08/09/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Μισέλ Φάις

Παραμύθια που λέει η μνήμη

Τζων Μπάνβιλ «Αρχαίο φως» Μυθιστόρημα Μετάφραση: Τόνια Κοβαλένκο. Καστανιώτης, 2013, σελ. .
      Pin It

Τζων Μπάνβιλ
«Αρχαίο φως»
Μυθιστόρημα
Μετάφραση: Τόνια Κοβαλένκο. Καστανιώτης, 2013, σελ. 285

 

 

 

 

Του Χρίστου Κυθρεώτη

 

Στο μυθιστόρημά του «Η έκλειψη» (2000), που κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 2007 από τις εκδόσεις Καστανιώτη (μτφρ. Ελένη Παγκαλιά), ο Ιρλανδός συγγραφέας Τζον Μπάνβιλ, κορυφαίος στιλίστας της αγγλικής γλώσσας, είχε συστήσει για πρώτη φορά στους αναγνώστες του τον Αλεξάντερ Κλιβ – έναν ηθοποιό που αποφάσισε να εγκαταλείψει την καριέρα του και να επιστρέψει στο εγκαταλειμμένο σπίτι των παιδικών του χρόνων. Δύο χρόνια αργότερα, στο «Σάβανο», που κυκλοφόρησε στα ελληνικά επίσης το 2007 (Καστανιώτης, μτφρ. Τόνια Κοβαλένκο), ο Μπάνβιλ καταπιανόταν με την ιστορία του Αξελ Βάντερ, ενός ακαδημαϊκού που πέρασε όλη τη ζωή του υποδυόμενος πως είναι κάποιος άλλος. Μια νεαρή επιστολογράφος, που αφήνει να εννοηθεί πως έχει στην κατοχή της τα στοιχεία που θα τον ξεσκέπαζαν, πρώτα τον ερωτεύεται, κι έπειτα καταλήγει να χάσει τη ζωή της υπό θολές συνθήκες – και η κοπέλα αυτή δεν είναι άλλη από την Κας Κλιβ, την κόρη του Αλεξάντερ. Με το «Αρχαίο φως», το μυθιστόρημά του που κυκλοφορεί φέτος στα ελληνικά (σε ανάγλυφη και ρέουσα μετάφραση από την Τόνια Κοβαλένκο) ο συγγραφέας επιστρέφει και πάλι στους ίδιους χαρακτήρες, γράφοντας το τρίτο μέρος μιας χαλαρής και άτυπης τριλογίας με θέμα τη μνήμη.

 

Αφηγητής στο «Αρχαίο φως» είναι ο Αλεξάντερ Κλιβ – τον παρακολουθούμε χρόνια μετά τον θάνατο της Κας να ζει μόνος του με τη γυναίκα του, στοιχειωμένος από τον φόβο ότι η αγαπημένη του κόρη «δεν έχει πεθάνει εντελώς». Σε μια απόπειρα να βρει καταφύγιο στο παρελθόν, περνάει το μεγαλύτερο μέρος της μέρας του καταγράφοντας το χρονικό του εφηβικού του έρωτα για την κυρία Γκρέι, μια γυναίκα είκοσι χρόνια μεγαλύτερή του. Η καταγραφή μοιάζει περισσότερο με μια μάχη του Κλιβ απέναντι στη μνήμη – μια προσπάθεια να διασώσει από την πανουργία της μνήμης την ουσία του παρελθόντος. Ετσι, με επιμέλεια σκαπανέα ανασύρει διαρκώς εικόνες και περιστατικά και προσπαθεί να ξεδιαλέξει τι ανήκει στην ιστορία του με την κυρία Γκρέι και τι έχει προσθέσει ή νοθεύσει η μνήμη. Ταυτόχρονα, στην παροντική διάσταση της αφήγησης, ο παλαίμαχος ηθοποιός δέχεται μια πρόταση για να επιστρέψει στην υποκριτική – και να πρωταγωνιστήσει αυτή τη φορά σε μία κινηματογραφική ταινία με θέμα τη ζωή του Αξελ Βάντερ.

 

Για τον Μπάνβιλ έχει ειπωθεί ότι γράφει στην πραγματικότητα ένα και μόνο μυθιστόρημα. Κυρίαρχο θέμα στο «Αρχαίο φως», όπως και στα περισσότερα βιβλία του –στη «Θάλασσα», για παράδειγμα, που του χάρισε το Μπούκερ και παρενεβλήθη ανάμεσα στα τρία μυθιστορήματα της άτυπης τριλογίας του– είναι η σχέση της μνήμης με τη συγκρότηση του εαυτού. Η μνήμη μεσολαβεί ανάμεσα στο παρελθόν και το υποκείμενο, λειαίνοντας ή παραποιώντας την πραγματικότητα προκειμένου να ταιριάξει αυτή με την εικόνα που έχει το υποκείμενο για τον εαυτό του. Ετσι, κάθε απόπειρα να θυμηθεί κανείς κάτι, καταλήγει και απόπειρα να συγκροτήσει μια ταυτότητα. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, το γεγονός ότι αφηγητής και κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος είναι ένας ηθοποιός, κάποιος δηλαδή που έχει σαν επάγγελμά του να υποδύεται άλλα πρόσωπα. Και καλείται μάλιστα να υποδυθεί τον Αξελ Βάντερ – κάποιον που, με τη σειρά του, πέρασε όλη του τη ζωή υποδυόμενος πως είναι κάποιος άλλος. Ακόμα και όταν γίνεται παιγνιώδης (για παράδειγμα, ως συγγραφέας του βιβλίου στο οποίο βασίζεται η ταινία όπου θα πρωταγωνιστήσει ο Κλιβ φέρεται κάποιος «JB» – τα αρχικά του ίδιου του Μπάνβιλ δηλαδή), ο πεζογράφος δεν απομακρύνεται ποτέ από τον κύριο στόχο του στην πραγμάτευση του θέματός του. Αυτό που μοιάζει να θέλει να υπογραμμίσει δεν είναι τόσο η σχετικότητα του παρελθόντος –αφού αυτό υπάρχει ανεξάρτητα από τη μνήμη μας– όσο η καλειδοσκοπική του λειτουργία: σημασία δεν έχει τόσο το τι συνέβη στο παρελθόν, αλλά η οπτική γωνία από την οποία επιλέγουμε να το κοιτάξουμε τώρα.

 

Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί και σε αυτό το έργο το γνωστό του ύφος – περίπλοκο, πυκνό, ακριβολόγο και λυρικό. Τα διαρκή σχόλια του αφηγητή, καθώς και η ίδια η απαστράπτουσα ευφυΐα της γραφής του, μοιάζουν μερικές φορές να περιβάλλουν τα ιστορούμενα με ένα κουκούλι, το οποίο πρέπει να τρυπήσει ο αναγνώστης αν θέλει να φτάσει στην ουσία των όσων συμβαίνουν. Κι αυτό όμως αποτελεί μέρος της αφηγηματικής στρατηγικής του Μπάνβιλ – όπως η μνήμη μεσολαβεί ανάμεσα στο παρελθόν και στο υποκείμενο, έτσι και η γλώσσα επιτελεί μια ανάλογα διαμεσολαβητική λειτουργία. Μέσα από τον πλούτο και τη δύναμη των περιγραφών του, ο Ιρλανδός συγγραφέας μοιάζει να επιδιώκει να μην ξεχάσει σε κανένα σημείο ο αναγνώστης του πως όσα διαβάζει δεν είναι απλώς αυτά που συνέβησαν – είναι αυτά που ο ήρωάς του θυμάται ότι συνέβησαν.

 

Scroll to top