- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε
Χτυπημένος από τη μανία του ήχου
25/07/13 ART,ΘΕΜΑΤΑ
Ο σπουδαίος συνθέτης πέθανε χθες σε ηλικία 84 χρόνων. Αφησε πλούσιο έργο που εκμεταλλεύεται κάθε πτυχή της μουσικής: κλασική, πρωτοποριακή, όπερα, έντεχνη ελληνική, αλλά και πασίγνωστα, ελαφρά ή λαϊκά τραγούδια που έγιναν επιτυχίες από το σινεμά. Ακόμα και από την Αλίκη Βουγιουκλάκη
→Στην πατρίδα του το Ρέθυμνο θα ταφεί ο συνθέτης. Η κηδεία του θα γίνει την Παρασκευή στο Κοιμητήριο στα Τρία Μοναστήρια
Της Βένας Γεωργακοπούλου
[2]Σε συνέντευξή του στον Νίκο Καρέλλη, στο κρητικό περιοδικό «Στιγμές», ο Νίκος Μαμαγκάκης, που πέθανε χθες το πρωί σε ηλικία 84 χρόνων, διηγούνταν το 2007 μια ωραία ιστορία. Συνοψίζει τον διχασμό που χαρακτήριζε τη ζωή του. Από τη μια μεριά ένας αναγνωρισμένος συνθέτης σοβαρής μουσικής (κλασικής, πρωτοποριακής, ελληνικής έντεχνης) και από την άλλη υπεύθυνος, χάρη στον κινηματογράφο, για μερικά από τα πιο αγαπημένα μας τραγούδια. Ας πούμε, το καταπληκτικό ζεϊμπέκικο «Η αγάπη θέλει δύο», που τραγουδούσαν η Αλίκη Βουγιουκλάκη και ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ στην ταινία του Ντίνου Δημόπουλου «Η αρχόντισσα και ο αλήτης».
Ελεγε, λοιπόν, ο συνθέτης: «Συναντώ στο Μόναχο μια παρέα παιδιά, που μου λέει: “Περάσαμε ένα αξέχαστο καλοκαίρι με τη μουσική σας, με τα τραγούδια σας, η αγάπη θέλει δύο, ξέρετε”. Κάτσε, ρε, τους λέω, αν μου λέγατε ότι περάσατε καλά με το Κονσέρτο μου για Βιολοντσέλο και Ορχήστρα, θα ήμουν ευτυχής. Γιατί για να το γράψω έκατσα τρία χρόνια, ενώ αυτό το τραγουδάκι το ’γραψα στο πόδι. Μ’ όλη μου την αγάπη βέβαια, δεν σήκωνε να δουλέψεις στη Φίνος Φιλμ με τη Βουγιουκλάκη αν δεν είχες κότσια και αγάπη. Καμιά φορά την εμπορική τέχνη οι άνθρωποι την ταυτίζουν με προχειρότητα, με αταλαντοσύνη. Δεν είναι έτσι. Είναι ένα ιδιαίτερο πράγμα. Μια διαφορά που πρέπει να καταλάβουν οι διάφοροι που καμώνονται τους επαΐοντες και τους ποιοτικούς. Εγώ και τα δύο τα έκανα με τον ίδιο πόθο και την ίδια μανία».
Μανία. Να μια λέξη που χαρακτηρίζει αυτόν τον πολύπλευρο, σημαντικό συνθέτη, που έσβησε, ύστερα από σκληρή μάχη με τον καρκίνο, στο νοσοκομείο «Ερρίκος Ντυνάν». Να φανταστεί κανείς ότι, «τρελαμένος με την αυθαιρεσία των δισκογραφικών εταιρειών, όπως εξηγούσε στην Κατερίνα Αγγελιδάκη το 2009, αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο να ξαναηχογραφήσει και να επανακυκλοφορήσει το σύνολο του έργου του (πάνω από 70 cd) από τη δική του εταιρεία, την «Ιδαία», σε συνθήκες σχεδόν χειροποίητες (μέχρι και τα εξώφυλλα έφτιαχνε μόνος του).
Γεννήθηκε το 1929 στο Ρέθυμνο. Η Κρήτη και η μουσική της τον καθόρισαν -ήταν και πρώτος ξάδελφος ενός σπουδαίου λυράρη, του Ανδρέα Ροδινού, που όταν πέθανε στα 22 του χρόνια από φυματίωση (ο συνθέτης ήταν τότε πέντε χρονώ παιδάκι) τον έκλαψε όλο το νησί. Ο Νίκος Μαμαγκάκης σπούδασε στη Φιλαρμονική του Ρεθύμνου, στη συνέχεια στο Ωδείο Αθηνών με καθηγητές τους Αντίοχο Ευαγγελάτο και Μάριο Βάρβογλη και το 1957 έφυγε για το Μόναχο.
Στην Ανωτάτη Μουσική Σχολή του μαθήτευσε στο πλευρό του Καρλ Ορφ, αλλά σπούδασε και ηλεκτρονική μουσική με τον Γ. Ριντλ. Τότε ήταν που άρχισε να πειραματίζεται με την ανανέωση της μουσικής και των δομικών της σχέσεων, που βασίζονται σε αριθμητικές αναλογίες. Τα πρότυπά του, ποικίλα: από τη δυτική μουσική μέχρι την παραδοσιακή της Κρήτης, εξ ου και συχνά, ακόμα και στα πιο πρωτοποριακά του έργα, χρησιμοποιούσε λύρα και σαντούρι ή έστω το ηχόχρωμά τους. Ο ίδιος από εκείνη την περίοδο, που είχε κερδίσει μια θέση στην παγκόσμια πρωτοπορία, ξεχώριζε τα έργα του Μουσικής Δωματίου, τα Μικρά Κομμάτια για Ορχήστρα, το Κονσέρτο για πιάνο και ορχήστρα και την Τετρακτίδα για κουαρτέτο εγχόρδων, βασισμένη στην Πυθαγόρεια θεωρία. Είχε παιχτεί σε όλο τον κόσμο, παραγγελία του περίφημου Lassale Quartet. Επέστρεψε οριστικά στην Ελλάδα το 1965, χωρίς ποτέ να κόψει τις σχέσεις του με τη μουσική ζωή της Γερμανίας, όπου έχαιρε μεγάλης εκτίμησης.
Κεντρική θέση στο έργο του κατέχει, βέβαια, η Κρήτη. Εγραψε όπερες βασισμένες στον «Ερωτόκριτο» (καμιά πενηνταριά εκδοχές) και την «Ερωφίλη». Δεν θυμόταν, όπως έλεγε πάλι στην Κατερίνα Αγγελιδάκη, περίοδο της ζωής του που να μην τον απασχολούσε το έργο του Χορτάτση. Μελοποίησε Καβάφη («Αόρατος Θίασος»), έγραψε τραγούδια πάνω σε στίχους του αγαπημένου του φίλου Γιώργου Ιωάννου («Κέντρο Διερχομένων»), αλλά και του Μιχάλη Γκανά («Μυστικά τραγούδια» με τη Μελίνα Κανά), εμπνεύστηκε ακόμα και από την υπόθεση Μπελογιάννη μελοποιώντας ποιήματα της Ελλης Παππά («Το τραγούδι του Μπελογιάννη και της Ελλης Παππά» με τις φωνές της Σαβίνας Γιαννάτου και του Τάση Χριστογιαννόπουλου).
Τα τελευταία χρόνια δούλευε ασταμάτητα, ακόμα και 20 ώρες την ημέρα. «Είμαι ένας άνθρωπος αγιάτρευτος και φανατικός, χτυπημένος από τη μανία του ήχου και των κειμένων, ένας ηχολάγνος, ένας ηχουργός, σε βαθμό που σκέφτομαι τώρα που είμαι πρεσβύτης πώς διάολο αντέχει το μυαλό μου», έλεγε. Δεν είναι παίξε-γέλασε η μουσική. Είναι μια γοητεία που κρατάει χρόνια, ακόμα και στα μεγαλύτερα αδιέξοδα».
……………………………………………………………………………………………………………………………
Κινηματογράφος: σχέση ζωής
[3]Εγραψε μουσική για 36 ταινίες όλων των ειδών. Από ντοκιμαντέρ και ταινίες δημιουργών του νέου ελληνικού σινεμά μέχρι εμπορικές, λαϊκές παραγωγές.
Ξεκίνησε το 1964 με το ντοκιμαντέρ «Μονεμβασιά» του Γιώργου Σαρρή, για το οποίο βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπως άλλωστε και το 1968 για την «Παρένθεση» του Τάκη Κανελλόπουλου – είχε προηγηθεί το 1966 η συνεργασία τους στην «Εκδρομή», εκεί όπου η Πόπη Αστεριάδη τραγούδησε το υπέροχο «Σύννεφο», ενώ στο «Μια Ιταλίδα απ’ την Κυψέλη» το «Απόψε για σένα» και στην «Ωραία του κουρέα» του Ντίνου Δημόπουλου με τη Μάρθα Καραγιάννη το «Στη γειτονιά μας». Η άλλη μεγάλη φωνή του Νέου Κύματος, η Καίτη Χωματά, είχε πει το «Ξημερώνει» στις «Σιλουέττες» του Κωστή Ζώη (1967).
Χάρισε στη λαϊκή Τζένη Βάνου δύο επιτυχίες στην ταινία του Φώσκολου «Λεωφόρος του μίσους» με τη Χρονοπούλου και τον Καζάκο, τις «Σ’ αγαπώ» και «Παιδί μου». Και φυσικά υπάρχει η πολυσυζητημένη συνεργασία του με την Αλίκη Βουγιουκλάκη στις ταινίες «Η αρχόντισσα και ο αλήτης» και «Η νεράιδα και το παλικάρι» του Δημόπουλου, όπου η σταρ του ελληνικού σινεμά τραγουδούσε το «Νανούρισμα» και μαζί με τον Παπαμιχαήλ μια ωραία μαντινάδα. Το ενδιαφέρον ειναι πως ποτέ ο Νίκος Μαμαγκάκης δεν αποκήρυξε, όπως έκανε για παράδειγμα ο Μάνος Χατζιδάκις, τα «εύκολα» τραγούδια του που τον έβαλαν σε όλα τα ελληνικά σπίτια.
Ιδιαίτερη και σταθερή μέσα στα χρόνια αποδείχτηκε και η σχέση του με τον Νίκο Περάκη. Εγραψε μουσική για τις ταινίες του «Αρπα Κόλλα», «Λούφα και παραλλαγή» (ακόμα και για τα 30 επεισόδια του σίριαλ), «Βίος και πολιτεία», «Θηλυκή εταιρεία».
Μας είπε χθες ο καλός σκηνοθέτης: «Είχα ακούσει τον “Ερωτόκριτο”. H συνεργασία μας άρχισε στη Γερμανία, επί δικτατορίας, εντελώς τυχαία και συνεχίστηκε πάρα πολλά χρόνια ακριβώς επειδή ήταν πολύ καλή. Αλλά πρέπει να ξέρετε για τον Νίκο ότι μπορεί στην Ελλάδα να ήταν πιο γνωστός χάρη στις ταινίες, αλλά στη Γερμανία τον είχαν σε μεγάλη εκτίμηση για την κλασική μουσική του, τους πειραματισμούς του, αλλά και τη μουσική του σε ταινίες μεγάλων δημιουργών, όπως στα 32 επεισόδια (53 ώρες και 25 λεπτά διάρκεια) του “Heimat” του Εντγκαρ Ράιτς, θρυλικού κινηματογραφικού εγχειρήματος, αγαπημένου του Κιούμπρικ, που διασχίζει τη γερμανική ιστορία από το 1919 έως σήμερα μέσα από μια οικογένεια. Είχε γράψει, όπως έλεγε, ο καημένος οκάδες μουσική, πάνω από 20 ώρες».
Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=80280
Πατήστε ΕΔΩ για να εκτυπώσετε