότι μπορεί, άρα έχει ισχύ, είναι ισχυρός. Ο αποδέκτης, αναγνωρίζεται, άρα υπάρχει και γίνεται κάποιος (έτσι και το καθημερινό «ξέρεις ποιος είμαι εγώ»;).
Μόνο που το ρουσφέτι είναι καταδικαστέο ως πολιτική πρακτική, καθότι αντίθετο με θεμελιώδεις αστικές αξίες, την ισονομία και την αξιοκρατία. Ετσι περνάει σε ένα δεύτερο επίπεδο, της μαγκιάς, συνδέεται δηλαδή με ένα πολιτισμικό, κατεξοχήν ανδρικό, χαρακτηριστικό. Και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη εμφανίζονται, αίφνης, ως μάγκες, καθότι έκαναν κάτι απαγορευμένο.
Και η μαγκιά, όμως, είτε ως πανουργία είτε ως ισχύς, απάδει με τις αρχές μας. Οι περισσότεροι δεν έχουν κανένα λόγο να επιμείνουν στο ρουσφέτι, και γιατί αυτό δεν είναι αξιακά καλό και γιατί δεν μπορούν όλοι να ικανοποιηθούν. Τι είναι όμως αυτό που μας οδηγεί σήμερα προς αυτό γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι δεν πράττουμε το σωστό και πιθανότατα χωρίς αποτέλεσμα;
Στις συνθήκες της κρίσης οι ευκαιρίες, κυρίως για δουλειά, είναι ελάχιστες. Η σπανιότητα των ευκαιριών οδηγεί κάποιους να χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα, θεμιτά και αθέμιτα, ώστε να επιβιώσουν. Οπως λέμε στις περιπτώσεις αυτές, η μισή ντροπή δική μας, η μισή δική τους. Πολύ πιο συνήθης είναι μια άλλη πρακτική, όχι τελείως νέα αλλά που παίρνει διαστάσεις και η οποία δεν έχει καμία σχέση με το «μαζί τα φάγαμε».
Ολοι μας έχουμε έγνοια για τους δικούς μας, ιδιαίτερα σήμερα, περίοδο τεράστιας ανεργίας και εργασιακής ανασφάλειας. Ταυτόχρονα δεν έχουμε εμπιστοσύνη στους θεσμούς, κυρίως το κράτος. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι η ισονομία και η αξιοκρατία θα υπερισχύσουν και θα επιλεγεί ο αξιότερος. Παράλληλα, όμως, είμαστε βέβαιοι ότι συνυποψήφιοι θα ενεργοποιήσουν αθέμιτα μέσα. Αν δεν κάνουμε κάτι, οι δικοί μας θα ριχτούν. Ετσι, νιώθουμε διπλά ένοχοι: αποδεχτήκαμε το άδικο και δεν κάναμε τίποτε για να το αποσοβήσουμε.
Ανάγλυφα το δίλημμα του φυλακισμένου. Αν δεν κάνω κάτι χάθηκα, αν κάνω αυτό που αναμένω ότι θα κάνουν οι άλλοι ξαναχάθηκα γιατί παραβιάζω τις αρχές μου. Σύμφωνα με μια παράδοση που ανάγεται στον Πλάτωνα, με πολλούς υποστηρικτές όπως και ο Κ. Καραμανλής ο πρεσβύτερος, ο πολιτικός αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στο να γίνουν οι πολίτες ηθικοί και ενάρετοι. Στην περίπτωσή μας φαίνεται ότι ενεργεί προς την αντίθετη κατεύθυνση.
……………………………………………………………………………………………
*Καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών
Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=62047
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε