→Είμαστε όλοι μια κλωστή χωρίς άκρες
Της Μαριαλένας Σπυροπούλου*
Είναι γεγονός ότι δεν υπάρχει γύρω μας ίχνος ψυχραιμίας. Οπως δεν υπάρχει διάθεση κατανόησης ή ανοχής για τον Αλλον, όποιος και εάν είναι αυτός ο άλλος. Ακόμα και σε τοπία απόδρασης, όπως θα έπρεπε υποτίθεται να είναι οι τόποι διακοπών, ακόμα και εκεί δεν διατίθενται αυτά τα ίχνη. Πολλώ δε μάλλον στις πόλεις. Κάποιοι λένε ότι η κρίση έχει φτάσει τους ανθρώπους στα όριά τους. Εχει δημιουργήσει αυτό το υστερικό και μυγιάγγιχτο ψυχικό τέρας μέσα μας, το οποίο δεν διστάζει να καταβροχθίσει τη σκέψη ή την πρόθεση του απειλητικού Αλλου και δυστυχώς μερικές φορές και τον ίδιο τον Αλλον, χωρίς αυτός να προβεί σε πράξη. Αναρωτιέμαι εάν όντως φταίει η κρίση για όλα αυτά. Εάν η οικονομική ανέχεια είναι η γενεσιουργός αιτία ή απλώς αυτή μίκρυνε τις αντοχές που δεν υπήρχαν. Αντοχές που καμώνονταν ότι άντεχαν μέσα στα φτιασίδια του άκοπου βίου. Αναρωτιέμαι εάν η κρίση ανέδειξε τελικά τον κακό χαρακτήρα των κατά τα άλλα καλών συνανθρώπων μας, συμπεριλαμβανομένων και ημών των ιδίων.
Τούτα τα βράδια σιγοτραγουδώ στην κόρη μου το «κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώσ' της κλότσο να γυρίσει, παραμύθι να αρχινίσει»… Προχθές την πήγα σε ανοιχτό καλοκαιρινό χώρο να δει την πρώτη της συναυλία. Κοινωνικό παιδί, χαρούμενο, χειροκροτούσε και συμμετείχε ενθουσιωδώς στους ρυθμούς και στις μουσικές που άκουγε. Με έκπληξη είδα ότι υπήρχαν ενήλικοι, ευτυχώς λίγοι, που ενοχλούνταν με τη ζωηράδα της μικρής και με όποιον ήχο παιδιού υπήρχε στον χώρο. Και μην πάει ο νους σας στο κακό… ούτε ένα δεν στρίγκλιζε, δίνοντας μαθήματα υπομονής και αντοχών σε πολλούς ενηλίκους. Αλλά τα παιδιά είναι παιδιά. Αυτήν τη δυσανεξία απέναντι σε οτιδήποτε βρεφικό και παιδικό στην ατμόσφαιρα την αντιμετώπισα αρκετές φορές σε διάφορα μέρη που δεν έχουν ταμπέλα απέξω «απαγορεύονται τα παιδιά». Ακόμα και σε οικογενειακά νησιά, τα παιδιά αντιμετωπίζονται ως βάρος.
Δυστυχώς, δεν αντιμετωπίζονται μόνο τα παιδιά ως παράσιτα. Οι γέροι άνθρωποι γίνονται πολύ συχνά τα απορρίμματα της κοινωνίας μας. Ιδίως το καλοκαίρι είναι περιττοί. Ενα βάρος απερίγραπτο, το οποίο δεν αντέχεται από τα παιδιά που τα μεγάλωσαν και τα εγγόνια που τα προίκισαν. Ποιος θέλει σήμερα να επωμιστεί τον γέρο του; Αλλά και η κοινωνία σύσσωμη δεν βλέπει με καλό μάτι αυτό τον παλαίμαχο της ζωής, που δεν μπορεί πλέον να καταναλώσει, να ψηφίσει και επιβαρύνει τα Ταμεία επειδή είναι συνέχεια άρρωστος. Τι να τα κάνεις, αλήθεια, τούτα τα σακιά όταν οι πατάτες σάπισαν…
«Κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη…» είπα και η μικρή μου σφάλισε τα μάτια της. Και τότε, ανάμεσα στον μύθο και την πραγματικότητα, τα twitter, ένα παιδί που έπεσε και σκοτώθηκε, και διαφόρους που αλληλοφαγώθηκαν μέσω μέσων κοινωνικής δικτύωσης, συνειδητοποίησα με πικρία ότι είμαστε όλοι μια κλωστή χωρίς άκρες. Αδυνατώντας να μπούμε στα παπούτσια του άλλου, ούτε καν για την κοινή ανθρώπινη μοίρα, που θέλει τον άνθρωπο να γεννιέται ανήμπορος και να καταλήγει ανήμπορος, θέλουμε να κρατήσουμε γερή την κλωστή προκειμένου να μη σπάσει, αλλά χωρίς να αντέχουμε τη μία ή την άλλη άκρη της. Πώς θα υφάνουμε άραγε το κέντημα της συνέχειάς μας; Πώς θα την περάσουμε από τη βελόνα της μοίρας μας; Πώς θα συνδέσουμε το πριν με το μετά εξασφαλίζοντας την αξιοπρέπεια στη ζωή για όσους δεν μπορούν να το κάνουν μόνοι τους; Πότε θα πάψουμε να ορίζουμε τη μοίρα μας με το Εγώ και μάλιστα του κάθε Τώρα;
Οσο περνάει ο καιρός θυμώνω με τη στενοχώρια μας. Γιατί δεν είναι μια στενοχώρια που γίνεται θλίψη. Η θλίψη γεννά ουσία και βάθος. Ανοχή και αντοχή. Σιωπή και ίσως εντέλει αγάπη. Η στενο-χώρια αυτού του λαού είναι ασφυκτική. Εκκωφαντική σαν τσιρίδα εγκαταλελειμμένου μωρού και δυσκοίλια σαν συνέπεια της κατάκλισης ενός απελπισμένου γέρου. Αποτυπώνει την ανυπαρξία του ψυχικού μας χώρου. Το δώμα της εγωπάθειας και της στέρησής μας. Γιατί ειλικρινά πρέπει να είσαι πολύ στερημένος ως άνθρωπος εάν δεν καταλαβαίνεις ότι αξίζει να δείξεις κατανόηση σε ένα μικρό παιδί που δεν έχει ακόμα εσωτερικεύσει τους κοινωνικούς κώδικες. Οτι ένας μεγάλος άνθρωπος έχει μεγαλύτερη ανάγκη από έναν καλό λόγο και μια παρέα τις ήσυχες μέρες του Αυγούστου, απ' ό,τι εσύ τα μπάνια σου. Ισως εάν μπορέσουμε να δούμε μέσα μας τις δύο άκρες της κλωστής μας στα μάτια των ξένων, τότε ο κάθε ελεγκτής θα δίνει τόπο στην οργή, ο κάθε δεκαοκτάχρονος θα έχει δυο δράμια σεβασμού, ο κάθε πανεπιστημιακός θα σκέφτεται πολύ πριν μιλήσει για το οτιδήποτε, και όλοι μας πού και πού θα τηρούμε και ενός λεπτού σιγή για όσα ηθελημένα ή άθελά μας πράττουμε, πληγώνοντας άλλους.
* Ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια