- Εφημερίδα των Συντακτών - http://archive.efsyn.gr -

Ποτάμι τα προβλήματα

25/08/13 Nησίδες

Χωροθετήθηκε από… σπόντα πάνω στην κοίτη του Ιλισού και χρειάστηκε να «διορθωθούν» τα σχέδια, αφού το οικόπεδο ήταν μικρότερο. Το «φασκιωμένο» σήμερα, λόγω εργασιών επέκτασης, κτίριο αποτελεί λαμπρό δείγμα του μοντερνισμού που κυριαρχούσε κατά τη δεκαετία του 1960

 

Οι περιπέτειες και τα στραβοπατήματα της Εθνικής Πινακοθήκης κρατούν 117 χρόνια, όταν ξεκίνησε τη λειτουργία της σε χώρο που διέθεσε το Πολυτεχνείο

 

 

Της Χαράς Τζαναβάρα

 

[1]«Αν κάτι μπορεί να πάει στραβά, θα πάει», ορίζει ο βασικός νόμος του Μέρφι και στην περίπτωση της Εθνικής Πινακοθήκης αυτό το «κάτι» περιλαμβάνει πολύ περισσότερα… Ο χώρος έκλεισε τον περασμένο Φεβρουάριο για να ξεκινήσουν οι εργασίες επέκτασης που θα καλύψουν τις από χρόνια διαπιστωμένες μεγάλες ελλείψεις. Με τις πρώτες εκσκαφές και σε μικρότερο βάθος από το αναμενόμενο εντοπίστηκαν υπόγεια νερά που προέρχονται από την κοίτη του Ιλισού. Αμέσως σήμανε συναγερμός στις αρμόδιες υπηρεσίες, ώστε να βρεθούν λύσεις στο σοβαρό αυτό πρόβλημα που θα φέρει καθυστέρηση στα χρονοδιαγράμματα και κατακόρυφη αύξηση του προϋπολογισμού των έργων.

 

Το «στραβοπάτημα» δεν είναι το μόνο που συνοδεύει την 117χρονη ιστορία της σημαντικότερης πινακοθήκης της χώρας μας. Η πρώτη δωρεά για τη δημιουργία «μουσείου Καλών Τεχνών» είχε γίνει το σωτήριο έτος 1896 από τον νομικό Αλέξανδρο Σούτσο, που ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο το συγκρότημα στη συμβολή της Β. Σοφίας με τη Β. Κωνσταντίνου φέρει τιμητικά το όνομά του. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 28 Ιουλίου 1900 και με έφορο τον μεγάλο ζωγράφο Γιώργο Ιακωβίδη, ξεκινά η λειτουργία της Πινακοθήκης σε χώρο που διέθεσε το Πολυτεχνείο. Ως το 1976, που εγκαταστάθηκε στον γνωστό μας χώρο, είχε περιπλανηθεί σε διάφορα κτίρια…

 

Ο σχεδιασμός του κατάλληλου για Πινακοθήκη χώρου είχε ξεκινήσει στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Το 1956 είχε προκηρυχθεί αρχιτεκτονικός διαγωνισμός, στον οποίο είχαν υποβληθεί 40 προτάσεις, αριθμός-ρεκόρ για τα ελληνικά δεδομένα. Το «παρών» είχαν δώσει σημαντικοί δημιουργοί της προπολεμικής περιόδου, ανάμεσά τους οι Εμμ. Βουρέκας, Π. Σακελλάριος και Π. Βασιλειάδης, αλλά και νεότεροι δημιουργοί, όπως οι Γ. Αναιρούσης, Α. Συμεών, Π. Μυλωνάς, Δ. Φατούρος και Ν. Μουτσόπουλος. Ορίστηκε και μια υψηλού επιπέδου κριτική επιτροπή από την αρχιτεκτονική αφρόκρεμα της εποχής (Δ. Πικιώνης, Π. Μιχελής, Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, Μ. Καλλιγάς κ.ά.). Η επιλογή της αποτέλεσε νίκη της «νέας γενιάς», που τότε έκανε τα πρώτα της βήματα ακολουθώντας βασικά τις επιταγές του Le Corbusier. Λέγεται πως σημαντικό ρόλο στο αποτέλεσμα έπαιξε ο Δημήτρης Πικιώνης. Πάντως από τότε, μέλη της επιτροπής και επώνυμοι αρχιτέκτονες είχαν κάνει λόγο για σφάλματα της κεντρικής ιδέας του πρώτου βραβείου και λειτουργικές αδυναμίες.

 

Ηταν… πταίσματα μπροστά στο γεγονός ότι ο αρχικός χώρος που είχε επιλεγεί ήταν δίπλα στο Βυζαντινό Μουσείο, ένας άνετος χώρος ανάμεσα στη Β. Σοφίας, τη Ριζάρη και τη Β. Κωνσταντίνου, όπου σήμερα υπάρχουν το ακαλαίσθητο Πολεμικό Μουσείο και οι επίγειες εγκαταστάσεις του υπόγειου γκαράζ. Πολύ γρήγορα διαπιστώθηκε ότι το συγκεκριμένο ακίνητο, που με νόμο του 1914 είχε παραχωρηθεί στην Πινακοθήκη, μετά τον πόλεμο είχε διατεθεί από το υπουργείο Εξωτερικών στην αμερικανική διπλωματική αποστολή! Προς τιμήν του, ο τότε πρέσβης είχε δηλώσει ότι ήταν διατεθειμένος να δεχθεί άλλο ακίνητο, όπως και έγινε. Ωστόσο η προσφορά έμεινε χωρίς αντίκρισμα, αφού πρόλαβαν οι στρατιωτικοί και κατέλαβαν τον θεσμοθετημένο χώρο!

 

Η Πινακοθήκη αναγκαστικά χωροθετήθηκε στο μικρό τριγωνικό οικόπεδο απέναντι από το «Χίλτον», με τροποποίηση των σχεδίων. Είχε ήδη χαθεί πολύτιμος χρόνος, αφού η τελετή θεμελίωσης είχε γίνει τον Νοέμβριο του 1964. Τα μειονεκτήματα είχαν γίνει αισθητά από την αρχή, αφού το νέο οικόπεδο βρισκόταν σε απόσταση αναπνοής από την κοίτη του Ιλισού. Με βάση καταγραφές του Κ. Μπίρη στο έργο του «Αι Αθήναι από τον 19ο στον 20ό αιώνα», στην επίμαχη περιοχή είχαν γίνει εκτεταμένα μπαζώματα στην κοίτη του ποταμού και είχαν εντοπιστεί από την επιτροπή σχεδίου καταπατήσεις και οικόπεδα από το… πουθενά! Αυτή η ανοίκεια… συγκατοίκηση της Πινακοθήκης με την κοίτη του ποταμού ήταν η βασική αιτία των καθυστερήσεων για την κατασκευή του κτιρίου, που διήρκεσε 14 χρόνια!

 

Νικητές του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού ήταν οι τότε ανερχόμενοι Παύλος Μυλωνάς, Δημήτρης Φατούρος και Νίκος Μουτσόπουλος, όλοι τους με δυναμική παρουσία στα μετέπειτα χρόνια. Από το τελικό σχήμα αποχώρησε ο τελευταίος, αφού το 1958 εκλέχθηκε καθηγητής της Αρχιτεκτονικής Σχολής Θεσσαλονίκης, διαγράφοντας σημαντική επιστημονική πορεία, ιδιαίτερα στον τομέα της προστασίας των βυζαντινών κτιρίων. Ακαδημαϊκός και καθηγητής του Πολυτεχνείου, ο Παύλος Μυλωνάς (1915-2002), έχει σχεδιάσει το «Μοντ Παρνές», αλλά και το κτίριο του Γερμανικού Ινστιτούτου «Γκέτε» στην Αθήνα. Ο νεότερος της αρχικής τριάδας, Δ. Φατούρος, διετέλεσε καθηγητής και πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ έχει σχεδιάσει δημόσια κτίρια (Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας, κλειστό κολυμβητήριο Πειραιά κ.λπ.), καθώς και ιδιαίτερης έμπνευσης κατοικίες.

 

Παρά τις αναγκαίες διορθώσεις λόγω της αλλαγής του οικοπέδου, διατηρήθηκαν οι αρχικοί σχεδιασμοί, που προέβλεπαν δύο κτίρια. Το πρώτο ήταν διώροφο και περιλάμβανε τους χώρους εκθέσεων και το δεύτερο, μεγαλύτερο σε μήκος και όγκο, στέγαζε τις αποθήκες και τα γραφεία. Η σύνδεσή τους εξασφαλίστηκε με εναέριο γυάλινο διάδρομο. Οι αρχιτέκτονες αξιοποίησαν την κλίση του οικοπέδου για να διαμορφώσουν μικρές «αυλές» με φύτευση ανάμεσα στους κτιριακούς όγκους.

 

[email protected]

 

……………………………………………………………………………………………………………………………………………….

1. Μάρμαρο και μπετόν

 

Στο γνωστό συγκρότημα της Εθνικής Πινακοθήκης κυριαρχεί το εμφανές μπετόν, που «δένει» με το λευκό μάρμαρο και δημιουργεί ένα σύμπλεγμα, κάνοντας τη διαφορά σε σχέση με τον απέναντι όγκο του «Χίλτον».

 

……………………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

2. Λουσμένο στο φως

 

Το χαμηλό κτίριο διαθέτει στοές στην μπροστινή και πίσω όψη. Το υψηλό οικοδόμημα «ντύνεται» από ένα πλέγμα μπετόν, που λειτουργεί ως προστατευτικό απέναντι στην ηλιακή ακτινοβολία, ενώ επιτρέπει το φυσικό φως να φτάνει ώς τους χώρους δουλειάς.

 

……………………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

3. 15.000 έργα

 

Παρά τη στενότητα χώρου, η Εθνική Πινακοθήκη διαθέτει πάνω από 15.000 έργα τέχνης υψηλού επιπέδου. Ειδικεύεται στην αναγεννησιακή ζωγραφική (Θεοτοκόπουλος, Βενετσιάνο, Γιόρντανς κ.ά.) και βεβαίως στην ελληνική δημιουργία, με μοναδικές συλλογές των Λύτρα, Γύζη, Ιακωβίδη και Βολανάκη.


Σύνδεσμος άρθρου : http://archive.efsyn.gr/?p=97858