- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Στο «χαμένο δωμάτιο» του Μουσείου Ακρόπολης

11/12/12 ART,Αρχείο Άρθρων

Της Ελενας Γαλανοπούλου

 

[1]Βραδάκι έξω από το Μουσείο Ακρόπολης εγώ και οι πέντε άλλοι τυλιγμένοι σε λευκές κουβέρτες και με τεράστια ακουστικά στα αυτιά, παρατηρούμε τον φωτισμένο ναό πάνω στον Ιερό Βράχο απέναντί μας, συγκεντρώνοντας τα περίεργα βλέμματα και ορισμένα φλας των ξένων επισκεπτών του.

 

Μόλις έχει τελειώσει η εξηντάλεπτη performance ή ιδιότυπη ξενάγηση, που ενορχήστρωσε για εμάς το καλλιτεχνικό δίδυμο των Σουηδών Λούνταλ και Ζάιτλ, στο πλαίσιο του MIRfestival και με τη συνδρομή του British Council. Εχοντας περάσει από πολλά σπουδαία Μουσεία του κόσμου, έφτασαν και στην Ελλάδα και αναπροσάρμοσαν το έργο τους «Symphony of a Missing Room» ειδικά για το Μουσείο της Ακρόπολης.

 

Πριν βρεθούμε στον προαύλιο χώρο του Μουσείου, είχαμε όντως βρεθεί σε ένα «χαμένο» του δωμάτιο. Ενα δωμάτιο που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει, μια τέλεια ψευδαίσθηση που η μισή οφειλόταν στο καλοσχεδιασμένο project που χρησιμοποιεί προηγμένη τεχνολογία και η άλλη μισή συμπληρωνόταν από τη φαντασία μας.

 

Η εμπειρία δύσκολα μεταφέρεται σε κάποιον τρίτο. Αν και ομαδική βιώνεται εντελώς προσωπικά. Διότι σε καλεί να περιηγηθείς μέσα στο Μουσείο όχι με το μυαλό, αλλά βυθιζόμενος στις αισθήσεις σου.

 

Το ραντεβού ήταν λίγο πριν τις 6.30 μ.μ. Εισιτήριο ανά χείρας, οι πύλες ανοίγουν και ο ξεναγός μας μάς προτρέπει να τον ακολουθήσουμε. Περνάμε στην πρώτη αίθουσα ανάμεσα στα εκθέματα κι έπειτα μας οδηγεί στο δεύτερο επίπεδο. Σε ένα σημείο, από το οποίο μπορούμε να παρακολουθήσουμε όσα συμβαίνουν, υπάρχουν έξι καρεκλίτσες. Καθόμαστε. Μας βάζουν ακουστικά.

 

Από εκεί και έπειτα η παρουσία μας εκεί αποκτά άλλο χαρακτήρα. Γίνεται με έναν τρόπο υπερβατική. Αποκτάμε μια αίσθηση γαλήνης και εσωτερικής απομόνωσης, η οποία όλως περιέργως μάς βοηθά να παρατηρούμε με μεγαλύτερη ευκρίνεια τα όσα συμβαίνουν γύρω.

 

Ακούμε πατημασιές, παρατηρούμε ανθρώπους να περιηγούνται. Ορισμένοι είναι οι πραγματικοί επισκέπτες του μουσείου. Ανάμεσά τους και κάποιοι από τους επτά «ξεναγούς»- performers (Ελληνες και ξένοι).

 

Αργότερα, μια απαλή γυναικεία φωνή σαν ψίθυρος στο αυτί μας μάς δίνει εντολές. Χρειάστηκε να περάσουν αρκετά λεπτά για να καταλάβω πως δεν βρισκόταν όντως πίσω μου η γυναίκα αυτή μιλώντας μια στο δεξί και μια στο αριστερό μου αυτί, περπατώντας μακριά στην αίθουσα ή πλησιάζοντας πάρα πολύ κοντά μου. Ολα αυτά τα αναλάμβανε η προηγμένη τεχνολογία του ήχου.

 

Η φωνή μάς προέτρεπε να δούμε τα μάρμαρα και να αναρωτηθούμε πόσο παλιά είναι. Τι μας συνδέει και τι μας ενώνει με τους ανθρώπους που τα έφτιαξαν και με όσους τα είδαν και τα άγγιξαν ανά τους αιώνες. Στη συνέχεια μας συμβούλευε να σηκωθούμε και να ακολουθήσουμε μια υπέρκομψη γυναικεία πλάτη, που ήταν η ξεναγός μας.

 

Περάσαμε στον τρίτο όροφο του Μουσείου, στην περιμετρική αίθουσα του Παρθενώνα. Ακούσαμε αποσπάσματα από ξεναγήσεις σε διάφορες γλώσσες να δυναμώνουν και να χαμηλώνουν καθώς απομακρυνόμαστε. Τότε μας προέτρεψαν να κλείσουμε τα μάτια για να φορέσουμε μια μάσκα από την οποία έμπαινε μόνο λευκό φως. Ετσι εισήλθαμε στο «χαμένο δωμάτιο» του Μουσείου.

 

Το απαλό άγγιγμα του προσωπικού μας ξεναγού (τον οποίο φυσικά δεν βλέπαμε) μάς παρείχε ασφάλεια και μάς έκανε να ακολουθούμε με σιγουριά οδηγίες όπως: περπατήστε, σκύψτε για να περάσετε από ένα τούνελ, αγγίξτε τον τοίχο μπροστά σας, τρέξτε. 'Ως και στο ασανσέρ μπήκαμε χωρίς να το καταλάβουμε. «Τώρα θα μπείτε σε μια σπηλιά όπου όλα είναι παγωμένα» μας λένε, και το κρύο που νιώθουμε δεν μπορούμε να καταλάβουμε εάν προέρχεται από κάποιο μηχάνημα κλιματισμού ή ψυγείο. Τελικά, είχαμε απλώς βρεθεί έξω.

 

Ηταν πράγματι ένας διαφορετικός τρόπος να περιηγηθείς στο μουσείο, να το αφουγκραστείς, να αναπτύξεις μια άλλου τύπου «επικοινωνία» με τα εκθέματα. Βοηθούσαν, βεβαίως, στην περίπτωσή μας και τα μάρμαρα που είναι ικανά να δημιουργούν από μόνα τους στον θεατή μια σειρά συναισθημάτων.

 

Δεν μπορώ να φανταστώ πως η performance αυτή θα λειτουργούσε το ίδιο επιτυχημένα και σε ένα μουσείο με ζωγραφικούς πίνακες. Το ταξίδι στις αισθήσεις, λοιπόν, ήταν όντως πρωτότυπο, η performance έξυπνη, παιγνιώδης, διασκεδαστική και καλοκουρδισμένη. Ελειπε, ωστόσο, ένα δεύτερο επίπεδο, ένα μεγαλύτερο βάθος που θα απογείωνε την όλη εμπειρία. Ας είναι!

 

Δεν χρειάζεται, βεβαίως, να αναφέρουμε πόσο σπουδαίο είναι να υπάρχουν τέτοιου είδους σύγχρονες μορφές τέχνης μέσα σε ένα Μουσείο διεθνούς εμβέλειας όπως της Ακρόπολης. Performances όπως αυτή, σχεδιασμένη ειδικά για μουσεία, που αξιοποιούν ό,τι πιο σύγχρονο στην τεχνολογία, που βρίσκονται στα όρια των τεχνών (performace, χορός, εικαστικά), που «συνομιλούν» με σεβασμό με τη μόνιμη έκθεση, χωρίς να διαταράσσουν την ισορροπία του Μουσείου, έχουν λόγο να βρίσκονται καθημερινά σε αυτό.

 

[email protected]

 


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=7345