03/09/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Αντιφατικές απαντήσεις

      Pin It

Του Τάσου Παππά

 

Η τελευταία δημοσκόπηση της Μέτρον για τον «Επενδυτή» δεν έβγαλε κάτι καινούργιο ως προς τους συσχετισμούς στο πολιτικό επίπεδο. Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ μάχονται για την πρωτιά (και το μπόνους των 50 εδρών), η Χρυσή Αυγή σταθεροποιείται στην τρίτη θέση, η ΔΗΜΑΡ αγωνίζεται για την κοινοβουλευτική επιβίωσή της, το ΠΑΣΟΚ κινείται στα ίδια χαμηλά ποσοστά και μόνο το ΚΚΕ δείχνει σημάδια σχετικής ανάκαμψης.

 

Ωστόσο, πρέπει να σταθούμε στο εύρημα για τις πρόωρες εκλογές. Η πλειονότητα δεν τις θέλει. Δεν θυμάμαι όμως δημοσκόπηση τα τελευταία πολλά χρόνια από την οποία να προκύπτει μαζικό ρεύμα υπέρ των πρόωρων εκλογών. Είναι φυσικό αυτό, γιατί στην Ελλάδα οι συζητήσεις για πρόωρες κάλπες, με ευθύνη των κομμάτων και της δημοσιογραφίας, αρχίζουν σχεδόν αμέσως μετά την ολοκλήρωση της εκλογικής διαδικασίας. Σενάρια, δήθεν έγκυρες πληροφορίες και φήμες κυκλοφορούν στη δημόσια ζωή, πολλές φορές μάλιστα κατασκευάζονται και διοχετεύονται στα μέσα ενημέρωσης από πολιτικά και οικονομικά κέντρα, που δημοσίως άλλα υποστηρίζουν. Και η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης προέβλεπαν ή απαιτούσαν εκλογές, πριν ακόμη συμπληρωθεί ένας χρόνος από τις προηγούμενες.

 

Επίσης, οι ηγεσίες χρησιμοποιούσαν, και συνεχίζουν να χρησιμοποιούν, τις πρόωρες εκλογές ως φόβητρο για να συνετίσουν τους αντιρρησίες και τους διαφωνούντες στο εσωτερικό των Κοινοβουλευτικών Ομάδων τους. Προσφάτως ο πρωθυπουργός, διά του στενού συνεργάτη του Π. Μπαλτάκου, απείλησε τους βουλευτές της συμπολίτευσης ότι αν καταψηφίσουν οποιοδήποτε νομοσχέδιο, δεν θα διστάσει να πάει τη χώρα σε εκλογές.

 

Οι πολίτες θέλουν μια κανονικότητα στα πολιτικά πράγματα, προφανώς για να μπορούν με άνεση χρόνου να σχεδιάσουν τη ζωή τους, όσο βέβαια εξαρτάται από τους ίδιους. Την ίδια στιγμή όμως οι ίδιοι άνθρωποι που δεν θέλουν τις πρόωρες εκλογές, λένε ότι η χώρα βαδίζει σε λάθος κατεύθυνση, αποδοκιμάζουν την πολιτική που εφαρμόζεται στην οικονομία, δηλώνουν απαισιόδοξοι για το μέλλον τους και το μέλλον της χώρας και ζητούν μετ’ επιτάσεως νέα γραμμή πλεύσης. Πώς θα αλλάξει όμως ρότα το καράβι, όταν ο καπετάνιος του πιστεύει πως πηγαίνει καλά και επιμένει πως δεν υπάρχει άλλο δρομολόγιο;

 

Στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες η αλλαγή επιβάλλεται μόνο με δύο τρόπους. Αν αποφασίσει η κυβέρνηση υπό την πίεση του λαϊκού παράγοντα να αναθεωρήσει την πολιτική της και να κάνει τα ακριβώς αντίθετα απ’ αυτά που υλοποιεί ή αν πέσει από την εξουσία με εκλογές. Το πρώτο πόσο πιθανό είναι με δεδομένη τη σιγουριά του δικομματικού μπλοκ ότι «ο λογαριασμός βγαίνει» και ότι «έχουμε διανύσει επιτυχώς τα 2/3 του δρόμου»;

 

Scroll to top