03/09/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Φωτογραφίζει και σχολιάζει ο Τάσος Κωστόπουλος

Εκδοχές της 3ης Σεπτέμβρη

      Pin It

 

Υπήρξε το κόμμα που σημάδεψε περισσότερο από κάθε άλλο τον τόπο κατά τον τελευταίο μισό αιώνα. Πολιτική έκφραση μιας Κεντροαριστεράς που αναδύθηκε από τις στάχτες του ΕΑΜικού κινήματος ως η ρεαλιστική εναλλακτική λύση στην ασφυκτική εθνικοφροσύνη των μετεμφυλιακών χρόνων, αναζωογονήθηκε ως ορθολογική απάντηση στην εθνικιστική υστερία της δεκαετίας του 1990, για ν’ αυτοκτονήσει εν τέλει πολιτικά το 2010, στο τρίτο διαδοχικό ραντεβού του με την Ιστορία. Στα 39 του χρόνια, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα υφίσταται πια μόνο ως δεκανίκι όσων διακήρυττε κάποτε πως είχε κλείσει στο «χρονοντούλαπο» του παρελθόντος.

 

Μια τόσο πλούσια και αντιφατική διαδρομή είναι αδύνατον, φυσικά, ν’ αποτυπωθεί σε λίγες φωτογραφίες. Ας αρκεστούμε σε κάποια στιγμιότυπα που καταγράφηκαν μ’ εμφανώς περιπαιχτική διάθεση, ανεξαρτήτως προθέσεων των πρωτότυπων δημιουργών, στη Σούδα το 1985 (1), την Πεντέλη το 2006 (2) και την Αθήνα των ευρωεκλογών του 1984 (3). Μολονότι δεν πρόκειται για «τοίχο» αλλά για φορητό πανό, το καρέ συμπληρώνει καταχρηστικά ο λόγος του αιώνιου αντιπάλου και νυν συμπολεμιστή: η εικαστική απεικόνιση του σοσιαλκομμουνιστικού ολοκληρωτισμού από την κομματική οργάνωση Αγίας Βαρβάρας της Ν.Δ., καθ’ οδόν προς το συλλαλητήριο της 1.4.1985 για τη μη επανεκλογή του «εθνάρχη» Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας (4).

 

Προεκλογικό χαρτοπανό της κυβερνητικής ΠΑΣΠ από τις φοιτητικές εκλογές του 1984 στη Νομική Αθηνών. Οι σκοτεινές φιγούρες που τουφεκίζουν τους φοιτητές/λαϊκούς αγωνιστές (ή τα ενανθρωπισμένα οράματά τους) συμβολίζουν τους δικαστές του Αρείου Πάγου που μόλις είχαν κηρύξει αντισυνταγματικές τις ριζοσπαστικότερες διατάξεις του «νόμου-πλαισίου» (Ν. 1268/82), ικανοποιώντας σχετική προσφυγή του «καθηγητικού κατεστημένου» των ΑΕΙ.

 

Το θεσμικό εκείνο ντέρμπι έληξε τελικά με δικαστική ισοπαλία και κουτσούρεμα των επίμαχων αλλαγών. Αυτό που εντυπωσιάζει, από τη χρονική απόσταση τριών δεκαετιών, δεν είναι τόσο ο παλιομοδίτικος σοσιαλιστικός ρεαλισμός της εικονογράφησης όσο το περιεχόμενο του μηνύματος, η επιχειρηματολογία που επιστρατεύεται για τη νομιμοποίηση της τότε μεταρρυθμιστικής πολιτικής: η σύνδεση του επαγγελλόμενου εκσυγχρονισμού με τη λαϊκή βούληση και τη δημοκρατία. Ετη φωτός, δηλαδή, από τα αντιδραστικά ιδεολογήματα της «αριστείας», του εναρμονισμού με τις προσταγές της αγοράς και του περιορισμού των συλλογικών διαδικασιών, πάνω στα οποία θεμελιώθηκε εν έτει 2011 το νεοαποικιακό κατασκεύασμα της Αννας Διαμαντοπούλου.

 

Στις ίδιες φοιτητικές εκλογές του 1984 καταγράφονται, πάντως, και τα πρώτα δείγματα μετατόπισης του συνδικαλιστικού λόγου της παράταξης προς άλλου τύπου ενασχολήσεις: εκδρομές κι αποκριάτικα γλέντια για μέλη και συμπαθούντες, προτάσεις περιορισμού της αφισοκόλλησης ώστε το κτίριο να γίνει «πιο ανθρώπινο». Τα τουφεκισμένα οράματα ανήκαν σ’ ένα συλλογικό υποκείμενο που είχε ήδη αρχίσει να μετατρέπεται σε παρελθόν.

 

Μέρες εκσυγχρονισμού

 

Στον δημόσιο λόγο, το σοσιαλφιλελεύθερο εγχείρημα των κυβερνήσεων Σημίτη ερμηνεύεται συνήθως ως αποποίηση των «λαϊκίστικων», «τριτοκοσμικών» καταβολών του ΠΑΣΟΚ και προσαρμογή του κομματικού λόγου σε αναβαθμισμένα «ευρωπαϊκά» ποιοτικά στάνταρ. Η στερεοτυπική αυτή πρόσληψη δεν αποσυνδέει μόνο τον «πολιτισμό» από την ικανοποίηση των βασικών ανθρώπινων υλικών αναγκών. Παρακάμπτει, επίσης, τις συμπληρωματικές πτυχές με τις οποίες επενδύεται σε ώρα ανάγκης η κυρίαρχη πολιτική, ώστε να διασφαλίσει την ηγεμονία της σε ακροατήρια κάθε άλλο παρά επιρρεπή σε φιλελεύθερα μηνύματα. Ταυτόχρονα με την εξύμνηση του «κράτους δικαίου», το ΠΑΣΟΚ της οκταετίας 1996-2004 νομιμοποιούσε άλλωστε, διά του νεολογισμού του «κοινωνικού αυτοματισμού», την προσφυγή των κοινωνικών συμμάχων του στον πιο χοντροκομμένο τραμπουκισμό.

 

Καλαμάτα, Μάιος 2000. Εναν μήνα μετά τις βουλευτικές εκλογές της 8ης Απριλίου, τα κατάλοιπα της πρόσφατης αναμέτρησης εξακολουθούν να δίνουν το «παρών» στη δυτική είσοδο της πόλης. Αποδεικνύοντας με τον πιο πανηγυρικό τρόπο ότι, εκσυγχρονισμού μεσουρανούντος, τα ήθη του βαθέος δικομματισμού ελάχιστα έχουν αλλάξει από την εποχή που ύστατο πολιτικό επιχείρημα αποτελούσαν οι συζυγικές απιστίες, τα εξώγαμα ή οι νύξεις περί ομοφυλοφιλίας των ηγετικών στελεχών του αντιπάλου.

 

Scroll to top